Περί γραφής
Θα μας συνοδεύσετε ως την θύρα του τελευταίου σας βιβλίου;
Το τελευταίο μου βιβλίο είναι οι «Νύχτες που μύριζαν θάνατο» (2010) που πρόσφατα κυκλοφόρησε και σε γαλλική μετάφραση της Christine Frat, οπότε έχει δύο θύρες εισόδου. Θα σας συνοδέψω ως εκεί (ας πούμε ότι είναι μια συλλογή με μικρά πεζά ή πεζοποιήματα;), αλλά όποιος θέλει ας εισέλθει μόνος του, κι άμα του αρέσει ας καθίσει.
Θα μοιραστείτε μια μικρή παρουσίαση –εισαγωγή στο κάθε σας βιβλίο χωριστά (είτε σε μορφή επιγραμματικής παρουσίασης, είτε γράφοντας για το πότε, πώς, υπό ποιες συνθήκες και ποιους πόθους συνεγράφησαν;
Τα άλλα δύο μου βιβλία είναι το: «Φραντς Κάφκα. Ο ανατόμος της εξουσίας», μια συλλογή δοκιμίων που αναδεικνύουν την αποσιωπημένη αναρχική-αντιεξουσιαστική πλευρά στο έργο και τη ζωή του Κάφκα, και το «Πόλεμος και ασφάλεια» μια συλλογή δοκιμιακών παρεμβάσεων στα «χρόνια της αντιτρομοκρατικής υστερίας».
Ποιος είναι ο προσφιλέστερός σας τρόπος συγγραφής; Πώς και πού παγιδεύετε τις ιδέες σας;
Οι ιδέες, νομίζω, μας παγιδεύουν αυτές. Γράφω συνήθως στο χέρι, αν αυτό ρωτάτε. Κατά τα άλλα, έχω γράψει κάποτε το εξής δίστιχο: «Όταν με ζώνει η μοναξιά γράφω / Ας γινόταν να μην είχα γράψει ούτε αράδα στη ζωή μου».
Εργάζεστε με συγκεκριμένο τρόπο; Ακολουθείτε κάποια ειδική διαδικασία ή τελετουργία; Επιλέγετε συγκεκριμένη μουσική κατά την γραφή ή την ανάγνωση; Γενικότερες μουσικές προτιμήσεις;
Όχι, ούτε τελετουργία ούτε διαδικασία ούτε μουσική. Είμαι και ολιγογράφος. Θέλω να πω, δεν γράφω κάθε μέρα, ούτως ή άλλως.
Έχετε γράψει σε τόπους εκτός του γραφείου σας/σπιτιού σας;
Λογοτεχνικά κείμενα, ναι. Κι έχω κρατήσει πολλές σημειώσεις, για κείμενα που ολοκληρώθηκαν μετά. Αλλά τα δοκιμιακά γραπτά χρειάζονται, αναγκαστικά, «επιμελητεία» που δεν προσφέρεται εκτός γραφείου.
Αν είχατε σήμερα την πρόταση να γράψετε μια μονογραφία – παρουσίαση κάποιου προσώπου της λογοτεχνίας ή γενικότερα ποιο θα επιλέγατε;
Του Ντοστογιέφκσι. Μου βασανίζει το μυαλό χρόνια τώρα, αλλά όλο νιώθω ότι ξεπερνά τις δυνάμεις μου.
Έχετε γράψει ποίηση, πεζογραφία και δοκίμιο. Θα συνεχίσετε να ισορροπείτε ανάμεσά τους ή βλέπετε κάποιο να επικρατεί των άλλων;
Μέχρι τώρα, πράγματι, μου προκύπτουν δύο συγγραφικές ανάγκες και ροπές, μία δοκιμιακή και μία λογοτεχνική. Μάλλον έτσι θα συνεχίσει να συμβαίνει.
Αγαπημένοι σας παλαιότεροι και σύγχρονοι συγγραφείς.
Ανάκατα λογοτέχνες και στοχαστές, ξένοι και έλληνες, όπως μου έρχονται με κίνδυνο να παραλείψω κάποιους: Ντοστογιέφκσι, Κάφκα, Νίτσε, Τολστόι, Ουγκώ, Καμύ, Τόμας Μαν, Ε.Μ. Σιοράν, Μπέρχαρντ, Σελίν, Μέλβιλ, Γκόγκολ, Μούζιλ, Μπαλζάκ, Τράβεν διάφοροι κλασικοί του αναρχισμού, Βάλτερ Μπένγιαμιν, Φουκώ, Καστοριάδης, Αντόρνο, οι Καταστασιακοί στις καλές τους στιγμές, Αγκάμπεν, Καρυωτάκης, Καβάφης, Παπαδιαμάντης, Σαχτούρης, Καρούζος, Άρης Αλεξάνδρου, Βύρωνας Λεοντάρης, Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, Ρένος Αποστολίδης, Ε.Χ. Γονατάς, Ρόμβος, Φ. Τερζάκης κ.ά.
Αναφέρω κυρίως αυτούς που σε κάποιο βαθμό με διαμόρφωσαν, λόγω της χρονικής συγκυρίας που τους διάβασα. Ατυχώς μερικούς σημαντικούς συγγραφείς τους διάβασα αργά• και ασφαλώς δεν φτάνουν ούτε 10 ζωές για να διαβάσει κανείς τα άξια που γράφτηκαν…
Αγαπημένα σας παλαιότερα και σύγχρονα βιβλία.
Πολλά βιβλία των παραπάνω συγγραφέων (αλλά και άλλων, που δεν ανέφερα)
Αγαπημένα σας διηγήματα.
Αρκετά είναι, αλλά αν πρέπει να πω μόνο ένα θα έλεγα τον «Παίκτη του σκακιού» του Ουναμούνο (παρότι είναι μάλλον νουβέλα κι όχι διήγημα). Το έχω διαβάσει πολλές φορές στη ζωή μου, αλλά μία ανάγνωσή του δεν θα την ξεχάσω ποτέ.
Σας έχει γοητεύσει κάποιος σύγχρονος νέος έλληνας λογοτέχνης;
Συνολικά όχι, ωστόσο έχει τύχει να διαβάσω ελπιδοφόρα πράγματα. Είναι λίγα αλλά υπάρχουν.
Αγαπημένος ή/και ζηλευτός λογοτεχνικός χαρακτήρας.
Διάφοροι Ντοστογιεφσκικοί. Πολύ φοβάμαι ότι έχουν καθορίσει σε κάποιον βαθμό, χωρίς να το καταλάβω, και κομμάτια του χαρακτήρα μου.
Αγαπημένο σας ελληνικό λογοτεχνικό περιοδικό, «ενεργό» ή μη; Κάποιες λέξεις για τον λόγο της προτίμησης;
Οι «Σημειώσεις» του Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου και της υπόλοιπης «παρέας του Χαλανδρίου». Αν το «Πανοπτικόν» είχε γονείς, οι «Σημειώσεις» θα ήτανε.
Διαβάζετε λογοτεχνικές παρουσιάσεις και κριτικές; Έντυπες ή ηλεκτρονικές; Κάποια ιδιαίτερη προτίμηση στις μεν ή (και) στις δε;
Διαβάζω, και λόγω της δουλειάς μου. Προτιμώ αυτές που δεν είναι αποτέλεσμα προσωπικών και εκδοτικών συνδιαλλαγών, αλλά πραγματικές κριτικές. Σπανίζουν. (Ειδικά στις κριτικές, έχω την αίσθηση ότι οι διαδικτυακές είναι περισσότερο αδέσμευτες και ακαθοδήγητες, κι ας τους λείπει καμιά φορά το κύρος των έντυπων)
Θα μας γράψετε κάποια ανάγνωση σε αστικό ή υπεραστικό μεταφορικό μέσο που θυμάστε ιδιαίτερα; [μέσο – διαδρομή – βιβλίο – λόγος μνήμης]
Μιας και είμαι μάλλον ανίκανος να οδηγήσω, μετακινούμε συχνά με τρένα και διαβάζω σχεδόν πάντα στη διαδρομή. Θυμάμαι όταν διάβαζα το συγκλονιστικό «Αν αυτό είναι ο άνθρωπος» του Πρίμο Λέβι, πηγαίνοντας από τη Θεσσαλονίκη προς την Κοζάνη. Το στομάχι μου κόμπος καθόλη τη διαδρομή, και για μέρες μετά.
Περί μετάφρασης
Διακονείτε το κοπιώδες έργο της μετάφρασης. Τι είδους σχέση συνδέει τον μεταφραστή και τον συγγραφέα που ο πρώτος μεταφράζει;
Αν έχει επιλέξει ο μεταφραστής τον συγγραφέα απαλλαγμένος από βιοποριστικές απαιτήσεις, η σχέση είναι τρόπον τινά ερωτική. Αν του έχει ανατεθεί η μετάφραση και την κάνει για λόγους βιοποριστικούς, είναι μια απαιτητική, κακοπληρωμένη δουλειά που απλώς προσπαθείς να την κάνεις σωστά και ευσυνείδητα.
Εργάζεστε με συγκεκριμένο τρόπο; Ακολουθείτε κάποια ειδική διαδικασία ή τελετουργία; Επιλέγετε συγκεκριμένη μουσική κατά την ανάγνωση και την μετάφραση; Γενικότερες μουσικές προτιμήσεις;
Τελετουργία όχι. Ούτε μουσική. Τα πράγματα είναι απλά όσον αφορά τη «διαδικασία»: Το κεφάλι κάτω, τα λεξικά στο πλάι, και ατελείωτη δουλειά, σαν τα βόδια που οργώνουν το χωράφι αγόγγυστα.
Υπάρχουν συγκεκριμένοι συγγραφείς με τη μετάφραση των οποίων θα επιθυμούσατε να αναμετρηθείτε;
Πολλοί, αλλά άλλοι έχουν μεταφραστεί ήδη, άλλοι έγραψαν σε γλώσσες που δεν γνωρίζω…
Τις περισσότερες φορές ο μεταφραστής τίθεται στο περιθώριο. Τα φώτα στρέφονται αποκλειστικά στον συγγραφέα, ενώ σπάνια οι κριτικές αναφέρονται στο έργο του. Για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό και τι θα προτείνατε ώστε να έχει τη θέση που του αρμόζει;
Νομίζω ότι, με μια έννοια, καλώς τίθεται στο περιθώριο. Η δουλειά του δεν συνίσταται στο να φανεί αυτός, αλλά να υπηρετήσει το κείμενο που έχει μπροστά του. Αν μάλιστα προσπαθήσει ματαιόδοξα να κάνει επίδειξη του εαυτού του, είναι μαθηματικά βέβαιο ότι θα την πληρώσει ο συγγραφέας.
Από την άλλη, σαφώς πρέπει να βελτιωθούν οι όροι δουλειάς και αμοιβής των μεταφραστών, που είναι τραγικοί. Και σαφώς η κριτική πρέπει να επιβραβεύει και να αναδεικνύει τις καλές μεταφράσεις.
Από την άλλη οι επιμελητές και διορθωτές τίθενται σε ακόμα μεγαλύτερη «αφάνεια». Τι προβλήματα παρουσιάζει η συνεργασία μαζί τους και ποια θα ήταν η ιδανικότερη μορφή της;
Έχοντας βρεθεί, επαγγελματικά, και στις δύο θέσεις, μπορώ να πω ότι ένας καλός επιμελητής μπορεί να αποδειχτεί ευεργετικός για τον συγγραφέα και τον μεταφραστή, ενώ ένας ανεπαρκής και συμπλεγματικός μπορεί να αποδειχτεί καταστροφικός. Τα προβλήματα, συνήθως, προκύπτουν από τη σύγκρουση εγωισμών. Η ιδανική μορφή της συνεργασίας θα ήταν αλληλοσεβασμός και αναλυτική συζήτηση για όποιο θέμα προκύψει (αυτό το τελευταίο μερικές φορές δεν το επιτρέπουν οι ρυθμοί της δουλειάς και η βιασύνη των εκδοτών).
Κατά τα άλλα, οι επιμελητές και οι διορθωτές, ένεκα της κρίσης, απειλούνται όχι μόνο με αφάνεια αλλά και με αφανισμό.
Σας ακολούθησαν ποτέ ήρωες των βιβλίων που μεταφράσατε; Μάθατε τα νέα τους;
Επειδή μεταφράζω σχεδόν αποκλειστικά δοκιμιακά βιβλία, δεν συνέβη κάτι τέτοιο.
Περί αδιακρισίας
Ποιες είναι οι σπουδές σας; Διαπιστώνετε κάποια εμφανή απορρόφησή τους στη γραφή σας (π.χ στην θεματολογία ή τον τρόπο προσέγγισης);
Είμαι τραγικά αυτοδίδακτος σε όλα. Το εννοώ• δεν έχω σπουδάσει τίποτα απολύτως. Μ’ αρέσει η άγρια φύση κι ο καθαρός αέρας και όχι η αποπνικτική ατμόσφαιρα των θερμοκηπίων.
Πώς βιοπορίζεστε;
Ως εκδότης, μεταφραστής και επιμελητής εκδόσεων.
Αν κάποιος σας χάριζε την αιώνια νιότη με αντίτιμο την απώλεια της συγγραφικής, της μεταφραστικής ή της αναγνωστικής σας ιδιότητας, θα δεχόσασταν τη συναλλαγή;
Την συγγραφική και την μεταφραστική ιδιότητα θα τις αντάλλασσα μάλλον εύκολα• Την αναγνωστική όχι• αλλά όποιος έχει διαβάσει το «Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι», δεν ξέρω αν θα αποδεχόταν ούτως ή άλλως μια προσφορά σαν τη δική σας.
Κάποια ερώτηση που θα θέλατε να σας κάνουμε μα σας απογοητεύσαμε; Απαντήστε την!
Θα ήθελα να με ρωτήσετε «Της γυναίκας η καρδιά;» και να σας απαντήσω, κοινότοπα: «είναι μια άβυσσος». Αλλά εμένα αμετανόητα με γοητεύουν τα αβυσσαλέα πράγματα.
Περί εκδόσεων
Εκδόσεις Πανοπτικόν. Θα μας δώσετε ένα γενικό διάγραμμα της δημιουργίας του εκδοτικού οίκου [ή της δικής σας συμμετοχής σε αυτόν];
Όπως έχω ξαναπεί, το Πανοπτικόν είναι ένας μικρός, προσωποπαγής, ανεξάρτητος εκδοτικός οίκος, έξω από τα κυκλώματα της διαφήμισης και της οργανωμένης προβολής. Είναι ένας οίκος που τον ξεκίνησα με ανύπαρκτο αρχικό κεφάλαιο και περίσσευμα από μεράκι το 2001, μαζί με το ομώνυμο περιοδικό, όπου τα πάντα σχεδόν τα κάνω μόνος μου.
Η θεματολογία των εκδόσεων χωρίζεται σε τρεις κατηγορίες: είναι κυρίως πολιτικά δοκίμια (ελευθεριακής και αντιεξουσιαστικής, με την ευρεία έννοια, κατεύθυνσης), υπάρχει μια λογοτεχνική σειρά, με κείμενα που θέλω να «ξεφεύγουν» από την πεπατημένη, τόσο ως τρόπος γραφής όσο και ως συνολική αντίληψη για το τι είναι και ποιον ρόλο επιτελεί η λογοτεχνία στην εποχή των βιομηχανοποιημένων best-seller, η συγγραφή των οποίων διδάσκεται σε κάτι απερίγραπτα σεμινάρια δημιουργικής γραφής, ενώ τα τελευταία χρόνια έχει προστεθεί η σειρά των Απάντων του Φρίντριχ Νίτσε.
Είχατε κάποιο προσωπικό σχέδιο ή επιθυμία; Πώς αποφασίσατε να γίνετε εκδότης;
Εκεί γύρω στα 20 μου αποφάσισα ότι το μόνο που θέλω να κάνω σε τούτη τη σύντομη ζωή είναι να γίνω εκδότης -να ζω από τα βιβλία, μέσα στα βιβλία, για τα βιβλία- και έγινα στα 23 μου (κυριολεκτικά δίχως δραχμή στην τσέπη).
Πως επιλέξατε ή καταλήξατε στο όνομα;
Διαβάζοντας το βιβλίο του Μισέλ Φουκώ, «Επιτήρηση και τιμωρία. Η γέννηση της φυλακής» όπου γίνεται εκτενής αναφορά στο «Πανοπτικόν» του Μπένθαμ.
Πώς επιλέγονται οι τίτλοι σας; Σας παραδίδονται χειρόγραφα αυτοπροσώπως ή ταχυδρομικώς, σας προτείνονται συγκεκριμένοι συγγραφείς, έχετε αναγνώστες χειρογράφων;
Συνήθως τους διαλέγω εγώ, μερικές φορές είναι προτάσεις στενών φίλων και συνεργατών. Αναγνώστες χειρογράφων δεν υπάρχουν. Ούτε άλλοι απασχολούμενοι σε αυτόν. Τα κάνω όλα μόνος μου. Σελιδοποιώ, διορθώνω, επιμελούμαι, επιλέγω τα εξώφυλλα, διαβάζω τα χειρόγραφα που καταφτάνουν, κάνω τον αποθηκάριο, τον λογιστή, εκτελώ τις παραγγελίες. Είπαμε: μονοπρόσωπος οίκος εντατικής εργασίας.
Ποια είναι τα κυριότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα ένας εκδοτικός οίκος; Πώς κρίνετε την σύγχρονη εκδοτική κατάσταση; Σε ποιο βαθμό επηρεάζουν οι τρέχουσες συνθήκες την παραγωγή και την αγορά των βιβλίων σας;
Στο οικονομικό πεδίο, «φέσια» και καθυστερημένες πληρωμές από χοντρεμπόρους και βιβλιοπώλες (το φαινόμενο υπήρχε και πριν την κρίση, τώρα έχει επιδεινωθεί) καθώς και η ληστρική (νταβατζίδικη ίσως είναι σωστότερη λέξη) αντιμετώπιση από το κράτος και την εφορία. Επιπλέον, σε μια χώρα που ούτως ή άλλως οι άνθρωποι δεν διαβάζουν πολύ, αν προσθέσουμε το 30% ανεργία και άλλους τόσους που φυτοζωούν με πενιχρούς μισθούς, καταλαβαίνουμε ότι ακόμα κι αυτοί που θα’ θελαν να παίρνουν βιβλία, δυσκολεύονται πολύ.
Κατά τα άλλα, όσο πιο μικρός σε μέγεθος είναι ένας εκδότης, τόσο δυσκολότερο είναι να διακινήσει τα βιβλία του και ακόμα δυσκολότερο να τα προβάλλει όπως πρέπει.
Διατηρείτε προσωπική σχέση με τους έλληνες συγγραφείς σας;
Το μεγαλύτερο ίσως όφελος από την μέχρι τώρα εκδοτική διαδρομή μου είναι 4-5 πολύτιμες φιλίες, με ανθρώπους που δεν τους ήξερα και γίναμε φίλοι κατά τη διάρκεια της εκδοτικής μας συνεργασίας. Στενή σχέση με όλους τους συγγραφείς είναι αδύνατον να έχει ένας εκδότης, συν τοις άλλοις και για λόγους χρόνου.
Ποια βιβλία περιλαμβάνονται στα άμεσα εκδοτικά σας πλάνα;
Η ολοκλήρωση των Απάντων του Φρίντριχ Νίτσε στις κλασικές πλέον μεταφράσεις του Ζήση Σαρίκα. Μεταφραστικό έργο ζωής και πραγματικός άθλος για τον ίδιο, καμάρι για εμένα να φιλοξενώ αυτή την σειρά στο Πανοπτικόν. Έχουμε εκδώσει 13 από τους 16 τόμους και έπεται συνέχεια.
Περιοδικό Πανοπτικόν. Περί τίνος πρόκειται;
Το Πανοπτικόν είναι ένα περιοδικό πολιτικής φιλοσοφίας και κριτικής. Όπως είπα και άλλοτε, στοχαστές ή ρεύματα σκέψης με τα οποία συνομιλεί είναι όλες οι τάσεις της αναρχικής και ελευθεριακής παράδοσης, αλλά και πιο πρόσφατοι στοχαστές που άσκησαν κατεδαφιστική κριτική σε όψεις της σύγχρονης κυριαρχίας. Όλοι οι στοχαστές που έχουν φιλοξενηθεί στις σελίδες του, βέβαια, δεν συμφωνούν μεταξύ τους, αλλά αυτό που με ενδιαφέρει δεν είναι να συντάξω ένα νέο ευαγγέλιο (πολιτικής) σκέψης που θα προστεθεί στα ήδη υπάρχοντα. Με ενδιαφέρει ένας ουσιαστικός διάλογος διαφόρων τάσεων σκέψης, που όλες όμως έχουν μία κοινή συνισταμένη: την ανυποχώρητη κριτική του υπάρχοντος, γιατί θεωρώ πως μόνον όποια σκέψη πάει «κόντρα στην εποχή της», έχει λόγο ύπαρξης. Ταυτόχρονα -δεδομένου ότι η ύλη του περιοδικού είναι μοιρασμένη ανάμεσα σε μεταφρασμένα και πρωτότυπα κείμενα-, με ενδιαφέρουν πάρα πολύ και οι αντίστοιχες (τηρουμένων των αναλογιών) απόπειρες πραγματικά ριζοσπαστικής και ανεξάρτητης σκέψης που εκδηλώνονται από σύγχρονους έλληνες στοχαστές.
Πρώτη δημοσίευση: στο Λιστολόγιο του mic.gr.
Ο πραγματικός ορισμός του βιβλιο-ανθρώπου, και δίχως αυτός ο ορισμός να είναι περιορισμός.
Kώστα, μπράβο για το θάρρος να λες τα πράγματα με τ’ όνομά τους, κυρίως όσον αφορά αυτό τον μονοπρόσωπο αγώνα του εκδότη που άριστα περιγράφεις και τον γνωρίζω από παιδί στο σπίτι του Ρένου – και τον συνεχίζουμε κ’ εμείς άλλωστε… Όσο για τις πνευματικές θέσεις, ξέρεις πως είμαστε σε παράλληλες πορείες, ας μην λέμε καλά λόγια μεταξύ μας και φανεί αλληλολιβάνισμα… Ήρκος & Στάντης Ρ. Αποστολίδης