13
Μαρ.
12

Στο αίθριο του Πανδοχείου, 83. Αννίτα Παναρέτου

Αγαπημένοι σας παλαιότεροι και σύγχρονοι συγγραφείς, βιβλία, διηγήματα. Σας έχει γοητεύσει κάποιος σύγχρονος νέος έλληνας λογοτέχνης;

Προτιμώ να μην απαντήσω στις παραπάνω ερωτήσεις. Συνήθως δεν θυμόμαστε όλους τους συγγραφείς ή τα βιβλία που αγαπούμε ή που μας γοήτευσαν, με πιθανό αποτέλεσμα να δημιουργούμε άθελά μας αντιπάθειες. Εξ άλλου, εδώ και αρκετά χρόνια διαβάζω ελάχιστη αμιγή λογοτεχνία – με έχουν κερδίσει η ιστορία και οι προσωπικές μαρτυρίες.

Σας ακολούθησε ποτέ κανένας από τους ήρωες των βιβλίων σας; Μαθαίνετε τα νέα τους;

Πάντα μας ακολουθεί ο εαυτός μας, ο όσος εαυτός ενσαρκώνεται ή ενσωματώνεται στους ήρωές μας. Μάλλον εκείνοι υπαινίσσονται συχνά τα νέα της ζωής μου.

Αγαπημένος ή/και ζηλευτός λογοτεχνικός χαρακτήρας.

Αγαπημένο δεν θυμάμαι. Το «ζηλευτός» χρειάζεται μια διευκρίνιση: εννοείτε χαρακτήρα που θα ήθελα να έχω αποδώσει συγγραφικά, ή χαρακτήρα με τον οποίο θα ήθελα η ίδια να ταυτιστώ ή να τείνω ως προσωπικότητα;

Στην πρώτη περίπτωση, ναι, υπάρχουν χαρακτήρες που θα ήθελα να είχα «πλάσει» η ίδια (πολύ πρόχειρα παραδείγματα, ο Αλέξης Ζορμπάς και η Ελένη Μπούκουρα – Αλταμούρα –παρ’ ότι και οι δύο υπήρξαν υπαρκτά πρόσωπα και όχι δημιουργήματα του Νίκου Καζαντζάκη και της Ρέας Γαλανάκη).

Αν εννοείτε το δεύτερο, και αν υποθέσουμε ότι ζηλεύω, αυτό θα αφορά υπαρκτούς και όχι λογοτεχνικούς χαρακτήρες, με την εξαίρεση, ίσως, των Ροβινσώνα Κρούσου και Φιλέα Φογκ.

Θα μας γράψετε κάποια ανάγνωση σε αστικό ή υπεραστικό μεταφορικό μέσο που θυμάστε ιδιαίτερα; [μέσο – διαδρομή – βιβλίο – λόγος μνήμης]

Ω, ναι, υπάρχει μια που θα μου μείνει αξέχαστη. Για την ακρίβεια δεν επρόκειτο για ανάγνωση, αλλά για λαθρανάγνωση: βρισκόμουν όρθια στο τρόλεϊ. Στο ύψος του Μεγάρου Μουσικής αποφάσισα (αν και ήξερα ότι δεν μπορώ να διαβάσω μέσα σε κινούμενο όχημα) να ρίξω μια ματιά στην εφημερίδα που διάβαζε καθήμενος συνεπιβάτης –είχα σταθεί πάνω από το κεφάλι του και μερικοί πειρασμοί αποδεικνύονται ακατανίκητοι. Ύστερα από λίγο άρχισα να αισθάνομαι ναυτία. Έκανα δυο στάσεις υπομονή και κατέβηκα στον Ευαγγελισμό, κρατώντας το στομάχι μου στα δόντια.

Πάντως, την ανάγνωση μέσα σε οποιοδήποτε μεταφορικό μέσο την αντιμετωπίζω ως αντίδοτο στην πιθανή ανία της διαδρομής. Την οποία –ανία- μπορώ να αντιμετωπίσω είτε κοιτάζοντας έξω από το παράθυρο είτε κοιτάζοντας μέσα μου. Έτσι, δεν «χαραμίζω» τη σαγήνη ενός ελκυστικού βιβλίου –στην ανάγκη προτιμώ να λύνω σταυρόλεξα.

Έχετε γράψει σε τόπους εκτός του γραφείου σας/σπιτιού σας;

Έχω γράψει λίγες αράδες και έχω κρατήσει σημειώσεις οπουδήποτε. Από το τρόλεϊ όταν είναι σταματημένο σε φανάρι, ως κινηματογραφικές αίθουσες σε ώρα προβολής, ακόμα και οδοιπορώντας στην εξοχή.

Ποιος είναι ο προσφιλέστερός σας τρόπος συγγραφής; Πώς και πού παγιδεύετε τις ιδέες σας;

Ο συνειρμικός, που –θαρρώ- είναι και ο κύριος, για να μην πω ο μόνος, τρόπος. Οι ιδέες μου είναι συγκερασμοί πολλών εσωτερικών και εξωτερικών παραμέτρων, απρόβλεπτων και συχνά ασύνδετων. Και συνήθως παγιδεύονται από τη λειτουργία της μνήμης, πράγμα που μπορεί να συμβεί σε οποιοδήποτε σημείο του χώρου και του χρόνου. Ατυχώς υπάρχουν και οι αναμενόμενες απώλειες.

Εργάζεστε με συγκεκριμένο τρόπο; Ακολουθείτε κάποια ειδική διαδικασία ή τελετουργία; Επιλέγετε συγκεκριμένη μουσική κατά την γραφή ή την ανάγνωση; Γενικότερες μουσικές προτιμήσεις;

Πρέπει να μπω στο κλίμα. Δηλαδή να προσαρμόσω τη ματιά μου και την ψυχική μου διαθεσιμότητα σε αυτό που θέλω να γράψω, έτσι ώστε να αποτελέσει το κλίμα μέσα στο οποίο ζω· έτσι ώστε διάφορα ερεθίσματα -φαινομενικά άσχετα- να βρουν τρόπο να συναφθούν και να αξιοποιηθούν. Όταν καταφέρνω να μετατρέψω τα ερεθίσματα σε αξιοποιήσιμο υλικό, τότε ξέρω ότι «το έχω». Όταν το υπό συγγραφή βιβλίο φτάσει στο σημείο να κυριεύσει και να χρωματίσει την καθημερινότητά μου, όταν νιώσω ότι με ελέγχει, τότε αισθάνομαι ότι το ελέγχω.

Η μουσική αποτελεί την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, επειδή γενικώς ακούω μουσική (αδιάκοπα, ακόμα και μέσα μου, πράγμα που γίνεται και λίγο τυραννικό, όταν μου «κολλάει» ένα τραγούδι για μια ολόκληρη μέρα και ιδίως αν το τραγούδι με εκνευρίζει, αλλά αδυνατώ να το αποδιώξω).

Κάθε φορά που γράφω, υπάρχει μια συγκεκριμένη μουσική (ή και περισσότερες, αλλά πάντα συγκεκριμένες μουσικές), με την οποία υποσυνείδητα ή συνειδητά ή κατ΄ επιλογή συσχετίζω αυτό που γράφω. Αλλά ως εκεί. Όταν γράφω και όταν διαβάζω δεν ακούω μουσική, κυρίως δεν ακούω τραγούδια με στίχους που με ταξιδεύουν, γιατί δεν μπορώ να συγκεντρωθώ.

Προτιμώ την ελληνική μουσική, σε κάθε της διαχρονική έκφραση, με την ξένη μουσική να ακολουθεί σε μικρή απόσταση και την κλασική να έπεται σε λίγο μεγαλύτερη.

Θα μπορούσαμε να έχουμε μια μικρή παρουσίαση – εισαγωγή στο κάθε σας βιβλίο χωριστά ή για όσα κρίνετε (είτε σε μορφή επιγραμματικής παρουσίασης, είτε γράφοντας για το πότε, πώς, υπό ποιες συνθήκες και ποιους πόθους συνεγράφησαν);

Ως ένα σημείο πρόκειται για μια αλυσιδωτή αντίδραση:

Η διδακτορική μου διατριβή, με θέμα τις ταξιδιωτικές εντυπώσεις του Ι.Μ.Παναγιωτόπουλου πυροδότησε το αδιάλειπτο ενδιαφέρον μου για την ελληνική ταξιδιωτική πεζογραφία, με καρπό το πεντάτομο έργο Ελληνική Ταξιδιωτική Λογοτεχνία (ευρεία εισαγωγή και ανθολόγιο κειμένων από την ομηρική Οδύσσεια ως το 1990), καθώς και τον μεταγενέστερο ομότιτλο μικρό τόμο, όπου παρακολουθείται η εξέλιξη της ελληνικής ταξιδιωτικής γραφής ως το 2000.

Η προσπέλαση, στο πλαίσιο της διατριβής μου, ολόκληρου του έργου του Ι.Μ.Παναγιωτόπουλου οδήγησε και στη συγγραφή της μονογραφίας Ι.Μ Παναγιωτόπουλος, συνολική θεώρηση του έργου του. Η εργασία αυτή υποβλήθηκε στην Ακαδημία Αθηνών, ύστερα από προκήρυξη σχετικού βραβείου λίγο μετά τον θάνατο του Παναγιωτόπουλου. Είχα σκεφτεί τότε ότι θα ήταν μια καλή ευκαιρία να αξιοποιήσω το υλικό που είχα συγκεντρώσει (και που, εξαιρουμένων των ταξιδιωτικών εντυπώσεων, ήταν καταδικασμένο να μείνει ανεκμετάλλευτο), ενώ και το χρηματικό έπαθλο ήταν ένα ακόμα κίνητρο. Έτσι γνώρισα τον Παντελή Πρεβελάκη, μέλος της Ακαδημίας, καθώς διένυε τον τελευταίο χρόνο της ζωής του.

Αυτή η αποφασιστικής σημασίας γνωριμία κατέληξε στη συγγραφή του βιβλίου Παντελής Πρεβελάκης. Οι δρόμοι του ζωντανού χρόνου.

Τα υπόλοιπα βιβλία ήταν αποτέλεσμα συμπτώσεων και προσωπικών επιθυμιών:

Χάρη στην φιλική οικογενειακή γνωριμία μας, ο βιβλιοδέτης Ανδρέας Γανιάρης μου εμπιστεύθηκε το αρχείο του πατέρα του Χρυσόστομου Γανιάρη, πρωτοποριακού εκδότη της δεκαετίας του 1920, ποιητή και βαθύτατα καλλιεργημένου, ευαίσθητου και πονεμένου ανθρώπου. Όταν ολοκλήρωσα τη μελέτη, το αρχείο δωρήθηκε από την οικογένεια στο Ε.Λ.Ι.Α., απ΄ όπου και εκδόθηκε Η ηδονή και η οδύνη των βιβλίων: Χρυσόστομου Γανιάρη βίος και έργα.

Η παρηγορία των επιστολών σου… (Ευανθία Καΐρη και Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου: αλληλογραφώντας όπως θα ήθελαν) προέκυψε όταν, την εποχή που ξαναδιάβαζα την Αυτοβιογραφία της Ελισάβετ, έφτασαν στα χέρια μου τα πρακτικά ενός συνεδρίου για την Ευανθία. Οι δυο τους, συνομήλικες και σύγχρονες, μπροστά από την εποχή τους, μόνες και ουσιαστικά αδικαίωτες, θα έβρισκαν αποκούμπι και στήριγμα στη μεταξύ τους φιλία, που ποτέ δεν κατορθώθηκε. Την παραμυθία αυτής της φιλίας θέλησα να τους προσφέρω, έστω και με μια καθυστέρηση σχεδόν 180 χρόνων.

Αφορμή για Τα πορτραίτα της υπήρξε μια συνεργασία που δεν ευοδώθηκε -φτάνω να πιστεύω ότι ο μοναδικός λόγος ύπαρξής της ήταν να μου προσφέρει το έναυσμα για τη συγγραφή των Πορτραίτων.

Το παιδικό αφήγημα Μια ιστορία καλοκαιρινή με ένα σκύλο, πέντε γάτες, περιβόλια κι ακρογιάλια περιγράφει τις προσωπικές μου εμπειρίες από τη θερινή συμβίωση με έξι υπέροχα ζώα. Χάρη στις χάρες τους, έζησα έναν γλυκύτατα αποκαλυπτικό Αύγουστο, είκοσι χρόνια πριν.

Και το δίγλωσσο λεύκωμα Ελλάδα, διαδρομή αιώνων προέκυψε από την ανάγκη ή την παρόρμηση να δω, συγκεντρωμένες και τυπωμένες, εικόνες και όψεις της Ελλάδας που επιχειρούν να εκδιπλώσουν ένα ελληνικό πανόραμα: πρόκειται για πλήθος ετερόκλητων κειμένων (χρονικά, ποιήματα, περιγραφές, ιστορικά τεκμήρια, άγνωστο αρχειακό υλικό, αυτοβιογραφικά αποσπάσματα) που μπερδεύονται με την προσωπική μου αφήγηση, και ζωντανεύουν και διανθίζονται από πλήθος εξαίρετων φωτογραφιών του Βελισσάριου Βουτσά.

Θα μας συνοδεύσετε ως την θύρα του τελευταίου σας βιβλίου;

Τα Πορτραίτα της: Μεσοπόλεμος (πρόσφυγες του ΄22, Βενιζέλος, Μεταξάς, αναψηλάφηση της ελληνικότητας), τέχνη, εικαστική ματιά και έρωτας, αδιέξοδα, πάθος και κάθαρση, αυθεντικά γεγονότα και πρόσωπα της Αθήνας σε αγαστή –θέλω να πιστεύω- διαπλοκή.

(Σας έδωσα το κλειδί, μπορείτε να εισέλθετε).

Πώς βιοπορίζεστε;

Όχι από τα συγγραφικά μου δικαιώματα. Και, πλέον, εδώ και κάμποσο καιρό, ούτε από το ενοίκιο ενός πατρικού ακινήτου.

Επομένως κοντεύω να μη βιοπορίζομαι…

Αν είχατε σήμερα την πρόταση να γράψετε μια μονογραφία – παρουσίαση κάποιου προσώπου της λογοτεχνίας ή γενικότερα ποιο θα επιλέγατε;

Αφαιρώντας τα περί προτάσεως (η προσωπική επιλογή είναι πολύ πιθανότερο ενδεχόμενο), μου αρέσει πολύ αυτή η ερώτηση, καθώς χαρακτηρίζει τη συγγραφική μου ροπή, τόσο στα φιλολογικά όσο και στα λογοτεχνικά μου έργα.

Υπάρχουν άνθρωποι που ήδη μου κέντρισαν το ενδιαφέρον στο πλαίσιο όχι μόνο μιας φιλολογικής μονογραφίας (όπως έκανα για τους Ι.Μ.Παναγιωτόπουλο, Παντελή Πρεβελάκη, Χρυσόστομο Γανιάρη), αλλά και ενός ιστορικού μυθιστορήματος (όπως έκανα με την Ευανθία Καΐρη και την Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου).

Επιπλέον, η μακρά ερευνητική θητεία μου σε διαφορετικά πεδία με φιλοδώρησε με τερπνές συναντήσεις:

Στην ενασχόληση με την ταξιδιωτική πεζογραφία διασταυρώθηκα με δεκάδες ταξιδιωτών και ταξιδιογράφων, από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας. Θα μου άρεσε λοιπόν να γράψω για τον Νίκανδρο Νούκιο (συναρπαστική προσωπικότητα πλάνητος του 16ου αιώνα) ή για τον Κωνσταντίνο Γεράκη, (πρωθυπουργό του Σιάμ τον 17ο αιώνα).

Στην ενασχόληση με τη χρονογραφία (αναζητώντας στοιχεία για ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο που δεν προχώρησε) διασταυρώθηκα με πολλούς, ανώνυμους και μη, χρονικογράφους, σε μια τεράστια περίοδο 5 αιώνων. Οι ομιχλώδεις μορφές τους συνιστούν συγγραφική πρόκληση.

Στην ενασχόληση με την ιστορία του ελληνισμού υπό βενετική κυριαρχία  (υλικό για ένα βιβλίο υπό συγγραφή) με συγκίνησαν οι Μιχαήλ Μάρουλλος Ταρχανειώτης (Έλληνας ποιητής και στρατιώτης του 15ου αιώνα, που έζησε στην Ιταλία, έγραψε στα λατινικά και πορτραίτο του φιλοτεχνήθηκε από τον Boticelli), Άννα Νοταρά (θυγατέρα του Μεγάλου Δούκα Λουκά Νοταρά, πιθανώς μνηστή του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, η οποία, στα 1453, φυγαδεύτηκε στη Βενετία, όπου και ανέπτυξε ποικίλη ελληνοκεντρική δραστηριότητα) και Αικατερίνη Κορνάρο (βενετικής καταγωγής βασίλισσα της Κύπρου).

Ψαχουλεύοντας την τοπική μικρο-ιστορία της Ζακύνθου, της Άνδρου και της Σύρου μέσα στην ευρύτερη συγκυρία του αγώνα της παλιγγενεσίας (όταν έγραφα την Παρηγορία των επιστολών σου), στάθηκα στην περίπτωση του Θεοδοσίου Δημάδη, δασκάλου, μέλους της Φιλικής Εταιρείας, διαφωτιστή και αγωνιστή της Επανάστασης.

Τέλος, η περιδιάβαση στον χώρο της τέχνης και της πολιτικής κατά την περίοδο του μεσοπολέμου (προκειμένου να γράψω Τα πορτραίτα της) μου αποκάλυψε χαρισματικές προσωπικότητες, που μπορούν να στηρίξουν συναρπαστικά βιβλία. Παράδειγμα ο ζωγράφος Νίκος Λύτρας και ο επιχειρηματίας, βιομήχανος, καθηγητής της Ανωτέρας Σχολής Βιομηχανικών Σπουδών Πειραιώς και υπουργός, Επαμεινώνδας Χαρίλαος.

Παρακολουθείτε σύγχρονο κινηματογράφο ή θέατρο; Σας γοήτευσε ή σας ενέπνευσε κάποιος σκηνοθέτης, ταινία, θεατρική σκηνή;

Μου αρέσει ο αγγλικός και ο αμερικάνικος κινηματογράφος. Παρ΄ όλα αυτά, μια ταινία που με γοήτευσε και μου έρχεται τώρα στο νου είναι γιαπωνέζικη –οι «Αναχωρήσεις».

Γράψατε ποτέ ποίηση – κι αν όχι, για ποιο λόγο;

Αποπειράθηκα κάποτε, αλλά εκ του αποτελέσματος έκρινα ότι θα ήταν καλύτερα να μην το κουράσω περισσότερο…

Τι διαβάζετε αυτό τον καιρό;

Ανασύρω από μια στοίβα βιβλίων και αποκομμάτων από εφημερίδες, πάντα με ιστορικό περιεχόμενο (για οποιαδήποτε περίοδο –ελληνικής, συνήθως- ιστορίας μου πέσει στα χέρια). Δεν ξέρω κατά πόσον αυτό ονομάζεται συστηματική ανάγνωση, είναι πάντως θελκτικό και διεγερτικό.

Τι γράφετε τώρα;

Σχεδόν τίποτα – απλώς κρατώ σημειώσεις. Περνάω μια περίοδο αποδιοργάνωσης, με μύριους όσους περισπασμούς. Υπάρχουν όμως κατά νου τρία συγγραφικά σχέδια, για μια σειρά μικρών διηγημάτων, για μια σειρά μελετημάτων-δοκιμίων πάνω στην ταξιδιωτική πεζογραφία, καθώς και το φιλόδοξο σχέδιο ενός μυθιστορήματος που καλύπτει ευρύ ιστορικό φάσμα, ξεκινώντας από τους μεταβυζαντινούς χρόνους και καταλήγοντας στον 19ο αιώνα, για το οποίο, όπως ανέφερα και πιο πάνω, έχει ήδη γίνει ερευνητική προεργασία πολλών μηνών. Ελπίζω να επανακάμψω απτόητη σύντομα.

Οι εμπειρίες σας από το διαδικτυώνεσθαι;

Οι δυνατότητες του διαδικτύου είναι ανεκτίμητες. Τόσο για τον οποιοδήποτε φιλοπερίεργο άνθρωπο, όσο και –ακόμα περισσότερο- για έναν ερευνητή.

Υπάρχει βέβαια και η μαγεία (από λευκή, πολύχρωμη, έως μαύρη) που ονομάζεται facebook: από τη μια σκέφτομαι την εικόνα που παρουσιάζουμε, ιδίως απογεύματα ή Κυριακές, τόσοι άνθρωποι κλεισμένοι στο σπίτι τους με τα μούτρα σε μια οθόνη πληκτρολογώντας, και θλίβομαι γιατί σκέφτομαι ότι, αντί γι αυτό, θα μπορούσαμε, οι ίδιοι άνθρωποι, να είμαστε έξω, στους δρόμους, στη θάλασσα, στην Ακρόπολη. Και από την άλλη σκέφτομαι ότι είμαστε μια τόοοοοοσο μεγάλη (και σε πολλές περιπτώσεις πολύ ενδιαφέρουσα) παρέα, πράγμα αδύνατο σε άλλη περίπτωση κι αυτό μου αρέσει.

Και από τη μια αισθάνομαι ότι χάνω πολύτιμο χρόνο και ότι σκορπίζομαι, και από την άλλη ότι, με τρόπο επιλεκτικό και ελεγχόμενο, κερδίζω ανθρώπινες παρουσίες, πορείες και περιπέτειες.

Μάλλον κάποιο ισοζύγιο υπολογίζω ότι προκύπτει.

Αν κάποιος σας χάριζε την αιώνια νιότη με αντίτιμο την απώλεια της συγγραφικής σας ιδιότητας, θα δεχόσασταν αυτή τη συναλλαγή;

Η αιώνια, δηλαδή στατική, νιότη θα πρέπει να καταντά κάποτε πληκτική και μονότονη. Η συγγραφική ιδιότητα ποτέ. (Αν όμως μου πρότειναν μια νεότητα απλώς κάπως μεγαλύτερης διάρκειας, δεν θα το σκεφτόμουν ούτε λεπτό –χωρίς απώλεια της συγγραφικής ιδιότητας, εννοείται…)

Η επιστημονική ενασχόλησή σας με πρόσωπα και θέματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας σας απορροφά μόνο πολύτιμο συγγραφικό χρόνο ή εξαργυρώνεται «συγγραφικά» με κάποιο τρόπο; 

Εξαργυρώνεται πολλαπλώς. Απομυζώ τόσο τα πρόσωπα, όσο και τα θέματα. Τα εκμεταλλεύομαι αγρίως, σχεδόν τα λεηλατώ, για να ανακαλύψω ή και να κατασκευάσω υλικό για λογοτεχνικότερα συγγραφικά εγχειρήματα. Όταν συμβεί αυτό, ξεκινά μια αντίστροφη φορά: με εκμεταλλεύονται και με λεηλατούν εκείνα –εννοώ ότι εκμεταλλεύονται και λεηλατούν δημιουργικά τον χρόνο μου, τις διαθέσεις μου, τη νόηση, το συναίσθημα και τη βούλησή μου. Διπλή, μάλλον πολλαπλή εξαργύρωση.

Κάποια ερώτηση που θα θέλατε να σας κάνουμε μα σας απογοητεύσαμε; Απαντήστε την!

Απόλαυσα τις ερωτήσεις σας. Δεν βρίσκω καμιά άλλη αυτή τη στιγμή.

Ευχαριστώ το Πανδοχείο για τη φιλοξενία στο αίθριό του –πραγματικά με ενέπνευσε…

Advertisement

0 Σχόλια to “Στο αίθριο του Πανδοχείου, 83. Αννίτα Παναρέτου”



  1. Σχολιάστε

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s


Μαρτίου 2012
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 1234
567891011
12131415161718
19202122232425
262728293031  

Blog Stats

  • 1.138.395 hits

Αρχείο


Αρέσει σε %d bloggers: