Σκέψη ανεξάρτητη, πνεύμα αντίλογο
1. Πιστός στην απιστία του
Όταν εκδίδεται αυτό το βιβλίο ο Χίτσενς μόλις έχει γίνει εξήντα ενός και κατά τα λεγόμενα των γιατρών του πιθανώς αυτά να είναι τα τελευταία του γενέθλια. Κι όπως γράφει ο ίδιος, είναι αναγκασμένος να προετοιμάζεται να πεθάνει και ταυτόχρονα να συνεχίσει να ζει, ανακαλύπτοντας μάλιστα πως έχει ακόμα την θέληση να γράψει και την αχόρταγη λαχτάρα να διαβάσει. Άλλωστε πάντα είχε την ιδιαίτερη τύχη να βγάζει τα προς το ζην κάνοντας τα δύο πράγματα με την μεγαλύτερη γι’ αυτόν σημασία, γράψιμο και διάβασμα. Αν ο σκοπός της ζωής του ήταν να πολεμήσει τις προλήψεις, τώρα πρέπει να έρθει αντιμέτωπος και με τους φόβους που τις τρέφουν. Το «φανταχτερό, κακόγουστο οικοδόμημα από δήθεν θρησκευτικές μεταστροφές στο κατώφλι του θανάτου και από δακρύβρεχτη ευλαβική φιλολογία» άρχισε πάλι να χτίζεται πάνω στην ασθένειά του και δεν έκανε τίποτα παρά να αναζωογονήσει την αθεΐα του και να διατηρήσει ανοιχτή μια μακρά συζήτηση στην οποία είχε από χρόνια συνεισφέρει και ο ίδιος. Η εισβολή του θανάτου τον έκανε ικανό να εκφράσει ακόμα πιο στέρεα «την περιφρόνησή του για την κίβδηλη παρηγοριά της θρησκείας και την πίστη στην επιστήμη και την λογική». Που μαζί με την αγάπη, την φιλία, την λογοτεχνία και την διαλεκτική του γέμισαν το μικρό υπόλοιπο της ζωής του.
2. Οικοτροφεία = απολυταρχίες
Η θητεία του στην εμπειρία του αγγλικού οικοτροφείου τού έδωσε τις πρώτες σκέψεις – κλειδιά για τα απολυταρχικά καθεστώτα. H αληθινή ουσία μιας δικτατορίας στην πραγματικότητα δεν είναι η κανονικότητά της αλλά το απρόβλεπτό της και η ιδιοτροπία της: αυτοί που ζουν υπό την εξουσία της δεν πρέπει ποτέ να μπορούν να χαλαρώσουν, δεν πρέπει ποτέ να είναι βέβαιοι αν ακολούθησαν σωστά τους κανόνες. Συχνά ο μόνος εμπειρικός της κανόνας είναι: ό,τι δεν είναι υποχρεωτικό απαγορεύεται. Το να μην έχεις πού να κρυφτείς είναι μια άλλη όψη του πνεύματος του οικοτροφείου. Το μαζοχιστικό στοιχείο τον προσέλκυσε περισσότερο στις παρατηρήσεις του: πώς τα θύματα γίνονταν ευχαρίστως συνεργοί. Στο σχολικό οπλοστάσιο ψυχολογικού βασανισμού ο Χίτσενς αναγνωρίζει πια το λειτουργικό μοντέλο της μονοθεϊστικής θρησκείας όπου η αγάπη προς το υπέρτατο ον είναι υποχρεωτική και εμπνέει τον φόβο· αυτός ο ηθικός εκβιασμός βασίζεται στην πεμπτουσία της δουλοπρέπειας και επιβεβαιώνει την επικουρία της θρησκείας σε κάθε είδος εξουσίας.
3. Τα συστήματα στα σκουπίδια
Έγκαιρα ο Χίτσενς άρχισε να απομυθοποιεί το ένα σύστημα μετά το άλλο. Όταν βρέθηκε στην Κύπρο, την Παλαιστίνη, τη Νότια Αφρική ή οπουδήποτε αλλού, ένιωσε μεγάλη συμπάθεια για εκείνους που αντιστάθηκαν στη βρετανική κυριαρχία, και φρόντισε να καταγράψει οτιδήποτε είδε και έζησε. Από την άλλη, απομυθοποίησε έγκαιρα και τους Εργατικούς καθώς περίμενε να αρνηθούν την βρετανική υποστήριξη στον βρόμικο πόλεμο του Βιετνάμ. Εκεί ένοιωσε πως αδυνατεί να σπαταλήσει τα νιάτα του μένοντας να χάσει απλώς μπροστά σ’ ένα θέαμα απροκάλυπτης ωμότητας και επιθετικότητας, λες κι ήταν κάτι που έπρεπε να το δεχτεί γαλήνια. Υιοθέτησε το παγκόσμιο σύμβολο της ειρήνης, το φόρεσε στο πέτο του και βγήκε στους δρόμους.
Πολέμιος της οικονομίας των όπλων, όπως είναι ο καπιταλισμός, οργισμένος από την συμβατική πολιτική, καχύποπτος απέναντι σε πολλά από τα συνθήματα του Μάη του ’68 που τού ηχούσαν γελοία ή δονκιχωτικά, δεν τσίμπησε με τους «ψευδοδιανοούμενους της ηθικής ανοησίας» όπως ο Χέρμπερτ Μαρκούζε και ο Ρόναλντ ΝΤ. Λενγκ· ο ειδικός του μαρξισμου Αϊζάια Μπερλίν του φάνηκε ημιμαθής, ο Τσόμσκι καθόλου πειστικός· όσο περισσότερο πλησίαζε τους ειδικούς, τόσο περισσότερο ανεπαρκείς έμοιαζαν· όσο γνώριζε τα σωματεία, τόσο στενοκέφαλα και συντηρητικά του φαίνονταν.
Ούτε ο κομμουνισμός τον παραμύθιασε καθώς γνώριζε την δηκτική ρήση του Μπρεχτ για τους ανατολικογερμανούς: «αν ο Λαός απογοήτευσε όντως το Κόμμα, τότε το Κόμμα ίσως θα έπρεπε να διαλύσει τον Λαό και να εκλέξει έναν νέο». Ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους που θαύμασε ήταν ο ανά τον κόσμο κυνηγημένος Βικτόρ Σερζ, που έγραψε την πρώτη και καλύτερη μυθιστορηματική απεικόνιση του Μεγάλου Σταλινικού Τρόμου και μια από τις σημαντικές αυτοβιογραφίες του περασμένου αιώνα (Υπόθεση Τουλάγιεφ και Αναμνήσεις ενός επαναστάτη). Μακριά από εθνικισμούς, φασισμούς και κομμουνισμούς, ο Χίτσενς αναζητούσε την Δημοκρατία και τον Διεθνισμό και εντάχθηκε σε μια ομάδα αντισταλινιστών «Διεθνών Σοσιαλιστών» που ενδιαφερόταν για μια επανάσταση μέσα στην επανάσταση, για μια Αριστερά που ήταν μέσα στην Αριστερά αλλά όχι της «Αριστεράς». Είχε άλλωστε έγκαιρα διαβάσει την μοιραία φράση του Όσκαρ Γουάιλντ: το πρόβλημα με τον σοσιαλισμό είναι πως σπαταλά πάρα πολλά βράδια σε «συνελεύσεις».
4. Οι απατεώνες της αδιαλλαξίας
Η πρώτη μεγάλη ευκαιρία του δόθηκε με τη συνεργασία με το New Left Review και αργότερα με το New Statesman και όλα τα σημαντικά αριστερά ή ανεξάρτητα πολιτικά έντυπα που διαμόρφωναν γνώμη. Η πρώτη του εμπειρία στην Βόρεια Ιρλανδία είναι αρκετή:
Τελικά αντιλήφθηκα ένα γνώρισμα αυτής της κατάστασης, που έκτοτε με έχει βοηθήσει να καταλάβω περιπτώσεις αντίστοιχης αδιαλλαξίας στον Λίβανο, τη Γάζα, την Κύπρο κι αλλού. Οι τοπικές ηγεσίες που γεννιούνται από τα «προβλήματα» σε τέτοια μέρη, δεν θέλουν να υπάρξει λύση. Μια λύση θα σήμαινε ότι οι μεσολαβητές της Αμερικής και των Ηνωμένων Εθνών δεν θα υποτάσσονταν πλέον στη θέληση τους και δεν θα τους σέβονταν, δεν θα τους προσκαλούσαν σε διεθνείς διασκέψεις με κύρος και αίγλης, δεν θα τους συμπεριφέρονταν πια με σεβασμό τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και δεν θα μπορούσαν να κερδίζουν κάνοντας λαθρεμπόριο και πουλώντας προστασία. Η δύναμη αυτής της παρασιτικής τάξεις παρέτεινε τον ένοπλο αγώνα στη Βόρεια Ιρλανδία χρόνια ολόκληρα αφού είχε γίνει πλέον φανερό στους πάντες ότι κανένας (εκτός από τους κομπιναδόρους) δεν μπορούσε να νικήσει. Κι όταν έληξε, πάρα πολλοί κέρδισαν απ’ την «ειρηνευτική διαδικασία». [σ. 175]
5. Κόκκινοι καταυλισμοί
Θα μπορούσε η Κούβα να αποτελεί την τελευταία ελπίδα; Μπορεί σήμερα η Αβάνα, όπως γράφει, να κυβερνάται από μια ρυτιδωμένη ολιγαρχία γέρικων κομμουνιστικών ξόανων, τότε όμως έμοιαζε νεανική και αυθόρμητη και βοηθούσε γενναία τις κατατρεγμένες λατινοαμερικανικές χώρες. Βρίσκεται λοιπόν φιλοξενούμενος σε …ειδικό καταυλισμό για «διεθνιστές», πλημμυρισμένο από εμψυχωτική μουσική και κομπαστικούς λόγους από τα μεγάφωνα, και μόλις που επιχειρεί να κάνει μια βόλτα στη φύση τον σταματούν στην πύλη: δεν ήταν ελεύθερος να πάει πουθενά, είχε φτιαχτεί πρόγραμμα ειδικά γι’ αυτόν κι έπρεπε να το ακολουθήσει. Για άλλη μια φορά ο Χίτσενς αναγνωρίζει γνώριμες αιωνόβιες καταστάσεις: ο κουβανικός σοσιαλισμός κατά ένα τρόπο μοιάζει πάρα πολύ με ιδιωτικό οικοτροφείο και κατά έναν άλλον με εκκλησία. Εκεί τον βρίσκει και η εισβολή των σοβιετικών τανκς στην Πράγα, που ο Κάστρο, εξαρτημένος από την σοβιετική βοήθεια, κατάπιε μεγαλοπρεπώς. Ο καστροϊσμός λοιπόν φαίνεται πως είχε νόημα στην Λατινική Αμερική και τις τερατώδεις δικτατορίες αλλά συμμετείχε στην οικουμενική κομμουνιστική σιωπή για τις τερατωδίες της Ανατολικής Γερμανίας.
Μια από τις μεγάλες ελπίδες του ’68 ήταν η απαλλαγή της Ισπανίας και της Πορτογαλίας από τα απαρχαιωμένα φασιστικά τους καθεστώτα. Η πτώση του φασισμού στην Λισαβόνα το 1974, η χειραφέτηση των αφρικανικών της αποικιών, τα πρώτα φεμινιστικά μανιφέστα, η έντονη μυρωδιά στον αέρα του επί μακρόν κατεσταλμένου σεξ, η απουσία έστω και ενός πυροβολισμού στην αρχή τον γέμισαν με αισιοδοξία. Όταν όμως ρωτούσε γιατί αφού οι επαναστάτες δεν φορούν πολιτικά και γιατί υποτάσσονται στη Σοβιετική Ένωση δεν πήρε απάντηση· ήταν ώρα να φύγει κι από εκεί. Στην Πολωνία η σταλινική γεροντοκρατία ξέπεφτε ως και σε χιτλερικές τακτικές για να καταπνίξει τις διαφωνίες. Ήταν εκπληκτικό, γράφει, να βλέπεις σε ποια έκταση το κομματικό κράτος εξαρτιόταν από ψέματα· κάθε είδους χονδροειδής διαστρέβλωση αποτελούσε καθημερινό γεγονός στα πολωνικά μέσα ενημέρωσης. Κατά τα άλλα, τα όπλα παρέμεναν τα ίδια: μισαλλοδοξία, αντισημιτισμός, δωσιλογισμός. Έφυγε κρατώντας τα λόγια του αντιφρονούντος Άνταμ Μίτσνικ: Η αληθινή πάλη για εμάς είναι να πάψει ο πολίτης να είναι ιδιοκτησία του κράτους.
Επόμενη στάση η Αργεντινή του φόβου υπό την χούντα του Βιντέλα, γεμάτη από τα δίχως διακριτικά Φορντ Φάλκον της στρατιωτικής αστυνομίας. Ο ίδιος ο δικτάτορας δεν κράτησε τα προσχήματα και του είπε απερίφραστα και προς έκπληξη των επιτελών του πως κίνδυνο δεν αποτελεί μόνο ο βομβιστής αλλά και ο ιδεολόγος. Ο Χίτσενς έζησε από πρώτο χέρι την στενή τους παρακολούθηση αλλά ήταν ήδη γνωστός και κανείς δεν τον άγγιξε. Όμως η εμπειρία του σκοτεινού, βασανισμένου Μπουένος Άιρες ήταν καθοριστική. H ώρα για τις ΗΠΑ είχε φτάσει, μαζί με τις βασικές του απορίες: Πώς γίνεται η πιο συντηρητική και εμπορική κοινωνία στη γη να είναι ταυτόχρονα και η πιο επαναστατική; Πώς γίνεται και σε όσες χώρες έχει εργαστεί ως ανταποκριτής – Ισπανία, Πορτογαλία, Ελλάδα, Κύπρο, Χιλή η αμερικανική εξουσία πάντα στήριζε τις δυνάμεις της αντίδρασης; Πώς ο Χένρυ Κίσινγκερ είχε το ελεύθερο να υποκινεί φόνους και να χρηματοδοτεί στρατιωτικά πραξικοπήματα; Το βιβλίο του για τον τελευταίο υπήρξε το πρώτο που δεν φοβήθηκε μην αποτελέσει σφαίρα στην πλάτη του συγγραφέα του.
7. Μια αξιοζήλευτη ζωή
Ο Χίτσενς αυτοβιογραφείται διηγούμενος συναρπαστικές ιστορίες περί πολιτικής, διπλωματίας, δημοσιογραφίας. Δεκάδες σελίδες αφιερώνονται σε εξαιρετικά ενδιαφέρουσες ιστορίες και απόψεις πάνω σε διάφορα θέματα: στις γελοίες προσωπικότητες του Ρίγκαν και της Θάτσερ και την προσωπική του γνωριμία με την Σιδηρά Κυρά, στο τραγικό κυνήγι του Σαλμάν Ρούσντι και στη φιλία του με τον Μάρτιν Έιμις, στο τρομοκρατικό χτύπημα της 11/9 και την κάθετη διαφωνία του με τον Τσόμσκι που μίλησε για απονομή δικαιοσύνης, στο Μεσανατολικό και την διαφωνία του με τον Έντουαρντ Σαΐντ, στον κουρδικό αγώνα του μεγαλύτερου πληθυσμού στον κόσμο δίχως δικό του κράτος, σε αποστολές στη Βοσνία, τη Βόρεια Κορέα, το Ιράκ και το Αφγανιστάν αλλά και στην ευθύνη που βίωσε όταν ένας άνθρωπος έχασε τη ζωή του επηρεασμένος από ένα άρθρο του.
Με κάθε ευκαιρία άλλοι χείμαρροι λέξεων αφιερώνονται στις σκέψεις του για την αυτοκτονία (η μητέρα του βρέθηκε νεκρή στην Αθήνα ύστερα από μια συμφωνία αυτοχειρίας με τον μανιοκαταθλιπτικό εραστή της) και στο ποτό, καθώς υπήρξε πάντα γερός, ανίκητος πότης ακολουθώντας την άποψη του Τσαρλς Ράιντερ στο Επιστροφή στο Μπράιτσχεντ όταν πως διαλέγει να πίνει χάρη στην «αγάπη για τη στιγμή και στην επιθυμία να την παρατείνει και να την εντείνει» αλλά και στην απέχθειά του για τα ναρκωτικά που θεώρησε εξίσου θλιβερή και επιπόλαιη τάση φυγής, σχεδόν εξίσου αξιοκαταφρόνητη με τις θρησκείες, ιδίως τις τρεις μονοθεϊστικές που πολέμησε ως το τέλος, ως απάνθρωπα συστήματα που σε τιμωρούν για τη φύση σου και σε παρενοχλούν ακόμα και στον θάνατό σου με τις γνωστές φλυαρίες περί μεταθανάτιας ζωής. Στις τελευταίες του στιγμές προτίμησε να έχει δίπλα του τους φίλους του και να κοιτάζει κατάματα τις αλήθειες του.
Κάθε άρθρο, κάθε κριτική, κάθε βιβλίο που ’χω δημοσιεύσει ή εκδώσει, συνιστά έκκληση προς το άτομο ή τα άτομα με τα οποία θα ’πρεπε να είχα μιλήσει προτού τολμήσω να το γράψω. Δεν ξεκινώ ποτέ να γράφω ως και το πιο μικρό δοκίμιο δίχως την ελπίδα – και τον φόβο επειδή υ συνάντηση μπορεί επίσης να φέρει αμηχανία – ότι θα λάβω ένα γράμμα που θ’ αρχίζει: «Αγαπητέ κ. Χίτσενς, φαίνεται να αγνοείτε ότι…». Υπ’ αυτήν την έννοια ο αναγνώστης συνυπογράφει την πατρότητα του κειμένου. Και δεν γίνεται αλλιώς – ανακαλύπτεις τι θα ’πρεπε να γνωρίζεις μόνο αν έχεις παραστήσει ότι ήδη γνωρίζεις ένα μέρος του. [σ. 405]
Εκδ. Μεταίχμιο, 2011, μτφ. Μιχάλης Μακρόπουλος, σ. 487, με δεκαπεντασέλιδο ευρετήριο [Cristopher Hitchens – Hitch 22, 2011].
Στις εικόνες: Σοβιετική Ευωχία, Βορειοιρλανδικη Ισορροπία, ο Θεός της Άθεης Ανατολικής Γερμανίας και ο Χίτσενς σε αποστολές στο Κουρδιστάν (Πόλεμος του Κόλπου, 1991), στη Ρουμανία (1989) και στο Ιράκ (1975).
Πρώτη δημοσίευση σε συντομότερη μορφή: mic.gr, υπό τον τίτλο Hitch Only Rock’n’Roll.