Στέργια Κάββαλου – Τα Χριστούγεννα της Πραλίνας

Η παρουσία του απόντα

Πάντα αναζητούμε και υποδεχόμαστε τα βιβλία που δοκιμάζουν να μιλήσουν στα παιδιά για θέματα μείζονα και λεπτά, σκληρά μα και αναπόφευκτα, αναπόσπαστα κομμάτια της ζωής. Από την παρενόχληση και το μπούλινγκ έως τον χωρισμό των γονέων και τον θάνατο, μια σειρά τέτοιων βιβλίων τα τελευταία χρόνια αλλάζουν την μανιέρα της αδιατάρακτης ευτυχίας και προτείνουν με τον πιο γλυκό τρόπο την διαχείριση ανάλογων καταστάσεων και μια γαλήνια συνέχιση της ζωής.

Μιλώντας λοιπόν για την απώλεια, είτε προέρχεται από θάνατο είτε από πάσης φύσεως φυγή ενός αγαπημένου συγγενή, πόσο μάλλον γονέα, αυτή είναι περισσότερο από ποτέ αισθητή και επίπονη στις γιορτές των Χριστουγέννων, ακριβώς επειδή η φύση τους συνδέεται άμεσα με την ζεστή συνύπαρξη της οικογένειας και όλες τις εορταστικές εθιμικές τελετουργίες. Πώς ετοιμάζεται, λοιπόν, να ζήσει αυτή την περίοδο η Λίνα που έχει χάσει τον μπαμπά της; Τα δικά της Χριστούγεννα δεν είναι εκείνα που θεωρούσε δεδομένα, τόσο η ίδια όσο και όλα τα άλλα παιδιά: γεμάτα με στολίδια και εορταστικά εδέσματα, με το μάζεμα της οικογένειας και την ανταλλαγή δώρων.

Τώρα είναι λες όλα έχουν αντιστραφεί και το σπίτι είναι αστόλιστο, η γωνιά του έλατου άδεια και οι μυρωδιές από την  κουζίνα ανύπαρκτες, αλλά πάνω απ’ όλα η ίδια η μαμά της είναι αρνητική με το κλίμα: τα κάλαντα των παιδιών της ακούγονται φάλτσα, το κλειστό σχολείο την πιέζει γιατί δεν μπορεί να δουλέψει, τζάκι δεν υπάρχει. Είναι αξιοσημείωτη αυτή η ρεαλιστική απόδοση της μητέρας: δεν κυριαρχεί η κλασική των παραμυθιών στωική θλίψη αλλά το άγχος και ο εκνευρισμός. Όμως η εξήγηση είναι κοινή: ο μπαμπάς είναι απών. Η Λίνα προβληματίζεται για την παρουσία του κάπου αλλού (και πού;), τιμωρεί τα παιχνίδια της, ζηλεύει εκείνα που έχουν «πλήρη οικογένεια».

Αλλά οι μνήμες είναι παρούσες: η μεταμόρφωσή του σε σοκολατένιο τέρας χάρη στην αγαπημένη του πραλίνα στα δόντια του, τα ατέλειωτα κυνηγητά, η συνένοχη απόλαυση της πραλίνας. Πού είναι λοιπόν το περίφημο θαύμα των Χριστουγέννων; Μήπως αν δεν έρθει σε αυτήν, να πάει εκείνη σε αυτό; Μήπως η αποφασιστική φράση της ότι «σκοπεύει να τα γιορτάσει με τους δυο γονείς της» κινητοποιεί μια σειρά αναπάντεχων επακόλουθων; Μπορεί ένα αστέρι να εισχωρήσει από το παράθυρο, να ανέβει στο μαραμένο φυτό και να το μεταπλάσει σε καταπράσινο δέντρο, και, αφού κάνει μερικές στροφές γύρω από τον εαυτό του, να καταλήξει καταστόλιστο με μπάλες πραλίνας; Η καταπακτή που ανοίγει στο χώμα του είναι δυνατόν να οδηγεί σ’ ένα υπόγειο όπου μαγείρισσες και μάγειρες ετοιμάζουν όσα χρειάζονται για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι; Και που έμαθαν τα χελιδόνια να στρώνουν κόκκινο τραπεζομάντηλο;

Αν το αγαπημένο μέρος του μπαμπά ήταν ακριβώς αυτό το σπίτι, τότε εδώ θα αρχίσει η γιορτή: ο φούρνος θα μοιάσει με τζάκι και το σακίδιο που της έδωσαν οι υπόγειοι μάγειρες θα έχει μέσα όλα τα αγαπημένα του γλυκίσματα (με κοινό υλικό την πραλίνα φυσικά!),  το καθένα και μια ιστορία για εκείνον. Έκτοτε μαμά και κόρη χαίρονται τις γιορτές, γελάνε με τα φάλτσα κάλαντα, τηρούν πιστά το έθιμο του κυνηγητού με δόντια πραλίνας και κάνουν όλα όσα θα άρεσαν στον μπαμπά, που με κάποιο τρόπο και ακριβώς για όλα αυτά, είναι «κοντά τους».

Κι εμείς, όχι χωρίς συγκίνηση, σκεφτόμαστε πάνω στην απώλεια και την διαχείρισή της: κατανοούμε και αποδεχόμαστε τα συναισθήματα της Λίνας και της μητέρας της, αντιλαμβανόμαστε ότι το θαύμα των Χριστουγέννων και οποιασδήποτε γιορτής δεν έρχεται μόνο του αλλά χρειάζεται την δική μας πρόσκληση, ότι μπορούμε να συζητάμε και να βρίσκουμε τρόπος για να ομορφαίνουμε την ζωή μας, και πάνω απ’ όλα, όσο κι αν η απώλεια δεν αναπληρώνεται ποτέ, μπορούμε τον αγαπημένο μας απόντα να τον έχουμε παρόντα δίπλα μας, αρκεί να τηρούμε τις συνήθειές του, να μοιραζόμαστε τις προτιμήσεις του, να κάνουμε όσα του άρεσαν, να δίνουμε αγάπη, σαν κι εκείνη που μας χάριζε. Ο εικονογράφος ζωγράφισε με τρόπο που μας θύμισε παλιά αναγνωστικά και κόμικς, ό,τι πιο ευπρόσδεκτο για ένα τέτοιο θέμα.

Εικονογράφηση: Παναγιώτης Τσαούσης.

Εκδ. Παρισιάνου Α.Ε., 2021, σελ. 54

Ηλικίες: 6+

Ιστοσελίδα της συγγραφέα, εδώ.

Ιστοσελίδα του εικονογράφου, εδώ

Ένα άλλο παιδικό βιβλίο της Στέργιας Κάββαλου, εδώ και εδώ.

Η συγγραφέας στο Αίθριο του Πανδοχείου των ενηλίκων, εδώ

Η συγγραφέας στο Αίθριο του Πανδοχείου των παιδιών, εδώ:

Δημοσίευση και στο Πανδοχείο των παιδιών, εδώ.

Μαρία Γιαγιάννου – Έχω έναν καλό Παππούα

«Ο χορός και τα χρώματα σημαίνουν ελευθερία!»

Η μνήμη μου εδώ δεν με απατά: ανάμεσα στις σελίδες των Εγκυκλοπαιδειών που ξεφύλλιζα εκατοντάδες φορές στο παιδικό μου σπίτι, εκείνες που δεν χόρταινα ποτέ ήταν όσες γέμιζαν με τις παραδοσιακές φυλές των ιθαγενών του πλανήτη μας, και ιδίως της Αφρικής, της Νότιας Αμερικής, της Ασίας, της Ωκεανίας. Χορταρένιες καλύβες, ελάχιστα αλλά πολύχρωμα ρούχα, άμεση γειτνίαση με την φύση, γυμνά πόδια στο χώμα, ατελείωτοι χοροί και τραγούδια, εκείνη η αίσθηση της κοινότητας και της αρμονίας. Αργότερα θα αναρωτιόμουν: γιατί ένας τέτοιος αισθητικός πλούτος, η σοφία αυτών των φυλών και το αυτονόητο πραγματολογικό ενδιαφέρον τους δεν αποτέλεσε το θέμα κάποιου βιβλίου για παιδιά;

Κι όμως, κάπου ανάμεσα στα ράφια των βιβλιοπωλείων έχει φτιάξει την καλύβα του ένας εκλεκτός εκπρόσωπος, ή, καλύτερα, πρέσβης μιας τέτοιας φυλής. Και είναι ο παππούς της μικρής Ελευθερίας, ο οποίος δεν μπορούσε βέβαια να μάθει ότι υπάρχει μια φυλή ονόματι Παπούα και να μην διακρίνει την διαφορά ενός και μόνο γράμματος από την δική του ιδιότητα, εμφανές σημάδι ότι κάποια σχέση κρύβεται εν δυνάμει μεταξύ τους! Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Η Ελευθερία εμφανώς αγαπάει τα χρώματα και τις χρήσεις τους, γιατί όταν πηγαίνει στον παππού και την γιαγιά με τα «απολύτως απαραίτητα», αυτά συμπεριλαμβάνουν: μαρκαδόρους, ξυλομπογιές, νερομπογιές, κιμωλίες, πινέλα, παλέτα, μπλοκ ζωγραφικής, τελάρα, καβαλέτο. Όταν φτάνει σπίτι τους, βλέπει την γιαγιά να πλέκει μια ζακέτα για να την γεμίσει φτερά και κοχύλια, καθότι ο παππούς, λέει, έγινε Παπούα! Και επειδή η βιβλιοθήκη είναι πάντα πολύτιμη πηγή γνώσης, ένα βιβλίο από το ράφι τής προσφέρει τις απαραίτητες πληροφορίες για τους Παπούα της Νέας Γουινέας που ενέπνευσαν τον παππού να γίνει σαν κι αυτούς. Ωραίοι ακούγονται: ζουν όλοι μαζί σαν οικογένεια, ζωγραφίζουν το σώμα τους με μπογιές, πίνουν το νερό της βροχής, ζωγραφίζουν σε φύλλα και ξύλα, κάνουν παρέα με τα ζώα, χορεύουν!

Μια πρώτη αυτοψία είναι απολύτως απαραίτητη: ο παππούς βρίσκεται στην ταράτσα, όπου υπάρχουν ήδη δυο φοινικόδεντρα, μια τεχνητή λίμνη, μια καλύβα, ένα εξωτικό πουλί, μια συλλογή από τύμπανα και φλογέρες και πλουμιστός πια ο Παπούα παππούς. Της εξηγεί ότι ο χορός και τα χρώματα τον κάνουν να αισθάνεται ελεύθερος και την προσκαλεί να κατεβούν στην πόλη και να «ελευθερώσουν» τους ανθρώπους, παίρνοντας μαζί τους κάτι πολύχρωμες μπάλες. Ένας Παπούα κι ένα Παπουάκι βγαίνουν στους δρόμους της πόλης σε μια καλλιτεχνική αποστολή. Αγωνία στο κατακόρυφο! (Σε αυτό το σημείο εφαρμόζω την τακτική της επιβράδυνσης και σηκώνομαι δήθεν για να πάρω κάτι, ενώ οι νεαρές διαμαρτύρονται έντονα).

Η συνεννόηση με τον φούρναρη, τον μανάβη και την φαρμακοποιό αποδεικνύεται δύσκολη καθώς τα μέλη της εν λόγω φυλής δεν συναλλάσσονται με χρήματα και ο παππούς προτείνει… μπανανόφυλλα. Αλλά η αποστολή συνεχίζεται κι ένας βρώμικος και γκρίζος τοίχος αποτελεί ιδανικό πεδίο παιχνιδιού και χρωματισμού. Αρχίζουν να ρίχνουν πάνω του τις πολύχρωμες μπάλες και η όψη του αλλάζει. Μια κυρία αντιδράει αλλά ο παππού(α)ς της εξηγεί ότι ο τοίχος ήταν μοναχικός και παρατημένος ενώ τώρα ζωντανεύει και χρωματίζει τον χώρο. Ένας νεαρός χαίρεται με την απρόσμενη δράση και προτείνει χρωματισμό σπιτιών και αγαλμάτων αλλά ο παππούς του τονίζει ότι την διαφορά: πρέπει να διακρίνουμε πότε αυτά είναι ευτυχισμένα και πότε όχι – μόνο στην τελευταία περίπτωση τα ζωγραφίζουμε και ποτέ δεν τα λερώνουμε, αλλιώς τα σκλαβώνουμε. Ένα μικρό αγόρι σχολιάζει αρνητικά τον παππού στην Ελευθερία και εκείνη με ψυχραιμία και ευγένεια του δίνει την εξήγησή της και του κάνει μια τρυφερή πάσα για συμμετοχή. Στο τέλος όλοι μπαίνουν στο παιχνίδι, οι χρωμομπάλες ομορφαίνουν τον τοίχο και η χαρά τα πρόσωπά τους!

Κάτι είχε πει όμως ο ωραίος Παππούα παππούς και για χορό. Και όντως, με την έναρξη της βροχής, όλοι οι συμμέτοχοι της πολεοδομικής ζωγραφικής σε μια έντονη κοινοτική αίσθηση την υποδέχονται χορεύοντας, ενώ τα χρώματα κυλούν από τον τοίχο και κυλούν στους δρόμους, πορτοκαλί, μπλε, κόκκινα, κίτρινα ποτάμια. Πού να ήξερε η δασκάλα της Ελευθερίας, όταν της ανέθετε να ζωγραφίσει την πόλη, ότι αυτό θα γινόταν κυριολεκτικότερα της κυριολεξίας!

Μπορούμε, λοιπόν, να ομορφαίνουμε τον δημόσιο χώρο που αφορά όλους; Είναι δυνατόν κάποιες φορές να ανταλλάζουμε προϊόντα αντί να περιοριζόμαστε στην ισοπεδωτική ισχύ του χρήματος; Πόσο ψυχωφελής είναι η ελεύθερη δημιουργική έκφραση; Υπάρχουν όρια τόσο σε αυτήν όσο και σε μια δημόσια καλλιτεχνία; Πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε κάποιον που εκφράζεται αρνητικά για κάποιο αγαπημένο μας πρόσωπο; Σε αυτή την μικρή τελετή περάσματος από το σπίτι στην πόλη, η μικρή Ελευθερία μοιράζεται με ένα αγαπημένο της πρόσωπο πολύτιμες εμπειρίες και συμπεράσματα. Και ακόμα κι αν δεν μπορούμε να φτιάξουμε εναέριες ζούγκλες ή δασικά μπαλκόνια, μπορούμε πάντα να προσκαλούμε τα χρώματα, να δημιουργούμε τέχνη και κάνουμε την πόλη μας πολύχρωμη και καλλιτεχνημένη.

Εικονογράφηση: Ντανιέλα Σταματιάδη

Εκδ. Σμίλη, 2022, σελ. 36.

Ηλικίες: 4+ αλλά η δυομισάχρονη αναγνώστρια του σπιτιού το φέρνει πάντα από τα πρώτα με την φράση «Διαβάσομε!».

Δημοσίευση και στο Πανδοχείο των παιδιών, εδώ.