Georg Trakl – Ποιήματα

Georg Trakl 0

Το μοναχικό τραγούδι ενός Κάσπαρ Χάουζερ του 20ού αιώνα

Η ποίηση του Γκεόργκ Τρακλ πάντα με προσέλκυε με έναν σκοτεινό, αδιευκρίνιστο τρόπο. Να είναι άραγε η καθαρή ουσία των λέξεων ή ίδια η προσωπικότητά του; Ακόμα κι αν η ανάγνωση των γραπτών του έχει αυτόνομο ενδιαφέρον, ορισμένα ερμηνευτικά κλειδιά είναι απολύτως απαραίτητα για την βαθύτερη κατανόηση της γραφής του. Κι έτσι αυτή η δίγλωσση έκδοση που περιλαμβάνει ολόκληρο το σημαντικότερο βιβλίο του Ο Σεβαστιανός μέσα στ’ όνειρο, το πρώιμο πεζό ποίημα Εγκατάλειψη (για πρώτη φορά στα ελληνικά) και τα σπουδαιότερα και εκφραστικότερα ποιήματα από ολόκληρο το ποιητικό του έργο, μας προσφέρει ακριβώς τέτοια κλειδιά.

Πρόκειται για τρία ειδικότερα κείμενα: ένα συμπαγές σώμα με εκτενή σχόλια και σημειώσεις πάνω στα ποιήματα, το τραγούδι του ξένου – ένα ευρύτερο σχόλιο στην ποίηση του Τρακλ κι ένα χρονολόγιο που περιλαμβάνει σημαντικά αποσπάσματα από σωζόμενες επιστολές. Δεν μπορείς να φανταστείς πόση είναι χαρά όταν όλα όσα για χρόνια πιέζονταν μέσα σου και ζητούσαν βασανιστικά την λύτρωση ξαφνικά και απροσδόκητα έρχονται με ορμή στο φως, ελευθερώνονται και σε ελευθερώνουν… έγραφε σε παιδικό του φίλο, λίγο καιρό μετά την δοκιμή γραφής των πρώτων του ποιημάτων. Αλλά ο ψυχισμός του ήταν ήδη ετοιμόρροπος.

Georg Trakl 3

Το 1904 ο Τρακλ δοκιμάζει για πρώτη φορά χλωροφόρμιο και οινοπνευματώδη ποτά· αρχίζει να καπνίζει και να επισκέπτεται τα χαμαιτυπεία. Σταδιακά εθίζεται σε τοξικές ουσίες, στα σκοτεινά δηλητήρια (κυρίως χλωροφόρμιο, όπιο, αργότερα κοκαΐνη και στα υπνωτικά χάπια Veronal). Εγκαταλείπει οριστικά το γυμνάσιο και αρχίζει πρακτική εκπαίδευση σε φαρμακείο του Ζάλτσμπουργκ· η επιλογή του επαγγέλματος βρίσκεται σε άμεση συνάφεια με την εξάρτησή του από τα ναρκωτικά. Επέλεξε να εργαστεί στον λευκό άγγελο· αυτή ακριβώς ήταν η επωνυμία ενός φαρμακείου στο Ζάλτσμπουργκ. Αγοραφοβικός και φυγόκοσμος, δειλός και συνεσταλμένος στο έπακρο, αδυνατεί να εξυπηρετήσει τους πελάτες· τις περισσότερες ώρες τις περνά στην αποθήκη του φαρμακείου, που είναι ένας χώρος στενός, αποπνικτικός, χωρίς παράθυρα, και όπου φυλάσσονται όλα τα παρασκευάσματα.

Η Φαρμακευτική είναι η οδός του· αλλά η εγκατάσταση στη Βιέννη το 1908 για σπουδές είναι εφιαλτική. Ζει σε μεγάλη μοναξιά σε φτηνά, καταθλιπτικά, κρύα και υγρά δωμάτια· αργότερα που ως Ανθυπολοχαγός υπηρετεί την θητεία του στην ίδια πόλη και δικαιούται να διατηρεί δωμάτιο. Από το παράθυρο έχω θέα σε μια μικρή, σκοτεινή αυλή. Όταν κοιτάζω έξω, πετρώνω από την απελπισία…έγραφε σε επιστολή του το 1910. Συμβαίνει συχνά να περιπλανιέμαι μέρες ολόκληρες στα γύρω δάση….ή σε δρόμους σε θλιβερούς κι έρημους τόπους έγραφε σε άλλο γράμμα, ένα χρόνο μετά. Καλά θα κάνει να αμύνεται κανείς μπροστά στην τέλεια ομορφιά, την οποία περιττεύει να κοιτάς σαν χαζός. Όχι, για εμάς το σύνθημα είναι ένα: Εμπρός προς τον ίδιο σου τον εαυτό! έγραφε σε τρίτη επιστολή, σε γνωστή του.

Bernd Streiter (German, 1962). Schlaf (from the series dedicated to Austrian poet Georg Trakl), 1989

Η αγαπημένη του αδελφή Margarethe (ή Grete ή Gretl όπως την αποκαλούσε ο ίδιος) ήταν η μοναδική στην οικογένεια που ενδιαφέρθηκε για τον ποιητή, στο έργο του οποίου εμφανίζεται συχνά και επανέρχεται ολοένα ως Έφηβη, Καλογριά, Ξένη κλπ. Εγκατέλειψε μόλις έντεκα χρονών την πατρική εστία και κλείστηκε εσωτερική σε ιδιωτικό εκπαιδευτήριο, μάλλον, όπως εικάζεται, εξαιτίας των στενών σχέσεων με τον αδελφό της. Εάν οι ερωτικές σχέσεις του Τρακλ με την αδελφή του υπήρξαν στην πραγματικότητα, θα πρέπει να στόχευαν ενστικτωδώς σε ένα: να στηλιτεύσουν την κοινωνία και την οικογένεια που ζει μέσα στο ψεύδος, στην σεμνοτυφία και στην υποκρισία.

Το 1912 αποδέχεται τη θέση στο Υπουργείο Δημοσίων Έργων στην Βιέννη με εξαιρετικά χαμηλό μισθό. Παρουσιάζεται, παραμένει λίγες ώρες και την επομένη υποβάλλει την παραίτησή του. Επιστρέφει στο Ζάλτσμπουργκ και γράφει: Πόσο σκοτεινή είναι ετούτη η ρημαγμένη πόλη, όλο εκκλησίες και εικόνες του θανάτου. Αργότερα αναγκάζεται λόγω της μεγάλης οικονομικής δυσπραγίας να πουλήσει τα βιβλία της προσωπικής του βιβλιοθήκης: Χαίλντερλιν, Νοβάλις, Μπωντλαίρ, Ντοστογιέφσκι, Χόφμανσταλ, Ρεμπώ, Τσβάιγκ, Λενάου. Δεν γνώριζε πως λίγο αργότερα ο Βιττγκενστάιν θα διαθέσει ένα μέρος της τεράστιας πατρικής περιουσίας του ενισχύοντας άπορους ποιητές και καλλιτέχνες, μεταξύ των οποίων ο Τρακλ, ο Ρίλκε, ο αρχιτέκτονας Άντολφ Λοος, ο ζωγράφος Όσκαρ Κοκόσκα κ.ά.

Georg Trakl 2

Οι νύμφες εγκατέλειψαν τα χρυσαφένια δάση. / Κηδεύουν τον ξένο. Ύστερα αρχινά μια σιγανή βροχή που / λαμπυρίζει. / Ο γιος του Πάνα φανερώνεται με τη μορφή ενός εργάτη / Που περνά το μεσημέρι κοιμούμενος βαθιά πάνω στην πυρωμένη άσφαλτο. / Σε μιαν αυλή είναι μικρά κορίτσια ντυμένα με ρούχα φτωχικά / Που σου σπαράζουν την καρδιά! Είναι δωμάτια / Γεμάτα μελωδίες και σονάτες. Είναι ίσκιοι / Που αγκαλιάζονται μπροστά σε τυφλούς καθρέφτες. / Αυτοί που αναρρώνουν ζεσταίνονται στα παράθυρα του νοσοκομείου. / Ένα λευκό ατμόπλοιο στο κανάλι μεταφέρει αιμόφυρτες επιδημίες. / Η ξένη αδελφή φανερώνεται πάλι σε κάποιου τ’ άσχημα όνειρα…

…έγραφε στον Ψαλμό, αφιερωμένο στον Καρλ Κράους. Στο παιδί Έλις ο Τρακλ δανείζεται το όνομα ενός Σουηδού εργάτη μεταλλείων Έλις Φρέμπομ, που έζησε τον 17ο αιώνα και σκοτώθηκε σε ατύχημα την ημέρα του γάμου του σε πολύ νεαρή ηλικία. Το συμβάν θεματοποίησαν ο E.T.A Hoffmann και ο Hugo von Hoffmannsthal σε διήγημα και έμμετρο δράμα αντίστοιχα. To σώμα του άτυχου νέου ανασύρθηκε ανέπαφο αρκετές δεκαετίες μετά τον θάνατό του, όταν η γυναίκα του ήταν ήδη σε βαθύ γήρας.

The Bear Press - Georg Trakl. Gesang des Abgeschiedenen. Sieben Farbholzschnitte von Hanns Studer_

O εκδότης Κουρτ Βολφ [Kurt Wolff] που εκείνα τα χρόνια είχε εκδώσει έργα του Φραντς Κάφκα, του Ρόμπερ Βάλζερ, της Έλζε Λάσκερ – Σύλερ, του Γκόντφιντ Μπένν κ.ά. κάνει δεκτά τα ποιήματά του· είναι το πρώτο και το τελευταίο βιβλίο που θα δημοσιεύσει όσο ζει. Στο Ίνσμπρουκ θα απαγγείλει για πρώτη και τελευταία φορά ποιήματά του. Η επιστράτευσή στον πόλεμο και ιδίως η παρουσία του στην μάχη του Γκρούντεκ (στη σημερινή Ουκρανία) θα σημάνει και την αρχή της ψυχικής του κατάρρευσης, καθώς θα βρεθεί μόνος περιθάλποντας ενενήντα περίπου βαριά τραυματισμένους στρατιώτες, αρκετοί από τους οποίους θα αυτοκτονήσουν μπροστά στα μάτια του. Λίγες μέρες αργότερα θα κάνει την πρώτη απόπειρα αυτοκτονίας και θα μεταφερθεί στην ψυχιατρική πτέρυγα του Στρατιωτικού Νοσοκομείου της Κρακοβίας. Μια μέρα πριν τον θάνατό του από ανακοπή καρδιάς, σε ηλικία είκοσι επτά ετών, θα κάνει μια δεύτερη απόπειρα αυτοκτονίας με ισχυρή δόση κοκαΐνης. Τρία χρόνια μετά θα αυτοκτονήσει η αδελφή του, σε ηλικία είκοσι έξι ετών.

Χτυπημένος από ανείπωτους συγκλονισμούς, που δεν ξέρω αν είναι για να με καταστρέψουν ή για να με ολοκληρώσουν σαν άνθρωπο, αμφιβάλλοντας για κάθε καινούργιο ξεκίνημα και ενόψει ενός κατά κάποιον γελοίο τρόπο αβέβαιου μέλλοντος….  // Χαμένος ανάμεσα στη μέθη και τη μελαγχολία, μου λείπει η δύναμη να αλλάξω μια κατάσταση που μέρα με την ημέρα γίνεται όλο και πιο αδιέξοδη και δεν απομένει παρά μια επιθυμία μόνο, πως καλό θα ήταν να ξεσπάσει μια καταιγίδα για να με εξαγνίσει ή να με αφανίσει. [αποσπάσματα από επιστολές]

Georg Trakl 1_

Το τραγούδι του Κάσπαρ Χάουζερ αφορά μια από τις πιο αινιγματικές ιστορίες του 19ου αιώνα που δεν έχει διαλευκανθεί μέχρι σήμερα. Ο δεκαεξάχρονος νεαρός βρέθηκε σαν ουρανοκατέβατος σε πλατεία της Νυρεμβέργης το 1828, χωρίς να γνωρίζει γραφή και ανάγνωση, μιλώντας πολύ λίγο. Ο θρύλος τον θέλει να έχει μεγαλώσει στην αγκαλιά της φύσης ή να κατάγεται από αριστοκρατική οικογένεια.

Ο αγνός και ανόθευτος νέος έγινε το σύμβολο της δολοφονίας της φύσης από τον «εκπολιτισμένο» άνθρωπο. Για την περίπτωση του Κάσπαρ Χάουζερ γράφτηκαν εκατοντάδες βιβλία και κείμενα ενώ ο Βέρνερ Χέρτζογκ γύρισε την περίφημη ταινία του. Η μοναδική αυθεντική φράση του σώζεται ήταν το: Θέλω να γίνω Ιππότης ενώ ο Τρακλ σε επιστολή στου έγραψε σε φίλο του: Τελικά θα παραμείνω για πάντα ένας κακόμοιρος Κάσπαρ Χάουζερ.

 Bernd Streiter (German, 1962). Begegnung (from the series dedicated to Austrian poet Georg Trakl), 1989

Το τραγούδι του μοναχικού έχει τις ρίζες του σ’ έναν κοινό τόπο της χριστιανικής γραμματείας: την αναχώρηση του μοναχού, την αποταγή των εγκοσμίων· ο μοναχός είναι ήδη μεταφορικά νεκρός για τον κόσμο ετούτο, καθώς ασκείται νύχτα – μέρα στη νέκρωση των παθών. Αν εμβαθύνει κανείς στο Όνειρο και σκοτισμός του νου θα δει καθαρά όλο το δράμα της ζωής του ποιητή. Όνειρο ήταν η ζωή που λαχταρούσε να ζήσει, σκοτισμός του νου είναι η ζωή όπως τελικά την έζησε.  Το Grodek, το τελευταίο ποίημα που μπόρεσε να ολοκληρώσει, ανακεφαλαιώνει σε λίγους στίχους όλη την τέχνη του Τρακλ. Μέσα από την πολεμική σύρραξη φανερώνεται καθαρά η δυνατή αντίθεση ανάμεσα στη Φύση και τον Άνθρωπο. Από την μια η γαλήνη της φύσης, από την άλλη ο δυσερμήνευτος, ακατανόητος αλληλοσπαραγμός, η εγγενής αδυναμία του ανθρώπου να ζήσει σε αρμονία με τον εαυτό του και τους άλλους.

Η μοναξιά είναι η μεγαλύτερη ξενιτεία, γράφει ο μεταφραστής στο δεύτερο κείμενό του. Κάποτε, στην αδυσώπητη μοναξιά, η τρέλα γνέφει στον ξένο από μακριά. Αφετηρία και τέλος του ξένου είναι ο απέραντος χώρος του πνεύματος· εκεί ο ξένος ζει και αναπνέει ελεύθερα. Ο ξένος είναι ξένος γιατί δεν διακατέχεται από καμία ιδεολογία, ιδεοληψία, θρησκοληψία. Είναι ακόμα μοναχικός γιατί δεν ανήκει πουθενά: σε καμία οργάνωση, σε καμία πολιτική παράταξη, σε κανένα κόμμα, σύνδεσμο, σύλλογο, εκκλησία ή εταιρεία.

Masked Portrait (Georg Trakl) - Albert Bloch 1_

Ο ξένος περιφρονεί την ευτυχία, που είναι ο επιούσιος άρτος των πολλών. Το τραγούδι είναι ο τρόπος εξοικείωσης του ξένου με τον ανοίκειο κόσμο. Το τραγούδι του είναι ελεύθερο γιατί δεν ζητά τίποτα και από κανέναν. Έχει μάλιστα ένα κοινό σημείο με το τραγούδι του πουλιού: δεν απευθύνεται σε κανέναν ούτε ζητά ένα ακροατήριο. Τόσο ο ξένος όσο και ένα πουλί τραγουδούν γιατί μόνο έτσι ζουν μέσα στον κόσμο. Μόνο με αυτό τον τρόπο δεξιώνεται ο ξένος τον κόσμο. Η εστία του είναι ακριβώς το τραγούδι· και με αυτό φανερώνει τον κόσμο σε μια άλλη διάσταση, και όχι στην δεδομένη του μορφή. Η ανάγνωση των ποιημάτων του Τρακλ πρέπει οπωσδήποτε να υπολογίσει τις παραπάνω φράσεις του μεταφραστή.

Η ποίηση του Τρακλ είναι κρυπτική, αινιγματική, πολυσήμαντη αλλά όχι ηθελημένα ακατανόητη. Ο πολύτροπος, πρωτεϊκός της χαρακτήρας επιτρέπει πολλές και διαφορετικές προσεγγίσεις. Είναι από τους πρώτους που μαθαίνει να βλέπει την ωραιότητα στην ασχημία, στη σήψη, στην κατάρρευση, στην περιοδικότητα των πάντων, λέγοντας με διαφορετικούς τρόπους πως κατά βάθος η αλήθεια είναι φοβερή και αποκρουστική. Ωστόσο, τονίζει ο μεταφραστής, δεν είναι ο ποιητής της «παρακμής» αλλά μάλλον της ακμής τους ερχόμενου γένους, Αυτό είναι που θα ζητήσει να επιστρέψει πάση θυσία στην αλήθεια, την ωραιότητα, το μέτρο, την ολιγάρκεια, στις πρωταρχικές εστίες του ανθρώπου, που λησμόνησε στην παραφροσύνη των μεγαλουπόλεων.

1924

Εκδ. Περισπωμένη, 2014, μετάφραση – επίμετρο: Θανάσης Λάμπρου, 295 σελ. Περιλαμβάνονται σχόλια και σημειώσεις, συνοπτικό χρονολόγιο και βιβλιογραφικό σημείωμα.

Και η εικοσιεξάλεπτη σύνθεση Georg Trakl του ηλεκτρονικού γκουρού Klaus Schultze για τον συγγραφέα, από τον δίσκο του Χ [1978].

Τα δυο έργα του Bernd Streiter (1962) όπως και η τρίτη εικονογράφηση χρησιμοποιήθηκαν για εκδόσεις του ποιητή. Το τελευταίο πορτρέτο είναι του Albert Bloch.

Η ανάδυση της μνήμης. Συζητώντας με τον W.G. Sebald. Συνεντεύξεις και δοκίμια (επιμ. Lynne Sharon Schwartz)

Sebald 1

Η πρόζα που φωτογραφίζει τον χρόνο

«Πόσο λίγα μπορούμε να συγκρατήσουμε, πόσων λογιών και πόσα πολλά πράγματα περνάνε διαρκώς στη λήθη, με κάθε ζωή που σβήνει, πώς ο κόσμος αδειάζει, σαν να λέμε, από μόνος του, καθώς κανένας δεν ακούει, δεν ζωγραφίζει και δεν διηγείται τις ιστορίες που μένουν πάνω σε αμέτρητους τόπους και αντικείμενα, που από μόνα τους δεν έχουν την δυνατότητα της μνήμης…»

… αναρωτιόταν στο Άουστερλιτς ο Ζέμπαλντ και τα λόγια του ξαναθυμάται ο ποιητής Charles Simic, που περιγράφει την αίσθησή του από την ανάγνωση των Ξεριζωμένων – Κάφκα, Μπόρχες, Προυστ, Ναμπόκοφ, Καλβίνο, Λέβι, Μπέρνχαρντ – και θυμάται σε παλαιότερη συνέντευξη τον συγγραφέα να λέει ότι ορισμένα ερωτήματα δεν επιτρέποντια σε έναν ιστορικό, επειδή είναι μεταφυσικά και πως η αλήθεια βρίσκεται πάντα κάπου αλλού, κάπου κρυμμένη ανάμεσα στις μυριάδες παραμελημένες λεπτομέρειες μιας ατομικής ύπαρξης. Για τον Simic το μυστικό της γοητείας του Ζέμπαλντ είναι ότι είδε τον εαυτό του με έναν τρόπο που σήμερα φαίνεται σχεδόν παλαιομοδίτικος, ως φωνή της συνείδησης, ως κάποιον που δεν ξεχνά την αδικία, που μιλάει για λογαριασμό αυτών που δεν μπορούν πλέον να μιλήσουν.

Sebald, Winfried - Writer, Germany - 29.06.1999     1swsw,wg,georg,portraet portrait,jahrhundert 20 zwanzigstes zwanzig jh jhr geschichte,historisch 20th century historical history c20th XX c20,prominente prominenter pa personenarchiv person personen,vip persoenlichkeit persoenlichkeiten people,personality personalities,bkst

Πρόκειται για έναν πολύτιμο τόμο που περιλαμβάνει πέντε μακροσκελείς συνεντεύξεις και τρία δοκίμια για τον συγγραφέα που εισήγαγε περισσότερες καινοτομίες από οποιονδήποτε άλλο συγγραφέα της εποχής μας, τόσο ως προς την γραφή, με εκείνον τον ελικοειδή και υπνωτιστικό μακροπερίοδο λόγο, όσο και ως προς την ιστορική αφήγηση, με μια ματιά σε ευρύτατες ζώνες οπτικής. Ο Ζέμπαλντ επινόησε μια νέα πεζογραφική φόρμα, που καθιστά απτό το θόλωμα των ορίων ανάμεσα στην μυθοπλασία και τον δοκιμιακό λόγο· χρησιμοποίησε άλλωστε τον όρο «πεζογραφικές αφηγήσεις».

Η επιμελήτρια αφιερώνει την εισαγωγή της σε ένα περιεκτικό διάγραμμα του έργου του και εστιάζει στο αγαπημένο θέμα του, την ταχύτατη άνθιση κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας και τον αργό της θάνατο. Η αντίληψή του για τον χρόνο καθιστά δυνατή αυτή την πανοραμική οπτική. Το παρελθόν και το παρόν θα μπορούσαν να συνυπάρχουν ταυτόχρονα, θα μπορούσαν να σταματούν και να ξεκινούν με ακανόνιστους σπασμούς του νου ή της μνήμης. «Δεν θα γινόταν άραγε να δίναμε ραντεβού στο παρελθόν;» αναρωτιέται ο ίδιος στο Άουστερλιτς. Όσον αφορά ένα άλλο θέμα του, την εξορία και την ανεστιότητα, ο Ζέμπαλντ αναλαμβάνει πρώτα την αμφίσημη θέση του ακροατή, ο οποίος απορροφά τις ιστορίες των εξορίστων ώσπου αναλαμβάνει ο ίδιος το βάρος να τις διαδώσει.

Ξεριζωμένοι_

Η Ruth Franklin παρομοιάζει την πρόζα του με τα ιαπωνικά οργιγκάμι, που σχηματίζονται και διαλύονται με μια κίνηση των δαχτύλων: κινείται συγχρόνως προς τα μέσα και προς τα έξω. Το σύμπαν των βιβλίων του είναι ένα δικό του Νυκτόραμα, το οποίο κατοικείται από όντα που νιώθουν οικεία στο σκοτάδι. Η τέχνη διαφυλάττει την ανάμνηση αλλά συνάμα την καταστρέφει: αυτή τελικά είναι η πιο θεμελιώδης διαμάχη στο έργο του. Ο κίνδυνος που διατρέχει ο ίδιος, όταν αναζητά τα μοτίβα της θλίψης που οριοθετούν τα βιβλία του, είναι μην τυχόν και αυτά, χάρη στην ανείπωτη ομορφιά τους, εξαλείψουν την θλίψη που όφειλαν να περιέχουν.

Στα ισχνά χρόνια μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ο Ζέμπαλντ έφτιαχνε μόνος του τα παιχνίδια του. Όταν δεν μεγαλώνεις με έτοιμα, αγοραστά παιχνίδια, αλλά με τα πράγματα που ανακαλύπτεις στην αυλή σου, κάνεις αρκετές αυτοσχέδιες κατασκευές, είχε δηλώσει στον συνομιλητή του Arthur Lubow. O συγγραφέας θυμάται το βομβαρδισμένο Μόναχο· τα λίγα κτίρια που στέκονταν όρθια ανάμεσα σε σωρούς από μπάζα από τα κτίρια που είχαν καταρρεύσει. Το γεγονός ότι ο κόσμος δεν το σχολίαζε αυτό, τον έκανε να φαντάζεται ότι αυτή είναι η φυσιολογική κατάσταση των πόλων: με σπίτια ανάμεσα σε βουνά ερειπίων.

campo-santo

Η εξονυχιστική εξέταση τεκμηρίων – φωτογραφιών, ημερολογίων, πολεμικών αρχείων τον έκανε ιδιαίτερα επιδεκτικό. Οι φωτογραφίες κάνουν το κείμενο να φαίνεται σαν να είναι πραγματική ιστορία και όχι μυθοπλασία, κι ας είναι ευρέως γνωστό ότι ακόμα και στην προψηφιακή εποχή μπορούσε κανείς να παραποιήσει μια φωτογραφία. Στους Δακτυλίους του Κρόνου ο Ζέμπαλντ παρομοίαζε τους συγγραφείς με τους υφαντές: μελαγχολικοί άνθρωποι που επεξεργάζονται περίπλοκα σχέδια, πάντοτε με το φόβο ότι έχουν αδράξει το λάθος νήμα. Σε συνομιλία του με την Eleanor Watchel ανέφερε σχετικά με τις φωτογραφίες:

«Θεωρώ πως οι φωτογραφίες εξυπηρετούν ίσως δυο σκοπούς μέσα στο κείμενο. Ο πρώτος και προφανής είναι η αυθεντικότητα· όλοι μας έχουμε την τάση να πιστεύουμε στις εικόνες περισσότερο απ’ ό,τι στις λέξεις. […] Η άλλη λειτουργία του χρόνου που βλέπω να επιτελούν είναι πιθανώς αυτή της σύλληψης του χρόνου. […] Μεταφέρεσαι εκτός χρόνου, πράγμα που υπό μια έννοια είναι λύτρωση, εάν μπορείς να απελευθερωθείς από την πάροδο του χρόνου….Οι φωτογραφίες λειτουργούν ως φράγματα ή υδατοφράκτες που ανακόπτουν τη ροή». [σ. 58 – 60]

Sebald_24974_MR.indd

Οι συγγραφείς που είχε ως λογοτεχνικά πρότυπα έγραψαν στα γερμανικά του 19ου αιώνα: Gottfried Keller, Adalbert Stifter, Heinrich von Kleist, Jean Paul Richter. Την εποχή της συνέντευξης διάβαζε τα απομνημονεύματα του Chateubriand, με τον οποίο αισθανόταν μια εγγύτητα, μεγαλύτερη και από την οικειότητα που ένιωθε με τους ανθρώπους γύρω του. Ο Ζέμπαλντ σκεφτόταν ότι η επιθυμία του γνωρίζει μόνο κάποιους συγκεκριμένους ανθρώπους και τόπους πιθανώς να πηγάζει από εκείνη την έκδηλη αίσθηση ξεριζωμού. Χλεύαζε μάλιστα την ανερμάτιστη φύση των σύγχρονων ταξιδιών και ιδίως το γεγονός ότι δεν επιστρέφουμε ποτέ στο ίδιο μέρος, σε αντίθεση με τους παλαιούς ταξιδιώτες.

Είναι ενδιαφέρον ότι ο συγγραφέας υποστήριξε μια θέση που προκάλεσε μεγάλη διαμάχη όταν οι διαλέξεις του δημοσιεύτηκαν στον γερμανικό Τύπο: ότι η γερμανική λογοτεχνία δεν πραγματεύτηκε επαρκώς μετά τον πόλεμο την καταστροφή όλων των μεγάλων γερμανικών πόλεων, αλλά και αρκετών μικρότερων, από τις συμμαχικές αεροπορικές επιδρομές. Υπήρξε δηλαδή μια συνωμοσία σιωπής σχετικά με το ζήτημα, όπως και για πολλά άλλα που συνέβησαν στη διάρκεια της ναζιστικής περιόδου. Οι εξαιρέσεις ήταν ελάχιστες: Heinrich Boell, Hans Werner Richter και  Hans Magnus Enzensberger, που είχε κάνει παρόμοιες διαπιστώσεις σε δοκίμιό του.

Sebald 4

Εκδ. Άγρα, 2014, μτφ. από τα Αγγλικά Βασίλης Δουβίτσας, επιμ. Γιάννης Καλιφατίδης, σελ. 249. Περιλαμβάνεται βιβλιογραφία με τα λογοτεχνικά έργα, τα δοκίμια και τα υπόλοιπα έργα του συγγραφέα, οι ελληνικές εκδόσεις, όλες από την Άγρα, και βιογραφικά των συντελεστών του τόμου [The emergence of memory: Conversations with W.G. Sebald, 2007]

Πρώτη δημοσίευση: περιοδικό (δε)κατα, τεύχος 44, αρ.  χειμώνας 2015 – 2016