Αγαπημένοι σας παλαιότεροι και σύγχρονοι συγγραφείς.
Το άτυπο πάνθεον των «αγαπημένων συγγραφέων» μεταβάλλεται με την διάθεση και το πέρασμα του χρόνου. Υπάρχει μια αστείρευτη φανταστική βιβλιοθήκη απ’ την οποία ανασύρω κάθε τόσο ένα κείμενο, διαβασμένο ήδη ή αδιάβαστο. Του Κόνραντ κάθε τόσο, του Ζέμπαλντ, του Σελίν, του Κουτσί. Του Ντανίλο Κις, του Γονατά, του Ρίλκε, του Κλάιστ. Του Μπάμπελ, του Ναμπόκοφ, του Παπαδιαμάντη, του Βιζυηνού. Αν είχα την υπομονή θα σκάρωνα ένα τρόπο αρχειοθέτησης με βάση την κρυφή μουσική των βιβλίων, όπως στα CD, μια εντελώς προσωπική μέθοδο που δεν θα στηριζόταν στο γνωστό δεκαδικό σύστημα Ντιούι αλλά στις αόρατες παρτιτούρες των κειμένων.
Αγαπημένα σας διηγήματα.
Σχεδόν όλα τα διηγήματα του Τσέχοφ που αποδεικνύουν πως με τα ελάχιστα μπορεί να γραφτεί μεγάλη λογοτεχνία. Γενικά η ρώσικη σχολή. Αλλά και ο Μωπασάν, ο Πόου, ο Καλβίνο κι ένα σωρό άλλοι.
Σας ακολούθησε ποτέ κανένας από τους ήρωες των βιβλίων σας; Μαθαίνετε τα νέα τους;
Με τους ήρωες ζω τόσο έντονα την εποχή της συγγραφής που χωρίζουμε οριστικά μόλις ο εκδότης παραλάβει την τελευταία διόρθωση. Από τότε δεν αποζητάμε ο ένας τον άλλο. Είναι μάλλον μια σχέση πάθους που καταλήγει σε παταγώδη χωρισμό.
Αγαπημένος ή/και ζηλευτός λογοτεχνικός χαρακτήρας.
Ο Κούρτς από την «Καρδιά του σκότους» για την αρρωστημένη μεγαλοφυΐα του και ο Μάλτε Λάουριντς Μπρίγκε για την κομψή του φαντασία.
Έχετε γράψει σε τόπους εκτός του γραφείου σας/σπιτιού σας;
Οποιαδήποτε προσπάθεια για συγγραφή εκτός γραφείου έχει αποτύχει κραγαυλέα. Ζηλεύω όσους γράφουν σε καφέ με απόλυτη συγκέντρωση. Εγώ δεν θα μπορούσα να σημειώσω παρά μόνο τα ψώνια της επόμενης μέρας.
Θα μας συνοδεύσετε ως την θύρα του τελευταίου σας βιβλίου;
Το «Ταξίδι του Ιάσονα Ρέμβη» είναι ένα βιβλίο για το βάρος της μετριότητας και τα όρια του καλλιτεχνικού έργου. Ο ήρωάς μου, ένας ελληνοαυστραλός ζωγράφος ονόματι Ιάσονας Ρέμβης επιχειρεί ένα ταξίδι αυτογνωσίας στα πατρικά εδάφη της οδού Μιχαήλ Βόδα σε αναζήτηση απαντήσεων. Προσπάθησα να δομήσω το βιβλίο με τέτοιο τρόπο, ώστε η εκάστοτε αφηγούμενη πραγματικότητα να υπονομεύεται συνεχώς από μιαν άλλη. Κάτι σαν μπάμπουσκα που αποκαλύπτει μια ολοένα μικρότερη φιγούρα εις το διηνεκές.
Ασχοληθήκατε και με τη μετάφραση – και βλέπω ιδιαίτερα απαιτητικούς συγγραφείς [Κρίστα Βολφ (Με σάρκα και οστά), Χανς Γκέοργκ Γκάνταμερ (Χρόνια φιλοσοφικής μαθητείας)] Πως ήταν η εμπειρία; Τι είδους σχέση συνδέει τον μεταφραστή και τον συγγραφέα που ο πρώτος μεταφράζει;
Η μετάφραση είναι μια πολύ επίπονη προσπάθεια, ιδιαίτερα όταν αναμετριέσαι με απαιτητικά λογοτεχνικά έργα. Το διάβασμα και η μετάφραση είναι μια άσκηση ανεκτίμητης αξίας που σε προπονεί στο άθλημα της υπομονής. Το στοίχημα μιας επιτυχημένης μετάφρασης είναι να πιστέψει αυτός που την διαβάζει πως γράφτηκε εξ’ αρχής στην γλώσσα-προορισμό.
Πώς βιοπορίζεστε;
Ακολούθησα τεθλασμένη γραμμή στον επαγγελματικό τομέα (ιδρυτικό μέλος και υπεύθυνος του γερμανικού τμήματος στο ΕΚΕΜΕΛ, τραπεζικός υπάλληλος κλπ) και καταστάλαξα στην Μέση Εκπαίδευση. Η επαφή με τα παιδιά είναι πάντα αναζωογονητική ενώ το συγκεκριμένο επάγγελμα μου προσφέρει την πολυτέλεια του ελεύθερου χρόνου. Τα μεσημέρια βγάζω τη στολή του καθηγητή και φοράω το μανδύα του συγγραφέα.
Αν είχατε σήμερα την πρόταση να γράψετε μια μονογραφία – παρουσίαση κάποιου προσώπου της λογοτεχνίας ή γενικότερα ποιο θα επιλέγατε;
Μαγεύτηκα πρόσφατα διαβάζοντας για την ζωή του Νίκολα Τέσλα. Έχει όλα τα στοιχεία για μια μονογραφία κι αν ποτέ υπήρχε πιθανότητα ν’ ασχοληθώ με κάτι τέτοιο νομίζω πως αυτός θα μου κινούσε πιο πολύ την περιέργεια. Ήταν μια προσωπικότητα ευρύτατης μόρφωσης με περιπετειώδη ζωή που καταστράφηκε οικονομικά κάμποσες φορές στην πορεία ξεκινώντας αγόγγυστα από το μηδέν.
Παρακολουθείτε σύγχρονο κινηματογράφο; Σας γοήτευσε ή σας ενέπνευσε κάποιος σκηνοθέτης ή ταινία;
Οι τέχνες είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Πολλές φορές η έμπνευση για ένα διήγημα ή για ένα ολόκληρο βιβλίο έρχεται από μια ταινία, από ένα τραγούδι ή από έναν πίνακα. Συχνά ζηλεύω την απλότητα των ιστοριών που αφηγείται ο Γούντυ Άλλεν -για να φέρω ένα παράδειγμα- και μπαίνω στη διαδικασία να φανταστώ τις ταινίες του σε μορφή βιβλίου. Το ίδιο σκέφτηκα πρωτοβλέποντας το «Συνεκδοχή, Νέα Υόρκη». Η λίστα είναι ατέλειωτη.
Γράψατε ποτέ ποίηση – κι αν όχι, για ποιο λόγο;
Είμαι κλασσικό παράδειγμα πεζογράφου που ξεκίνησε από την ποίηση. Έστελνα μανιωδώς ποιήματα προς κρίση στον Πέτρο Χάρη και είδα ένα απ’ αυτά να δημοσιεύεται στη Νέα Εστία. Ήμουν δεκαπέντε χρονών και τρελλάθηκα από τη χαρά μου. Ύστερα τύπωσα μια (ευτυχώς εξαντλημένη πια) συλλογή στο τυπογραφείο των εκδόσεων Στιγμή. Μπορεί να μην ευδοκίμησε το ποιητικό μου τάλαντο, αλλά ήμουν τυχερός που γνώρισα σ’ εκείνο το τυπογραφείο της Ζωοδόχου Πηγής μεγάλες προσωπικότητες. Τα θρυλικά Σάββατα της δεκαετίας του ΄90 μαζευόταν εκεί η παρέα του Παναγιώτη Κονδύλη, του Ε.Χ. Γονατά, της Κικής Δημουλά, του Σπύρου Τσακνιά, του Δημήτρη Μαρωνίτη, του Ηλία Παπαδημητρακόπουλου, του Στυλιανού Αλεξίου. Ξεκινούσαν με τσίπουρα και κουβέντα, ύστερα καταλήγαμε ως αργά το απόγευμα σε κάποια ταβέρνα. «Χρωστάω» στην ποίηση και συνεχίζω όσο μπορώ να παρακολουθώ ό,τι βγαίνει. Άλλωστε επιμελήθηκα τις επιστολές του Δ.Π. Παπαδίτσα προς τον λογοτεχνικό μου «δάσκαλο», Ε.Χ. Γονατά, κι έχω στο αρχείο μου αρκετά χειρόγραφα και των δυο.
Το τελευταίο βιβλίο του Εσνόζ για τον Εμίλ Ζάτοπεκ. Ως εκπρόσωπος μιας νέας μυθιστορηματικής αβάντ γκάρντ ο Εσνόζ έχει κάτι το ανάλαφρα παιγνιδιάρικο στη γραφή του. Πάντα μια ενδιαφέρουσα πρόταση για διάβασμα.
Τι γράφετε τώρα;
Τελειώνω ένα βιβλίο που θα κυκλοφορήσει τους προσεχείς μήνες από τις Εκδόσεις Πόλις. Πρόκειται για ένα πολυφωνικό, πολιτικό στη βάση του μυθιστόρημα που διαδραματίζεται την πρώτη περίοδο της οικονομικής κρίσης. Έχω την εντύπωση πως η εποχή καλεί σε πιο ρεαλιστικές λογοτεχνικές καταθέσεις και δεν επιτρέπει τις ενδοσκοπήσεις των προηγούμενων χρόνων.
0 Σχόλια to “Στο αίθριο του Πανδοχείου, 50. Χρήστος Αστερίου”