Θα μας συνοδεύσετε ως την θύρα του τελευταίου σας βιβλίου;
Το πιο πρόσφατο βιβλίο μου, που ελπίζω να μην είναι το τελευταίο, φέρει τον τίτλο «Οι φτωχοί μας άνθρωποι». Είναι έκδοση της Κοινωνίας των (δε)κάτων, στη σειρά Τρία Έψιλον, (Εκδόσεις Εκτός Εμπορίου) και ο μόνος τρόπος να το βρει κανείς είναι να αγοράσει το 10ο τεύχος του περιοδικού Κουκούτσι που θα κυκλοφορήσει περί τα τέλη Μαΐου. Πρόκειται για ένα τυπογραφικό με θέμα τη φτώχεια, αποτέλεσμα της κρίσης. Γιατί τώρα που εγώ κάθομαι και γράφω απαντώντας στις ερωτήσεις, υπάρχουν δύο εκατομμύρια Έλληνες που έγιναν νεόπτωχοι τα τελευταία τέσσερα χρόνια και πολλοί απ’ αυτούς πεινάνε. Γι’ αυτό το φαινόμενο μιλάω, για το πως οδηγήθηκαν εκεί. Είναι άνθρωποι αξιοπρεπείς και όχι επαίτες. Παρατηρώ τα συμπτώματα, τα αίτια, το ρυθμό ανάπτυξης της φτώχειας. Οι νέοι νεόπτωχοι ήρθαν να συναντήσουν τους παραδοσιακά φτωχούς και πλέον δεν τους ξεχωρίζεις, δεν μπορείς να τους διακρίνεις. Η εξέλιξη της φτώχειας είναι ταχύτατη. Και εννοώ πάντα τη φτώχεια ως στέρηση, ως έλλειψη αγαθών και δομών αξιοπρεπούς ζωής και όχι την πνευματική πενία. Περιγράφω λοιπόν στο «Οι φτωχοί μας άνθρωποι» ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι, πώς τα περνούν, πως τα βγάζουν πέρα μέσα στην καφρίλα της κρίσης. Οικογένειες με άδεια ψυγεία αλλά γεμάτη καλοσύνη καρδιά…
Θα μπορούσατε να προβείτε σε μια μικρή παρουσίαση/εισαγωγή στο κάθε σας βιβλίο χωριστά; Είτε σε μορφή επιγραμματικής παρουσίασης, είτε γράφοντας για το πότε, πώς, υπό ποιες συνθήκες και ποιους πόθους συνεγράφησαν. Θα προτείνατε για τον νεοεισαχθέντα στο έργο σας αναγνώστη κάποιο αντί των άλλων;
Εδώ θα σας τα χαλάσω λίγο διότι δεν είμαι ο παραδοσιακός ποιητής που γράφει μία συλλογή και μετά πάει στον εκδότη του να του την εκδώσει. Είμαι άνθρωπος που γράφει καθημερινά πολλά ποιήματα. Πιστεύω ότι ο ποιητής πρέπει να γράφει καθημερινά, όπως ο μουσικός ασκείται καθημερινά, όπως ο ζωγράφος πάει στο ατελιέ του και πιάνει τους χρωστήρες καθημερινά, όπως ο πιανίστας παίζει πιάνο κάθε απόγευμα στις έξη, έτσι και ο ποιητής πρέπει να γράφει κάθε μέρα. Ας μην είναι όλα όσα γράφει άξια λόγου. Ας γράφει όμως. Σαν το ψάρεμα: πας για ψάρεμα κάθε μέρα ανεξάρτητα αν θα φέρεις ψάρια ή κανένα παπούτσι απ’ το λασπωμένο βυθό. Πας για ψάρεμα ό,τι καιρό κι αν κάνει. Ακόμα κι αν γίνεται χαλασμός κόσμου. Γράφεις κάθε μέρα. Ανεξάρτητα αν είναι καλά ή για πέταμα ποιήματα. Δεδομένου ότι γράφω κάθε μέρα, φυσικό είναι να υπάρχουν χιλιάδες ποιήματα στο συρτάρι μου. Τα πιο πολλά είναι, ασφαλώς, ορνιθοσκαλίσματα.
Κάπ
οια στιγμή κοιτάω αν υπάρχουν ποιήματα που καταπιάνονται με ένα θέμα, που δημιουργούν μια ενότητα. Φυσικό είναι να υπάρχουν. Τότε αρχίζω και τα ξεχωρίζω, τα ξεπαστρεύω θεματικά: έρωτας, θάνατος, κρίση, μαύρο χρήμα. Τα βάζω κάπου και αρχίζει το μαρινάρισμα. Ας πούμε, υπάρχουν αυτή τη στιγμή οκτώ με δέκα συλλογές. Μία λέγεται «Ωροσκόπια νεκρών» και ίσως βρει τον δρόμο της δημόσιας έκθεσης εφέτος από την Κίχλη. Υπάρχει μία άλλη που λέγεται «Μάρθα, Μάρθα» και μία άλλη που έχει τίτλο «Ριάλιτυ διαρκείας με άνω τελείες». Άλλες που είναι έτοιμες είναι η συλλογή «Χρυσοί οδηγοί» και μία άλλη «Λέμε τώρα». Μαρινάρονται. Οι συνθήκες που γράφονται είναι πάντα ίδιες: η απλή και αδιαπραγμάτευτη καθημερινότητα. Πόθοι; Ασφαλώς και αστειεύεστε. Δεν υπάρχουν πόθοι ούτε έμπνευση. Πάθη υπάρχουν. Το θέμα είναι να συμμετέχεις στη ζωή και να την αφήνεις να σε καθοδηγεί. Να βλέπεις τους άλλους με τα μάτια τους, όχι με τα μάτια σου. Με άλλα λόγια να ζεις στον κόσμο και όχι στον κόσμο σου.
Ποι
ος είναι ο προσφιλέστερός σας τρόπος συγγραφής; Πώς και πού παγιδεύετε τις ιδέες σας;
Τις ιδέες τις παγιδεύω στο πληκτρολόγιο. Με δόλωμα τις εικόνες της ημέρας. Που κατασταλάζουν αργά τη νύχτα, λίγο πριν πάω να κοιμηθώ. Γράφω μόνο όταν είμαι πολύ κουρασμένος και δεν έχω πλήρη έλεγχο του τι κάνω. Κατά κάποιο τρόπο πιστεύω στην αυτόματη γραφή. Αφήνω τα δάχτυλά μου να τα καθοδηγεί η κούραση και η κόπωση. Οπότε για μένα ο προσφιλέστερος τρόπος γραφής είναι να κρατάω σημειώσεις όλη μέρα, όπου κι αν βρεθώ και να τις καθαρογράφω, πολύ αργά μέσα στη νύχτα, όταν είμαι τελείως εξαντλημένος και τα μάτια μου κλείνουν…
Σας ακολούθησε ποτέ κανένας από τους ήρωες των ποιημάτων σας; Μαθαίνετε τα νέα τους;
Χμ
… Αν με ακολούθησε. Όχι. Οι ήρωες των ποιημάτων μου είναι οι άγνωστοι διαβάτες, πεζοί, συνεπιβάτες σε λεωφορεία, σε βαπόρια, σε αεροπλάνα, σε καφέ, σε αναγνώσεις. Τους βλέπω μια φορά, κάτι μου ψιθυρίζουν και μετά μην τους είδατε. Δεν μαθαίνω ποτέ νέα τους απλούστατα διότι δεν τους ξαναβλέπω. Νέοι ήρωες κάθε μέρα γεννιούνται και προστίθενται, εν προόδω, στο παλκοσένικο του μυαλού μου. Δεν τους αναζητώ, αλλά έρχονται και με βρίσκουν. Ακόμη και στα όνειρά μου.
Περί (δε)κάτων και poetix
Εκδίδετε τα (δε)κατα και poetix. Σε τι διαφέρουν από τα άλλα λογοτεχνικά περιοδικά;
Τα περιοδικά μιλάνε μόνα τους. Αν διαφέρουν από άλλα λογοτεχνικά περιοδικά αυτό θα το πουν οι αναγνώστες, όχι εγώ, διότι πιθανόν να μην είμαι αντικειμενικός. Απλώς να πω ότι δεν υποστηρίζουμε παρεούλες και το γνωστό σινάφι. Δίνουμε έμφαση στο καινούργιο και στο άγνωστο και όχι στο καθιερωμένο.
Η έκδοση ενός λογοτεχνικού περιοδικού τι πνευματικές τέρψεις και τι βάσανα προσφέρει;
Από τέρψεις μόνο η ηθική ικανοποίηση τού να κάνεις κάτι που σε πληρεί, που σε γεμίζει, που σε ικανοποιεί. Η ευκαιρία τού να διαβάζεις πολλά λογοτεχνικά έργα που σε άλλη περίπτωση δεν θα διάβαζες, μια και καταφθάνουν με το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο χιλιάδες ποιήματα, διηγήματα, δοκίμια. Αυτό σου δίνει πολλές πνευματικές τέρψεις.
Ε
ίχατε κάποιο προσωπικό σχέδιο ή επιθυμία; Πώς αποφασίσατε την έκδοσή τους;
Ένα περιοδικό παίρνει περίπου δυο χρόνια σχεδιασμού. Το δουλεύεις μέσα στο μυαλό σου για περίπου ένα χρόνο και μετά θέλεις άλλον ένα χρόνο για τα πρακτικά θέματα, εξεύρεση πόρων και συνεργατών, εξασφάλιση ύλης για ένα εξάμηνο. Συνεργάτες πάνε κι έρχονται, το έργο παραμένει. Το μυστικό είναι κάτι να σε καίει μέσα σου που να θέλει να βγει έξω. Εδώ υπάρχει ένα πάθος που λέγεται η χαρά της επικοινωνίας, η χαρά του να θέλεις να μοιραστείς με άλλους κάτι που σε γοήτευσε.
Πως επιλέξατε ή καταλήξατε στα συγκεκριμένα ονόματα;
Από αναγνώσεις. Πολυετείς αναγνώσεις και μακρά τριβή με βιβλία και περιοδικά και συγγραφείς και σχέσεις, μακροχρόνιες ή στιγμιαίες.
Ποιος είναι ο μέχρι σήμερα απολ
ογισμός σας; Πραγματοποιήθηκαν οι αρχικές και οι ύστερες επιθυμίες σας;
Όλες οι επιθυμίες είναι ύστερες, μια και οι αρχικές πάντοτε διαψεύδονται ή αυτοαναιρούνται. Λέω κάπου σε ένα ποίημά μου: «όλα ανήκουν στο μέλλον / αλλά το μέλλον / δεν έχει έρθει ακόμα».
Με ποια κριτήρια επιλέγετε να δημοσιευτεί ένα ποίημα, ένα διήγημα, ένα δοκίμιο;
Αν σε κλοτσάει λίγο, αν σ’ ενοχλεί όπως το σουσάμι ανάμεσα στα δόντια, αν σε κάνει και λες «Αυτό με διαλύει», αν κάτι σου τη δίνει, η πρωτοτυπία, η αφαιρετικότητα, το σκοτεινό βάθος, η ανατροπή, η αιχμηρή γοητεία, η λοξή ματιά. Ξέρεις ότι σου αρέσει κάτι επειδή κάποια στιγμή λες «Α! Γιατί να μην το ’χα γράψει εγώ». Οπότε λες, γιατί να μην το μοιραστώ και με τους αναγνώστες του περιοδικού;
Ποιο είναι το δυσκολότερο στάδιο της έκδοσης ενός τεύχους και ποιο το απολαυστικότερο;
Όλα τα στάδια είναι δύσκολα εκτός από ένα: όταν έχουν πια γίνει όλες οι διορθώσεις και μετά από πολλά σύρ’ τα φέρ’ τα με επιμελητές και μεταφραστές και γραφίστες, μετά την έσχατη ματιά, λες στον τυπογράφο «Τυπωθήτω!»
Υπάρχει κάποιο τεύχος τους που αγαπάτε περισσότερο από άλλα; Ποια είναι η θέση ενός λογοτεχνικού περιοδικού στον λογοτεχνικό, πνευματικό και ευρύτερο κόσμο μιας χώρας;
Όχι, δεν ξεχωρίζω κανένα τεύχος, όλα τους είναι παιδιά μου, τα αγαπάω εξίσου. Η θέση ενός λογοτεχνικού περιοδικού; Όπως την πολιτική δεν μπορούμε να την αφήσουμε στα χέρια τα των πολιτικών, έτσι και τη λογοτεχνία να μην αφήσουμε τον ευρύτερο κόσμο στα χέρια των λογοτεχνών, να μην τον ξεγελάμε με ανάλατα έργα, αποτέλεσμα δημοσιοσχετίστικης νοοτροπίας. Ένα λογοτεχνικό περιοδικό πρέπει, πρωτίστως, να παίρνει θέση, να έχει άποψη, να λέει ευθαρσώς τη γνώμη του για τούτο ή για κείνο.
Σημ.: Το Πανδοχείο έχει παρουσιάσει όλα σχεδόν τα τεύχη των (δε)κατων εδώ:1-11, 12 (Αστυνομική Λογοτεχνία), 13 (Πράσινο Τέυχος), 14, 15 (Ολοκληρωτισμός), 16 (Ψηφιακός Λόγος), 17, 18 (Έρως), 19 (Αυτά έχει η ζωή), 20 (Αμερική), 21 (Η ζωή του συγγραφέα), 23 (Oof), 24 (Τα πρώτα δέκα χρόνια), 25 (LiteraturaLatinoamericana), 26, 27, 29 (Λογοκρισία και λογοκλοπή), 30 (Πατέρες και γιοί), 33 (Αεροδρόμια), 35 (Χρέος), 36 (Darlings). Βλ. επίσης Poetix 5 .
1 Σχόλιο to “Στο Αίθριο του Πανδοχείου, 155. Ντίνος Σιώτης”