Η συνέντευξη για τα Αρχεία της Αμερικανικής Τέχνης το 1977
Ηχογραφημένα θραύσματα αυτοβιογραφίας
Μια μαγνητοφωνημένη συνομιλία με τον Νικόλαο Κάλας ευνόητα αποτελεί ένα πολύτιμο κείμενο. Οι λόγοι είναι πολλοί: πρόκειται για το πλησιέστερο στην αυτοβιογραφία κείμενο που θα μπορούσαμε να έχουμε για τον Κάλας αλλά και για μια έστω και σύντομη επιτομή των καλλιτεχνικών του προτιμήσεων – καθώς ακόμα και σήμερα το μεγαλύτερο κομμάτι των τεχνοκριτικών και άλλων θεωρητικών κειμένων του Κάλας παραμένει αμετάφραστο και ανέκδοτο στα ελληνικά. Ακόμα, καθώς η διήγηση αφορά τα χρόνια του Κάλας μακριά από την Ελλάδα, φωτίζει την περισσότερο «άγνωστη» περίοδο της ζωής του. Έτσι στην ουσία πρόκειται για μια ομιλούσα αναδρομή στη ζωή και το έργο του ποιητή και διανοητή που υπήρξε μάρτυρας και μέτοχος των πιο σημαντικών και ρηξικέλευθων κινημάτων της πρωτοποριακής τέχνης και σκέψης του 20ού αιώνα [φουτουρισμό, προπολεμικό και μεταπολεμικό υπερρεαλισμό, ποπ αρτ, ποίηση των μπιτ] και υπήρξε ένας από τους πρώτους Έλληνες υπερρεαλιστές ποιητές στη δεκαετία του ’30.
Ο Κάλας διατήρησε αμείωτο τον έντονο πολιτικό του προβληματισμό, παρέμεινε πάντα σ’ ένα μαρξιστικό πλαίσιο αναφοράς ασκώντας έντονη κριτική στις διαστρεβλώσεις του κομμουνισμού, υποστήριξε διακαώς την διεπιστημονικότητα και την συγκοινωνία των τεχνών και έγραψε σειρά πρωτοποριακών και πρωτότυπων κειμένων πάνω στην σύγχρονη τέχνη. Η περίπτωσή του υπήρξε μοναδική: από την μία υπήρξε ένας suigenerisστοχαστής, από την άλλη συλλογίστηκε και δημιούργησε πάνω στις μεγαλύτερες συλλογικότητες. Ο συνδυασμός αυτός προσωπικής ανεξαρτησίας και κοινωνικής εμπλοκής είναι εμφανής στον εν λόγω διάλογο. Τη συνέντευξη πήρε ο PaulCummings, ερευνητής της Τέχνης, διευθυντής γκαλερί, εκδότης και διευθυντής του Προγράμματος Προφορικής Ιστορίας των Αρχείων της Αμερικανικής Τέχνης για το οποίο πήρε συνεντεύξεις από δεκάδες καλλιτέχνες. Η ηχογράφηση ανακαλύφθηκε στα Αρχεία της Αμερικανικής Τέχνης του Ινστιτούτου Σμιθσόνιαν στην Ουόσινγκτον.
Νέα Υόρκη, Ανατολική 68η οδός, αριθμός 210. Η συζήτηση επιχειρεί με γραμμικό τρόπο να διασχίζει ολόκληρο τον βίο του συνομιλητή κι έτσι ξετυλίγεται το νήμα μιας δαιδαλώδους πορείας. Ο Κάλας μιλάει για το επώνυμό του (το επέλεξε από την περίφημη υπεράσπιση του Ζαν Καλάς από τον Βολταίρο), τις πρώιμες αριστερές του πεποιθήσεις παρά το αστικό του περιβάλλον, για τον προβληματισμό του πάνω στο υπόβαθρο της Ελληνικής Επανάστασης και την αριστερή της τροπή, που ανακόπηκε από τις μεγάλες δυνάμεις που επιθυμούσαν ένα συντηρητικό και εξαρτώμενο καθεστώς. Εξομολογείται πως υπήρξε από τους πρώτους φοιτητές που έγραψαν στη δημοτική και υπέστησαν τις συνέπειες και υμνεί την τριγλωσσία του, που του έδινε πρόσβαση σε τρεις κόσμους αλλά είχε και ως αποτέλεσμα την ανορθογραφία του καθώς δεν μπορούσε ποτέ να δει μια λέξη σε μία μόνο γλώσσα.
Ακολουθεί η είσοδός του στον κόσμο των καλλιτεχνών και των διανοούμενων, διατρέχοντας αλλεπάλληλα ονόματα και γνωριμίες – Σίριλ Κόνολι Πίτερ Γουότσον Σίμπιλ Μπέντφορντ, Καρές Κρόσμπι, Έντμουντ Γουίλσον, Μαίρη ΜακΚάρθι, Μάργκαρετ Μιντ, Άλεν Γκίνσμπεργκ, τα φτωχά πλην τελετουργικά δείπνα με τον Πορτογάλο ζωγράφο Αντόνιο Πέδρο όπου κι ένα κομμάτι ψωμί κοβόταν με τελετουργικό τρόπο και τρωγόταν υπό το φως των κεριών. Ανέπτυξε στενή φιλική σχέση με τον επίσης ιδιαίτερα ενεργό πολιτικά Μπενζαμέν, κράτησε μακρά αλληλογραφία με τον Ουίλλιαμ Κάρλος Ουίλλιαμς και βρέθηκε με τον Ρενέ Κρεβέλ την νύχτα πριν αυτοκτονήσει και είχε μαζί του μια μεγάλη συζήτηση περί αυτοκτονίας.
Σε κάθε σελίδα αναφέρεται και μια εμπλοκή με έντυπα και περιοδικά – η ομάδα του Partisan Review, το τεύχος του New Directions για τον υπερρεαλισμό, τα μείζονα περιοδικά τέχνης [View, Village, Voice, Artforum, Arts Magazine, Art International] όπου άσκησε την ευφυή και οξύτατη κριτική του γραφή πάνω σε κάθε μορφή σύγχρονης τέχνης. Για τον Κάλας η μοντέρνα τέχνη αναπτύχθηκε στη Γαλλία για πολλούς λόγους, ένας εκ των οποίων το γεγονός ότι επρόκειτο για την μόνη μη – καθολική χώρα που πέρασε από τον καθολικισμό στην αθεΐα ως επίσημη θρησκεία και έτσι δεν είχε το ταμπού της εικόνας.
Ιδιαίτερη υπήρξε η σχέση του με τον Αντρέ Μπρετόν που εξύμνησε σε βαθμό υπερβολής τις Εστίες πυρκαγιάς· υπήρξε μάλιστα από τα αγαπημένα παιδιά του Μπρετόν, ό,τι κι αν σήμαινε αυτό. Εδώ όμως εντοπίζεται ένα ιδιαίτερο στοιχείο του Κάλας, εμφανές και στην σχέση του με την έτερη ηγεμονική φυσιογνωμία, τον Μαρσέλ Ντισάν. Η στάση του απέναντι στους υπερρεαλιστές χαρακτηριζόταν από μεγάλο βαθμό ανεξαρτησίας. Αρνήθηκε να θεωρήσει Θεούς τους ηγέτες του κινήματος και να υποταχθεί στις επιθυμίες και στις απαγορεύσεις τους, όπως έκαναν τόσοι άλλοι. Μια άλλη βασική του διαφοροποίηση από τον Μπρετόν ήταν η απολιτική στάση του τελευταίου. Ο Καλάς ευνόητα εκκίνησε από τον ορθόδοξο μαρξισμού αλλά αναπόφευκτα διαμόρφωσε την δική του άποψη, που υπήρξε όχι μόνο εκλεκτική και επηρεασμένη από την φροϋδική ψυχανάλυση αλλά και κυρίως προσανατολισμένη στην ανυποταξία του ανθρώπου. Δεν είναι τυχαίο ότι κάποια στιγμή εξομολογείται πως αν ζούσε στην Σοβιετική Ένωση σίγουρα θα οδηγούνταν είτε στη Σιβηρία είτε στο θάνατο.
Ο κοσμοπολίτης Κάλας χώρισε τη ζωή του σε Αθήνα, Παρίσι και Νέα Υόρκη, με τελική επιλογή διαβίωσης στην τελευταία επειδή «είναι η απόλυτη Βαβυλώνα»· δεν παύει όμως να υπερθεματίζει την Γαλλία για το πλεονέκτημα των καφέ, όπου, σε αντίθεση με την Αμερική, είναι οι απόλυτοι τόποι για να συναντήσει κανείς πολλούς ανθρώπους, να φτιάξει συντροφιές, και να έχει στο ίδιο μέρος «σαλόνια και επαναστάσεις». Το απρόσμενο επίμετρο του Joseph Masheck, καθηγητή Ιστορίας της Τέχνης και αρχισυντάκτη του Artforum στα τέλη της δεκαετίας του ’70, έχει ως τίτλο: «Filioque» κ.λπ. Ο Νίκος ως βυζαντινός εστιάζει πάνω σε ιδιαίτερα στοιχεία της κοσμολογίας του Κάλας, από τα ετερόκλητα παρελθόντα που μπορεί να αποδεικνύονται περιέργως συμβατά μέχρι την υπερρεαλιστική και ελευθέρας μορφής ορθοδοξία του
Εκδ. ύψιλον/βιβλία, 2012, μετάφραση, επιμέλεια και σημειώσεις: Σπήλιος Αργυρόπουλος – Βασιλική Κολοκοτρώνη, σελ. 135. Περιλαμβάνει εισαγωγή των μεταφραστών, κείμενο του Τζόζεφ Μάσεκ και 209 + 25 σημειώσεις σε 36 σελίδες.
Η πολυπρόσωπη φωτογραφία είναι από συνάντηση στο σπίτι του Pierre Matisse όπου ως εικονιζόμενοι υποδεικνύονται οι André Breton, Nicolas Calas, Aimé Césaire, Enrico Donati, Marcel Duchamp, Max Ernst, Esteban Francès, Arshile Gorky, Frederick Kiesler, Robert Lebel, Pierre Mabille, Henri Matisse, Roberto Matta, B. Reis, Denisde Rougemont, Sonia Sekula, Elisa Claro Breton, Lolia Calas, Irène Francès, Nina Lebel, Michette Mabille.
1 Σχόλιο to “Νικόλαος Κάλας – Βίος και πολιτεία”