Τo έρμα, τεύχος 03 (Απρίλιος 2018)

Ίσως δεν είναι ο κινηματογράφος που τελείωσε αλλά μόνο η σινεφιλία (cinephilia) – το όνομα αυτού του ξεχωριστού είδους έρωτα που ενέπνευσε το σινεμά. Κάθε τέχνη αναθρέφει τους φανατικούς της. Ο έρωτας που προξενούσαν οι ταινίες ήταν μεγαλοπρεπής. Γεννήθηκε από την πεποίθηση ότι ο κινηματογράφος ήταν μια τέχνη διαφορετική απ’ όλες τις άλλες: ουσιωδώς μοντέρνα, διακριτικά προσιτή, ποιητική και μυστηριώδης και ερωτική και ηθική – όλα αυτά μαζί. Ο κινηματογράφος είχε αποστόλους˙ο κινηματογράφος ήταν μια κοσμοθέαση. Οι εραστές της ποίησης ή της όπερας ή του χορού δεν σκέφτονται ότι υπάρχει μόνο η ποίηση ή η όπερα ή ο χορός. Όμως οι εραστές του κινηματογράφου μπορούσαν να σκεφτούν ότι υπήρχε μόνο το σινεμά. Ότι οι ταινίες περιέκλειαν τα πάντα – και το έκαναν. Ήταν ταυτόχρονα το βιβλίο της τέχνης και το βιβλίο της ζωής

… γράφει η Σούζαν Σόνταγκ στο κείμενό της «Ένας αιώνας κινηματογράφου», που δημοσιεύεται στο τρέχον τεύχος του περιοδικού και είναι γεμάτο ερεθιστικές σκέψεις. Η κορυφαία δοκιμιογράφος και φωτογράφος εστιάζει, μεταξύ άλλων, στην επιθυμία του θεατή να απαχθεί από την ταινία, ως ένα μέρος της πλατύτερης εμπειρίας της απώλειας του εαυτού σου σε πρόσωπα και ζωές που δεν ήταν η δική σου. Το προαπαιτούμενο για να απαχθείς ήταν να κατακλυστείς από την φυσική παρουσία της εικόνας, άρα να βρίσκεσαι την κινηματογραφική αίθουσα, καθισμένος στο σκοτάδι ανάμεσα σε αγνώστους. Κι επειδή κάθε κείμενο όχι μόνο επιδέχεται αλλά και πρέπει να προσκαλεί τον αντίλογό του, η Ειρήνη Σταματοπούλου διατυπώνει τις ενστάσεις της, όσον αφορά την αναφορά στον θάνατο του κινηματογράφου που αναφέρει η Σόνταγκ, και οι οποίες ακριβώς τον αρνούνται με βάση από τα εμπειρικά δεδομένα όσο και τα εγγενώς θεμελιώδη συστατικά που «θεσπίζουν» την κινηματογραφική απόλαυση.

Η λογοτεχνία, ακόμα και στη νατουραλιστική εκδοχή της, είναι διαρκώς μια υπέρβαση του αυτονόητου, μια επιθυμία οι συνηθισμένες λέξεις, οι λέξεις με τις οποίες αγοράζουμε ψωμί ή υπακούμε εντολές, να λένε τις αλήθειες τους με τρόπο διαφορετικό, γράφει ο Χουάν Βιγιόρο στο εξαιρετικά ενδιαφέρον κείμενό του Ο μεταφραστής. Στην λογοτεχνική επικράτεια τίποτε δεν είναι μονοσήμαντο. Σε αντίθεση με τα έντυπα οδηγιών των ηλεκτρικών συσκευών και τις προαπαγανδιστικές ομιλίες, τα μυθιστορήματα και τα ποιήματα προσφέρονται για πολλαπλές ερμηνείες και η παραμονή τους στο πολιτισμικό ρεπερτόριο εξαρτάται από την ικανότητά τους να οδηγούν σε καινούργιες κάθε φορά αναγνώσεις.«Κλασικό είναι ένα βιβλίο που ποτέ δεν παύει να λέει αυτό που θέλει να πει», σημειώνει ο Ίταλο Καλβίνο. Η λογοτεχνία που αντέχει στον χρόνο είναι ένα πορώδες υλικό: οι λειτουργικές οπές της αφήνουν να περνάει ο αέρας, η ατμόσφαιρα, οι αναζητήσεις κάθε εποχής. Αν η λογοτεχνία, λοιπόν, εξαρτάται από τις πολλαπλές δυνατότητες του κειμένου, από τη ζώνη εκείνη όπου οι λέξεις εξαντλούν την τρέχουσα σημασία τους, είναι δυνατό το λογοτεχνικό ιδίωμα να περνάει δίχως απώλειες σε μια άλλη γλώσσα; αναρωτιέται ο συγγραφέας στο απολαυστικό του κείμενο.

Οι Σκέψεις πάνω στη φτώχεια, τη δυστυχία και τις μεγάλες επαναστάσεις της Ιστορίας είναι ένα πολύτιμο κείμενο της Χάνα Άρεντ προερχόμενο από αδημοσίευτο μέχρι σήμερα χειρόγραφο από τα τέλη της δεκαετίας του ’60, ένα εκτενές γραπτό που υποτίθεται θα εκφωνούνταν σε μια διάλεξη ο χρόνος και ο τόπος της οποίας δεν έχουν επιβεβαιωθεί. Ένα εξίσου μεγάλο κείμενο αφορά τις Μεταμορφώσεις της πόλεως, το έξοχο βιβλίο του Πιερ Μανάν [Pierre Manent] που θα παρουσιάσουμε εν καιρώ (εκδ. Πόλις). Εδώ ο μεταφραστής του Χρήστος Μαρσέλλος αναφέρεται στο μείζον αυτό έργο με άξονα κάποιες Σκέψεις για τον Λέο Στράους.

Όπως πάντα τα κείμενα του περιοδικού διατρέχουν πλείστα κοινωνικά και πολιτικά πεδία. Οι τίτλοι είναι ενδεικτικοί: Οι εθνικισμοί στη συνάφεια της γεωπολιτικής. Μια υποσημείωση για το «μακεδονικό» ζήτημα (Νίκος Κατσιαούνης), Η συνολική αλλαγή παραδείγματος και η ανάγκη αντίστασης (Φιλήμονας Πατσάκης), Το αίνιγμα των δικαιωμάτων (Αποστόλης Στασινόπουλος), Quo vadis? (Γιώργος Μερτίκας), Η ρευστότητα του παρελθόντος. Σκέψεις για τον Angelus Novus (Αλέξανδρος Σχισμένος), Μετανεωτερική συνθήκη και υποκειμενικότητα (Στέφανος Ροζάνης), Η εφήμερη τέχνη (Ορέστης Τάτσης). Παρουσιάζεται ακόμα η κινητική έρευνα «απόγειος» της χορογράφου Πωλίνας Κρεμαστά και μεταφράζονται το διήγημα του Σέργουντ Άντερσον Θάνατος στο δάσος και το ποίημα East Coker του Τ.Σ. Έλιοτ (μτφ. Σπύρου Γιανναρά και Στέφανου Ροζάνη αντίστοιχα).

[σελ. 204]

Στις εικόνες: Susan Sontag, Juan Villoro [Paola Gastelo], Hannah Arendt, Sherwood Anderson [Ben Kirchner].

Περιοδικό Κιουρί@, τεύχος 0 (καλοκαίρι 2018), αφιέρωμα στην Έμφυλη Βία

Η ομάδα Κιουρί@ είναι μία πολιτικά και οργανωτικά αυτοτελής φεμινιστική ομάδα που αγωνίζεται μαζί με τις άλλες φεμινιστικές, λοατκι και αντιρατσιστικές συλλογικότητες για την εξάλειψη της πατριαρχίας, των θεσμικών και κοινωνικών έμφυλων και φυλετικών μορφών βίας. Η ομάδα ακολουθεί το ρεύμα του ριζοσπαστικού φεμινισμού και αντλεί από θεωρητικές επεξεργασίες του δεύτερου, του τρίτου κύματος και του τέταρτου κύματος φεμινισμού, των λεσβιακών, γκέι και κουήρ θεωρίων καθώς και των μετα-αποικιακών σπουδών.

Το μηδενικό τεύχος έχει πολλά πρωτότυπα κείμενα, που συμπληρώνονται με την εικονογραφία της Έλενας Προβατά. Η Eλιάνα Καναβέλη σκέφτεται για την σιωπή που σπάει χάρη στο κίνημα #MeToo, η Έλενα Ψαρρέα εντοπίζει την «άλλη όψη του ίδιου σεξισμού», η Αλίκη Κοσυφολόγου προβληματίζεται για την ρητορική μίσους και την λεκτική βία της εκκλησίας, η Αναστασία Ματσούκα αναπτύσσει τον αλγόριθμο του βιασμού, με βάση πραγματικά και νομικά περιστατικά.

Γνωρίζουμε από το μυθιστόρημα του Ρομπέρτο Μπολάνιο 2666 (παρουσίαση από το Πανδοχείο, εδώ) την φανταστική πόλη Santa Teresa που εμφανώς συνδέεται με την πραγματική πόλη Σιουδάδ Χουάρες (Siudad Juarrez), γνωστή πλέον «πόλη των γυναικοκτονιών». Η συγκλονιστική αυτή συνθήκη στα καθ’ ημάς πέρασε στα ψιλά γράμματα, όπως άλλωστε κάθε είδους ειδήσεις για σεξουαλική βία, συχνή κατάληξη της οποίας είναι η δολοφονία. Η πόλη αυτή υπήρξε το ταχύτερο αναπτυσσόμενο βιομηχανικό κέντρο του Μεξικό κατά την δεκαετία του ’90, σε μια ευρύτερη διασυνοριακή περιοχή στην άλλη πλευρά του El Paso, όπου συγκεντρώθηκαν εργοστάσια συναρμολόγησης (μακιλαδόρες) ακατέργαστων προϊόντων.

Σήμερα έχει πλέον αναδειχτεί σε ένα ύστερο νεωτερικό πρότυπο διαπλοκής των βασικών εκμεταλλεύσεων που προσφέρει ο καπιταλισμός, δηλαδή της εκμετάλλευσης με βάση την τάξη, το φύλο, τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την φυλή. Εκεί χιλιάδες νεαρές γυναίκες, συνήθως μετανάστριες, βρέθηκαν δολοφονημένες ή παραμένουν εξαφανισμένες. Η Λίνα Θεοδώρου επιχειρεί μια σκιαγράφηση αυτής της «νεκρόπολης των γυναικών», όπου η θηλυκοποίηση μιας εργασίας ακραίας, ευέλικτης και εντατικής και οι ιδιαίτερες συνθήκες οδήγησαν σ’ έναν ολοκληρωμένο «μηχανισμό γυναικοκτονιών».

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η «συνέντευξη με τη Κ., πρόσφυγα από Ιράν και κάτοικο του City Plaza», χάρη στον αποσπασματικό λόγο μιας προφορικής συνομιλίας που αποδίδει την σύγχρονη οδύσσεια χιλιάδων γυναικών. Στην συνομιλία της με την Νάντια Μάντεση η μετανάστρια αναφέρει και στοιχεία που δεν είναι ιδιαίτερα γνωστά, όπως το γεγονός ότι αντίθετα με την κοινή αντίληψη, οι γυναίκες προσπαθούν να βρουν μια λύση στα συνεχή προβλήματα που εμφανίζονται και όχι οι άντρες μετανάστες, που συχνά παραιτούνται από τον απαραίτητο καθημερινό αγώνα. Φυσικά οι ίδιες αυτές γυναίκες όταν φεύγουν από την χώρα τους κανείς δεν τις αποχαιρετά· τους λένε μάλιστα πως «αν επιλέξεις να φύγεις, φεύγεις για πάντα, δε μπορείς να γυρίσεις πίσω».

Τα υπόλοιπα θέματα των κειμένων: Θύματα και «χαρούμενες πόρνες»: Διαμαρτυρία, σεξεργασία και εξευγενισμός (Βαλεντίνη Σαμπεθάι), Σύνορα είναι χαρακιές στα σώματα του πλανήτη (Γιάννος Λεβισιάνος), Feminizing Politics: Μιλώντας για ένα κίνημα στο μπόι των αναγκών μας (Αναστασία Ευστράτογλου), Πότε όμως απελευθέρωση των σωμάτων μας; “Fini la servante du seigneur, la femme de son mari, la bonne de son maître, la secrétaire de son patron” (Μάνια Σωτηροπούλου), Οι γυναίκες που δεν έχουν το δικαίωμα να ζήσουν! (Μαργαρίτα Νικία, με αφορμή την ταινία του Cyrus Nowrasteh The stoning of Soraya M). Το τεύχος συμπληρώνεται με γραπτά για τον φεμινισμό στον Μάη του ’68, καταγγελίες σεξουαλικής παρενόχλησης, παρουσιάσεις βιβλίων κ.ά. Ένα σώμα ογδόντα σελίδων, που ανατέμνει μια τερατώδη σύγχρονη πραγματικότητα που θεωρείται αυτονόητη και καταθέτει δυνατά κείμενα.

Σελίδες 80, Ιστοσελίδα με όλα τα στοιχεία εδώ.

Στις εικόνες: Μνήμη γυναικών της Siudad Juarrez, έργο της Έλενας Προβατά, φωτογραφία από την ιστοσελίδα του περιοδικού.