Οικειοθελώς στην πράσινη κόλαση
Όλα τα διηγήματα του Κιρόγα, όποιο κι αν είναι το θέμα τους, είναι άψογα πραγματωμένα. Οφείλω όμως να τονίσω ότι αυτά που εκτυλίσσονται στη Μισιόνες είναι διαποτισμένα με μυστήριο, με τη σκληρή ασκητική ζωή, με την ελλοχεύουσα απειλή του δάσους. Εκεί δεν μπορεί κανείς να δημιουργεί τέχνη για την τέχνη – αυτά είναι εντρυφήματα καθαρά φιλολογικά. Γιατί το δάσος έκρυβε μέσα του μια φρίκη που γνώρισε από πρώτο χέρι ο συγγραφέας και η οποία δάμασε τον έντονο εγωκεντρισμό του…έγραφε ο περίφημος συγγραφέας Χουάν Κάρλος Ονέτι στο άρθρο του Γιος και πατέρας του δάσους στην El Pais το 1987.
Αν ο Πόε ανέδειξε το διήγημα σε ξεχωριστό και αυθύπαρκτο λογοτεχνικό είδος στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Κιρόγα επιτέλεσε το αντίστοιχο έργο στην ισπανόφωνη Αμερική, επηρεάζοντας όλη την μετέπειτα διηγηματογραφία αυτού του ιδιαίτερου Νότιου Κόσμου. Η πρόζα του είναι ένα κλειστό, εντελές σύμπαν με κομμάτια καθαρόαιμα και αριστοτεχνικά, όπως τα χαρακτηρίζει στο κατατοπιστικό της επίμετρο η μεταφράστρια.
Αλλά ακόμα κι αυτό το στοιχείο της πρωτιάς χλωμιάζει μπροστά στην αδιανόητη πορεία της τραγικής ζωής του συγγραφέα: ο πατέρας του αυτοπυροβολήθηκε κατά λάθος και βρήκε ακαριαίο θάνατο και ο πατριός του αυτοκτόνησε ύστερα από μια παραλυσία εξαιτίας εγκεφαλικού και τον βρήκε ο ίδιος με διαλυμένο πρόσωπο. Οι τραγωδίες συνεχίστηκαν αμείωτες: σκότωσε κατά λάθος τον αδελφικό του φίλο, έχασε δυο αδέλφια του από τυφοειδή πυρετό, η πρώτη του σύζυγος αυτοκτόνησε, ενώ η δεύτερη του στέρησε την κόρη του και τον άφησε ολομόναχο και άρρωστο στο απομονωμένο σπίτι που εκείνος είχε επιλέξει. Ο ίδιος αυτοκτόνησε με κυάνιο στα πενήντα οκτώ του χρόνια, όταν έμαθε ότι πάσχει από μη ιάσιμο καρκίνο. Ευνόητα ο θάνατος κυριαρχεί και στα διηγήματά του, με πολλές και διαφορετικές μορφές, από το έγκλημα μέχρι την ασθένεια· άλλες αλλόκοτες και αποκλίνουσες συμπεριφορές, πνευματικές διαταραχές, καταστροφικοί έρωτες συμπληρώνουν τον κύκλο της ζοφερής θεματολογίας του.
Η συλλογή των οκτώ διηγημάτων αποτελεί μια επιλογή από τα συντομότερα και αντιπροσωπευτικότερα ως προς την μορφή και το περιεχόμενο Διηγήματα έρωτα, τρέλας και θανάτου. Τόπος των μύθων, ο δικός του τόπος: η μεθοριακή, δασοσκεπής αργεντινή επαρχία Μισιόνες αφιλόξενη περιοχή του Σαν Ιγνάσιο, όπου ο ίδιος ο συγγραφέας επέλεξε να ζει. Αυτή η φύση, πάντα νικήτρια στον αγώνα του ανθρώπου να την δαμάσει, είναι εν τούτοις ο τόπος που πάντα επέστρεφε, για να συνεχίσει ή να αλλάξει τα φιλόδοξα και συχνά επικίνδυνα σχέδιά του, όπως το να δοκιμάσει καλλιέργειες, χωρίς να έχει ανάλογη εμπειρία. Ο συγγραφέας επέμενε να ζει σε δύσκολες συνθήκες αδιαφορώντας για τα δικά του προβλήματα υγείας αλλά και για την ασφάλεια της οικογένειάς του.
Ακριβώς αυτή η επιλογή ζωής, όπως τονίζεται στο επίμετρο, να αφήσει τις ευκολίες της μεγαλούπολης, το επάγγελμα του καθηγητή και τα λογοτεχνικά σαλόνια για να ζήσει στην άκρη του πουθενά, μοιάζει με μια λυσσώδη αναμέτρηση με το φάντασμα που στοίχειωνε την ζωή του: τον θάνατο. Άλλωστε τι αποτελούσε η διαβίωση στο δάσος με μύριους κινδύνους αν όχι ένα συνεχές παιχνίδι με αυτόν; Είχε όμως νωρίτερα αντιληφθεί ότι μονάχα ο λόγος μπορεί να μετατρέψει το χάος σε κόσμο και επέλεξε να κατονομάσει τους φόβους του, για να τους δαμάσει, αλλά και ότι ο αυθεντικός τρόμος δεν βρίσκεται έξω αλλά μέσα μας. Φυσικά ο λόγος αυτός βρήκε την πυξίδα του στους μάστορες του ίδιου χάους: τον Πόε, τον Μωπασσάν, τον Τσέχοφ αλλά και τον Κίπλινγκ.
Η πρώτη επαφή με την επαρχία Μισιόνες οφείλεται στην πρόσκληση που του έκανε ο περίφημος αργεντινός ποιητής Λεοπόλδο Λουγκόνες να τον συνοδεύσει με την ιδιότητα του φωτογράφου σε μια επιστημονική αποστολή. Παρά την ταλαιπωρία, ο Κιρόγα γυρίζοντας στο Μπουένος Άιρες είχε μόνο μια έμμονη ιδέα: πώς να επιστρέψει το συντομότερο στην «πράσινη κόλαση». Εξερευνητής, κυνηγός, μοτοσυκλετιστής, κατασκευαστής του ξύλινου σπιτιού του, εφευρέτης συσκευών, κωπηλάτης, φωτογράφος, βιβλιοδέτης, ο Κιρόγα υπήρξε μανιασμένα δραστήριος και δημιουργικός ακόμα και στην άκρη του πολιτισμένου κόσμου. Στην προσωπική του ζωή υπήρξε ιδιαίτερα απαιτητικός, εκπαιδεύοντας και τα ίδια τα παιδιά του σε σκληρές και επικίνδυνες συνθήκες.
Το πουπουλένιο μαξιλάρι αποτελεί μάλλον την πιο εφιαλτική (και πειστική) ιστορία της συλλογής. Ένα ζευγάρι ζει μια ιδιόμορφη ευτυχία στο τρίμηνο του μέλιτος. Παρά την στοργή του άντρα, η Αλίσια φυλακίζεται σταδιακά σε ένα σύμπαν αγάπης με άκαμπτους κανόνες ενώ το παγερό σπίτι τής προκαλεί ρίγη. Σύντομα αρχίζει να έχει παραισθήσεις και οράματα και βρίσκεται κλινήρης με συχνές απώλειες συνείδησης. Η αιτία του θανάτου της, φωλιασμένη στο πουπουλένιο της μαξιλάρι, είναι εξίσου επιστημονική και παράλογη, αλλά σε κάθε περίπτωση ευρηματική.
Το δάσος, βυθισμένο όπως ήταν στη σιωπή την ώρα του δειλινού, τον έκανε γρήγορα να πλήξει. Του έδινε την – όχι άλλωστε σφαλερή – εντύπωση μιας άδειας θεατρικής σκηνής, με μόνη διαφορά ότι το φως ήταν φυσικό. Πράγματι, από την θορυβώδη τροπική ζωή δεν απομένει αυτή την ώρα της ημέρας παρά ένα παγωμένο σκηνικό…. [σ. 108]
Το άγριο μέλι ανθίζει στην ιστορία του Γκαμπριέλ Μπενινκάσα που ένιωσε την ακατανίκητη επιθυμία να γνωρίσει την ζωή στο δάσος, θέλοντας και να τιμήσει τον αδιατάρακτο βίο του με λίγες έντονες συγκινήσεις. Ο αναχωρητής αγνόησε τις προειδοποιήσεις για τα άγρια θηρία που σύντομα θα έρχονταν αλλά και για τον «κολασμό», τα παράξενα μυρμήγκια που προχωρούν ταχύτατα σχηματίζοντας ποτάμια, καταβροχθίζοντας οτιδήποτε βρουν μπροστά τους. Η ανακάλυψη μελιού στο βάθος μιας κουφάλας δέντρου τον ενθουσιάζει αλλά σύντομα η βρώση του προκαλεί ζαλάδες. Το άγριο μέλι εκδηλώνει τις παραλυτικές του ιδιότητες κι ο Μπενινκάσα βρίσκεται σύντομα σωριασμένος το έδαφος που ενώ ως τώρα απλώς κυμάτιζε πλέον γίνεται μαύρο. Τι θα μείνει από τον ίδιο μετά το πέρασμα του κολασμού;
Ο συγγραφέας δεν αναζητά το άγνωστο μόνο στις γήινες φυσικές πηγές του. Tα πλοία της αυτοχειρίας αποτελούν αντικείμενο μιας εγκιβωτισμένης αφήγησης που αποτολμά στην γέφυρα ενός πλοίου ένας επιζών. Ελάχιστα πράγματα είναι περισσότερο επίφοβα σε ένα θαλάσσιο ταξίδι από την συνάντηση με ένα εγκαταλειμμένο πλοίο, γράφεται στις πρώτες γραμμές, και ήδη δημιουργείται ένα υγρό, ζοφερό κλίμα. Παρατημένα για άγνωστους λόγους, έρμαια των θαλάσσιων ρευμάτων και των ανέμων, σιωπηλά και ακυβέρνητα, αρχίζουν κάποτε να αποσυντίθεται μέχρι να πάρουν την θέση τους άλλα. Το άδειο πλοίο που συνάντησε ο αφηγητής εξαφάνιζε και όσους από το πλήρωμά του στέλνονταν για να ανακαλύψουν τι συμβαίνει. Άραγε τι εξήγηση επιφυλάσσεται μέσα σε μια υπνοβατική ατμόσφαιρα με μυστηριώδη σφυρίγματα ανεξήγητες βουτιές στο νερό και το ναρκωτικό μούδιασμα του ίδιου του θανάτου;
Εκδ. Ροές, 2014, μτφ. Δήμητρα Παπαβασιλείου, 160 σελ. [Horacio Quiroga, Cuentos de amor, de locura y de muerte, 1917]. Περιλαμβάνονται επίμετρο, εργοβιογραφία, βιβλιογραφικό σημείωμα και φωτογραφίες.
0 Σχόλια to “Οράσιο Κιρόγα – Διηγήματα έρωτα, τρέλας και θανάτου”