Ανδρέας Αποστολίδης – Αρχαιοκαπηλία και εμπόριο αρχαιοτήτων. Μουσεία, έμποροι τέχνης, οίκοι δημοπρασιών, ιδιωτικές συλλογές

teliko arxaiokapiliaΛηστές της τέχνης, κλέφτες του πολιτισμού

Ο συγγραφέας σχεδίαζε την συγγραφή ενός μη μυθοπλαστικού βιβλίου – μελέτης για την σύγχρονη αρχαιοκαπηλία κατά τη διάρκεια των ερευνών και των γυρισμάτων του ντοκιμαντέρ για το παράνομο εμπόριο ελληνικών αρχαιοτήτων [Το κύκλωμα, 2006]. Κινητήρια έμπνευση υπήρξε, μια δεκαετία περίπου νωρίτερα, η μετάφραση των βιβλίων του Όλιβερ Μπανκς Μανία για τον Καραβάτζο και Ο χαμένος πίνακας του Ρέμπραντ [εκδ. Άγρα, 1990 και 1995 αντίστοιχα]. Και να φανταστεί κανείς πως τα πρωτότυπα, τότε άγνωστα μυθιστορήματα προτάθηκαν στον συγγραφέα από φίλο του που τα ανακάλυψε σε κάποιο αεροδρόμιο. Δεν είναι συναρπαστική η αλυσιδωτή πορεία που μας οδηγεί μερικές φορές εδώ που βρισκόμαστε;

Το ντόμινο της έμπνευσης μόλις είχε ξεκινήσει, καθώς η αρχαιολογία ως μέθοδος ανασκαφής, το αστυνομικό μυθιστόρημα και η οπτικοακουστική λειτουργία του ντοκιμαντέρ αποτελούσαν αγαπημένα του παίγνια. Και το τιτάνιο σχέδιο του συνδυασμού τους, τυπωμένο τώρα πια, καλύπτει κάθε μορφή έρευνας και συγγραφής. Η πρωτογενής του έρευνα περιλαμβάνει μια μεγάλη σειρά συνομιλιών, αφηγήσεων, ερμηνειών. Ακόμα εντρυφά σε αρχεία, αποδελτιώνει τον τύπο, μελετά μελέτες. Ποτέ άλλοτε δεν είχε φωτιστεί τόσο πολύ ο θεοσκότεινος και μουχλιασμένος κόσμος των κλεμμένων αρχαίων. Παρουσιάζονται αδιανόητες περιπτώσεις εγχώριας αρχαιοκαπηλίας, εκτίθενται όλα τα νομικά δεδομένα, αποκαλύπτονται όλοι οι εμπλεκόμενοι – πρόσωπα και, το ελεεινότερο, θεσμοί.

Κεφαλή Διονύσου Ληστεία ΚορίνθουΑπό πού να αρχίσει κανείς, από ποιο νήμα να πιάσει αυτή την Ατέλειωτη Ιστορία; Στην ιστορία των αμερικανικών μουσείων σταθμός υπήρξε το 1870, όταν δημιουργήθηκαν οι δυο μεγάλοι οργανισμοί: το Μητροπολιτικό Μουσείο της Τέχνης της Νέας Υόρκης και το Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστόνης. Ήταν από τις πρώτες «εγκυκλοπαιδικές γκαλερί», που επιθυμούσαν να επιδείξουν την παγκόσμια τέχνη όλων των περιόδων και περιοχών. Μιλάμε για μια εποχή όπου ο αμερικανικός εμφύλιος πόλεμος είχε τελειώσει και η διάχυτη εθνικιστική αναζωογόνηση έφερνε τους αμερικανούς σε ανταγωνισμό με την ευρωπαϊκή κουλτούρα. Κι έτσι ενορχηστρώθηκε η μεγάλη μετανάστευση: τον επόμενο μισό αιώνα οι άδειες αίθουσες γέμισαν με έργα τέχνης απ’ όλο τον κόσμο και όλες τις εποχές.

Η έννοια του μουσείου, μια ευρωπαϊκή ανακάλυψη του 18ου αιώνα τώρα έπαιρνε διαφορετική μορφή στο Νέο Κόσμο. Σε αντίθεση με το Βρετανικό ή το Λούβρο που ήταν υπό κρατικό έλεγχο, τα αμερικανικά μουσεία ήταν ιδιωτικά, συνεπώς μπορούσαν να λειτουργούν χωρίς να αποδίδουν λογαριασμό σε κανέναν. Το μέτρο δε της επιτυχίας τους ήταν ο αριθμός των επισκεπτών τους – η δημοκρατική επιβεβαίωση ενός θεσμού αριστοκρατικής προέλευσης, γράφει ο Αποστολίδης. Κι η πολυπόθητη επισκεψιμότητα δεν μπορούσε παρά να επιτευχθεί παρά με νέα, εντυπωσιακά αποκτήματα. Κάπως έτσι, με διεργασίες που περιγράφονται στο βιβλίο, η μισή αρχαιολογική ιστορία της Κύπρου βρίσκεται στις αποθήκες του ΜΜΝΥ.

από την Γόρτυνα στο Λούβρο 1Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 άρχισε να γίνεται λόγος για το ύψος των χρημάτων που διακυβευόταν από τα μεγάλα μουσεία των ΗΠΑ και μια από τις απόψεις που διατυπώθηκαν υποστήριζε την στροφή στην αγορά μικρών αρχαίων ευρημάτων. Η τάση αυτή συνδέεται άμεσα και με το κύμα σύλησης ταφών σε όλη την Ελλάδα σ’ εκείνη και την επόμενη δεκαετία, ιδιαίτερα στη Νεμέα, τις Κυκλάδες και την Κρήτη. Άλλωστε εκτός από τα μουσεία υπάρχουν και οι αγοραστές ιδιώτες, που ζούνε σε σχετικά μικρά διαμερίσματα στη Νέα Υόρκη και προτιμούν τα μικρού μεγέθους αρχαία από τα μνημειώδη. Κάπως έτσι οι συλλέκτες μεταπήδησαν από τις κλασικές στις κυκλαδικές αρχαιότητες!

Γύρω στο 1961 έγινε ηΤΟ-ΚΥΚΛΩΜΑ-ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ- μεγάλη λαθρανασκαφή στην Κέρο, μία από τις σημαντικότερες και αινιγματικότερες αρχαιολογικές θέσεις των Κυκλάδων, η οποία συνεχίστηκε σε όλη τη δεκαετία του ’60. Εκατοντάδες θραύσματα αγγείων και ειδωλίων κατέκλυσαν τη διεθνή αγορά, σχηματίζοντας στα χέρια του Ελβετού καθηγητή Ερλενμάγιερ τον λεγόμενο Θησαυρό της Κέρου. Η οικογένεια Γουλανδρή αμέσως απέκτησε τη συλλογή, ακολουθώντας μια γραμμή που έκτοτε τήρησε το ελληνικό κράτος, με βάση έναν νόμο του 1935: καλύτερα τα αρχαία να καταλήξουν σε ιδιωτικό συλλέκτη παρά να εκπατρισθούν. Η συναίνεση της αρχαιολογικής υπηρεσίας στην ανάμειξη ενός ιδιώτη σε μια ελληνική συλλογή εξυπηρετούσε το βασικό κριτήριο να μη φύγουν τα αντικείμενα στο εξωτερικό.

Έτσι η συγκέντρωση των κυκλαδικών ευρημάτων έδωσε την ευκαιρία στους Έλληνες αρχαιολόγους να ασχοληθούν με την καταγραφή τους και συνεπώς οι εγχώριοι επιστήμονες αποτέλεσαν ανεπίληπτα συστατικό μέρος της όλης προβληματικής κατάστασης. Είναι η αντίληψη που επικρατεί τη δεκαετία του ’60 πριν από τη Συνθήκη της ΟΥΝΕΣΚΟ που έμελλε δραματικά να αλλάξει ολόκληρη την ηθική γύρω από τη διεξαγωγή του εμπορίου αρχαιοτήτων και τη συγκρότηση ιδιωτικών συλλογών.

christiesΤι συμβαίνει όταν κάτι βγαίνει από το έδαφος στην Ελλάδα, την Τουρκία, την Ιορδανία ή την Ιταλία; Μια μεγάλη διαδρομή που έχει ως πρώτο σταθμό το Φρη Πορτ της Γενεύης, ένα τεράστιο συγκρότημα αποθηκών στο οποίο μπορεί να εισάγονται και να εξάγονται αρχαιότητες χωρίς κανέναν τελωνειακό έλεγχο, πιστοποιητικό ή παραστατικό προέλευσης. Μα πώς διαφεύγει, αναρωτιέμαι, από τους τόσο νομότυπους Ελβετούς; Μια σταθερή κατάληξη αποτελούν οι γνωστοί οίκοι Κρίστι’ς και Σόθμπι’ς. Η μεγαλύτερη δημοπρασία ελληνικών αγγείων που έγινε ποτέ πραγματοποιήθηκε το 2000 στους Κρίστι’ς. Η ελάχιστη έστω νομιμοποίηση της δημοπρασίας αυτής και κάθε ανάλογης στηρίζεται πρώτα στο γεγονός ότι κάποιος αρχαιολόγος παίρνει την ευθύνη να συντάξει, να προλογίσει και να σχολιάσει τον κατάλογό της!

Το 1992 εγκαινιάζεται στην Ιερουσαλήμ ένα νέο ιδιωτικό μουσείο, το Μουσείο των Χωρών της Βίβλου, που σε λίγα χρόνια εμφανίζει μια εντυπωσιακή ξεχωριστή πτέρυγα με ελληνικές αρχαιότητες. Μόνο που δεν υπήρχε καμία συγκεκριμένη ένδειξη για το πού και πότε βρέθηκαν τα συγκεκριμένα εκθέματα. Κατά τα άλλα, σκοπός του μουσείου είναι η συγκέντρωση αντικειμένων από την βιβλική περίοδο, ώστε «άνθρωποι όλων των πεποιθήσεων να επιστρέψουν στα ήθη και την ηθική της Βίβλου». Η ηθική πάνω απ’ όλα!

Βόρεια ΚϋπροςΣε κάποιο άλλο κεφάλαιο διαβάζουμε για το Τέμπλο της Παναγίας της Κανακαριάς και την Μαφία του Μονάχου. Στο βόρειο, κατεχόμενο τμήμα του νησιού, οι είκοσι περίπου χιλιάδες εικόνες που κλάπηκαν από εκκλησίες και μοναστήρια μεταφέροντας στις καρότσες των αγροτικών ημιφορτηγών με κατάληξη συνήθως το Μόναχο. Εδώ η αφήγηση ξεπερνάει κάθε κινηματογραφική φαντασία. Η εκκλησία λεηλατήθηκε το 1976 κι έγινε γνωστή μόλις το 1979 από έναν Άγγλο τουρίστα. Δέκα χρόνια μετά μια έμπορος τέχνης στην Ινδιανάπολη αγόραζε από γνωστό αρχαιοκάπηλο τέσσερα ψηφιδωτά του ναού, αλλά η έφορος του Μουσείου Πωλ Γκεττύ την κάρφωσε στην Εκκλησία της Κύπρου, η οποία την μήνυσε και κέρδισε την υπόθεση.

Η απόφαση ήταν ιστορική, διότι δεν ασχολήθηκε με τον φυσικό αυτουργό της κλοπής αλλά με τον έμπορο τέχνης που εισέπραξε το μερίδιο του λέοντος από την όλη συναλλαγή. Φυσικά τα συγκεκριμένα συναλλακτικά «ήθη» και έθιμα δεν άλλαξαν στο παραμικρό. Η περίπτωση της Κύπρου είναι ενδεικτική: το διεθνές εμπόριο εκμεταλλεύεται ιδιαίτερα τις χώρες όπου επικρατεί πολιτική αστάθεια, εμφύλιος πόλεμος, τοπική σύρραξη ή ξένη κατοχή. Τα παραδείγματα είναι πολλά: Λίβανος, Σομαλία, Καμπότζη, Αφγανιστάν, Ιράκ. Και στον αντίποδα, η ιστορία που ούτε κινηματογραφικά δεν μπορεί να αποδοθεί: η περίφημη ληστεία της Κορίνθου, που παρουσιάζεται σε ένα αδιανόητο χρονικό, από την εμπλοκή ομογενών «πατριωτών» μας και τα κοντέινερ στο Μαϊάμι της Φλόριντα όπου βρίσκονταν κρυμμένα για οκτώ χρόνια μέχρι την επιστροφή τους.

IRAQ-US-MUSEUMΜια μεγάλη πυραμίδα αποτελεί πλέον θεσμικό και αποδεκτό μνημείο της μεγάλης πολιτισμικής κλοπής. Το εμπόριο στηρίζεται στις λαθρανασκαφές, την κλοπή και την λεηλασία. Ακολουθούν αγοραστές και συλλέκτες, μουσεία και ιδιώτες. Ο όρος κύκλωμα ίσως είναι πολύ μικρός για να περιλάβει όλα τα γρανάζια ενός τόσο βρώμικου συστήματος. Αναμφισβήτητα πρόκειται για ένα βιβλίο που οφείλουν να διαβάσουν όχι μόνο όλοι όσοι «ασχολούνται» με τον πολιτισμό αλλά και εκείνοι που υμνούν να μιλούν εξ ονόματος της εθνικής μας κληρονομιάς. Θα ήταν απλώς ένα συναρπαστικό ανάγνωσμα αν επρόκειτο για μυθοπλασία. Δεν είναι όμως, συνεπώς απαιτεί ορθάνοιχτα μάτια και πολύ γερό στομάχι για να διαβαστεί και, κυρίως, να χωνευτεί.

Εκδ. Άγρα, 2006, 535 σελ. Περιλαμβάνονται: γυαλιστερό 32σέλιδο με 72 έγχρωμες φωτογραφίες με τις επεξηγήσεις τους. Επίμετρο: Παράρτημα 1: Η Σύμβαση του 1972, Η Διακήρυξη της Φιλαδέλφειας, Πίνακας με τα 172 πιο ακριβά αγγεία που πουλήθηκαν σε δημοπρασίες από το 1960 έως το 2000, βιβλιογραφία και ευρετήριο.

Στις εικόνες: Κεφαλή Διονύσου από την ληστεία της Κορίνθου / Από την Γόρτυνα στο … Λούβρο / Βυζαντινός ναός στη Βόρεια Κύπρο / Βαγδάτη 2003.

Ελένη Λαδιά – Ο ονειρόσακκος

Λαδιά Ο ΟνειρόσακκοςΣτοχασμός πάνω στα όρια

«Τι λένε οι νεκροί; Να μην καταπιάνομαι με μεγάλες ιδέες, γιατί πρέπει να γράψω για τα δεινά των ανθρώπων; Σαν να μην έφθανε πως οι ανθρώπινες καταστάσεις ροκάνισαν σαν τρωκτικά την ψυχή μου, και θα έπρεπε τώρα να τις μεταφέρω στα γραπτά μου;» [σ. 131]

Στο τελευταίο διήγημα της συλλογής μια συγγραφέας επιστρέφει στο προγονικό της σπίτι βέβαιη πως θα συναντήσει και θα συνομιλήσει με τους ήρωες όλων των βιβλίων της, τα πλάσματα της συγγραφικής έμπνευσης μιας ολόκληρης ζωής. Η επιλογή της να ζήσει άγαμη και άτεκνη, θυσιάζοντας έναν «ανθρώπινο» βίο για τον δαίμονα της δημιουργίας, υπήρξε συνειδητή· τώρα δεν έχει χρόνο μπροστά της: πρέπει να ενδιαφερθεί για τους χαρακτήρες της, «να δει την εξέλιξη τους, να καταλάβει τον εαυτό της από την συμπεριφορά τους», να τους αποχαιρετήσει. Βεβαρημένη με την – καταχωρηθείσα ως μασκοφορεμένη – κατάθλιψη που παραπλανά με πόνο στα όργανα του σώματος κρύβοντας το τραύμα της ψυχής, μακριά πλέον από τις καρποφόρες ολονυκτίες της δουλειάς, η συγγραφέας υποδέχεται διαδοχικά πλάσματα της σκέψης της και συνδιαλέγεται, απολογείται, εξομολογείται…

συννεφοποδια2«Εγώ επισκεπτόμουν σαν μικρός πεπτωκώς άγγελος τα φτωχικά σπιτάκια που θερμαίνονταν από γκαζιέρες και τα παιδιά δεν έπιναν γάλα αλλά βρασμένο δεντρολίβανο από τον κοινόχρηστο κήπο της αυλής. Εγώ είδα μεθυσμένο πατέρα να πετά το μοναδικό μαύρο καρβέλι της οικογένειας στα βρώμικα νερά του ξεροπόταμου και την μικρή μου φίλη να ορμά, να παίρνει το ψωμί που έπλεε  και να το καθαρίζει με το μαχαίρι μαζί με την μεγαλύτερή της αδελφή. / Εγώ είδα και ντρεπόμουν για την οικονομική μου ευμάρεια, κι έτσι δεν έβαζα μπουκιά στο στόμα, για να συμπαραστέκομαι νοερώς στους πένητες, και δεν φορούσα παλτό, το έβγαζα έξω από το σπίτι, για να εξισώνομαι με τους φτωχούς μου φίλους». [σ. 131]

«Η απόγονος των φαντασμάτων» είναι πλέον πεπεισμένη για την κατάργηση κάθε ελεύθερης βούλησης από τους βασανισμένους προγόνους της και τα κληροδοτημένα τους γονίδια. Είναι όμως και βέβαιη για το έργο της ως συγγραφέως: κάποτε ένας ευαίσθητος παρατηρητής σημαδεύεται περισσότερο από τον πάσχοντα και τότε έρχεται το δώρο της συγγραφής.

Τα «Υποθετικά σταχιαπερσεφονη3ονόματα σε υποθετικές ιστορίες» περιλαμβάνουν τρεις σύντομες βιογραφίες ισάριθμων άγνωστων μεταξύ τους κοριτσιών που έζησαν την εποχή του θανατηφόρου λοιμού στην Αρχαία Αθήνα. Η εντεκάχρονη Μυρώ από τις Αχαρνές, εξαναγκασμένη μέτοικος στην πόλη, η δεκάχρονη Κλείτα, δούλη και οιονεί ψυχοκόρη στην Βραυρώνα και η εντεκάχρονη Πραξινόη, που με τη σειρά της φιλοξένησε άλλους μετοίκους, έχουν ως δραματικό κοινό σημείο τον θάνατο και την ομαδική ταφή τους. Αιώνες μετά, ως ανασκαφικό πλέον εύρημα, είναι πιθανόν η τόσο σύντομη ζωή τους να γίνει λογοτεχνία · άλλωστε οι ιστορικοί δεν έγραψαν τίποτα – πρωταγωνιστές είναι πάντοτε οι επώνυμοι.

δενδρολυρα«Ο δικέφαλος άνδρας» βρίσκει την αφηγήτρια να ονειρεύεται τους δυο άνδρες της ζωή της, οι οποίοι ήταν τόσο ίδιοι που στο τέλος ξεχωρίζουν μόνο τα κεφάλια τους. Παρά το γεγονός ότι υπήρξαν εραστές καθόλου τυπικοί και πρόθυμα μοναχικοί, επιθυμεί να απαλλαγεί από την ονειρική τους παρουσία και τους κάνει ήρωες διηγήματος και υποδιηγήματος. Θα σταθεί άραγε δυνατό να τους αφήσει στον μυθοπλασμένο Δήμο Ονείρων όπου τα όνειρα ζητούν την μετοχή τους στο ανθρώπινο, την ανθρωποποίηση, όπως εμείς οι αλαζόνες επιδιώκομε την θεοποίηση, ή θα υπερισχύσει η αυτάρκεια και η αδυσώπητη χρονικότητα του ονείρου;

«Το είχα καταλάβει από χρόνια πως η παράλογη συμπεριφορά του άλλου αιχμαλωτίζει, μαγεύει, ακόμη και συναρπάζει, αφού μπαίνεις στην περιοχή μιας άλλης λογικής, προσπαθώντας να κατανοήσεις τους νόμους του χάους. Έτσι δε ππροσφυγακι με ανθοςαίζεις με τους «συμβατικούς», αντικειμενικούς όρους ούτε βεβαίως με τους δικούς σου, αλλά με τους όρους που επιβάλλει η παράλογη συμπεριφορά». [σ. 81]

Οι σκέψεις ανήκουν στην αφηγήτρια που κάποτε βίωσε «Μια ιδιότυπη φιλοξενία» και διατηρεί τώρα ως ανελέητο τραύμα που αναζητεί και αυτό την διηγηματογράφησή του. Διάγουσα πλέον βίον παρθενεύοντα, απογοητευμένη από το μάταιο κάθε ερωτικής συνύπαρξης, ανατρέχει στον κοινό της παραθερισμό με τον «παράλογο» άνδρα και αναζητά απαντήσεις σε ακατανόητες συμπεριφορές αλλά και στις αναγνώσεις του Χέρμαν Μέλβιλ που συντρόφευαν την ιδιόμορφη αιχμαλωσία της.

υφαντρες πλαγγονεςΣτο «Κομβικό σημείο» ο αφηγητής συγγραφέας μαθαίνει πως ένας φυλακισμένος – ένθερμος αναγνώστης του – επιθυμεί να τον γνωρίσει από κοντά, καθώς εκπλήσσεται για την πνευματική συντροφιά που εν αγνοία του προσφέρει και αναρωτιέται για την αιτία της εκλογής στο πρόσωπό του. Ο μεσολαβητής – φίλος του έγκλειστου διατηρεί μαζί του έντονη σχέση αγάπης ενώ ορίζει ως βασική μεταξύ τους διαφορά την γραμμή της υπέρβασης των ορίων: εκείνος την ξεπέρασε, αυτός σταμάτησε ακριβώς στο όριό της. Οι τρεις χαρακτήρες συναντιούνται και διαπιστώνουν τα κοινά τους ίχνη σε απονενοημένες πράξεις ερωτικού πάθους και την οριστική αποτυχία της φυσιογνωμικής· «τρεις εκδοχές του ιδίου αισθήματος» και «τρεις οπαδοί του αυτεξούσιου», αναζητούν μια απάντηση: ποιος δημιουργεί την καλή ή την κακή στιγμή, πόσα είναι στο χέρι μας και ποια ανήκουν στα οκ φμν;

ανθισμενο κεφαλιΤα δεκατρία διηγήματα της συλλογής διακρίνονται από υψηλή πυκνότητα στοχασμού και έντονη εσωτερική δράση αλλά την ίδια στιγμή μοιάζουν με πλέον εύληπτες και γνώριμες εκφράσεις μιας συλλογικής συνείδησης που σκάβει το παρελθόν της, αναρωτιέται για τις επιλογές της και αναζητά την λύτρωση της κατανόησης. Σε κάθε περίπτωση ο λόγος αποτελεί το έσχατο βάλσαμο. Όπως άλλωστε μας προτρέπει μια ηρωίδα [σ. 91] «Μην πιστεύετε λοιπόν, αγαπημένοι αναγνώστες, στην καταλυτική δύναμη της εικόνας. Η εικόνα εγκλείει την φαντασία, ο λόγος την ελευθερώνει».

Η συγγραφέας διανύει μία ακόμα γόνιμη συγγραφική περίοδο, έχοντας εκδώσει το 2012, εκτός του παρόντος, μια αρχαιογνωστική μελέτη (Δαιμονολογία ή Λόγοι περί δαιμόνων, εκδ. Εστία) και συλλογή με άρθρα, ομιλίες και δοκίμια [1972 – 2012], το εκτός εμπορίου «Ποικιλόγραφο Βιβλίο».

Εκδ. Εστία, 2013, σελ. 137. Με 5 σημειώσεις της συγγραφέως.

Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό (δε)κατα, τεύχος 35, φθινόπωρο 2013.  Οι εικόνες – κολλάζ αποτελούν έργα της συγγραφέως.