Posts Tagged ‘Μεσανατολικό



03
Μάι.
14

Jean Genet – Τέσσερις ώρες στη Σατίλα

Η α278νταρσία των λέξεων

οι επαναστάσεις και τα απελευθερωτικά κινήματα γίνονται – ασαφώς – με σκοπό να βρούμε ή να ξαναβρούμε την ομορφιά, δηλαδή, το άψαυτο, το ακατονόμαστο, που το αποδίδουμε μ’ αυτή τη λέξη. Ή μάλλον όχι: λέγοντας ομορφιά εννοούμε μια γελαστή αναίδεια που τη χλευάζει η παλιά δυστυχία, τα συστήματα, και οι υπεύθυνοι γι’ αυτήν τη δυστυχία και την ντροπή· μια γελαστή αναίδεια όμως που αντιλαμβάνεται ότι η ρήξη, μόλις ξεπεραστεί η ντροπή, ήταν πολύ εύκολη. [σ. 42]

Ο Ζενέ επέστρεψε στην Μέση Ανατολή τον Σεπτέμβριο του 1982, ύστερα από απουσία δέκα ετών, για να συνοδεύσει στη Βηρυτό την φίλη του Λαϊλά Σαχίντ, υπεύθυνη της Επιθεώρησης Παλαιστινιακών Μελετών. Φτάνει στην πόλη σε μια κρίσιμη στιγμή για τον πόλεμο στον Λίβανο: οι Παλαιστίνιοι μαχητές έχουν καταφύγει στη Δυτική Βηρυτό και δέχονται να εγκαταλείψουν τη χώρα υπό την προστασία μιας πολυεθνικής Δύναμης Επέμβασης, ενώ οι παλαιστινιακοί καταυλισμοί αφοπλίζονται. Ο ίδιος βρίσκεται σε περίοδο κατάθλιψης αλλά και επώδυνης θεραπείας για τον καρκίνο, δεν έχει δημοσιεύσει τίποτα από το 1977, δεν έχει διάθεση να γράψει, έχει αφήσει στην άκρη το μεγάλο βιβλίο επί χρόνια για τους Παλαιστινίους.

sabra 16Η δολοφονία του νέου προέδρου της Δημοκρατίας του Λιβάνου και ηγέτη των κομμάτων της χριστιανικής δεξιάς Μπασίρ Τζεμαγιέλ στις 14 Σεπτεμβρίου δίνει την αφορμή στον ισραηλινό στρατό να παραβιάσει όλες τις προηγούμενες συμφωνίες και να μπει στη λιβανική πρωτεύουσα. Το ίδιο βράδυ περικυκλώνει τους συγκοινωνούντες παλαιστινιακούς καταυλισμούς Σάμπρα και Σατίλα στον δυτικό τομέα της Βηρυτού και οι οποίοι είχαν στις αρχές της δεκαετίας του 1980 πληθυσμό περίπου 35.000 κατοίκους. Μετά από δυο μέρες επιτρέπεται σε οπλισμένες ομάδες με στολές διάφορων λιβανικών χριστιανικών πολιτοφυλακών να περάσουν στο εσωτερικό τους και να τα «καθαρίσουν» από τους τρομοκράτες. Ακολούθησε η γνωστή επιχείρηση μαζικής σφαγής: επί δυο μέρες και τρεις νύχτες εξοντώθηκαν χιλιάδες κάτοικοι του καταυλισμού.

Την ΚυριακήPalestinian Camp of Sabra and Chatila 19 Σεπτεμβρίου στις δέκα το πρωί ο Ζενέ μπαίνει στον καταυλισμό παριστάνοντας τον δημοσιογράφο και επί τέσσερις ώρες διατρέχει τα στενοσόκακα κάτω από έναν εξουθενωτικό ήλιο. Είναι η ώρα που οι μπουλντόζες του λιβανικού στρατού σκάβουν εσπευσμένα ομαδικούς τάφους. Η πρώτη του αίσθηση αφορά για άλλη μια φορά το πολυδιάστατο της προσωπικής εμπειρίας, σε αντίθεση με την φωτογραφία όπως και την τηλεοπτική οθόνη που έχουν μόνο δυο διαστάσεις, συνεπώς είναι αδιαπέραστες. Τα δρομάκια είναι τόσο στενά ώστε ακόμα κι ένα νεκρό παιδί μπορεί να φράξει τη δίοδο.

sabra 10Ο λογοτέχνης Ζενέ παρατηρεί τα νεκρά σώματα και αντιλαμβάνεται «την αισχρότητα του έρωτα και του θανάτου»: και στις δυο περιπτώσεις τα κορμιά δεν έχουν τίποτα πια να κρύψουν: στάσεις, συσπάσεις, σημάδια, ακόμα και σιωπές, όλα ανήκουν και στους δύο κόσμους. Γράφει για την αίσθηση πως βρίσκεται στο κέντρο μιας πυξίδας που οι ακτίνες της είναι εκατοντάδες νεκροί· πλησιάζει τα σώματά τους και βλέπει τον βασανισμό που προηγήθηκε, αναρωτιέται ποιοι να έφτασαν σε τέτοιο σημείο καθώς οι γελοίες χειρονομίες των νεκρών εξακολουθούν να παιδεύονται από σύννεφα μύγες μες τον ήλιο. Ζαλισμένος συνεχίζει το μακάβριο «κουτσό» του σ’ αυτό το επίπεδο νεκροταφείο τη στιγμή που οι εργολάβοι σπεύδουν να οικοδομήσουν το φιλέτο. Αναρωτιέται τι λείπει και συνειδητοποιεί πως αυτό είναι η προσωδία μιας προσοχής.

bw03901Σε αυτά τα χιλιάδες χιλιόμετρα στενοσόκακα έδρασαν αμέτρητοι δολοφόνοι και βασανιστές. Η αποφορά των νεκρών μοιάζει να βγαίνει από το δικό του κορμί. Τώρα τα περισσότερα κτίρια του Δυτικού Τομέα της Βηρυτού είναι ξεκοιλιασμένα ή έχουν κατακαθίσει, σαν κομμάτι μιλφέιγ ή σαν φυσαρμόνικα ή σαν λιβανέζικος αρχιτεκτονικός πλισές. Αν δεν υπάρχουν ρωγμές σε κάποια από τις τέσσερις πλευρές, τότε η βόμβα θα έχει πέσει στο κέντρο και το κλιμακοστάσιο με τον ανελκυστήρα θα είναι ένα βαθύ πηγάδι.

women fighters jordan 1970Ο συγγραφέας επιστρέφει στις μνήμες της πρώτης του επαφής με τον παλαιστινιακό κόσμο, όταν έμεινε στους παλαιστινιακούς καταυλισμούς της Ιορδανίας από τον Οκτώβριο του 1970 ως τον Απρίλιο του 1971. Θυμάται την διαφορετική ομορφιά των τόπων, που οφειλόταν στην επικράτηση των γυναικών και των παιδιών. Συχνά οι κάτοικοι παραβίαζαν τα πατροπαράδοτα έθιμα: κοιτούσαν τους άντρες κατάματα, δεν φορούσαν φερετζέ, άφηναν τα μαλλιά του ακάλυπτα. Η επιθυμία απελευθέρωσης ήταν και προσωπική. Βρισκόμασταν στις παρυφές μιας προεπαναστατικής περιόδου και ταυτόχρονα πλέαμε σ’ έναν απροσδιόριστο αισθησιασμό. Η πάχνη που ξύλιαζε κάθε χειρονομία, ταυτόχρονα τη μαλάκωνε. Στα βουνά του Ατζλούν, του Σαλτ και του Ίρμπιντ ο αισθησιασμός των ανθρώπων απελευθερώθηκε με την ανταρσία και τα όπλα.

genet15Οι φράσεις που ο Ζενέ αφιερώνει στους φενταγίν των βουνών εμβολίζουν το ανελέητο οδοιπορικό στην ανθρώπινη σκληρότητα σαν νησίδες ονείρου. Μπορεί να περιγράψει κάποιος τα μυρωδιά του αέρα ή το χρώμα της γης και του ουρανού, αλλά ποτέ δεν θα καταφέρει να μεταδώσει εκείνη την ανάλαφρη μέθη ή τη λάμψη στα μάτια τους, γράφει χαρακτηριστικά. «Όλα ανήκαν σε όλους και καθένας ήταν μόνος του – ή ίσως και όχι». Αργότερα θα θυμηθεί τους Άραβες της Αλγερίας μετά τον πόλεμο με την Γαλλία: η νίκη τους είχε ομορφύνει, η αποτίναξη της ντροπής ακόμα περισσότερο. Σ’ εκείνα τα ιορδανικά χωριά με τις καταπράσινες βελανιδιές ο συγγραφέας βίωσε μια άλλη αίσθηση της ζωικής χαράς. Τώρα η ιορδανική περίοδος του μοιάζει σαν ονειροφαντασία και ξαναθυμάται το προαίσθημά του για το εύθραυστο του οικοδομήματος. Γνώριζε πως σύντομα στη θέση του χωραφιού με το κριθάρι θα βρεθεί μια τράπεζα και εκεί που ήταν το ταπεινό αμπελοχώραφο θα χτιστεί ένα εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος.

genet 1Ένα μήνα μετά την τραγική σφαγή ο συγγραφέας γράφει το κείμενο που θα δημοσιευτεί στην Επιθεώρησης παλαιστινιακών μελετών (τεύχος αρ. 6, 1983)· πρόκειται, κατά την άποψη του Γάλλου επιμελητή, για το σημαντικότερο πολιτικό και λογοτεχνικό κείμενο του έκτου τόμου των Απάντων του στις εκδόσεις Γκαλλιμάρ, όπου είναι συγκεντρωμένη η πολιτική αρθρογραφία του και οι συνεντεύξεις του. Ο Ζενέ γράφει εν θερμώ πάνω στην προσωπική του εμπειρία ενός από τα τραγικότερα συμβάντα της σύγχρονης παγκόσμιας ιστορίας. Υπήρξε από τους ελάχιστους επισκέπτες του εφιαλτικού τόπου και συνομίλησε με επιζώντες, καταγράφει το παρασκήνιο σε μια εποχή που ο ίδιος ευρωπαϊκός Τύπος φρόντισε να απαλλάξει το Ισραήλ από κάθε κατηγορία.

gaza 1 (1) copiaΤο Ισραήλ είχε δεσμευτεί να μην πατήσει το πόδι του στη Δυτική Βηρυτό· ο Ρέηγκαν έστειλε επιστολή στον Αραφάτ με την ίδια υπόσχεση. Μιττεράν και Περτίνι έδωσαν την ίδια διαβεβαίωση. Αμερικανοί, Γάλλοι και Ιταλοί ειδοποιήθηκαν «να ξεκουμπιστούν εν πάση μεγαλοπρεπεία». Το πεδίο ήταν πλέον ελεύθερο και ο ισραηλινός στρατός άφησε να κάνουν άλλοι τη «βρομοδουλειά»· ενθάρρυνε τους εισβολείς, τους έδινε φαγητό και ποτά, φώτιζε τα στρατόπεδα τη νύχτα. Οι ισραηλινοί στρατιώτες διατείνονται πως δεν άκουσαν ούτε υποπτεύθηκαν το παραμικρό. Αναρωτιέται ο Ζενέ, άραγε η σφαγή έγινε μέσα σε ψιθύρους ή απόλυτη σιωπή; Το Ισραήλ θα αποτινάξει εύκολα όλες τις κατηγορίες, με την βοήθεια και των ευρωπαίων διαμορφωτών της κοινής γνώμης. Άλλωστε το ίδιο το κράτος εμφανίστηκε να ερευνά το συμβάν και θεώρησε πως και μόνο το γεγονός αυτό υποδεικνύει την αθωότητά της. Kαι ήταν και καιρός να ξεκινήσει ο σχεδιασμός ανοικοδόμησης του οικοπέδου: «πέντε εκατομμύρια παλιά γαλλικά φράγκα το τετραγωνικό μέτρο».

tumblr_lyhib725X11ql8slko1_1280_Στην συνέντευξη – συνομιλία με τον δημοσιογράφο ο Ζενέ εξομολογείται πως ξαναβρήκε τον πραγματικό εαυτό του σε δυο επαναστατικά κινήματα, στους Μαύρους Πάνθηρες και τους Παλαιστίνιους, πως πηγαίνει όπου του ζητούν χωρίς να γνωρίζει πάντα την κατάσταση και πως έγραψε το αφήγημά του όχι με δικές του ιδέες αλλά με τις δικές του λέξεις. Συχνά γίνεται ειρωνικός όταν διαπιστώνει πως ο δημοσιογράφος επιχειρεί να εκμαιεύσει απαντήσεις που επιθυμεί ή απλώς να προβοκάρει την συζήτηση. Στην παρατήρησή του για την ματαιότητα κάθε αισιόδοξης προσδοκίας απαντάει: και τι δεν είναι μάταιο σε αυτόν τον κόσμο; Κι εσείς θα πεθάνετε, κι εγώ θα πεθάνω, κι αυτοί θα πεθάνουν…και, αργότερα, στην ερώτηση τι νόημα έχει μια επανάσταση ή ακόμα και μια εξέγερση σ’ έναν κόσμο τόσο πολύ μοιρασμένο ανάμεσα σε υπερδυνάμεις απαντάει: ακόμα κι αν ο κόσμος είναι μοιρασμένος … είναι αναγκαία η ανταρσία κάθε ανθρώπου. Κάνουμε μικρές καθημερινές ανταρσίες. Μόλις δημιουργούμε μια ελάχιστη αταξία, δηλαδή μόλις δημιουργούμε τη δική μας μοναδική τάξη, κάνουμε μια ανταρσία. [σ. 67]

genet1 alberto gacomettiΕκδ. Ύψιλον/βιβλία, 2013, μτφ. Σεραφείμ Βελέντζας, σελ. 89 [Quatreheures à Chatila, 1982]. Περιλαμβάνεται εισαγωγικό σημείωμα του Γάλλου επιμελητή και πλήρες παράρτημα με δεύτερο, εκτενέστερο σημείωμα του Γάλλου επιμελητή, συνέντευξη στον Ρούντιγκερ Βίσενμπαρτ και την Λαϊλά Σαχίντ Μπαραντά και σημείωμα του μεταφραστή. Ας σημειωθεί πως μια πρώτη εκδοχή της μετάφρασης έγινε ύστερα από επείγουσα παραγγελία του Άγγελου Ελεφάντη και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ο Πολίτης (τ. 60, Μάιος 1983), ελάχιστους μήνες μετά την δημοσίευση του πρωτότυπου.

Πρώτη δημοσίευση: περιοδικό (δε)κατα, τεύχος 39 (φθινόπωρο 2014).

Σημ. Από τα γνώριμά μας μουσικά πεδία, οι μεσανατολίτες ηχητικοί πειραματιστές Muslimgauze έχουν βέβαια τους δικούς τους ήχους για Sabra και Satila. Περισσότερο υποβλητικοί, ως συνηθίζουν, γίνονται στα Mosaic Palestine, Every grain of Palaistinian Sand και All the Stolen Land of Palestine.

03
Μάι.
12

Edward W. Said – Αναστοχασμοί για την εξορία

Το ευαγγέλιο της ανεστιότητας

1. Η μη αναπαράσταση του αποπροσανατολισμού

Στο πρώτο του βιβλίο, που είχε ως αντικείμενο τον «Τζόζεφ Κόνραντ και την μυθοπλασία της αυτοβιογραφίας», ο Έντουαρντ Σαΐντ (1935-2003) χρησιμοποιούσε τον συγγραφέα ως παράδειγμα ανθρώπου του οποίου η ζωή και το έργο αντιπροσωπεύουν το πεπρωμένο ενός πλάνητος που γίνεται επιτυχημένος συγγραφέας σε μια επίκτητη γλώσσα, αλλά δεν μπορεί ποτέ να αποτινάξει την αίσθηση της αποξένωσης από τη νέα του, έστω και θαυμαστή, πατρίδα. Πράγματι: από την πρώτη στιγμή που εισέρχεται κανείς στη γραφή του, νιώθει απαραγνώριστη την αύρα του εκτοπισμού, της αστάθειας και της ιδιορρυθμίας. Κανείς δεν μπορούσε να αναπαραστήσει το πεπρωμένο του αποπροσανατολισμού καλύτερα από τον Conrad…Έπρεπε να περάσει πολύς καιρός μέχρι να συνειδητοποιήσουμε πως το έργο του συνίσταται ουσιαστικά στην εμπειρία της εξορίας και της αποξένωσης που δεν μπορεί ποτέ να αποκατασταθεί, ενώ όσο τέλεια και να μπορούσε να εκφράσει κάτι, πάντα θεωρούσε ότι το αποτέλεσμα μόνο κατά προσέγγιση εκφράζει αυτό που ήθελε να πει ή ότι η έκφραση ήλθε πάρα πολύ αργά…

2. Ενοχλητικά απροσδιόριστος

Βρισκόμαστε σε ένα από τα δεκάδες δοκιμιακά κείμενα του Σαΐντ που περιλαμβάνονται στον 800σέλιδο αυτόν τόμο, που όμως δεν έχει ως αντικείμενο την περίπτωση του Κόνραντ (σε αυτόν αφιερώνει ένα άλλο κείμενο που επίσης δημοσιεύεται εδώ) αλλά στην ίδια του τη ζωή. Πώς κάνει την σύνδεση; Αναγνωρίζοντας πως όλα όσα είχε ζήσει, τα είχε ζήσει ο Conrad πριν από αυτόν, με την διαφορά βέβαια πως εκείνος ήταν ένας Ευρωπαίος που μετακινήθηκε στην Ευρώπη. Ο Σαΐντ αντίθετα γεννήθηκε στην Ιερουσαλήμ, βρέθηκαν με την οικογένειά του ως πρόσφυγες στην Αίγυπτο, έλαβε την παιδεία του σε αποικιακά, αγγλικά ιδιωτικά σχολεία και τελικά πήγε στις ΗΠΑ. Ενοχλητικά απροσδιόριστος, με μητρική γλώσσα τα αραβικά και σχολική τα αγγλικά, και με την αίσθηση «πως βρισκόταν εκτός τόπου, ότι στεκόταν σε λάθος γωνία, σε ένα μέρος που έμοιαζε να του ξεγλιστρά τη στιγμή που προσπαθούσε να το ορίσει ή να το περιγράψει».

Μολονότι με είχαν μάθει να πιστεύω και να σκέφτομαι σαν Άγγλος, με είχαν επίσης εκπαιδεύσει να δέχομαι την ιδέα πως ήμουν ένας ξένος, ένας μη Ευρωπαίος Άλλος, ο οποίος είχε μάθει από τους ανωτέρους του να γνωρίζει ποια είναι η θέση του και να μη φιλοδοξεί να γίνει Βρετανός. Η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε Εμάς και σε Αυτούς ήταν γλωσσική, πολιτισμική, φυλετική και εθνοτική. […] Όντας συγχρόνως έγχρωμος και αγγλικανός, βρισκόμουν σε μια κατάσταση διαρκούς εμφύλιου πολέμου.

Όταν ο Σαΐντ πήγε το 1963 στη Νέα Υόρκη για να διδάξει στο Κολούμπια (ενώ στο μεταξύ η οικογένειά του μετακόμισε στον Λίβανο) ο περίγυρός του θεωρούσε πως είχε εξωτικό και «κάπως ακαθόριστο αραβικό υπόβαθρο». Εκείνος όμως είχε ήδη αποφασίσει να σταθεί εκτός του πλαισίου που κάλυπτε τους συγχρόνους του. Μπορεί να ένοιωθε ζήλεια για φίλους που είχαν ως γλώσσα τη μία ή την άλλη, είχαν ζήσει στο ίδιο μέρος όλη τους τη ζωή και που πραγματικά ανήκαν κάπου, αλλά εξοικειώθηκε έγκαιρα με το γεγονός ότι δεν θα ανήκε ποτέ σ’ αυτές τις κατηγορίες. Άλλωστε πάντοτε ελκυόταν από ισχυρογνώμονες αυτοδίδακτους και κάθε λογής απροσάρμοστους, με τρόπο σκέψης άκρως ατομικιστικό και αμίμητο, με εκφραστικά μέσα εκκεντρικά, λεπτοδουλεμένα και αυτοσυνείδητα: Conrad, Vico, Adorno, Swift, Hopkins, Auerbach, Gould.

3. Εντός μη ύπαρξης και μη ιστορίας

Η συλλογική συνέχεια είναι γνωστή: Οι περισσότεροι Παλαιστίνιοι υποχρεώθηκαν να ζήσουν ως πρόσφυγες και να συμφιλιωθούν με το εκμηδενισμένο τους παρόν, ακολουθώντας την ίδια πορεία με την πρώτη γενιά Παλαιστινίων προσφύγων, που είχαν διασκορπιστεί σε ολόκληρο τον αραβικό κόσμο, χωρίς τη δυνατότητα εργασίας ή μετακίνησης, συχνά περιορισμένοι σε στρατόπεδα όπως τα Σάμπρα και Σατίλα της Βηρυτού, που 34 χρόνια αργότερα έγιναν τόποι σφαγής. Ο ίδιος εκπονούσε το έργο του σε μια σφαίρα σχεδόν ολοκληρωτικά αρνητική, στη μη ύπαρξη και στη μη ιστορία. Αναπόφευκτα στράφηκε στην γραφή ως κατασκευή πραγματικοτήτων και ασφαλώς προσανατολίστηκε στον κόσμο της εξουσίας και των αναπαραστάσεων που υποδεικνύουν μια πραγματικότητα και συγχρόνως σβήνουν άλλες.

Ο Σαΐντ άρχισε να έχει εχθρούς απ’ όλες τις πλευρές: χαρακτηριζόταν ναζί από τον Εβραϊκό Αμυντικό Σύνδεσμο και υπέρ το δέον φιλελεύθερος από την άκρα αριστερά, εφόσον υποστήριξε την ιδέα της συνύπαρξης Ισραηλινών Εβραίων και Παλαιστινίων Αράβων. Για πολλούς φίλους, ως Παλαιστίνιος, ήταν ένα είδος μυθολογικού όντος, κάτι σαν τον μονόκερω, ενώ μετά την Ιντιφάντα άρχισε να παίζει τον ρόλο του υποκατάστατου που συρόταν από δω και από κει για μια δήλωση των δέκα δευτερολέπτων. Από τα κείμενά του στον αραβικό Τύπο και παρά την αντιθρησκευτική του πολιτική χαρακτηρίζεται ως υπερασπιστής του Ισλάμ και απολογητής της τρομοκρατίας.

4. Ο ακηδεμόνευτος διανοούμενος και η αποδοχή του ασυμβίβαστου

Πρέπει να υπερασπιζόμαστε τους λαούς και τις ταυτότητες που απειλούνται με εξαφάνιση ή καθυποτάσσονται επειδή θεωρούνται κατώτερης φύσεως· άλλο αυτό, όμως, και άλλο να μεγαλοποιούμε ένα παρελθόν που έχει επινοηθεί για την εξυπηρέτηση υποθέσεων του παρόντος. […] Έχοντας ο ίδιος χάσει μια πατρίδα, δίχως μάλιστα ελπίδα να την ξανακερδίσω άμεσα, δεν βρίσκω ιδιαίτερη παρηγοριά στην «καλλιέργεια ενός νέου κήπου» ή στην επιδίωξη της ένταξης σε άλλον οργανισμό. Έμαθα από τον Adorno ότι η συμφιλίωση που επιτυγχάνεται εξαναγκαστικά είναι πράξη δειλίας και ψεύδους: προτιμότερη είναι μια χαμένη υπόθεση….

Η πρισματική ιδιότητα της γραφής κάποιου, όταν αυτός δεν ανήκει πλήρως σε ένα στρατόπεδο ή δεν είναι φανατικός οπαδός ενός συγκεκριμένου αγώνα δεν είναι καθόλου ευχάριστη υπόθεση· έχω αποδεχτεί την αδυνατότητα συμφιλίωσης των διαφόρων αλληλοσυγκρουόμενων ή τουλάχιστον ατελώς εναρμονισμένων πτυχών του στοιχείου που φαίνεται πως αντιπροσωπεύω. Υπάρχει μια φράση του Gunter Grass που περιγράφει τη δύσκολη αυτή θέση: πρόκειται για τη θέση του «ακηδεμόνευτου διανοούμενου».

5. Οι χαμένες υποθέσεις και το αλύτρωτο μυθιστόρημα

Υπάρχει ένας προστάτης άγιος των χαμένων υποθέσεων, ο Άγιος Ιούδας, που είχε την ατυχία να τον συνδέουν με τον Ιούδα τον Ισκαριώτη, οπότε και επονομάστηκε Ιούδας ο Κρυφός, που αποτελεί το σύμβολο όλων εκείνων που δεν έχουν καταφέρει να διακριθούν, εκείνων που είδαν τις υποσχέσεις να μένουν ανεκπλήρωτες, εκείνων που οι προσπάθειες δεν έχουν ευοδωθεί. Ο Jude the Obscure [Τζουντ ο αφανής] του Thomas Hardy προοριζόταν ακριβώς να λειτουργήσει ως σφοδρή επίθεση σε κάθε ανάλογη παραμυθία. Ο Τζουντ κυριεύεται από την ιδέα πως πρέπει να προσπαθήσει να κατακτήσει την μάθηση, την επιτυχία, έναν ανώτερο σκοπό στη ζωή – εντούτοις στο διάβα του δε βρίσκει παρά ατυχίες, απογοητεύσεις και μπλεξίματα και οδηγείται σε απελπιστικό ξεπεσμό. Οποτεδήποτε επιχειρεί να βελτιώσει τη μοίρα του, έρχεται αντιμέτωπος με απίστευτες αντιστάσεις. Ο Hardy φροντίζει ώστε τόσο οι περιστάσεις όσο και οι αδυναμίες του Τζουντ να υπονομεύουν οτιδήποτε κάνει. Δεν είναι μόνο ότι ο Θεός έχει εγκαταλείψει τον κόσμο, είναι επίσης ότι κάθε ανάμνηση ή ίχνος που έχει απομείνει από έναν προηγούμενο κόσμο είτε λοιδορεί χωρίς συναίσθηση τη δυστυχία του ατόμου είτε είναι σκοπίμως μη λυτρωτικό, μη θεραπευτικό [σ. 774].

Ιδού λοιπόν, γράφει ο Σαΐντ στο κείμενο Περί χαμένων υποθέσεων,  ένα κοινό στοιχείο των Cervantes, Flaubert και Hardy: οι ώριμες αφηγήσεις τους προς τα τέλη της σταδιοδρομίας τους (τη στιγμή που αισθάνεται κανείς την ανάγκη να συνοψίσει και να προβεί σε κρίσεις όσον αφορά την επιτυχία των νεανικών ονείρων και φιλοδοξιών) εκθέτουν ειρωνικά την απόκλιση μεταξύ πραγματικότητας και απώτερου σκοπού. Είτε συμμορφώνεται κανείς προς τις άθλιες συνήθειες του κόσμου, είτε εξοντώνεται – όπως ο Τζουντ, η Έμμα Μποβαρύ και ο Δον Κιχώτης. Και το μυθιστόρημα προσφέρει ακριβώς μια αφήγηση χωρίς λύτρωση.

6. Υπερόριες λογοτεχνίες, μάταιοι εθνικισμοί

Μεγάλο μέρος της ζωής του εξόριστου αφιερώνεται στην αντιστάθμιση της αποπροσανατολιστικής απώλειας μέσω της δημιουργίας ενός νέου κόσμου προς κυριάρχηση. Δεν είναι παράξενο που τόσο πολλοί εξόριστοι είναι μυθιστοριογράφοι, σκακιστές, πολιτικοί ακτιβιστές και διανοούμενοι. Καθεμιά από αυτές τις ασχολίες απαιτεί ελάχιστη επένδυση σε αντικείμενα και επιβραβεύει την κινητικότητα και την ικανότητα. Ο νέος κόσμο του εξόριστου, κατά τρόπον αρκετά λογικό, είναι ένας κόσμος αφύσικος και εξωπραγματικός – ιδιότητα που προσεγγίζει τη μυθοπλασία. Ο Georg Lukács στο έργο του Η θεωρία του μυθιστορήματος, ισχυρίζεται με ακαταμάχητη πειθώ ότι το μυθιστόρημα, ως λογοτεχνικό είδος που έχει δημιουργηθεί από την εξωπραγματικότητα της φιλοδοξίας και της φαντασίας, αποτελεί την κατεξοχήν μορφή «υπερβατικής ανεστιότητας». [σ. 297]

Η εξορία είναι, γράφει ο Σαΐντ συναρπαστική ως σκέψη αλλά φρικτή ως εμπειρία. Είναι η αθεράπευτη ρήξη που επιβάλλεται βιαίως ανάμεσα σε έναν άνθρωπο και έναν τόπο, στον εαυτό του και στην πραγματική του πατρίδα. Ενώ μάλιστα αληθεύει ότι στη λογοτεχνία και την ιστορία μπορούμε να εντοπίσουμε ηρωικές, ρομαντικές, ένδοξες ή και θριαμβευτικές στιγμές από τη ζωή του εξόριστου, κατ’ ουσίαν πρόκειται απλώς για προσπάθειες με σκοπό την υπέρβαση της συντριπτικής θλίψης της αποξένωσης. Τα επιτεύγματα της εξορίας υποσκάπτονται διαρκώς από την απώλεια ενός πράγματος που έχει μείνει πίσω για πάντα. [σ. 286]

Τίθεται εδώ το ερώτημα: αν η πραγματική εξορία είναι μια κατάσταση οριστικής απώλειας, πως έχει μετατραπεί τόσο εύκολα σε στοιχείο που επηρεάζει ή και εμπλουτίζει την σύγχρονη κουλτούρα; Ειδικά η νεότερη δυτική κουλτούρα είναι, σε μεγάλο βαθμό, έργο εξόριστων, αυτοεξόριστων και προσφύγων. Ο George Steiner έχει γράψει ότι ένα ολόκληρο είδος της δυτικής λογοτεχνίας του εικοστού αιώνα είναι «υπερόρια» [extraterritorial] λογοτεχνία – μια λογοτεχνία από εξόριστους για εξόριστους. Πολύ περισσότερο η εποχή μας, με τις σύγχρονες μορφές πολέμου, τον ιμπεριαλισμό και τις εθνοκαθάρσεις των ολοκληρωτικών καθεστώτων είναι η κατεξοχήν εποχή του εξόριστου, του εκτοπισμένου και του μαζικού μετανάστη.

Ο εθνικισμός είναι ο ισχυρισμός ότι υπάγεσαι και ανήκεις σε έναν τόπο, έναν λαό, μια κληρονομιά. Με τον καιρό οι επιτυχημένοι εθνικισμοί θεωρούν πως μόνο οι ίδιοι είναι κάτοχοι της αλήθειας και αποδίδουν το ψεύδος και την κατωτερότητα στους ξένους. Ακριβώς πέραν του συνόρου ανάμεσα σε «εμάς» και τους «ξένους» βρίσκεται η επικίνδυνη επικράτεια του μη ανήκειν…Η εξορία, αντίθετα με τον εθνικισμό, είναι μια κατάσταση ασυνεχούς ύπαρξης – οι εξόριστοι αποκόπτονται από ρίζες, τόπο, παρελθόν. Το πιο παράξενο από τα δεινά που περνάει ένας εξόριστος είναι να εξορίζεται από εξόριστους: το 1982 οι Παλαιστίνοι άρχισαν ξανά να εκδιώκονται από τους προσφυγικούς τους καταυλισμούς στο Λίβανο, έχοντας ήδη διωχθεί από τον τόπο τους το 1948, πασχίζοντας τώρα να ανασυστήσουν μια εθνική ταυτότητα στην εξορία.

Ο Σαΐντ δεν περιορίζεται στην καταγραφή των σχετικών ιδεών αλλά διαπερνά συγκεκριμένες ενδιαφέρουσες περιπτώσεις λογοτεχνών και κειμένων: τα ποιήματα του Mahmoud Darwish (το έργο του οποίου αποτελεί μια επική προσπάθεια μετουσίωσης των στίχων της απώλειας στο επ’ αόριστον αναβληθέν δράμα της επιστροφής, το διήγημα Έημυ Φόστερ του Joseph Conrad (το πιο ασυμβίβαστο κείμενο απεικόνισης της εξορίας που έχει γραφτεί μέχρι σήμερα, με την εμμονή του αυτοεξόριστου στο πεπρωμένο του), το Minima Moralia, την αυτοβιογραφία του Theodor Adorno που γράφτηκε στην εξορία και που έγραφε πως το μόνο «σπίτι» που υφίσταται πλέον, αν και εύθραυστο και ευάλωτο είναι η γραφή. Σε κάθε περίπτωση η κατάσταση του εξόριστου είναι κατά τη σύγχρονη εποχή η κατάσταση που βρίσκεται πλησιέστερα στην τραγωδία.

7. Απόδημες κοινότητες και ετερογενείς κουλτούρες

Ο τόμος περιλαμβάνει 46 δοκίμια που γράφτηκαν από το 1967 έως το 1998 και δημοσιεύτηκαν στα Times Literary Supplement, New Statesman, The Nation, London Review of Books, Granta, Partisan Review, Modern Language Notes, Raritan: A Quarterly Review, Critical Inquiry, The Hudson Review, σε θεματικούς τόμους, ως εισαγωγές εκδόσεων κ.ά., μαζί μ’ ένα εκδιδόμενο για πρώτη φορά. Η γνώριμη ευρύτατη θεματολογία του (πολιτική, εξορία, αποικιοκρατία, λογοτεχνία, θεωρία, κριτική) εμπλουτίζεται με κείμενα για τους Eric Hobsbawm, Ernest Hemingway, E.M. Cioran, T.E. Lawrence [της Αραβίας], George Orwell, Nagib Mahfouz Michel Foucault, V.S. Naipul, Georg Lukács, Herman Melville, Maurice Merleau – Ponty, R.P. Blackmur, Georges Poulet, E.D.Hirsch, John Berger, την αραβική πρόζα μετά το 1948 κ.ά.

Δεν είναι τυχαίο πως ακόμα και η συναρπαστική εκτεταμένη εισαγωγή έχει ως τίτλο Κριτική και εξορία, καθώς γράφεται, όπως και όλα τα κείμενα, στη Νέα Υόρκη πολλά στοιχεία της οποίας προήλθαν από τις απόδημες κοινότητες (Ιρλανδών, Ιταλών, Εβραίων Ανατολικοευρωπαίων και μη, Αφρικανών, Μεσανατολιτών, Απωανατολιτών, κατοίκων των νησιών της Καραϊβικής) ενώ σήμερα παραμένει πόλη μεταναστών και εξόριστων ταυτόχρονα αλλά και συμβολικό κέντρο της παγκοσμιοποιημένης υστεροκαπιταλιστικής οικονομίας. Βέβαια είναι η «άλλη» Νέα Υόρκη, των κοινοτήτων, της τριτοκοσμικής διασποράς, την πολιτικής των εκπατρισμένων, των πολιτιστικών συζητήσεων που τον ενέπνευσε να ζήσει εδώ και α γράψει σε πείσμα του ρατσισμού εναντίον όλων των μη ευρωπαϊκών πολιτισμών, παραδόσεων και λαών, να προβεί σε κριτική ανάλυση του ευρωκεντρισμού και να φωνάξει πόσο ανεπαρκής είναι η πολιτική της ταυτότητας και πόσο εσφαλμένη η απόδοση προτεραιότητας σε μια συγκεκριμένη παράδοση έναντι όλων των άλλων. Ο Σαΐντ στάθηκε πάνω απ’ όλα στη συνειδητοποίηση του γεγονότος ότι όλες οι κουλτούρες συνίστανται πάντοτε από μεικτούς, ετερογενείς, ακόμα και αλληλοαναιρούμενους λόγους.

Πλήρης τίτλος: Αναστοχασμοί για την εξορία και άλλα δοκίμια λογοτεχνικής και πολιτισμικής θεωρίας. Εκδ. Scripta, 2006, [Πολιτιστική Θεωρία – Κριτική], μτφ. Γιάννης Παπαδημητρίου, 860 σελ. [Reflections on Exile and Other Literary and Cultural Essays, 2001]

Στις εικόνες, εκτός του συγγραφέα, καθημερινά στιγμιότυπα από την συμβίωση Παλαιστινίων – Ισραηλινών, Παλαιστίνιοι  (1948) και Βόσνιοι πρόσφυγες, στρατόπεδα Παλαιστινίων προσφύγων σε Ιορδανία και Λίβανο και οι J. Conrad, T. Hardy και T. Adorno.

Δημοσίευση σε συντομότερη μορφή στο mic.gr υπό τον τίτλο Ένας Παλαιστίνιος στην Αμερική.




Μαΐου 2023
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
1234567
891011121314
15161718192021
22232425262728
293031  

Blog Stats

  • 1.138.332 hits

Αρχείο