31
Μάι.
20

Σάββας Κονταράτος – Ουτοπία και πολεοδομία. Πρώτος τόμος (μέρος Β΄)

Η παρούσα ανάρτηση αποτελεί το δεύτερο μέρος της παρουσίασης του Α΄ τόμου. Το πρώτο μέρος δημοσιεύτηκε εδώ. Ακολουθεί μια ακόμη ανάρτηση για τον Β΄ τόμο.

Το δεύτερο μέρος του πρώτου τόμου τιτλοφορείται «Κοινωνικός ουτοπισμός και Δομημένο Περιβάλλον» και εστιάζει στην αναγνώριση και κατανόηση των ιδιοτήτων που χαρακτηρίζουν την πολεοδομία των κοινωνικών ουτοπιών. Το έβδομο κεφάλαιο (Ουτοπική νοοτροπία και πόλη) επισκοπεί την στάση των δυο μεγάλων παραδόσεων, της ιουδαιοχριστιανικής και της ελληνικής, απέναντι στην πόλη, από το κατά κυνικών δικαίωμα να είναι κανείς «άοικος» και «άπολις» ή «κοσμοπολίτης» και το σχέδιο του Πλωτίνου για μια «Πλωτινούπολη» μέχρι την νέα Ιερουσαλήμ του Ευαγγελιστή Ιωάννη, που δεν θυμίζει πια σε τίποτα τον κήπο της Εδέμ. Η αρχαιοελληνική σκέψη διακατέχεται από σαφώς αστυφιλικό πνεύμα, ανάγοντας το αίτημα της ιδανικής πολιτείας και πόλης σε ζητήματα πολιτικής θεωρίας και πράξης, ενώ η ιουδαιοχριστιανική θεωρεί τις πόλεις δημιουργήματα του έκπτωτου ανθρώπου και θεωρεί πως η τέλεια ανθρώπινη κοινότητα είναι συνυφασμένη με την θεία επαγγελία.

Η ουτοπική νοοτροπία των μεσαιωνικών και των νεότερων χρόνων άντλησε τα κύρια μοτίβα της και από τις δυο παραδόσεις. Στον αιώνα των Φώτων η αντίθεση πόλης – υπαίθρου εμφανίζεται λίγο πολύ συναρτημένη με την αντίθεση πολιτισμού – πρωτογονισμού. Σύμφωνα με τον Φουριέ ο πολιτισμούς ασκούσε καταπίεση στις φυσικές κλίσεις και τα πάθη των ανθρώπων· έτσι, η διέξοδος από την κρίση βρισκόταν στην μετάβαση σε μια κατάσταση αρμονίας, με την κατάργηση όλων των αυθαίρετων κανόνων συμπεριφοράς που είχαν επιβάλει η πολιτική επιστήμη και η ηθική. Αποτίοντας φόρο τιμής στον Σαντ και προεξαγγέλοντας ως έναν βαθμό τον ύστερο Φρόυντ, ο Φουριέ πρότεινε ως ιδανική μονάδα κοινωνικής συμβίωσης το φαλανιστήριο των 1700 ατόμων, αριθμός επαρκής για την δημιουργία μιας πληθώρας σχέσεων έρωτα και εργασίας που να ικανοποιούν τις έμφυτες κλίσεις όλων των ανθρώπινων χαρακτηριστικών.

Η ουτοπία του Όουεν, αν και γεννήθηκε στα βαμβακοκλωστήρια του Νιού Λάναρκ και πρότεινε townships που ήταν μικρές αυτοδιοικούμενες και συνεργατικές κοινότητες για την από κοινού καλλιέργεια του εδάφους. Αργότερα ο Κροπότκιν περιέγραψε ως ιδανική μονάδα που θα επιτρέπει την αυτοπραγμάτωση του ανθρώπου μέσα στην συλλογικότητα, μια μικρή αγροτική και βιομηχανική κοινότητα, ενώ ο Γκούσταφ Λατνάουερ ένα σοσιαλιστικό χωριό με αγροτικά εργαστήρια και εργοστάσια και λιβάδια. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι περί πόλης απόψεις των Γκέοργκ Ζίμμελ, Σαρλ Μπωντλαίρ αλλά και των ποιητών και πεζογράφων της εποχής εν γένει – ειδικά στους τελευταίους η πόλη επιβλήθηκε ως κυρίαρχη εκδοχή αφηγηματικού χώρου.

Καθώς Η εικόνα της ουτοπικής πόλης (όγδοο κεφάλαιο) αρχίζει να σχηματίζεται τα γνωρίσματα που συνιστούν την χωρική έκφραση του ουτοπικού λόγου (ο συγγραφέας αφιερώνει σελίδες στο καθένα, με αντίστοιχες αναφορές των σχεδίων του κάθε ουτοπιστή) είναι τα εξής: α) το ελεγχόμενο πληθυσμιακό μέγεθος και η σαφώς καθορισμένη έκταση, β) η αστικότητα και η προσοικείωση στοιχείων της υπαίθρου, γ) η ιεραρχική οργάνωση του χώρου, δ) η σαφής διάκριση των λειτουργιών και των χρήσεων γης, ε) η γεωμετρική τάξη και η ομοιομορφία· ως προς το τελευταίο, εμφανώς η όποια αρμονική γεωμετρία του αρχιτεκτονήματος και της πόλης ήταν μια οφειλόμενη μίμηση της θείας δημιουργίας ή της αρμονίας του σύμπαντος, ενώ πίσω από την ομοιομορφία υπάρχει η ιδέα της ισότητας των πολιτών.

Σε σχέση με την αστικότητα και την προσοικείωση στοιχείων της υπαίθρου αξίζει να αναφερθεί η περίπτωση της ουτοπίας του Χένρυ Όλερικ (Ένας κόσμος χωρίς πόλεις και χωρίς ύπαιθρο, 1893) που προτείνει την λύση μεγάλων σπιτιών με μονόχωρα διαμερίσματα εφόσον η οικογένεια έχει καταργηθεί, οι ενώσεις μεταξύ των δυο φύλων είναι ελεύθερες και τα παιδιά ανατρέφονται από κοινού, σε ένα περιβάλλον ευρύτερου πρακτικού συνεργατικού ατομικισμού, ενώ εντελώς διαφορετικό είναι το περιβαλλοντικό όραμα του Ουίλλιαμ Μόρρις στο βιβλίο του Νέα από το πουθενά, το οποίο, πιο κοντά στην αναρχική παράδοση, παρουσιάζει την ανθρώπινη οίκηση να βρίσκεται ξανά σε αρμονική σχέση με την φύση μέσα από μια επιθυμητική εικόνα ενός επίγειου φυσικού παραδείσου.

Ο κοινωνικός ουτοπισμός δεν περιορίστηκε μόνο στην επινόηση ιδανικών μορφών κοινωνικής οργάνωσης· ενίοτε τόλμησε να δοκιμάσει την εφαρμογή τους στην πράξη. Αυτό είναι το αντικείμενο του ένατο κεφαλαίου με τίτλο Οι ουτοπικογενείς κοινότητες και οι οικισμοί τους. Οι σχετικές απόπειρες γίνονται κυρίως στον 19ο αιώνα όταν οι ιδρυτές των ουτοπικοσοσιαλιστικών συστημάτων και οι ακόλουθοί τους επιχείρησαν να αποδείξουν την αποτελεσματικότητα των ιδεών τους ιδρύοντας πρότυπες κοινότητες, κατά κανόνα στον Νέο Κόσμο, που πρόσφερε ευνοϊκότερες συνθήκες για τέτοιους πειραματισμούς. Έτσι πολλαπλασιάζονταν και οι κοινότητες που συγκροτούσαν οι διάφορες πιετιστικής ή χιλιαστικής αγωγής παραφυάδες του προτεσταντισμού.

Αναφέρονται εδώ οι μπεγάρδοι και οι μπεγκίνες με τα περίφημα μπεγκινάρια, η προαναφερθείσα περίπτωση των Γκουαράνι (στους οποίους η ηγεμονία της θρησκείας και η σοσιαλιστική οργάνωση ήταν τόσο στενά συνυφασμένες ώστε δικαιολογημένα το καθεστώς έχει αποκληθεί χριστιανική κομμουνιστική δημοκρατία και σοσιαλιστική θεοκρατία), διάφορες προτεσταντικές σέκτες στην Βόρεια Αμερική, η Εφράτα των βαπτιστών της έβδομης ημέρας, η θρησκευτική σέκτα των σέικερ, που αποκαλούσαν την κοινωνία τους «ζωντανό οικοδόμημα», η κοινότητα των περφεξιονιστών (Perfectionists) που ασκούσε την κοινοκτημοσύνη αλλά και είχε θεσπίσει τον «σύνθετο γάμο», σύμφωνα με τον οποίο κάθε γυναίκα της ομάδας ήταν σύζυγος όλων των αντρών και κάθε άνδρας σύζυγος όλων των γυναικών, ενώ για τον έλεγχο των γεννήσεων εφαρμοζόταν μια τεχνική διακεκομμένης συνουσίας, αλλά με την υποχρέωση του άνδρα να φέρει την γυναίκα σε οργασμό.

Είναι αξιοσημείωτο ότι ο ιδρυτής της κοινότητας είχε καταλήξει στο συμπέρασμα πως ο σοσιαλισμός χωρίς την θρησκεία είναι ανέφικτος και πως μόνο ένα πνεύμα αγάπης μπορεί να οδηγήσει αβίαστα στην κοινότητα των αγαθών. Και είναι πράγματι ενδιαφέρον το γεγονός ότι γενικότερα η εφαρμογή της κοινοκτημοσύνης για μεγάλο χρονικό διάστημα και η γενικότερη ευδοκίμηση τέτοιων κοινοτήτων σπανιότερα επιτεύχθηκε σε αμιγώς σοσιαλιστικές περιπτώσεις, καθώς τα ουμανιστικής αγωγής κοινωνικά ιδεώδη αποδείχθηκαν στην πράξη λιγότερο επαρκή από τον θρησκευτικό ζήλο για την υπακοή των οπαδών στις απαιτήσεις συλλογικής διαβίωσης και δράσης. Ας σημειωθεί ακόμα ότι αναφέρονται πολλές περιπτώσεις όπου η χιλιαστικής αγωγής σωτηριολογία αποδεικνυόταν πολύ πιο ικανή να διατηρεί την κοινοτική συνοχή απ’ όσο η σοσιαλιστική ή και η χριστιανοσοσιαλιστική ιδεολογία.

Ο αναρχισμός, πλέον βασική και μαχητική έκφανση του αμερικανικού εργατικού κινήματος, δεν έπαψε να εμπνέει και την ίδρυση αυτόνομων ελευθεριακών κοινοτήτων. Αναρχικό χαρακτήρα είχε η μακρόβια κοινότητα Φερρέρ Κόλονυ στο Σέλτον της Νέας Υερσέης, το σχολείο μάλιστα του οποίου έχει καταγραφεί σαν ένα τολμηρό και αρκετά επιτυχημένο πείραμα «αντιπαιδαγωγικής». Σε κάθε περίπτωση σε όλα αυτά τα κοινωνικά εργαστήρια της ουτοπίας, αυτό που προείχε ήταν η πειραματική αναζήτηση δυνατοτήτων κοινωνικής απελευθέρωσης και νέου τύπου διαπροσωπικών σχέσεων.

Στα μέσα της δεκαετίας του ’60 υπήρξε μια μεγάλη έξαρση ελευθεριακών κοινοτήτων στις ΗΠΑ, η ιδεολογία των οποίων, καθόλου ενιαία, εντασσόταν στο γενικότερο κλίμα αμφισβήτησης και διαμαρτυρίας που διαμόρφωναν τότε από την μία οι αιρετικές απόψεις ορισμένων στοχαστών (Φρομ, Ράιχ, Μαρκούσε, Μπράουν κ.ά) και από την άλλη οι εντάσεις στην αμερικανική πολιτική ζωή. Αυτές οι μικροκοινότητες πάντως γεννήθηκαν μάλλον στις παρυφές της κοινωνικής κριτικής και του ακτιβισμού της «νέας αριστεράς». Τα μέλη τους ήταν ειρηνιστές που με την έξοδό τους στην ύπαιθρο σε εγκαταλειμμένα αγροκτήματα ή σε επί τούτου στημένους καταυλισμούς προσπαθούσαν, όπως αιώνες πριν οι αδαμίτες, να ξαναβρούν την αθωότητα της κατά φύσιν  ζωής, υιοθετώντας τις πρακτικές της συντροφικής αλληλοβοήθειας, του ελεύθερου έρωτα, του γυμνισμού, της χορτοφαγίας, δοκιμάζοντας να διευρύνουν τις εσωτερικές εμπειρίες τους με τεχνικές του ανατολικού μυστικισμού αλλά και την χρήση παραισθησιογόνων.

Οι ελευθεριακές αυτές κοινότητες των δεκαετιών του 1960 και 1970 αρνήθηκαν την παγίωση στο  χώρο, που θα ερχόταν άλλωστε σε αντίθεση με την κατά κάποιο τρόπο νομαδική ζωή τους και δεν προσπάθησαν να καταξιωθούν ως πρότυπες εφαρμογές αλλά να βιωθούν ως δυνατότητα μιας προσωπικής, έστω και σύντομης, περιπέτειας, κι έτσι σπάνια διατηρούνταν πάνω από δυο χρόνια. Ο μελετητής Ρόναλντ Κρεκ επισημαίνει ότι η εξίσωση “σύντομη διάρκεια = αποτυχία” αποτελεί κυρίαρχη δυτική ιδεολογία, και αναρωτιέται: Στο όνομα τίνος πράγματος αποφασίζεται εκ των προτέρων ότι το εφήμερο είναι λιγότερο ουσιαστικό από το χρόνιο;

Στον επίλογο του βιβλίου του Μονοπάτια στην Ουτοπία ο Μάρτιν Μπούμπερ τονίζει ότι όλες οι κοινοκτημονικού ή στενά συνεργατικού τύπου κοινότητες υπήρξαν βραχύβιες ή απέτυχαν ή αφομοιώθηκαν από το καπιταλιστικό σύστημα ή διατηρήθηκαν σε απομόνωση, χωρίς δεσμούς με τις ομόλογες ή με την υπόλοιπη κοινωνία. Σε αυτές αντιπαραθέτει τις συνεργατικές αγροτικές κοινότητες των Εβραίων στην Παλαιστίνη, με γνωστότερες εκείνες των «κιμπούτς», που, σε αντίθεση με τις χριστιανικές σέκτες, απέρριπταν κάθε θρησκευτική εκδήλωση, υποστήριζαν την συλλογική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, την δωρεάν παροχή υπηρεσιών και αγαθών, την πλήρη εξίσωση των φύλων, την ισότιμη συμμετοχή στην λήψη των αποφάσεων και τα κοινά γεύματα.

Τέλος στο τρίτο μέρος με τίτλο «Τροπές του ουτοπικού ήθους στον σχεδιασμό της προβιομηχανικής πόλης άλλα πέντε μεγάλα κεφάλαια εξαντλούν πλήρως το θέμα σε ολόκληρη την ιστορική του διάσταση· οι τίτλοι είναι ενδεικτικοί: Αυτογενείς και σχεδιασμένοι οικισμοί στην αρχαιότητα, Οι μετασχηματισμοί της πόλης στον Μεσαίωνα, Η πόλη και ο σχεδιασμός της στους «εξωτικούς» πολιτισμούς, Ιδεώδη και πραγματικότητες στην πολεοδομία της Αναγέννησης, Οι πολύτροπες εκφάνσεις της θεληματικής πολεοδομίας την περίοδο του μπαρόκ, Πολεοδομικά οράματα την περίοδο του νεοκλασικισμού.

Εκδ. Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τράπεζας, 2014, σελ. 570, μεγάλου μεγέθους (27Χ21), από τις οποίες οι 90 είναι υποσημειώσεις.

Στις εικόνες: Sunburst Community, Robert Owen – New Harmony, Piotr Kropotkin, Henry Olerich [Big House Diagram],  Shakers (2), Perfectionists – Oneida Community (2), Drop City Commune, 1968 (3), Kibbutz [Sde Nachum, 1944], Farm Community (η αρχαιότερη μέχρι σήμερα στην Αμερική).

Συνεχίζεται

Advertisement

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s


Μαΐου 2020
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 123
45678910
11121314151617
18192021222324
25262728293031

Blog Stats

  • 1.138.642 hits

Αρχείο


Αρέσει σε %d bloggers: