Αρχείο για Μαρτίου 2018

28
Μαρ.
18

Σάββας Μιχαήλ – Homo liber. Δοκίμια για την εποχή, την ποίηση και την ελευθερία

Μια αειθαλής διακλάδωση ιδεών και κειμένων

«Τι αιώνα κάνει εκεί έξω;» αναρωτιέται σε ένα ποίημά του ο Μπορίς Παστερνάκ · «Αιώνα μου θεριό μου, ποιος θα τολμήσει / στις κόρες των ματιών να σ’ αντικρίσει;» αναρωτιέται ο Οσίπ Μαντελστάμ σ’ ένα δικό του, καθώς αμφότεροι είδαν την ρήξη που σημαδεύει την είσοδο στη νέα Εποχή, που έκανε τον Αιώνα ένα θηρίο με σπασμένη ράχη· είναι η ίδια ράχη που στον καιρό της ξέφρενης νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης χάθηκε κάτω από το κολοσσιαίο πλασματικό κεφάλαιο, το μέγιστο και έσχατο όλων των φετίχ, όπως προείδε ο Μαρξ. Εάν καταρρεέουν όλες οι βεβαιότητες που λειτουργούσαν ως «καθεστώς αλήθειας», τότε ο υπαρκτός καπιταλισμός στον οποίον κυρήσσεται πλέον κατά κανόνα κι όχι κατ’ εξαίρεση η κατάσταση εξαίρεσης ή έκτακτης ανάγκης, συμπεριλαμβάνει σ’ αυτήν ακριβώς την διάσωση του καθεστώτος αλήθειας που την στηρίζει.

Το καθεστώς αλήθειας είναι ένας από τους όρους διαμόρφωσης και ανάπτυξης του καπιταλισμού. Ο Μισέλ Φουκώ το ονομάζει πολιτική οικονομία της αλήθειας και διακρίνει σ’ αυτήν, μεταξύ άλλων, την υποταγή της σε μια συνεχή οικονομική και πολιτική υποκίνηση, την μετατροπή της σε αντικείμενο τεράστιας διάδοσης, την παραγωγή και μετάδοσή της κάτω από τον κυρίαρχο έλεγχο μεγάλων πολιτικοοικονομικών μηχανισμών. Το πρόβλημα, υποστήριζε ο Φουκώ, δεν είναι να αλλάξουμε την συνείδηση των ανθρώπων ή το τι έχουν μέσα στα κεφάλια τους, αλλά να αλλάξουμε το πολιτικό, οικονομικό, θεσμικό καθεστώς παραγωγής της αλήθειας. Αλλιώς, ποια εξουσία θα ενδιαφερθεί να βρει εάν υπάρχει άλλη αλήθεια έξω από το δικό της καθεστώς αλήθειας, γεγονός που θα ισοδυναμούσε με το τέλος της; Η συμβουλή του Μαντελστάμ παραμένει επιτακτική: να αντικρίζουμε την Εποχή πάντα στις κόρες των ματιών της.

Το κείμενο Heimat – Η ανέστια Εστία ή Ένας περίπατος στο Gezi Park μαζί με τους Ernst Bloch, Walter Benjamin και Alain Badiou εκκινεί με τις φράσεις του Νίτσε από το Also spracht Zarathoustra (Πού βρίσκεται τα δικό μου σπίτι; Αυτό είναι που ζητώ και ψάχνω κι αυτό είναι που πάντα έψαχνα και ποτέ δεν βρήκα), την ζοφερή πρόγνωση του Charles Fourier – Ολοένα περισσότερο είναι στα γραφεία και στα κέντρα των εμπορικών – οικονομικών επιχειρήσεων που πρέπει να ψάξουμε να βρούμε το πραγματικό πλαίσιο της ζωής του πολίτη – και την παρομοίωση του Μπένγιαμιν του διαμερίσματος – κουτιού με ανθρώπους με τα κουτιά για παπούτσια ή καπέλα. Δεν είναι λοιπόν αυτονόητο ότι η κατοικία είναι οικεία. Το σπίτι δεν είναι αυτόματα η γεμάτη θαλπωρή εστία του ανθρώπου. Η μέχρι τώρα Ιστορία είναι Ιστορία της αποξένωσης του ανθρώπου και ο τόπος διαμονής του δεν μπορεί παρά να συμπυκνώνει την αλλοτρίωσή του.

Ο σπουδαίος μαρξιστής φιλόσοφος Ernst Bloch έβαλε στο κέντρο της φιλοσοφικής του αναζήτησης όχι το όν ή την Ιδέα αλλά την Εστία [die Heimat]. Και στο λαμπρό πανόραμα των ανθρωπίνων προσδοκιών που μας χαρίζει το μπλοχιανό έργο Η Αρχή της Ελπίδας, ιδιαίτερη και αξιοπρόσεκτη θέση καταλαμβάνουν οι αρχιτεκτονικές ουτοπίες. Από την αρχαιότητα η αρχιτεκτονική και η ουτοπία συνδέονται με την άριστη Πολιτεία του ευ ζην. Η ουτοπία, έγραψε, έχει δυο τάσεις, την μορφή της άκαμπτης πέτρα, του κλειστού και αμετάβλητου κόσμου, και την μορφή του εδεμικού Δέντρου της Ζωής. Ίσως με αυτή την σκέψη μπορούμε να καταλάβουμε γιατί η τύχη είκοσι δένδρων στο πάρκο Γκεζί της Πλατείας Ταξίμ που απειλούνταν με κόψιμο πυροδότησε μια εντελώς αναπάντεχη λαϊκή εξέγερση κατά της νέο-οθωμανικής τάξης, ένα Συμβάν-Τομή. Η αναδόμηση – καταστροφή της ιστορικότερης Πλατείας και τόπου ιστορικής μνήμης, ακολούθησε άλλα έργα της νέο-οθωμανικής μεγαλομανίας και νεοφιλελεύθερης κερδοσκοπίας της τουρκικής κυβέρνησης, και ήταν η πιο προκλητική και αντιδραστική «αλλαγή κόσμου» για τον λαό της πόλης. Δεν του έκοβαν απλώς είκοσι δέντρα, αλλά το ίδιο το Δέντρο της Ζωής.

Η αθέατη πλευρά της τέφρας αφορά το βιβλίο Αντιμέτωπη με το Ολοκαύτωμα – Η Λίζα Πίνχας διηγείται [έκδοση του Εβραϊκού Μουσείου Ελλάδας, 2014], όπου η Πίνχας αφηγείται την ζωή μέσα στον θάνατο, στο στρατόπεδο Άουσβιτς – Μπίρκενάου, όπου μπήκε στο στρατόπεδο το 1943, είκοσι επτά χρονών κορίτσι, και βγήκε ζωντανή δυο χρόνια μετά αφήνοντας εκατόν δώδεκα συγγενείς νεκρούς μαζί με τα έξι εκατομμύρια των εξοντωμένων Εβραίων. Η τέφρα ενάντια στην οποία γράφει είναι εκείνη που εκμηδενίζει ή απειλεί να εκμηδενίσει ακόμα και την δυνατότητα να μαρτυρήσει κανείς για την ίδια την εκμηδένιση. Υπάρχουν πάνω από εκατό χιλιάδες ατομικές μαρτυρίες επιζώντων, καθεμιά μοναδική, όπως η κάθε ανθρώπινη ύπαρξη, καθεμιά ανεπανάληπτη, ενική, μη αφομοιώσιμη σε κάποιο γενικό στατιστικό σύνολο. Η μαρτυρία της συνεχίζεται στο διπλό αυτό ενάντια: αντιμέτωπη με την Καταστροφή, την Σοά, μένει ακλόνητη στον αγώνα ενάντια στην εκμηδένιση όχι μόνο του θανάτου αλλά και της ίδιας της μνήμης.

Η δικαιοκρισία της Λίζας Πίνχας είναι αμείλικτη. Μέσα από την μαρτυρία της περνάει μπροστά στα μάτια μας μια ατέλειωτη σειρά εξευτελισμών και βασάνων, μέχρι την εξόντωση και την αποτέφρωση. Όλα όσα το σύγχρονο σύστημα θέλει να ξεχαστούν και να σβήσουν ή να μετατραπούν σε ακίνδυνα εικονίσματα· να μη φανεί προπαντός η ίδια η αδυσώπητη λογική του Ναζισμού και κάθε φασισμού που αρχίζει με το ποδοπάτημα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και καταλήγει στα στρατόπεδα εκμηδένισης. Αυτόν ακριβώς τον κεντρικό άξονα της δράσης του φασισμού, την συστηματική καταστροφή του ανθρώπινου μέσα στον άνθρωπο, ξεσκεπάζει χωρίς φτιασιδώματα η μαρτυρία αυτής της απλής αλλά αλύγιστης Θεσσαλονικιάς Εβραίας. Η αντίσταση σε αυτή την καταστροφή του ανθρώπινου ήταν η δημιουργία δικτύων αλληλεγγύης ανάμεσα στους κρατούμενους. Με την απελευθέρωσή της η Πίνχας γνώριζε καλά ότι το πένθος της δεν τελείωσε, ότι το ζήτημα της απόδοσης Δικαιοσύνης ως αίτημα Ζωής εκκρεμεί. Γι’ αυτό και δεν εξαφάνισε την πικρή της ελευθερίας μέσα στο πένθος αλλά μετέτρεψε την εργασία του πένθους σε δράση για τα δίκαια των επιζώντων, σε μαρτυρία.

Στο κείμενο Ελευθερία – …non ut Legem, sed ex amore ο συγγραφέας αναρωτιέται ποιο ευαίσθητο νεύρο άγγιξε ο Εβραίος σοφός του Άμστερνταμ Μπαρούχ Σπινόζα για να έχει προκαλέσει και να συνεχίζει να προκαλεί τόσα πάθη και να εξαπολύονται εναντίον του, από τον 17ο ως τον 21ο αιώνα τόσες  βίαιες επιθέσεις. Τόσο η Ηθική του όσο και η Θεολογικοπολιτική πραγματεία στα υπό έρευνα κεφάλαια έχουν ως κοινή κατάληξη την Ελευθερία [Libertas] και σ’ αυτούς τους δρόμους συναντιέται με έναν άλλο πρώιμο εξάγγελο της καθολικής ανθρώπινης χειραφέτησης, τον Giovanni Pico della Mirandola, ο οποίος στον λόγο του περί της αξιοπρέπειας του ανθρώπου επέστρεψε στην Ελευθερία το αληθινό της όνομα: Αξιοπρέπεια [Dignitas].

O Σπινόζα συγκρούστηκε με τις συντηρητικές πολιτικές και θρησκευτικές εξουσίες, με όλες τις σύγχρονές του μορφές υποδούλωσης, μαζί και με την εθελούσια δουλεία του πλήθους, την οποία διατηρούσαν κι εκμεταλλεύονται οι εξουσίες για να κάνουν τις λαϊκές μάζες «να μάχονται για την δουλεία τους σαν να επρόκειτο για την σωτηρία τους». Στον πρόλογο της Πραγματείας του ο Σπινόζα είχε ήδη δείξει πως σε καιρούς κρίσεις η fluctuation animi, ο κλυδωνισμός της ψυχής μεταξύ φόβου και ελπίδας γίνεται το πρόσφορο έδαφος για κάθε είδους σαπρόφυτα και προκαταλήψεις. Κι αυτός ήταν ο στόχος του έργου του, η δεισιδαιμονία ως εξουσιαστικός μηχανισμός υποδούλωσης και ελέγχου των πληθυσμών στην νεωτερική αστική κοινωνία. Η αξιοπρέπεια του ανθρώπου, κατά τον Πίκο ντέλλα Μιράντολα, έγκειται στην καθολικότητα στην οποία μπορεί να ανοιχτεί κάθε άνθρωπος· στο ίδιο μοίρασμα ανοίγεται και ο Σπινόζα, που, παρόλο που δεν έχασε τις εβραϊκές ρίζες της σκέψης του, θα συμφωνούσε με την δαιμόνια ξεριζωμένη Εβραία, την Γερτρούδη Στάιν, η οποία, σαρκάζοντας την μυθολογία των Ναζί για «ρίζες», «αίμα και γη», θα πει: Είναι σπουδαίο να έχεις ρίζες, αρκεί να μπορείς να τις πάρεις μαζί σου!

Ο Jean Genet στον κόσμο του Μεγάλου Ιεροεξεταστή έχει ως αφορμή το βιβλίο του Το παιδί εγκληματίας [Άγρα, 2015]. Ο Ζενέ δεν έπαψε ποτέ να επανέρχεται και να μιλά σαν Νέμεση, πόσο μάλλον όταν επιχείρησε την απαγορευμένη τελικά ραδιοφωνική εκπομπή Το παιδί εγκληματίας. Το ίδιο απαγορευμένα ήταν και τα λόγια του πέντε χρόνια μετά το τέλος του Άουσβιτς: Οι εφημερίδες εξακολουθούν να δημοσιεύουν φωτογραφίες των πτωμάτων […] … αυτά είναι τα εγκλήματα του Χίτλερ. Κανείς όμως δεν διανοήθηκε ότι ανέκαθεν στις φυλακές ανηλίκων, στις γαλλικές φυλακές, βασανιστές βασανίζουν παιδιά και άνδρες… Εμάς μας κακοποίησαν τόσο στη φυλακή και τόσο άνανδρα που ζηλεύω τα δικά σας βασανιστήρια. […] εμείς όμως θα εξακολουθούμε να ενσαρκώνουμε τις τύψεις σας.

Ο Ζενέ μιλάει ως εχθρός του κόσμου, ως νομικός εκπρόσωπος του Κακού. Δηλώνει απερίφραστα ότι πρόθεσή του είναι «να ακουστεί η φωνή του εγκληματία». Χρειάζεται, γράφει, θάρρος να έρθεις σε ρήξη με την παντοδυναμία του κόσμου, και ακόμα να αρνηθείς οποιοδήποτε «σωφρονισμό» ή «ανασυγκρότηση» ή «επανένταξη». Όπως ο Ιβάν Καραμάζοφ του Ντοστογέφσκυ στην αφήγηση του Μεγάλου Ιεροεξεταστή, έτσι και αυτός εναντιώνεται σε κάθε κανόνα γιατί είναι κανόνας υποδούλωσης στην υπάρχουσα τάξη των πραγμάτων. Αν η ανθρωπότητα, το ανθρώπινο που την καθιστά «ανθρωπότητα» δεν είναι μια αφηρημένη ταυτότητα κοινών χαρακτηριστικών αλλά η αναγνώριση του Μοναδικού ως του κοινού στους ανθρώπου, στοιχείο που διαπερνά και την συζήτηση με τον Αλμπέρτο Τζιακομέττι στο Εργαστήριό του, τότε δεν μας κάνει εντύπωση που ο μεγάλος ζωγράφος ερωτεύτηκε μια γοητευτική γριά κλοσάρ κι ο Ζενέ έναν εξίσου ρακένδυτο ζητιάνο.

Ένας άλλος έρωτας ενέπνευσε τον σπουδαίο Βάλτερ Μπένγιαμιν στο έργο του Μονόδρομος: η αναφερόμενη Οδός Άσια Λάτσις στην αφιέρωση στην αρχή του βιβλίου δεν είναι παρά η Λεττονή μπολσεβίκα από την Ρίγα, πρωτοποριακή σκηνοθέτρια του προλεταριακού παιδικού θεάτρου στην Σοβιετική Ρωσία και παιδαγωγός αφοσιωμένη στα ορφανά και εγκαταλελειμμένα παιδιά. Η Άσια Λάτσις δεν ήταν κάποια εφήμερη ερωτική περιπέτεια αλλά μια συνάντηση με το πνεύμα της μοντέρνας τέχνης και την ψυχή της επανάστασης, ένας μονόδρομος. Σύντομα καταλήγουν σ’ έναν άλλου είδους μονόδρομο, την σταδιακή απογοήτευση από το έλλειμμα και την γραφειοκρατικοποίηση της επανάστασης από τον σταλινισμό. Όμως η περίπτωση του Μπένγιαμιν (στον οποίο αφιερώνονται και άλλα κεφάλαια) έχει ένα παράδοξο: ενώ στον Μάη του ’68 ήρθε στην επικαιρότητα ως ο στοχαστής της επανάστασης, όπως όντως είναι, στα τέλη του 20ού αιώνα μετατράπηκε σε θλιβερό εστέτ και σε εκπρόσωπο όλων των παραιτημένων. Ποιος φοβάται άραγε την επαναστατική του ιδιότητα και τον Μονόδρομο του, έναν δρόμο που τον χαράσσεις όσο τον περπατείς ενώ τα ερείπιά του που σωριάζονται μπροστά σου δεν φράζουν αλλά ανοίγουν τον δρόμο;

Ο Angelus Novus στον καιρό της Μεγάλης Ύφεσης, Ο William Blake στην Πλατεία Συντάγματος, Ο αντισημιτισμός ως κρίση του πολιτισμού, Η Άκρα Ταπείνωση της Ρέας Γαλανάκη, Οι Κώδικες του Γιώργου Λαζόγκα, Το Άουσβιτς sub specie future, Η τέχνη σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, Ο Ρωμαίος, η Ιουλιέττα και τα φαντάσματα των ταυτοτήτων, Ο Ζντάνωφ και οι γάτες της Αχμάτοβα, Η αλληλογραφία Γιάννη Ρίτσου – Άρη Αλεξάνδρου – Καίτης Δρόσου, Σκέψεις για τον Βύρωνα Λεοντάρη, Ο Μίλτος Μακρίδης και η απόγνωση ως ευγένεια, Ο βιβλικός ποιητής Α. Εμπειρίκος, Η επανάσταση στους Deleuze και Guattari είναι μόνο ορισμένα θέματα που αναταράσσει η γραφή του συγγραφέα με το γνωστό της ύφος: με πλήρη επιστημονικό εμπλουτισμό (πάντα με πλούσιες σημειώσεις), απρόσμενους συνειρμούς, ενθουσιώδη γραφή και απολαυστικό λόγο, όπου το κάθε κείμενο ανοίγει και παραπέμπει σε πολλαπλά άλλα κείμενα, σ’ ένα καταιγισμό ιδεών και προβληματισμών. Έχουμε, άλλωστε, ήδη παρουσιάσει στο Πανδοχείο τις γραφές του για την Περιπλάνηση, το Μεσσιανικό και την Musica ex nihilo.

Στις εικόνες: Michel Foucault, Ernst Bloch, Εξεγερτές της Κωνσταντινούπολης, Holocaust Survivor [Hanka Kornfeld-Marder], Baruch Spinoza [Alexey Leonov], Anna Lācis.

22
Μαρ.
18

André Gide – Οι κιβδηλοποιοί & Ημερολόγιο των Κιβδηλοποιών

Στο διαρκές σταυροδρόμι των ηθικών και αισθητικών επιλογών

Να μη βασίσω τη συνέχεια του μυθιστορήματός μου στην προέκταση των ήδη χαραγμένων γραμμών· ιδού η δυσκολία. Μια διαρκής εμφάνιση νέων στοιχείων· κάθε νέο κεφάλαιο πρέπει να θέτει ένα καινούργιο πρόβλημα, να’ ναι μια εισαγωγή, μια κατεύθυνση, μια ώθηση, ένα βήμα μπροστά για το πνεύμα του αναγνώστη. Όμως, ο αναγνώστης θα πρέπει να «φύγει» από μένα, όπως η πέρα «φεύγει» απ’ τη σφεντόνα. Δεν έχω μάλιστα, αντίρρηση να επιστρέψει, σαν μπούμεραγκ και να με χτυπήσει…

… έγραφε ο Αντρέ Ζιντ στο Ημερολόγιο των Κιβδηλοποιών [σ. 445], και η επιθυμία του εκφράζει σε μεγάλο βαθμό τον πυρήνα του σπουδαίου μυθιστορήματος που παραμένει μέχρι σήμερα κλασικό και επίκαιρο. Ο Ζιντ συνέλαβε την ιδέα ενός έργου μεγάλης έκτασης, με πολλούς πρωταγωνιστές, με διάφορες επιμέρους ιστορίες που αλληλοδιαπλέκονται, στον πλαίσιο των οποίων δοκιμάζονται και αντιπαρατίθενται ποικίλες ηθικές και αισθητικές επιλογές. Έβλεπε το κείμενό του σαν ένα σταυροδρόμι θεμάτων, μια διασταύρωση προβλημάτων όπως η εξέγερση εναντίον της οικογένειας, η σύγκρουση των γενεών, η θρησκεία, η ομοφυλοφιλία, η σχέση της λογοτεχνίας και της ζωής, το καλό και το κακό, η κιβδηλεία.

Η αρχή γίνεται με την φυγή ενός νέου από το πατρικό του, όταν ανακαλύπτει ότι είναι νόθος, ενώ στο κέντρο του βιβλίου βρίσκεται ένας μυθιστοριογράφος, που κρατάει ημερολόγιο και προσπαθεί να γράψει τους Κιβδηλοποιούς, ένα βιβλίο χωρίς συγκεκριμένο θέμα, που θα περιλαμβάνει ό,τι βλέπει, ό,τι γνωρίζει και όλα όσα του μαθαίνει η ζωή αλλά και η σύγκρουση ανάμεσα στα γεγονότα και την ιδεατή πραγματικότητα. Γύρω του κινούνται δεκάδες χαρακτήρες που εκπροσωπούν ξεχωριστές νοοτροπίες και στάσεις ζωής. Στην ουσία όλοι αποτελούν υποκείμενα μιας μαθητείας αλλά ζουν καταστάσεις στο πλαίσιο των οποίων όχι μόνο δεν αντιλαμβάνονται την πλάνη τους αλλά και στο τέλος βυθίζονται περισσότερο σ’ αυτήν. Πρόκειται για έναν αναπότρεπτο ανθρώπινο νόμο που δεν είναι μοιραίος, καθώς εναπόκειται στον καθένα να τον αναγνωρίσει και να διατηρήσει την ελευθερία του.

Οι Κιβδηλοποιοί αποτελούν κορυφαία στιγμή στην πορεία διαμόρφωσης του μυθοπλαστικού κόσμου  του συγγραφέα πριν το μεγάλο ταξίδι του στην μαύρη Αφρική και την εποχή της στράτευσης και των μαρτυριών. Το μυθιστόρημα ανταποκρίνεται στην επιθυμία του συγγραφέα για ένα έργο πληθωρικό, τροφοδοτούμενο απ’ όλα όσα προσφέρει η ζωή· αφηγείται γεγονότα που διαδραματίζεται με βάση περισσότερες της μιας οπτικές γωνίες και αφηγηματικές τεχνικές, καλώντας τον αναγνώστη σε ένα είδος ενεργητικής και κριτικής συμμετοχής. Το βιβλίο άσκησε βαθιά επίδραση σε πολλά μεταγενέστερα μυθιστορήματα αλλά και συγγραφείς, όπως οι πρωτεργάτες του «νέου μυθιστορήματος» (Sarraute, Butor, Robbe-Grillet), ενώ ο Σαρτρ μίλησε για ένα μυθιστόρημα που επιμένει να αμφισβητεί τον εαυτό του και να αναστοχάζεται την ίδια του την υπόσταση.

Μου είναι οπωσδήποτε πιο εύκολο να βάλω έναν απ’ τους ήρωές μου να μιλάει, παρά να εκφράζομαι εγώ ο ίδιος· και μάλιστα, όσο περισσότερο ο μυθιστορηματικός χαρακτήρας διαφέρει από μένα, τόσο το καλύτερο. Οι μονόλογοι του Λαφκαντιό ή το ημερολόγιο της Αλισά, είναι ό,τι καλύτερο έχω γράψει, και μάλιστα με τη μεγαλύτερη ευκολία. Όταν τα γράφω αυτά, ξεχνώ ποιος ήμουν, αν υποθέσουμε πως ήξερα ποτέ. Γίνομαι «ο άλλος». (Ζητάνε να μάθουν τη γνώμη μου· αδιαφορώ γι’ αυτήν. Δεν είμαι πια κάποιος, αλλά πολλοί – εξού και μου αποδίδουν αστάθεια, με θεωρούν ευμετάβλητο). Να ωθείς την αυταπάρνησή σου ως την απόλυτη λήθη του εαυτού σου. [Ημερολόγιο των Κιβδηλοποιών, σ. 442]

Ο Ζιντ αντιδρούσε στο να μένει κανείς «ήσυχος», στη θέση που του είχε προκαθορίσει η κοινωνία. Σε όλη του τη ζωή θα είναι ένας νομάδας, σπάνια στο δικό του σπίτι, πάντα σε σπίτια άλλων· ένας ψυχαναγκαστικός ταξιδιώτης που θεωρούσε την ακινησία μίμηση θανάτου. Ήταν πάντα έτοιμος να εγκαταλείψει το σημείο όπου είχε φτάσει, προκειμένου να ανακαλύψει ένα καινούργιο, κατά προτίμηση στους αντίποδες του προηγούμενου. Οι πνευματικές του περιπέτειες, οι ανεξάντλητες απολαύσεις των αισθήσεων, τα ανήσυχα νοητικά παιχνίδια του πέρασαν αυτούσια στην πρόζα του. Κάθε βιβλίο του είναι μοναδικό, αντίθετο ή και σε αντίφαση με κάποιο άλλο. Η ζωή του δεν υπήρξε ένα δράμα επιλογών αλλά ενορχήστρωσης και ενσωμάτωσης, αυτών· δεν ήταν απλώς το παραδοσιακό πλαίσιο των έργων του αλλά συστατικό τους στοιχείο. Πρόκειται για σπάνιο παράδειγμα όπου «ο άνθρωπος και το έργο του» είναι αξεδιάλυτα μεταξύ τους.

Στην αμφισημία της πραγματικότητας δεν μπορεί να αντιστοιχεί ένας μόνο λόγος, γράφει ο Pierre Masson στον πρόλογό του στην έκδοση των Πλειάδων [Bibliothèque de la Pléiade]. Γι’ αυτό και ο Ζιντ δεν παύει ποτέ να στηλιτεύει ή να σαρκάζει κάθε είδους λόγο, λογοτεχνικό ή θρησκευτικό, που ισχυρίζεται ότι αποδίδει την πραγματικότητα. Υποστήριξε την πάλη κατά της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης αλλά και αποδοκίμασε τον σταλινισμό σε όλες τις εκδοχές του. Καταδίκασε την αποικιοκρατία, αποκήρυξε τον ασφυκτικό εναγκαλισμό των θρησκειών και την υποκριτική λατρεία του πόνου και διεκδίκησε μια νέα σεξουαλική ηθική. Στο πλαίσιο αυτό η ομοφυλοφιλία του ήταν ο ιδανικότερος δρόμος προς την στράτευση.

Οι μυθιστοριογράφοι μας εξαπατούν όταν μας αναπτύσσουν την εξέλιξη ενός ατόμου χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τις πιέσεις που του ασκεί το περιβάλλον του. Το δάσος διαμορφώνει το δέντρο. Ο χώρος που αναλογεί στο κάθε δέντρο είναι τόσο λίγος! Πόσοι και πόσοι βλαστοί μένουν τελικά ατροφικοί! Καθένας απ’ αυτούς απλώνεται όπου βρει χώρο. Το κλαδί του μυστικισμού το οφείλουμε, κατά κανόνα, στην «ασφυξία» που επικρατεί. Μόνο προς τα πάνω, προς τον ουρανό, υπάρχει διαφυγή! [Ημερολόγιο του Εντουάρ, σ. 290]

Η πρόζα του δεν έπαψε ποτέ να αποτελεί αντικείμενο πειραματισμού ενώ η γλώσσα του, πάντα πλούσια και καλογραμμένη, τον ανέδειξε ως έναν μεγάλο στιλίστα, υποδειγματικό στην αναζήτηση της πιο κατάλληλης έκφρασης για να αποδώσει την σκέψη του. Το επίμετρο περιλαμβάνει ακόμα κείμενα των Pierre Lepape, Claude Martin και Alain Goulet, συνέντευξη του Frank Lestringant στον Joseph Vebret, κείμενο του Ζαν-Πωλ Σαρτρ για τον συγγραφέα, εργοβιογραφικό χρονολόγιο και 102 σημειώσεις της μετάφρασης, όλα πολύτιμα συμπληρώματα μιας εξαιρετικής έκδοσης.

Μπορεί άραγε σ’ έναν τόσο πολύπλοκο κόσμο να αναγνωρίσει κανείς τα κίβδηλα και τα πλαστά; Η ίδια η λογοτεχνία θα σπεύδει κάθε φορά όχι να δώσει τις απαντήσεις αλλά να ανοίγει τα μάτια των ανθρώπων. Ο Αντρέ Ζιντ δεν έπαψε να εργάζεται πάνω στο αδιανόητο αυτό σχέδιο. Κι όπως έγραψε στον έξοχο Θησέα, ένα είδος διαθήκης τους: Έχω αποδεχτεί ότι πλησιάζω στον μοναχικό μου θάνατο. Γεύτηκα πολλά από τα καλά αυτού του κόσμου. Με ευχαριστεί να σκέφτομαι ότι, έπειτα από μένα, χάρη σ’ εμένα, οι άνθρωποι θα νιώθουν πιο ευτυχείς, καλύτεροι, πιο ελεύθεροι. Το έργο μου και η ζωή μου είναι συμβολή σε ένα καλύτερο μέλλον για την ανθρωπότητα. [σ. 486]

Εκδ. Πόλις, 2014 (ανατ. 2016), μτφ. Ανδρέας Παππάς, εισαγωγή Αλεξάνδρα Σαμουήλ, σελ. 525 [Les Faux-monnayeurs, 1925]

Υπό δημοσίευση: περιοδικό (δε)κατα, προσεχές τεύχος, αφιέρωμα Γαλλία.




Μαρτίου 2018
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 1234
567891011
12131415161718
19202122232425
262728293031  

Blog Stats

  • 1.138.325 hits

Αρχείο