Archive for the 'Αστυνομική Λογοτεχνία' Category



27
Ιον.
17

Συλλογικό – 18 κείμενα για τον Γιάννη Μαρή. Ο άνθρωπος. Το έργο. Η εποχή. (Επιμ.) Κώστας Θ. Καλφόπουλος

Δεκαοκτώ σπουδές στο μαύρο και ισάριθμες σπονδές στον εξιχνιαστή του

Το γερμανικό οικονομικό θαύμα, τα swinging 60s, η γαλλική nouvelle vague, το miracolo italiano: οι τέσσερις κυρίαρχες εκδοχές της οικονομικής ανάπτυξης στην Ευρώπη των τελών της δεκαετίας του ’50, σε συνδυασμό με την διάδοση του «αμερικανικού ονείρου» επουλώνουν τα τραύματα της Ευρώπης, ενώ την ίδια περίοδο η Ελλάδα προσπαθεί να ανασυγκροτηθεί από τις δικές της καταστροφές, πάντα μοιρασμένη σε «Ανατολή» και «Δύση». Σε αυτές τις συνθήκες γράφει ο Γιάννης Μαρής κι αυτό ακριβώς είναι το υπόβαθρο των ιστοριών του, όπως γράφει ο Κώστας Θ. Καλφόπουλος στο δικό του Hommage στον Γιάννη Μαρή.

Εδώ ο επιμελητής του τόμου συντάσσει ένα πλήρες διάγραμμα της περίπτωσης Μαρή: ένας δημοσιογράφος που εισέρχεται ως «ξένο σώμα» στους συγγραφείς, που μεταλαμπαδεύει το «αστυνομικό» στα λογοτεχνικά δρώμενα αλλά και το εγκαθιδρύει συγγραφικά και κινηματογραφικά, που εντοπίζει έναν εγχώριο κοσμοπολιτισμό και χαρτογραφεί εκ νέου την πόλη με ένα «χρονοτοπικό» σύστημα, διαγράφει τις εμφύλιες διαμάχες και «επιστρέφει» στην σκοτεινή περίοδο της Κατοχής και ακόμα αναδεικνύει το δράμα των Ελλήνων Εβραίων.

Μα οι «νεωτερισμοί» του Μαρή δεν σταματούν εδώ: Ο επιθεωρητής Μπέκας μπορεί να συγκριθεί ισότιμα με ξένους συναδέλφους, κυρίως τον Μαιγκρέ του Σιμενόν αλλά και τον υπαστυνόμο Κολόμπο εκ των υστέρων. Στο έργο του ενσωμάτωσε ολόκληρη την ποπ κουλτούρα της εποχής αλλά και στοιχεία pulp fiction, αποϊδεολογικοποίησε τους διωκτικούς μηχανισμούς, «στοχοποίησε» το μικροαστικό νοικοκυριό και όχι τους συνήθεις υπόπτους περιθωριακούς. O Πέτρος Μάρκαρης στις «σημειώσεις πάνω στο φαινόμενο «“Γιάννης Μαρής”» γράφει για την ατυχία του συγγραφέα να γράψει τα μυθιστορήματά του σε λάθος τόπο και χρόνο αλλά και εστιάζει στην διάρρηξη μιας παράδοσης, της μέχρι τότε καθιερωμένης μορφής του αγγλικού αστυνομικού, του «whodunit», όπου ο ντετέκτιβ έλυνε το μυστήριο μέσα από μια διανοητική διαδικασία, ενώ ο αναγνώστης τον ακολουθούσε ασθμαίνοντας από τις διάφορες παγίδες. Τώρα ο Μαρής επιλέγει ως ήρωα έναν αστυνομικό και όχι ντετέκτιβ · όχι έναν ιδιοφυή ή ιδιόρρυθμο εξιχνιαστή αλλά έναν απλό, μικροαστό επαγγελματία που κάνει την δουλειά του με ένα αίσθημα δικαιοσύνης.

Ο Άγγελος Τσιριμώκος γράφει τον πατέρα του Γιάννη Μαρή, ο Ριχάρδος Σωμερίτης για τα πρώτα χρόνια του συγγραφέα στην εφημερίδα Μάχη, ο Γιώργος Α. Λεονταρίτης θυμάται την γνωριμία τους, η Αθηνά Κακούρη επιχειρηματολογεί για την ανάγκη μας για έναν τέτοιο συγγραφέα, ο Φίλιππος Φιλίππου ερευνά τις δημοσιεύσεις του στα λαϊκά περιοδικά Οικογένεια, Πρώτο και Θεατής, ο Βασίλης Βασιλικός τον τοποθετεί «ανάμεσα στον Σιμενόν και τον Καμιλλέρι», ο Νίκος Μπακουνάκης αναρωτιέται πού τελικά ανήκει, ο Στράτος Μυρογιάννης προβαίνει σε μια σπουδή σε ονόματα και χαρακτήρες,  ο Νίκος Βατόπουλος μας ξεναγεί στην Αθήνα του Γιάννη Μαρή, η Νίνα Κουλετάκη μας γνωρίζει τις γυναίκες του έργου του, ο Σταύρος Πετσόπουλος καταγράφει την εκδοτική περιπέτεια των επανεκδόσεων του έργου του στις εκδόσεις Άγρα, οι Τεύκρος Μιχαηλίδης, Γιάννης Ράγκος, Αναστάσης Σιχλιμήρης και Loic Marcou προσθέτουν τις δικές τους οπτικές πάνω σε ιδιαίτερες πλευρές του έργου του.

Επιστρέφω στον φόρο τιμής του Καλφόπουλου για να τονίσω τις πολλαπλές αναγνώσεις του Μαρή. Σε ένα πρώτο φιλολογικό πλαίσιο ο Μαρής έγραψε ευτελή λογοτεχνία, με γλώσσα απλή και πλαίσιο μανιχαϊστικό. Από την σκοπιά της λογοτεχνικής θεωρίας οι αφηγηματικές στρατηγικές είναι εξίσου απλές, με το noir στοιχείο να είναι προσαρμοσμένα στα ελληνικά δεδομένα, χωρίς δηλαδή τον αμερικανικό πρότυπο του σκληροτράχηλου ήρωα – ντετέκτιβ. Από ιδεολογική άποψη ο συγγραφέας υπηρετεί ένα «παρακμιακό» είδος και αποποιείται την μήτρα της Αριστεράς από την οποία προέρχεται, καθώς γράφει στον συντηρητικό Τύπο.

Αλλά πέρα από αυτά ο Μαρής συνδιαμόρφωσε σημαντικά στον χώρο του Τύπου, της λογοτεχνίας και του κινηματογράφου την δημόσια σφαίρα της εποχής, επαναδημιούργησε με μοντέρνο τρόπο ένα υποτιμημένο λογοτεχνικό είδος, όπου μάλιστα συνδύασε την ελληνοκεντρικότητα με τον κοσμοπολιτισμό, και ψυχαγώγησε ως πρωτοπόρος για τα δεδομένα της ελληνικής pulp fiction της εποχής ένα πλατύ αναγνωστικό κοινό. Και όπως γράφει ο Ανδρέας Αποστολίδης στο δικό του κείμενο, ο Μαρής, αυτός ο αστείρευτος ως προς την πλοκή και απόλυτα ταυτισμένος με την εποχή του συγγραφέας, κατάφερε εκτός των άλλων εν μέσω πολιτικής θύελλας και πολιτικών παθών να αποκλείσει από την καθημερινότητα των ηρώων την «πολιτική» του αλλά όχι και από την ηθική τους υπόσταση.

Εκδόσεις Πατάκη, 2016, σ. 198. Στο Παράρτημα περιλαμβάνονται ανέκδοτα τεκμήρια (φωτογραφίες, χειρόγραφα και δακτυλόγραφα) από το αρχείο του συγγραφέα και το οικογενειακό αρχείο του γιου του, Άγγελου Τσιριμώκου.

Στην τελευταία φωτογραφία, το κέντρο της Αθήνας, προσφιλές σκηνικό του Γιάννη Μαρή, σε φωτογραφία του Ιάσονα Αποστολίδη, αρχές της δεκαετίας του ’50.

Δημοσίευση σύντομα και στο mic.gr / Βιβλιοπανδοχείο, αρ. 218.

02
Μάι.
17

(δε)κατα, τεύχος 45 (άνοιξη 2016)

Αφιέρωμα: Έγκλημα και ατιμωρισία

Μόνο ξεκαρδιστικό γέλιο προκαλεί η δήλωση, κατά καιρούς, πολιτικών μας ανδρών ότι «σ’ αυτή τη χώρα υπάρχουν νόμοι και κανόνες». Δεν μας λένε όμως ότι αυτοί οι νόμοι και οι κανόνες λειτουργούν με βάση την αρχή «δύο μέτρα και δύο σταθμά». Αλλιώς, πώς εξηγείται η ατιμωρησία που κατατρέχει τούτη τη χώρα από γεννέσεώς της; Μια ματιά μόνο αν ρίχνουμε κάθε μέρα στις ειδήσεις, διαπιστώνουμε το μέγεθος της ανομίας και της ατιμωρησίας. Είναι πια κοινός τόπος ότι τα μεγαλύτερα πολιτικά και οικονομικά εγκλήματα από την μεταπολίτευση και μετά ή δεν ερευνώνται ποτέ ή παραπέμπονται στις καλένδες (λέγε με Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής) για δήθεν διερεύνηση, αλλά στην πραγματικότητα για να παραγραφούν.

Αν κοιτάξουμε, όμως, λίγο πιο έξω από τη μικρή μας πατρίδα, αμφιβάλει κανείς ότι το μεγαλύτερο έγκλημα του 21ου αιώνα είναι, μέχρι στιγμής, η εισβολή των Αμερικανών στο Ιράκ; Και είναι διότι είχε ως συνέπεια την δημιουργία των τρομοκρατών του Ισλαμικού Χαλιφάτου και, κατά προέκταση, τον εμφύλιο στη Συρία και τον κίνδυνο μιας παγκόσμιας ανάφλεξης – αυτά τα ομολογούν τώρα οι ίδιοι οι Αμερικανοί. Και είναι ένα έγκλημα οικουμενικών διαστάσεων που παραμένει ατιμώρητο και που δεν θα διερευνηθεί ούτε θα διαλευκανθεί ποτέ…

….γράφεται στην εισαγωγή του τεύχους, ως μια μικρή υπενθύμιση σε δυο από τις αμέτρητες μορφές εγκλημάτων που διαφεύγουν της τιμωρίας στον σύγχρονο κόσμο. Θέμα πικρό πλην ερεθιστικότατο από λογοτεχνική άποψη, που προκάλεσε τριάντα δύο συγγραφείς, επιστήμονες, δημοσιογράφους και άλλους τεχνίτες του λόγου, απατηλού και μη, να καταθέσουν τις όψεις του. Σε «Μια κούτα ΚΕΝΤ κι ένα πενηντάρικο» ο Ηλίας Κουτσούκος γράφει μια αληθοφανέστατη ιστορία παρ’ ολίγον τιμωρίας αλλά, ευτυχώς, τετελεσμένου έρωτα, ο Φίλιππος Δρακονταειδής απευθύνει επιστολή στον Σάμιουελ Μπέκετ και η Ροζίτα Σπινάσσα προσωπογραφεί την διλημματική ιστορία μιας παρένθετης μητέρας.

Τα τιμωρητέα πεζογραφούν ακόμη οι Γιώργος Σκαμπαρδώνης, Ηρώ Νικοπούλου, Θανάσης Χονδρός / Αλεξάνδρα Κατσιάνη, Χρύσα Φάντη, Φλώρα Ορφανουδάκη, Δήμητρα Δεσύπρη, Φώτης Χρονόπουλος, Μηνάς Βιντιάδης, Γιάννης Παπαγιάννης, Ζέτα Κουντούρη κ.ά. και στιχουργούν οι  Κώστας Ζωτόπουλος, Έλσα Κορνέτη, Κώστας Κουτσουρέλης κ.ά. Μυθιστορηματικά αποσπάσματα καταθέτουν οι Sascha Arango, Miguel Bonnefoy, Δημήτρης Μαμαλούκας, ενώ στα δοκίμια εξετάζονται το έγκλημα και η ατιμωρησία στη λογοτεχνία [Ahmet Umit], η ατιμωρησία στο περιβάλλον [Bill McKibben] αλλά και περιπτώσεις λογοτεχνικών αντιπάλων [Richard Bradford] κ.ά. ενώ στα καθ’ ημάς ο Σάββας Πατσαλίδης ταξινομεί τις περιπέτειες της νέας ελληνικής θεατρικής γραφής.

Ο Ντίνος Σιώτης σε άλλο κείμενό του με τίτλο «Το ψέμα, η αλήθεια, η φόλα, η κλοπή, ο πολιτισμός» αναφέρεται στους ανθρώπους «των γραμμάτων» που έχουν λαχανιάσει στο κυνηγητό της επιτυχίας, ενίοτε συγκροτούν λογοτεχνικά τάγματα με υπηρέτες και νεοσσούς, για να λιβανίζουν ο ένας τον άλλον. Ένα άλλο ατιμώρητο έγκλημα ασκούν εκείνοι που, στυλωμένοι στην ανασφάλεια έλλειψης ταλέντου, αναζητούν δανεικά δεκανίκια στην δήθεν «διακειμενικότητα», ασκώντας πλήρη λογοκλοπή που δικαιολογούν ως νόμιμη ενσωμάτωση. Υπάρχει, τέλος, και η περίπτωση εκείνων που αρθρογραφούν κατά της εξωστρέφειας της ποίησης και των δημόσιων εκδηλώσεων, λησμονώντας ότι ακόμη και η έκδοση ενός βιβλίου είναι πράξη εξωστρεφής. Είναι άνθρωποι που ζουν στον κόσμο τους και όχι για τον κόσμο.

Μια τιμωρία γίνεται πιο κτηνώδης από τις τιμωρίες παρά από τα εγκλήματα, είπε ο Όσκαρ Γουάιλντ το 1891 αλλά φαίνεται να το αγνοούν, σκέφτομαι, τόσο η Δύση όσο και η Ανατολή. Δυο χρόνια αργότερα ο Μπέντζαμιν Τάκερ είχε αλλού δίκιο: Χρειαζόμαστε πολλούς νόμους που κατασκευάζουν τους εγκληματίες και μερικούς (μόνο) που τους τιμωρούν. Ως προς την βέργα, τέλος, ο Γκορ Βιντάλ μερικές δεκαετίες μετά έβαλε τα πράγματα στην θέση τους: Είμαι υπέρ της επαναφοράς της βέργας, αλλά μόνο μεταξύ συναινούντων ενηλίκων.

[σ. 192]

Στην προτελευταία εικόνα, η περίφημη Δίκη στην ταινία The Wall [Alan Parker, 1982] και στην τελευταία το έργο της Ola Lubczynska Crime Story. Στην επόμενη ανάρτηση η παρουσίαση του τρέχοντος «θεραπευτικού» τεύχους του περιοδικού.




Μαΐου 2023
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
1234567
891011121314
15161718192021
22232425262728
293031  

Blog Stats

  • 1.138.292 hits

Αρχείο