Αφιέρωμα: Δίσκοι – Συλλογές

Το μυστικό σας είναι ακόμα ασφαλές μαζί μας

Δημοσιευμένο στο συλλογικό αφιέρωμα του mic.gr [18/11/2007]

Φαντάζομαι το είδος «συλλογή» [: δίσκος που συνήθως περιέχει ένα τραγούδι από κάθε συγκρότημα ή καλλιτέχνη, ως ένα συλλογικό δείγμα κάποιου ήχου, τάσης, του δυναμικού μιας δισκογραφικής, και – στο προσωπικό μας λεξικό – κατά βάση ανεξάρτητης εταιρείας] σαν κάτι παρωχημένο, σχεδόν ξεπερασμένο. Ίσως επειδή οι συλλογές έχουν διανύσει ολόκληρη την απόσταση ανάμεσα στο πρωτόγνωρο και πολυποίκιλο του τότε με το προβλέψιμο και δεδομένο του σήμερα. Σαφώς λοιπόν ένα τέτοιο αφιέρωμα εμπεριέχει μεγάλη δόση νοσταλγίας και παρελθοντολογίας, όμως στο συγκεκριμένη περίπτωση τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα: Υπήρχε όντως μια εποχή όπου γνώριζες τάσεις, είδη και αναρίθμητα σχήματα μέσα από συλλογές ενώ σήμερα ισχύει μόνο το τελευταίο. Υπήρχαν όντως δίσκοι που σε έφερναν σε επαφή με άσημους μα συναρπαστικούς δημιουργούς με τους οποίους δεν υπήρχε περίπτωση να γνωριστείς με άλλον τρόπο – σήμερα υπάρχουν και άλλοι τρόποι. Υπήρχε τέλος τότε μια πρωτόγνωρη ηδονή στο να έρχεσαι επαφή με εντελώς άγνωστα σχήματα, κάτι που σήμερα αποτελεί τον κανόνα.  Κάπως έτσι γνωρίζαμε και τον ήχο μιας ολόκληρης πόλης ή κωμόπολης – ενδεικτικές και με εύγλωττους τίτλους οι περίφημες Avon Calling- The Bristol Compilation (Heartbeat, 1979), Bouquet Of Steel (Sheffield, 1980), Welcome to Norwich, a Fine city (1981), Where The Hell Is Leicester (S&T, 1981) και East of Croydon (Nothing Shaking Shak 1, 1981) κ.ά.

Όμως ο πυρήνας όλης αυτής της αίσθησης ήταν αντικειμενικός: δεν χαιρόμασταν επειδή θα γνωρίζαμε ονόματα που δεν γνώριζε ο διπλανός μας και θα του κάναμε τον έξυπνο, αλλά επειδή σε κάποιες θαυμαστές συγκυρίες τα παραπάνω σχεδόν ταυτίζονταν με έννοιες όπως υψηλή ποιότητα και κορυφαία συνθετουργία. Ναι, υπήρχε μια εποχή όπου ολόκληρα μπουκέτα αλλόκοτων σχημάτων ανθισμένα κάτω από υπόστεγα άξιζαν να ακουστούν! Εφόσον υπάρχει αριθμητικός περιορισμός θα δώσω περισσότερο βάρος σε εκείνες που με έφεραν σε πρώτη γνωριμία με κάποιο όνομα ή και ολόκληρο label. Στην πρώτη θέση μπαίνει εκείνη που άντεξε περισσότερο στο χρόνο. Στις επόμενες η σειρά είναι αλφαβητική.

1. Your secret’s safe with us (Statik, 1982)

Ακόμα θυμάμαι την προσμονή μου μπροστά σε εκείνον τον συνωμοτικό τίτλο, καθώς και τα πρωτότυπα έως εξωφρενικά ονόματα που μόνο σε τέτοιους δίσκους έβρισκες: I Scream Brothers, Blue Chips of Ashama, Seep Maier’s Gloves, Atom Spies, Sun Yama (με μια προσωπική εκτέλεση του Subterranean Homesick Blues). Η εξέλιξη ενός εντελώς «ανεξάρτητου» ήχου περνούσε μέσα από πανέξυπνες πινελιές συνθεσάιζερ. Εκεί γνώρισα τους Chameleons (Here Today), τους Pulp (What do you say, ένα από τα καλύτερα κομμάτια που έγραψαν ποτέ) και τους παραγνωρισμένους Indians in Moscow στο εκπληκτικό I wish I had. Ακούς εκεί Ινδιάνοι στη Μόσχα ή Τα γάντια του Ζέπ Μάγιερ! Επρόκειτο για διπλή συλλογή που η εδώ Πόλυγκραμ κυκλοφόρησε μονή και πετσοκομμένη. Αχρείοι, ε αχρείοι! Αγαπημένα κομμάτια: Makaton Chat – The shape of song, Gentle Ihor – Psalm 151. Συμμετέχουν ακόμα: Τhe Unamerican, Thrash!, Soul on ice, Celestial Fireworks, The Vets, High (2), Pressure, Fast Cakes.

2. Ghosts from Christmas past (Les disques du Crepuscule, 1981)

Η εταιρεία που μας μετέφερε από τα γκρίζα υπόγεια της μουντής Αγγλίας στις φαντασμαγορικές κεντροευρωπαϊκές μητροπόλεις ήταν η βελγική Les disques du Crepuscule που νομίζω, συγκεντρωτικά, έχει την μεγαλύτερη αναλογία παραγωγής συλλογών και ποιότητας. Το Ghosts κυκλοφόρησε αρχές Δεκέμβρη του 1981 και από τότε οι γιορτές μου ήταν διαφορετικές: ένας δίσκος όχι με χριστουγεννιάτικες διασκευές αλλά με κομμάτια ακριβώς γραμμένα για την μελαγχολία των εορτών. Την άκουγα μόνο εκείνες τις ημέρες, σαν ένα δώρο που έκανα στον εαυτό μου κάθε Χριστούγεννα.

Εδώ έχουμε δυσεύρετα κομμάτια από κορυφαίους δανδήδες της διεθνούς avant garde ελίτ του Λυκόφωτος: The Durutti Column, Tuxedomoon, The Names. Εδώ πρωτογνώρισα τον Michael Nyman που τότε έστελνε στις συλλογές του label μικρά μινιμαλιστικά διαμάντια. Ακολούθησαν νέες εκδόσεις μεταξύ 1982 και 1986, εννιά κομμάτια από τις οποίες περιλαμβάνονται στην σημερινή cd έκδοση. Σε αυτά τα remakes άλλαζαν και οι συμμετέχοντες κατά την προσφιλή τακτική της εταιρείας (The Pale Fountains, Antena, The French Impressionists, Winston Tong, The Arcadians (στην ουσία ο Louis Philippe) κ.ά. Αγαπημένο κομμάτι: Paul Haig – Scottish Christmas (ένα από τα ομορφότερα instrumentals ever!). Συμμετέχουν ακόμα: Wim Mertens, Aztec Camera, Cabaret Voltaire, Thick Pigeon, Simon Topping (από τους A Certain Ratio).

3. From Brussels with love (Les disques du Crepuscule, 1983)

Είναι η πρώτη συλλογή που αγοράζω σε κασέτα και την έχω στην εσωτερική μου τσέπη σαν το πολυτιμότερο διαβατήριο για την λυκοφωτισμένη Ευρώπη που μόλις μου είχαν γνωρίσει οι Tuxedomoon. Έρχομαι για πρώτη φορά σε επαφή με την προσωπικότατη ηλεκτρονική ποπ του John Foxx και με δυο παραγνωρισμένες διάνοιες (Gavin Bryars και Richard Jobson – ο τελευταίος εδώ και μόνος και με τους Τuxedomoon) και αποκωδικοποιώ δεκάλεπτες συνομιλίες με Brian Eno και Jeanne Morreau. Και βέβαια η πόλη στον τίτλο «εικόνιζε» ομιχλώδεις ατμόσφαιρες με ελαφρά κατασκοπευτικό χαιρετισμό κι όχι την σημερινή τεχνοκρατική ευρωκομμούνα. Αγαπημένο κομμάτι: The durutti column – Sleep will come. Συμμετέχουν ακόμα: Antena, A Certain Ratio, Kevin Hewick & New Order, Karel Goeyvaerts, Bill Nelson, The Border Boys, Thomas Dolby, Harold Budd, Michael Nyman, Soft Verdict.

4. Battle of the Garages vol 3_The Paisley Underground (Voxx, 1984)

Την περίοδο της ψυχεδελικής αναβίωσης οι συλλογές έκαναν ακριβώς τη δουλειά τους. Διαλέγω το τρίτο Battle επειδή όχι απλώς έδωσε την πλέον αντιπροσωπευτική (και πολύχρωμη!) εικόνα του τότε paisley ήχου αλλά και για δύο από τις ομορφότερες στιγμές του είδους, τα The Mystery Machine – She’s Not Mine και SS-20 – No Matter What. Εδώ έχουμε στιγμές υψηλής έμπνευσης από τους The Tell-Tale Hearts, The Eyes Of Mind, The Things, Hidden Peace, Electric Peace. Συμμετέχουν ακόμα: The Pandoras, The Tories, The Young Lords, Lee Joseph, Zebra Stripes, Thee Fourgiven, The Gravedigger V, The Mutts, The Untold Fables.

5. Myths 2 (Sub Rosa, 1985)

Έξι τίτλοι μόνο, με αποτέλεσμα να χαρακτηρίζεται και ως EP. Έξι «κομμάτια» … που όμως απλώνονται στο άπειρο της μουσικής δημιουργίας. Που μετά το τέλος τους δεν χρειάζεσαι περισσότερα γιατί έχουν ήδη αποδομήσει τον ήχο τους σε απειράριθμα μέλη για να τον ξανασυνθέσουν σε κάτι άλλο. Οι SPK στο αποκορύφωμά τους με τα Romanz in Moll και In the Dying Moments, οι Hula με την τελειωτική τους δήλωση έκφραση περί ηλεκτρονικού καταιγισμού και από το αρχείο της εταιρείας απόκοσμες θιβετιανές – βουδιστικές τελετουργίες, ηχογραφημένες δεκαετίες πριν (Les Archives Sonores Sub Rosa). Συμμετέχουν ακόμα: General Strike. Αν υπήρχαν και οι Controled Bleeding/Paul Lemos & Joe Pappa θα ήταν το ιδανικό μανιφέστο της εταιρείας.

6. A Diamond Hidden in the Mouth of a Corpse (Giorno Poetry Systems 1985)

Εθισμένοι πλέον στον θόρυβο και τον κάθε είδους πειραματισμό δε γινόταν να περιοριστούμε στις ευρωπαϊκές σκοτο/δίνες. Η απέναντι πλευρά γνώριζε πολύ καλά την μουσικής της καρδιάς του θηρίου. Εδώ βρίσκουμε τους Sonic Youth (με το Halloween) και την Diamanda Galas (με το Excerpt from Eyes Without Blood) στο αποκορύφωμά τους, μας καθοδηγούν οι γκουρού John Giorno και William S. Burroughs, ο Michael Gira βγαίνει στην επιφάνεια μόνος του και χαιρόμαστε που επιβίωσε και οι Husker Du αποδεικνύουν γιατί ήταν μία από τις καλύτερες ροκ εντ ρολλ μπάντες όλων των εποχών. Συμμετέχουν ακόμα: Jessica Hagedorn, Cabaret Voltaire, Coil, David Johansen, David Van Tieghem

7. Fight! (Cathexis, 1987)

Πίσω από τα φουγάρα των μεταβιομηχανικών αγγλικών πόλεων μαύριζαν σχήματα όπως οι Astronauts, οι Blue Aeroplanes και οι Three Johns. Εγκληματικά άγνωστοι εκείνου του ήχου ήταν και οι Shock Headed Peters (με προσφιλές τους θέμα τα δολοφονικά ένστικτα του καθενός μας). Δεν πρωτογνωρίζω εδώ τους κορυφαίους στο είδος τους In the Nursery, Clair Obscur και Pink Industry αλλά αποτέλεσαν εγγυητική παρουσία για να την αγοράσω. Η αποκάλυψη εδώ ήταν η ηχητική τρομοκρατία των Zoviet France. Συμμετέχουν ακόμα: Hula, Revolting Cocks, Project GK, Young Gods, Click Click, Tiokoala.

8. Ashes And Diamonds (The Underground Educational Entertainment Program 2) (Red Flame/Ink, 1988)

Κάθε πλευρά και μια εικόνα δύο μαγικών βρετανικών labels των 80ς (η δεύτερη θυγατρική της πρώτης). Υπήρξα μανιώδης ακροατής των Phillip Boa and The Voodooclub, περίεργος ωτακουστής των Severed Head και πιστός φίλος του Patrik Fitzgerald (εδώ με το σπαρακτικό Drifting Towards Violence) – όλοι τους χαμένοι ανάμεσα στους άγνωστους της Ροκ Ιστορίας. Όμως η πραγματικά αδικημένη μπάντα της Μελάνης ήταν οι C Cat Trance, εκείνο το πολύπλευρο funkdubelectroworldbeat σχήμα. Αγαπημένο κομμάτι: Tactics – Frozen Park. Συμμετέχουν ακόμα: Charles Hayward, Anne Clarke, Moodists, Ruby Blue, The Room, Slab!, Pinkie Maclure.

9. Hare, Hunter, Field. The Secret Passion of Rudolf Peterson. Α compilation of sad love songs (Johnny Blue, 1992)

Απρόσμενη κυκλοφορία από μια πορτογαλέζικη εταιρεία, που μου έφτασε τυχαία στα χέρια μου από ταξιδιάρα φίλη. Σκέφτομαι πως δεν έχουν κυκλοφορήσει πολλές συλλογές με ενιαίο θέμα όπως αυτή. Προσπαθήστε να φανταστείτε πώς ακούγονται κομμάτια με τίτλο The Future Looks More And More Just Like The Past (Jon Rose) και Saudade From Faust’s Other : An Idyll (Architects Office). Περιέχει σχεδόν τα πάντα, από φωνητικά samples έως τρυφερές μπαλάντες και κάθε μορφή πειραματισμού, συν μια θυελλώδη live εκτέλεση του Malhaya (saeta) από τον Von Magnet. Ο δίσκος τελείωνε με το εκπληκτικό 14λεπτο Zarm, συνεργασία μεταξύ Hesskhe Yadalanah και εκείνου του κορυφαίου σχήματος με το όνομα Muslimgauze (χρησιμοποιώ πληθυντικό αν και ο Bryn Jones ήταν εκείνος που ηγείτο της αινιγματικής αυτής ομάδας…). Συμμετέχουν ακόμα: Helene Sage, The Grief, Katharina Klement, Syllyk, Das Synthetische Mischgewebe, Durutti Column, Asmus Tietchens, Bel Canto Orchestra, Alfred 23 Harth, Elizabeth Schimana, Tenko & Kenichi Takeda, Violence And The Sacred.

10. Marconi Point (Iris Light Records, 1999)

Σαν παράξενη επιτομή των παραπάνω, αυτός ο δίσκος αφιερωνόταν στον προαναφερθέντα Bryn Jones που πέθανε την ίδια χρονιά. Εδώ υπάρχουν ορισμένες αποκλειστικά γραμμένες γι αυτόν συνθέσεις από τους αεί πειραματιζόμενους Zoviet France, από ένα side project τους (Penumbra) και άλλους. Δεν ξέρω αν έπαιξε ρόλο ο λόγος της δημιουργίας της συλλογής ή το artwork που απεικονίζει μεταξύ άλλων το μέρος από το οποίο ο Marconi μετέδωσε τις πρώτες ραδιοσυχνότητες μεγάλων αποστάσεων, όμως σπάνια ένοιωσα τόσο φορτισμένο συναίσθημα από τόσο abstract experimental δημιουργίες. Συμμετέχουν ακόμα: Muslimgauze, Rapoon, Marineville, Zuvuya, Lucha, Filter, Kweens, Marineville.

11. Μια συλλογή συλλογών. Ειδικές κατηγορίες: samplers, after death, fanzines.

Μεταξύ των samplers που επιδιώκω να ακούω από κάθε νέο ή και παλαιότερο label, ιδιαίτερη αίσθηση μου είχε κάνει το πρώτο της Καναδέζικης Noise Factory (Noise Factory Sampler 1, 2003) με περίτεχνα post και ηλεκτρονικά κομμάτια από Beef Terminal, KC Accidental and Broken Social Scene Naw, Tinkertoy, Robin Judge και Sparrow Orange. Το ακούω με την ίδια διάθεση και σήμερα. Υπάρχουν, ακόμη, compilations που δεν με έφεραν σε πρώτη επαφή με τα ονόματα που περιείχαν αλλά που θα τις πρότεινα ανεπιφύλακτα επειδή συγκεντρώνουν τα καλύτερα κομμάτια των συμμετεχόντων· ενδεικτικές περιπτώσεις αποτελούν η αποχαιρετιστήρια 100ή κυκλοφορία της Sarah Records There And Back Again Lane (1995) με το βιβλιαράκι της ιστορίας της και με η πολύ μεταγενέστερη της εποχής της Red Heaven από την Cherry Red Records.

Τέλος, οι συλλογές που συνόδευαν περιοδικά και fanzines αποτελούν μια ειδική κατηγορία από μόνες τους που ίσως ξανακοιτάξουμε όταν μας στερέψουν τα θέματα για αφιερώματα, δηλαδή in the year twenty five twenty five. Μια αίσθηση προσωπικής ανακάλυψης κρυμμένων διαμαντιών μου έδιναν π.χ. οι συλλογές του ψυχεδελικού fanzine Ptolemaic Terrascope. Ειδικά στο # 16 έβρισκα τους Martyn Bates και Nikki Sudden παρέα με άλλους χαμένους στον κόσμο τους ψυχεδελιστές αγνώστου πατρός και χρονολογίας.

Αγαπητοί φίλοι, μαζευτήκαμε όλοι εδώ σήμερα για να προχωρήσουμε στην ίδρυση Συλλόγου Συλλεκτών Συλλογών. Ζητώ συγνώμη που μακρηγόρησα και καλώ στο βήμα τους επόμενους, στο συλλογικό αφιέρωμα εδώ.

Πρώτη δημοσίευση: εδώ.  Στις φωτογραφίες, αντί για ακριβή αντιστοίχηση εξωφύλλων και αναφερόμενων συλλογών, προτιμήθηκαν ορισμένα ιδιαίτερης αισθητικής, όπως εκείνα της Sarah Recorsds (Shadow Factory, Engine Common, Glass Arcade και το οπισθόφυλλο της Fountain Island)  αλλά και κασεττών όπως η Bethel.

Τα τραγούδια της κηδείας μου

Θα συμβεί αύριο

Δημοσιευμένο στο συλλογικό αφιέρωμα του mic.gr [Ιούνιος 2006]

Έχω δει τόσες πολλές μεταθανάτιες τελετές σε κινηματογραφικές ταινίες, που σχεδόν δοκίμασα να την βιώσω ισάριθμες φορές. Είναι όμορφος ο θάνατος στο πανί, σκεφτόμουν, (κυρίως επειδή μετά ανάβουν τα φώτα κι επιστρέφεις στην προκινηματογραφική σου ζωή), και θα είχα τον καιρό να τον σχεδιάσω είτε να βρίσκομαι πίσω από αυτό, είτε τουλάχιστον στις σελίδες ενός βιβλίου. Μπαίνοντας στον πειρασμό να τις θυμηθώ όλες, με άλλον πρωταγωνιστή, στέκομαι στην αγαπημένη μου: στην αρχή της ταινίας του Τρυφώ, Ο άντρας που αγαπούσε τις γυναίκες (1977). Η κάμερα οριζοντιώνεται στο έδαφος, στο ίδιο ύψος με τόσες όμορφες γαμπούλες ολόγυρα, γουργουρίζουσες μικρά θρηνάκια.

Αν και φύσει αισιόδοξος, είμαι σχεδόν βέβαιος πως στην οριακότερη των οριακών στιγμών, το μυαλό μου θα διατρέξει ταχύτατα όσα δεν γεύτηκε, δοκίμασε, χόρτασε – εκείνα που δεν χάρηκε, κοινώς πάντα τα απραγματοποίητα και άζηστα· πως οι ματαιώσεις και οι διαψεύσεις θα υπερτερήσουν όλων. Ευτυχώς θα κονταροχτυπηθούν ακόμα και την ύστατη ώρα με τις άλλες κορυφαίες στιγμές. Νομίζω η μάχη θα είναι σκληρότατη.

Το Θα συμβεί αύριο ήταν τίτλος της πιο αισιόδοξης ταινίας που μπορώ να θυμηθώ: Domani accandra, Daniele Lucchetti, 1985. Με τον Nanni Moretti ηθοποιό, με τον Nicola Piovani μουσικό. Είναι επίσης η κλασική μου επωδός – επίκληση και ένα από τα ωραιότερα τραγούδια του συνθέτη της, το Giorni Briganti, σ’ ένα αλησμόνητο πλάνο. Και παραδόξως, τα λευκοντυμένα παιδάκια που ζούσαν στην ευτυχισμένη κοινωνία τρώγοντας τις καλύτερες σοκολάτες, έδιναν μια παράξενα θανατηφόρα αίσθηση στο τραγούδι.

Οι τελευταίες Δώδεκα Σκέψεις μου ζευγαρωμένες με συνταιριάζοντα τραγούδια, θα είναι…

1. Για τους λάθος δρόμους.

The Go-Betweens – The wrong road [The liberty belle and the black diamond express LP].

Όταν η βροχή χτυπάει τη στέγη, με τον ήχο ενός φιλιού που μόλις τέλειωσε, όπως ένα χείλος σηκώνεται από χείλος, έτσι πήρα τον λάθος δρόμο… Χίλια συγκροτήματα αγάπησα, με λίγα ένοιωσα φίλος, με αυτούς εδώ από την πρώτη στιγμή. Οι εκφράσεις τους (εντελώς εμφανείς στα τραγούδια τους) μου θύμιζαν τις δικές μου: να γελάω στις σκληρές στιγμές και να είμαι ανέκφραστος στις ευτυχείς. Αλλά τέσσερα πέντε λάθος μονοπάτια να σου καθορίσουν τη ζωή; Αν γνώριζα… Άλλο ήθελα να σπουδάσω άλλο σπούδασα, άλλο ήθελα να κάνω για να ζω άλλα έκανα, η μία λάθος επιλογή έφερνε την άλλη. Ποτέ δε μπόρεσα να συμβιβαστώ με το «κάθε λάθος για καλό», γελούσα μ’ εκείνους που ισχυρίζονταν πως αγαπούν τα λάθη τους, εγώ ήθελα να τα γαζώσω.

What was that phrase / «Grace under pressure»? Αλλά τουλάχιστο μπόρεσα να βιώσω ένα τέτοιο τραγούδι, όσο μόνος ένας ομοιοπαθής… In the disjointed breaking light / The soft blue approach of the water / Makes a sound you won’t forget / I took the wrong road round… Φυλάξτε το τελευταίο αυτό βαλς για μένα, κι όταν φύγω παρακαλώ όταν ακούγονται τα έγχορδα αφιερώστε μια σκέψη σ’ εμένα…

2. Για τα προσωπικά μου παραμυθιάσματα.

Plasticland – Magic Rocking Horse [Color Appreciation LP].

Γι’ αυτά έζησα και ένοιωθα πως αξίζει η ζωή μου, ακόμα και περιμένοντάς τα, ακόμα και ως άπιαστες πεταλούδες. Όταν ο κόσμος τριγύρω μου με έκανε να αισθάνομαι μόνος. Δύο- τρεις τέχνες, μια – δυο δημιουργίες, ένα μπουκέτο φαντασιώσεις, κάποια ταξίδια. When the world begins to make me feel so lonely…

Όλη αυτή η ανικανοποίητη αίσθηση πως δεν έζησα την ψυχεδελική εποχή της εξύμνησης της ζωής, της οργιαστικής νεότητας, της συμφιλίωσης με την φύση, της αισιοδοξίας για καλύτερους κόσμους και καλύτερους εαυτούς, του έρωτα όπως θα έπρεπε να είναι (φυσικός, ελεύθερος, κοινός), των πολύχρωμων ρούχων, της διεύρυνσης του μυαλού και της άνοιξης της καρδιάς, των καλοκαιριών της αγάπης και των χειμώνων της ειρήνης…πώς θα μπορούσε να καταλαγιαστεί, πέρα από την ίδια την ψυχεδελική της μουσική, αυθεντική ή αναβιωθείσα;

3. Για τις Ιστορίες που δε μάθαμε.

The Astronauts – The Semaphore Men [Τhe seedy side of Astronauts LP].

Σε ποια Ιστορία γράφομαι; Χωρίς να μπορέσω ποτέ να το εξηγήσω, απέκτησα μια εμμονή με την Ιστορία. Την σπούδασα, την μελέτησα, την αμφισβήτησα, την αρνήθηκα, την βασάνισα και με βασάνισε. Κανείς δε μου είχε μιλήσει για την ασέληγηση του σώματός της, για την διαστρέβλωσή της ουσίας της, για την υποκειμενικότητα της γραφής της.

Τα ίδια και στην Μουσική Μικροϊστορία. Για χρόνια οι Αστροναύτες δεν αναφέρονταν σε καμιά ιστοσελίδα, σε καμία από τις (άχρηστες συνεπώς) διαδικτυακές εγκυκλοπαίδειες. Ακόμα και σήμερα οι αναφορές είναι ισχνές. Σα να μην σχηματίστηκαν ποτέ, σαν να τους άκουσα όνειρο. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπήρξαν; Ότι η Ιστορία τους ξέβρασε, τους απέβαλε ως ξένο σώμα; Αλλά εγώ θυμάμαι έξι δίσκους (με αυτό το δωδεκάλεπτο μεταβιομηχανικό τεχνορόκ στον τέταρτο) όπου έδιναν τα πολλαπλά της κάτοπτρα, όσα και οι μυριάδες ζωές των ή οι θεάσεις τους. Σε ποια Ιστορία ποιών ανθρώπων θα γραφτούν και σε ποια Ιστορία αναφέρονται εδώ όταν ψελλίζουν ένα Distort History; To κομμάτι διασώζεται εδώ, το περί ου ο λόγος μέρος από το 5.39.

4. Για τις πλανητικές μου διαχύσεις.

Τhe Vietnam Veterans – Everywhere’s my nation [Ancient times LP, Green peas Live LP].

Θα μου λείψουν οι στιγμές που νοιώθεις πως γίνεσαι ρευστός οργανισμός και αισθάνεσαι υπερίπτασαι στα ύψη ή διαχέεσαι στα πλάτη. Αίσθηση που μου δημιούργησαν μόνο οι οργασμοί, η μέθη, κάποιες ραδιοφωνικές μου εκπομπές, και ορισμένες μουσικές, όπως της αγαπημένης μου νεοψυχεδελικής μπάντας, που προσέθετε και μια αίσθηση μοιράσματος με πλάνητες απανταχού του πλανητικού χωριού. Δε μπορώ να σου πω πού είναι το σπίτι μου, ούτε καν πού γεννήθηκα, είμαι ένας ξένος, γιατί το παντού είναι το έθνος μου.

Ενθύμηση: Με κάποιο τρόπο έμαθα πως στο προαναφερθέν live όλοι ήταν βαθιά λυπημένοι, καθότι ο γιος του Lucas Trouble, εκείνου του απίστευτου κημπορντίστα είχε πέσει σε κώμα – όλοι τους όμως βρίσκονταν μακριά του και το μόνο που θα μπορούσαν να κάνουν είναι να συνεχίσουν να παίζουν. Εκείνο το βράδυ η μπάντα έπαιξε όπως καμία άλλη φορά, σχεδόν κάθε κομμάτι απλωνόταν στο άπειρο, για να αποτελέσει επίκληση στους θεούς που εφημέρευαν. Όσο διαρκούσε η συναυλία, εκείνοι έπαιζαν ενάντια στην αμφιβολία και την αβεβαιότητα. Όταν τελείωσε έμαθαν τα αποτελέσματα της κοσμικής τους επίκλησης.

5. Για την λύπη.

Damon and Naomi – Mirror Phase [Damon and Naomi with Ghost LP].

Τίποτα, μόνο άφεμα, σαν σε πλοίο. Να γινόταν να αδειάσει το μυαλό, να μην σε χτυπάει τίποτα. Το βάλσαμό μου.

6. Για την αίσθηση πως βλέπεις πράγματα που δε βλέπουν οι άλλοι.

Marshmallow Overcoat – Something about the sun [Inner mystique LP].

Μια μεγάλη ειρωνεία ήταν πως πάντα άκουγα και απολάμβανα μόνος κι έρημος την υποτιθέμενη κοινοτική μουσική, την ψυχεδελική. Οι ίδιοι οι προμηθευτές μου ήταν ακόμα μοναχικότεροι. Όμως έβλεπα τις εικόνες που ήθελα και ευχαρίστως να τις ξαναζούσα τώρα, αν αυτό δεν ήταν το αφιέρωμα του τέλους του χρόνου μου. Μια φωνή σαν μετεμψυχωμένος Morrison μου τραγουδά: Ξέρεις μερικές φορές, όταν είμαι πολύ πολύ μόνος, υπάρχει κάτι παράξενο σχετικά με τον ήλιο, είναι η ξεχωριστή μου φίλη…

7. Για την αβάσταχτη ομορφιά της αποτυχίας.

(Τhe Mighty) Wah!- The story of the blues part 1 [A word to the wise guy LP].

Υπήρξα ανέκαθεν υπερβολικός, εκδηλωτικός, απαιτητικός, εκλεκτικός, γκρινιάρης. Ακριβώς ο χαρακτήρας που έβγαζε στα τραγούδια του ο – αυτός τουλάχιστον είχε μία διέξοδο (γκρίνια πάλι!) – Pete Wylie. Αιωνίως φωνακλάς και κατά βάση άσημος, ο πιο αδικημένος ροκ σταρ της ιστορίας του σύγχρονου ροκ εντ ρολλ έβγαλε υπέροχα τραγούδια που δεν έφτασαν στα αυτιά των πολλών – κι όταν το άφηνε κατά μέρος, γυάλιζε κομψοτεχνήματα σαν και τούτο. Δε σταμάτησε ποτέ να προσπαθεί, δεν πήρε ποτέ ό,τι άξιζε. Πάντα με κέρδιζαν οι ελάσσονες ήρωες της άγνωστης σε εμάς πραγματικότητας. Οι δημιουργοί που δεν έγιναν ποτέ γνωστοί, οι δόξες που κατέληξαν στα γήπεδα της τρίτης εθνικής, οι αυτοκράτορες που εξορίστηκαν. Πρώτα σου παίρνουν την υπερηφάνειά σου, την γυρνάνε μέσα έξω, και μετά συνειδητοποιείς πώς δεν έχεις τίποτα πια ούτε για χάσιμο…

8. Για έναν ρομαντισμό που δεν εξέφρασα παρά σπάνια.

Cocteau Twins – Musette and drums [Head over heels LP], How to bring a blush to the snow [Victorialand LP].

Η ομορφότερη μουσική που άκουσα ποτέ, που κατέβαινα σε αρχαία ερείπια για να την ακούσω, που μου έδινε την πιο ιδεατή εικόνα του έρωτα. Οι Cocteau Twins, το οριακό και οριστικό συγκρότημα της ζωής μου, είναι ασύμβατοι μ’ αυτές τις σελίδες. Είναι γενικώς ασύμβατοι με τις λέξεις, υπεράνω λεκτικής περιγραφής. Τώρα συνειδητοποιώ πως την ίδια αίσθηση είχαν κι εκείνοι για τα τραγούδια τους: ήταν αδύνατο να έχουν πάντα στίχους, γι’ αυτό και προτιμούσαν τους γλωσσικούς ήχους.

9. Για τις στιγμές των φόβων.

John Cale – Fear Is The Man’s Best Friend [Vintage Violence LP].

Ορισμένοι ισχυρίζονται πως σώθηκε η ζωή τους χάρη στο διάβασμα μερικών καθοριστικών σελίδων. Εμένα μου άρκεσαν ένα μάτσο φράσεις του John Cale για να αισθανθώ πως αμφιβάλλουν ή φοβούνται και άλλοι εξίσου μ’ εμένα. Όπως εκείνη στο Gideon’s bible: Holding up … to things that don’t exist… Σε μια εποχή που οι ροκ εντ ρολλ ήρωες διατυμπάνιζαν τα ανδραγαθήματά τους, εκείνος ξεγυμνωνόταν από κάθε ηρωική του εικόνα. Και δε σταμάτησε να μιλάει για αντιφάσεις, αδυναμίες, φόβους. Πολεμώντας τους στα ίσια με ορισμένα λόγια. Και κονταροχτυπιέται ακόμα, με ισόπαλο αποτέλεσμα. Δε περίμενα να μου στείλει στεφάνι… ή είναι κι αυτό ευσεβής πόθος; You know it makes sense, don’t even think about it / Life and death are just things you do when you’re bored … / Say, fear is the man’s best friend…

10. Για μια απορία που δε λύθηκε ποτέ.

Tuxedomoon – The cage [Short Stories EP]

Πώς είναι δυνατό τα μέρη που εφευρέθηκαν για να γνωρίζονται οι άνθρωποι, να είναι μέρη που αισθάνεσαι μοναχικότερος από οπουδήποτε; Έμαθε λοιπόν να κρατά το τσιγάρο και ποτό στο ένα χέρι, αλλά δεν φαίνεται να τα καταφέρνει, όλοι είναι τελικά τόσο ηλίθιοι, αλλά δεν ξεχνάει το φεγγάρι έξω κι όλα τα αστέρια ψηλά. Bars…

11. Για τότε που ένοιωθα εύθραυστος.

Robyn Hitchcock – Glass [Fegmania LP].

Glass is all we’ re really made of / glass is all we’ll ever be… Μυριάδες τέτοιοι ήρωες της δικής τους πραγματικότητας ήταν όλοι οι χαρακτήρες των τραγουδιών του Ρόμπυν. Στη σπάνια περίπτωση που τραγούδησε για τον εαυτό του, έγινε διάφανος μια για πάντα. Είτε κρεμόμαστε από μια κλωστή, είτε σπάμε με το παραμικρό, είτε κολυμπάμε σε θάλασσες πανικού, είτε κρυβόμαστε από τον ίδιο μας τον εαυτό. Glass protects you but glass can shatter / hear the sirens, hear the screams / in the end of, nothing matters cause / no one else can see your dreams.

12. Για τις αβύσσους των ερωτισμών.

Δέσμιος ορισμένων ανομολόγητων φετίχ και ερωτικών φαντασιών που πανομόρφυναν τον βίο, φαντασιακά ή πραγματικά. Ενίοτε διασταυρώθηκαν σε στίχους ημίφωτους κι ημιθανείς: Mark and Mambas – To catch a fallen star [Torment and torreros LP]. Sparks – More than a sex machine [Balls LP]. Winston Tong – Reports from the heart [Theoretically Chinese LP]. Pain and pleasure twisted by / contradicted body and mind. // But I’m much more than thins/more than a sex machine!

Υπάρχει κάποια επικότητα και μία αίσθηση δραματικού τέλους σε κομμάτια όπως το My Way, το Heroes και το All tomorrows parties. Tα άκουγα κι εγώ στο χείλος του γκρεμού κάποτε, ή απλά του μπαλκονιού μου. Αλλά δεν τα διαλέγω. Γιατί ήταν πολλά αυτά που δεν έγιναν με τον τρόπο μου, υπήρξαν φορές που ένοιωσα ήρωας αλλά ήταν ελάχιστες, και καμία σύναξη ομόψυχων δεν με ικανοποίησε ποτέ – τα πάρτυ του αύριο ήταν μια απάτη. Τίποτα δεν καλυτέρευσε ποτέ.

Η τελευταία ερώτηση θα ήταν από και προς κάποιον που γνώρισε πολλές περισσότερες «περιφορές», σύρθηκε στη γη και στα εξώφυλλά του, μου άνοιξε το μυαλό του και σχεδόν πήγα να πνιγώ εκεί μέσα. Τον Ιούλιο του Χάους: Ω βασιλιά του χάους, θα αγαπήσεις το γιο σου; / το μυαλό μου αποσυνδέθηκε, και δεν είναι το μόνο… Julian Cope – O King of chaos [Fried LP].

ΥΓ. Ο υιός Trouble είναι μια χαρά. Είναι αυτός που βλέπετε τρίτος από δεξιά στην τιμητική μου φρουρά. Ακούω τη φωνή του εκδότη: Είπαμε έντεκα και εσύ μας έφερες τη μισή δισκοθήκη σου. Μας οφείλεις απ’ τα πέρατα συνομιλίες με τους αγαπημένους σου, νεκρούς μεν, πάντα ενθυμούμενους δε: Andrian Borland, Billy McKenzie, David McComb, Grant McLennan, Nikki Sudden. Κι όσους Ramones βρεις.

Προτού φύγω ας θυμηθώ μερικές χρήσιμες επιγραφές – τίτλους που σήμαιναν κάτι παραπάνω από τα υπέροχα τραγούδια που σκέπασαν… …Knowledge comes with death’s release. Tonight by your side, it’s Such a heavenly way to die. Under neon loneliness, motorcycle emptiness….

Σύμφωνοι, το Καρναβάλι τελείωσε. Άρα, να καίνε οι φλόγες! My Funeral, My Trial. Απόψε πετάμε. Κυρίες και κύριοι πλοηγούμαστε στο διάστημα. Αφήστε με τώρα, είμαι στον Έβδομο Ουρανό. Εσείς, ακούστε τα Εμβατήρια του Νικόλα Πιοβάνι.

Πρώτη δημοσίευση: εδώ. Ολόκληρο το αφιέρωμα σε έξι μέρη, αρχίζει εδώ.

Εδώ η αυθεντική εκτέλεση του Magic Rocking Horse. Εδώ η ανώτατη διασκευή των Plasticland. Το Everywhere’s my nation διαδικτυώνεται εδώ. To Semaphore Men των Astronauts σώζεται μόνο εδώ, αρχίζοντας από το 5.40 αλλά μένει ανολοκλήρωτο.