Ωραία φαίνεται να περνάει ο Νόρμαν. Έχει το σκυλάκι του, τους φίλους του, ένα ωραίο μικρό πάρκο να μοιράζονται τα παγωτά τους, ένα σπίτι με αυλή, δυο γονείς που εμφανώς τον υπεραγαπούν. Τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να έχουν πάει καλύτερα. Μέχρι τώρα ήταν πάντα απολύτως φυσιολογικός, παρόλο που αυτός ο χαρακτηρισμός μάλλον είναι και θα παραμένει αδιευκρίνιστος. Μέχρι που μια μέρα βγάζει ένα ζευγάρι χρωματιστά φτερά και πετάει στον ουρανό χαζεύοντας την γειτονιά του από ψηλά. Σ’ έναν μαυρόασπρο κόσμο, όπως ζωγραφίζεται εδώ το περιβάλλον του, οι πολύχρωμες φτερούγες δίνουν ποικιλία, λάμψη, ομορφιά. Οι διαδρομές γίνονται αιθέριες, οι βουτιές θεαματικές. Αυτή η εξέλιξη είναι η τελευταία που θα φανταζόταν, κι ας έχει μεγάλη φαντασία. Μπορούσε να «δει» τον εαυτό του μεγάλο, ψηλό, ακόμα και μουσάτο όπως ο μπαμπάς του, αλλά ιπτάμενο… ποτέ!
Κι όμως: ο Νόρμαν δεν αισθάνεται καλά. Αρχίζει να επιθυμεί το μάζεμά τους, γιατί σίγουρα ένα ζευγάρι φτερών του ακυρώνει την φυσιολογικότητά του. Πώς θα νοιώσουν οι γονείς του αν τα δουν, πώς θα τον αντιμετωπίσουν οι φίλοι του; Καλύτερα να τα κρύψει κάτω από το μεγάλο κίτρινο μπουφάν του, κι ας είναι άβολο να το φοράει παντού: στο τραπέζι του φαγητού, στην μπανιέρα, στο κρεβάτι. Οι γονείς του απορούν αλλά τον αντιμετωπίζουν με κατανόηση και τον αφήνουν να συμπεριφέρεται όπως αισθάνεται. Το μπουφάν είναι ζεστό και άβολο αλλά κανείς δεν πρέπει να δει τα μη φυσιολογικά φτερά του!
Η ζωή του πλέον αλλάζει ολοκληρωτικά. Πώς να παίξει με τα άλλα παιδιά στο πάρκο όταν ζεσταίνεται υπερβολικά; Πώς να βουτήξει στην πισίνα, πώς να αντέξει τις διαδρομές με το αυτοκίνητο; Πώς να διασκεδάσει με το φουσκωτό κάστρο στα πάρτι; Μόνο στις βροχές κάπως ηρεμεί αλλά σε κάθε περίπτωση εύχεται να μην είχε βγάλει ποτέ αυτά τα χαζά φτερά. Όμως καθώς στρέφει το κεφάλι του προς τον ουρανό και βλέπει τις πτήσεις των πουλιών δεν μπορεί να μη θυμηθεί και την δική του πρωτόγνωρη αίσθηση. Και τότε αντιλαμβάνεται ότι είναι το μπουφάν που τον κάνει δυστυχισμένο και όχι τα φτερά. Η τρυφερή προτροπή των γονιών του τον ενθαρρύνει ακόμα περισσότερο και τώρα πετάει, πετάει ανάλαφρος. Αλλά η μαγεία δεν σταματά εδώ. Τα παιδιά κάτω στη γη τον βλέπουν και θυμούνται τα δικά τους βαριά και ασήκωτα μπουφάν. Κοιτάζονται μεταξύ τους αμήχανα και μετά τα βγάζουν κι εκείνα τα δικά τους, μέχρι ο ουρανός να γεμίσει με ιπτάμενα παιδιά, χαρούμενα γι’ αυτό που είναι. 
Όπως αντιλαμβάνεται κανείς, η ιστορία του βιβλίου δοκιμάζει με τον δικό της τρόπο να μιλήσει για τον διαφορετικό και ιδιαίτερο χαρακτήρα που έχει ο κάθε άνθρωπος, το κάθε παιδί. Είμαστε όλοι φτιαγμένοι από μοναδικά συστατικά και χαρακτηριζόμαστε από ανεπανάληπτα στοιχεία, ολόδικά μας. Η διαφορετικότητα κάθε παιδιού είναι δεδομένη, όσο κι αν η σύγχρονη ζωή επιθυμεί να μας καταστήσει όλους ίδιους και όμοιους. Αποτελεί πλούτο αμύθητο, θησαυρό πολύτιμο που αν δεν ανοίξουν, θα κινδυνεύσουν να νοιώσουν φυλακισμένα σε εαυτούς ξένους, σε σώματα που δεν θα νοιώθουν δικά τους, σε πρόσωπα πλαστά. Ένα μικρό παιδί μπορεί να αισθάνεται την δική του ως βάρος, ως μια γκρίζα ζώνη χωρίς να βλέπει πόσο πολύχρωμη και πόσο δικιά του είναι. Ίσως γι’ αυτό οι χρωματισμοί των σελίδων είναι γκρίζοι, αλλά, εκτός από τον ουρανό και τα πουλιά, τα φτερά είναι πολύχρωμα, κι είναι τόσο έντονο το χρώμα τους που μεταφέρεται ακόμα και στα μπουφάν που επιχειρούν να τα καλύψουν. Γιατί ποτέ δεν υπάρχει το απολύτως φυσιολογικό, παρά μόνο απολύτως ο εαυτός μας.
Ο συγγραφέας αποτελεί περίφημο παράδειγμα συγγραφέα παιδικών ιστοριών και εικονογράφου. Μεγαλωμένος σε μια απομονωμένη αγγλική κωμόπολη, στερήθηκε έναν ζωντανό τόπο διαβίωσης αλλά γνώρισε πολλούς τέτοιους και άλλες τόσες κουλτούρες χάρη στα βιβλία που του κρατούσαν πάντα συντροφιά, μέχρι να ανοίξει τα φτερά του και να είναι τώρα αυτός ο σύντροφος δημιουργός αναρίθμητων παιδιών. Τα σχέδιά του είναι πλέον αναγνωρίσιμα: ελαφρώς μεγαλύτερο μέγεθος στα κεφαλάκια, ανοιγμένο φόντο πίσω από τα πρόσωπα, ακριβέστατες μολυβιές στα σπίτια και τα αντικείμενα, προτίμηση στις εικόνες που μιλάνε από μόνες τους και δεν χρειάζονται πολλές φράσεις.
Εκδ. Ψυχογιός, μτφ. Πετρούλα Γαβριηλίδου, 2019, σελ. 32 [Tom Percival – Perfeclty Norman].
Δημοσίευση και στο Πανδοχείο των παιδιών, εδώ.




