Στο αίθριο του Πανδοχείου, 10. Νίκος Παναγιωτόπουλος

 

Αγαπημένοι σας διαχρονικοί και σύγχρονοι συγγραφείς.
Τι θα προσέθετα στη δόξα τους αν αράδιαζα ονόματα όπως Κάφκα, Μπόρχες, Σεμπρούν, Σάλιντζερ, Πεσόα, Φόκνερ κ.ο.κ. Και τι θα αποκάλυπτε, άραγε, για μένα αυτή η λίστα με τα αυτονόητα; Επιτρέψτε μου να ξεφύγω από την άχαρη απαρίθμηση, λέγοντάς σας πως εδώ και κάμποσα χρόνια διακατέχομαι από αμείωτο δέος για τον όγκο και την ποιότητα του έργου του Φίλιπ Ροθ και του Μάριο Βάργκας Λιόσα. Ευτυχώς για όλους μας γράφουν ασταμάτητα.

Αγαπημένα σας διαχρονικά και σύγχρονα βιβλία.
Το βιβλίο της ανησυχίας, Το κιβώτιο, Ταξίδι στην άκρη της νύχτας, Φως τον Αύγουστο, Το πράσινο σπίτι, Ο δεύτερος θάνατος του Ραμόν Μερκαντέρ, Αμερικάνικο ειδύλλιο, Το σύνδρομο Πόρτνοϊ, Ο φύλακας στη σίκαλη, Ζωή – Οδηγίες χρήσεως, μαζί με δεκάδες άλλα…

Αγαπημένα σας διηγήματα
Σπάνιο να σου τύχει καλός άνθρωπος, της Φλάνερι Ο’Κόνορ.

Σας έχει γοητεύσει κάποιος σύγχρονος νέος έλληνας λογοτέχνης;
Η Ιωάννα Μπουραζοπούλου, με το υπέροχο Τι ειδε η γυναίκα του Λώτ;

Αγαπημένος ή/και ζηλευτός λογοτεχνικός χαρακτήρας;
Ο Δον Κιχώτης.

Σας ακολούθησε ποτέ κανένας από τους ήρωες των βιβλίων σας; Μαθαίνετε τα νέα τους;
Μονάχα η ψυχανάλυση θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί οι ήρωες των βιβλίων μου ολοκληρώνουν τον κύκλο της ζωής τους μέσα σ’ αυτά. Παραδόξως, εξακολουθώ να βλέπω στον ύπνο μου, πού και πού, τον James Wright από το Γονίδιο της Αμφιβολίας. Κι αυτό συμβαίνει κάθε φορά που πέφτω να κοιμηθώ τον ύπνο του δικαίου, έχοντας γράψει μια δυο καλές σελίδες. Περιττό να αναφέρω ότι τον βλέπω να μου χαμογελάει με κατανόηση…

Έχετε γράψει σε τόπους εκτός του γραφείου σας/σπιτιού σας;
Φυσικά. Ένα πανάλαφρο λάπτοπ είναι μια πολυτέλεια που επέτρεψα χωρίς δεύτερη σκέψη στον εαυτό μου.

Ποιος είναι ο προσφιλέστερός σας τρόπος συγγραφής; Πώς και πού παγιδεύετε τις ιδέες σας;
Γράφω στον υπολογιστή. Στα αρχικά, ωστόσο, στάδια, καταφεύγω σε μικρά καλαίσθητα σημειωματάρια. Σπανίως ξαναδιαβάζω τις σημειώσεις αυτές. Ό,τι αξίζει να διασωθεί γαντζώνεται με τρόπο ανεξήγητο στη μνήμη.

Επιλέγετε συγκεκριμένη μουσική κατά την γραφή ή την ανάγνωση; Γενικότερες μουσικές προτιμήσεις;
Όταν γράφω, δεν ακούω μουσική. Είμαι φανατικός οπαδός της διατύπωσης του Κάφκα, για τον οποίο «ποτέ δεν ήταν αρκετή η νύχτα, ποτέ δεν ήταν αρκετή η σιωπή…» Το ίδιο κι όταν διαβάζω.
Επιτρέψτε μου να ξεφύγω και πάλι από την απαρίθμηση λέγοντάς σας πως στις ζόρικες στιγμές με συντροφεύουν τροβαδούροι σαν τον Μπομπ Ντίλαν, τον Τομ Γουέιτς, τον Βαν Μόρισον, τον Ντέιβιντ Μπόουι και τον Θανάση Παπακωνσταντίνου. Τις υπόλοιπες ώρες ακούω καλή μουσική…

Μια μικρή παρουσίαση/εισαγωγή στο κάθε σας βιβλίο χωριστά [ή για όσα κρίνετε]. Είτε σε μορφή επιγραμματικής παρουσίασης, είτε γράφοντας για το πότε, πώς, υπό ποιες συνθήκες και ποιους πόθους συνεγράφησαν. Τυγχάνει κάποιο περισσότερο αγαπημένο των άλλων;
Θα ήταν εξαιρετικά άστοργο εκ μέρους μου να κάνω τέτοιες διακρίσεις και μάλιστα δημοσίως. Κάθε βιβλίο μου έχει ξεχωριστή σημασία για μένα τον ίδιο. Ολοκλήρωσα τα διηγήματα της Ενοχής των υλικών ενώ εργαζόμουν σκληρά για τον επιούσιο, κι αυτό μου επέτρεψε να συντηρήσω την ψευδαίσθηση πως το γράψιμο ήταν για μένα ανάγκη και όχι καπρίτσιο. Με το πρώτο μου μυθιστόρημα, το Ο Ζίγκι απ’ τον Μάρφαν – Το ημερολόγιο ενός εξωγήινου, απέδειξα κάτι διόλου αυτονόητο στον εαυτό μου, ότι διέθετα δηλαδή την απαραίτητη αυτοπειθαρχία, ενώ ταυτοχρόνως ξεκαθάριζα τους προσωπικούς μου λογαριασμούς με τη θρυλική χώρα της παιδικής ηλικίας. Το γονίδιο της αμφιβολίας μου έδωσε τη βεβαιότητα πως όσα γράφω αφορούν και άλλους εκτός από τους γείτονες τους γνωστούς και τους φίλους. Την Αγιογραφία αναγκάστηκα να την ξαναγράψω σχεδόν εξαρχής, αναζητώντας τη σωστή γλώσσα για τον αφηγητή μου, διαδικασία που μου επέτρεψε να συνειδητοποιήσω τι θα πει να βουτάς στα βαθιά.

Θα μας συνοδεύσετε ως την θύρα του τελευταίου σας βιβλίου;
Η Αγιογραφία είναι η εξομολόγηση ενός αγίου. Την τελευταία νύχτα της ζωής του, λίγο πριν τον λιντσάρουν εκείνοι που δυο μέρες πριν ζητούσαν την ευχή του, εξιστορεί όσα τον οδήγησαν ως εκεί στον άνθρωπο που το επόμενο πρωί θα κατηγορηθεί για τον φόνο του. Εξήντα τόσα χρόνια μετά από τη νύχτα αυτή, ο φερόμενος ως φονιάς του αγίου μας δίνει τη δική του μαρτυρία…

Τι διαβάζετε αυτό τον καιρό;
Μόλις άφησα απ’ τα χέρια μου το συγκλονιστικό μυθιστόρημα του Βασίλη Γκουρογιάννη, Κόκκινο στην πράσινη γραμμή. Τόσο η σύλληψη όσο και η εκτέλεσή του, προκαλούν ρίγη γνήσιας αναγνωστικής συγκίνησης. Ένα σπάνιο βιβλίο!

Τι γράφετε τώρα;
Τα τελευταία πέντε χρόνια γράφω ένα μυθιστόρημα που τελειωμό δεν έχει… Και να σκεφτείτε πως δεν αρχίζω να γράφω αν δεν έχω το βιβλίο ολοκληρωμένο στο μυαλό μου…

Έχετε δημιουργήσει παιγνιώδη προσωπική ιστοσελίδα. Ποιες οι εμπειρίες σας από το ιστοσελιδοποιείν;
Η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη γενναιόδωρη συνδρομή ενός καλού φίλου. Όπως καταλαβαίνετε η εμπειρία μου ήταν μάλλον ξεκούραστη, οπότε συνιστώ σε όλους να ακολουθήσουν το παράδειγμά μου…

Δημοσίευση και εδώ.

 

Στο αίθριο του Πανδοχείου, 6. Σοφία Νικολαΐδου

 

Αγαπημένοι σας διαχρονικοί και σύγχρονοι συγγραφείς.
Βιρτζίνια Γουλφ (για το λεπίδι στο μάτι), Σαπφώ (για την αστραφτερή λέξη), Ουγκώ (για την οργιαστική φαντασία), Μπρετ Ίστον Έλις (για την ανελέητη γοητεία του κακού). Όμηρος, πατήρ πάντων.

Αγαπημένα σας διαχρονικά και σύγχρονα βιβλία.
Παιδικά παραμύθια (Τα επτά κατσικάκια: μ’ αυτά μεγάλωσα). Παραλογές (Μάνα με τους εννιά σου γιους: μου το είχε μάθει η μάνα μου, όταν ήμουν τριών χρονών). Η κυρία Νταλογουέι, Ένα δικό σου δωμάτιο (Γουλφ). Η Παναγία των Παρισίων, Οι έμποροι των εθνών. Joe Dunthorne, Το υποβρύχιο: ανελέητα παιγνιώδες. Uzodinma Iweala, Θηρία χωρίς πατρίδα. Γροθιά.

Αγαπημένος λογοτεχνικός χαρακτήρας;
Άννα Καρένινα, Κουασιμόδος, Πινόκιο.

Σας ακολούθησε ποτέ κανένας από τους ήρωες των βιβλίων σας; Μαθαίνετε τα νέα τους;
Όσο γράφω, τρώμε μαζί, κοιμόμαστε μαζί, πάμε βόλτες. Όταν τελειώνει το βιβλίο, περνάει καιρός, ώσπου να φύγουν απ’ το σπίτι. Μετά, με επισκέπτονται σπανίως. Μαθαίνω νέα τους, πολύ αραιά. Όπως γίνεται με παλιούς φίλους, όταν αίφνης αλλάζουμε ζωή και πόλη.

Έχετε γράψει σε τόπους εκτός του γραφείου σας/σπιτιού σας;
Γραφείο μου είναι ο υπολογιστής μου. Είναι φορητός και είμαι νομάδας. Το μόνο που μου χρειάζεται είναι μια κλειστή πόρτα και τα βιβλία που μελετάω κάθε φορά. Οπουδήποτε. Έχω γράψει στο Αγαθονήσι, στο Κουφονήσι, στην Αμοργό. Στο δάσος του Χολομώντα.

Ποιος είναι ο προσφιλέστερός σας τρόπος συγγραφής; Πώς και πού παγιδεύετε τις ιδέες σας;
Το γράψιμο έρχεται γράφοντας. Ταλέντο είναι «κώλος στην καρέκλα», που έλεγε και ο Τόμας Μαν. Τα φώτα του μυαλού ανάβουν στη βόλτα, στο μεσοδιάστημα μεταξύ ύπνου και ξύπνου, στο ντους. Όμως οι καλύτερες ιδέες έρχονται γράφοντας. Μας εκπλήσσουν.

Επιλέγετε συγκεκριμένη μουσική κατά την γραφή ή την ανάγνωση; Γενικότερες μουσικές προτιμήσεις;
Γράφω και διαβάζω σε ηχηρή σιωπή. Ακούω μουσική άλλες ώρες: ξέσαλη ροκ, παλιά ρεμπέτικα, τζαζιές, κλαρίνα. Όπως βλέπετε, με χαρακτηρίζει μουσική ανεξιθρησκεία.

Μια μικρή παρουσίαση/εισαγωγή στο κάθε σας βιβλίο χωριστά [ή για όσα κρίνετε]. Είτε σε μορφή επιγραμματικής παρουσίασης, είτε γράφοντας για το πότε, πώς, υπό ποιες συνθήκες και ποιους πόθους συνεγράφησαν. Τυγχάνει κάποιο περισσότερο αγαπημένο των άλλων;
Η πρώτη μου συλλογή διηγημάτων: Ξανθιά πατημένη (Κέδρος, 1997). Γράφτηκε όσο βρισκόμουν, για απολύτως προσωπικούς λόγους, σε μεγάλο ζόρι. Προκάλεσε συζητήσεις και δημοσιεύματα, ιδίως η γλώσσα. Είναι το βιβλίο που με σύστησε στη συγγραφική κοινότητα και με έκανε να νιώσω συγγραφέας.
Η δεύτερη συλλογή διηγημάτων: Ο φόβος θα σε βρει και θα ’σαι μόνος (Κέδρος, 1999). Ανοιχτή βεντάλια χρόνου, χώρου, θεμάτων (Από το μεσαίωνα ως σήμερα, από τη Φλάνδρα ως τα ελληνικά νησιά. Πριμαντόνες, νοικοκυρές, ντεθάδες, πιτσιρίκια). Από την κοφτή αναπνοή της Ξανθιάς, πέρασα σε μεγαλύτερη αναπνοή. Ήταν το βιβλίο που (μου) έδειξε πως η συγγραφή είναι ο τρόπος μου να ζω τη ζωή μου.
Το πρώτο μου μυθιστόρημα: Πλανήτης Πρέσπα (Κέδρος, 2002). Το έγραψα σε πλήρη συγγραφική αθωότητα – και του φαίνεται. Οι αντιδράσεις ήταν εμπαθείς: κριτικοί και αναγνώστες το λάτρεψαν ή το μίσησαν. Το θεωρώ τη συγγραφική μου ενηλικίωση, για προφανείς -αλλά και άρρητους- λόγους.
Το δεύτερο μυθιστόρημά μου: Ο μωβ μαέστρος (Κέδρος, 2006). Το έγραψα σε μια κρίσιμη περίοδο: είχε πεθάνει ο πατέρας μου και είχε γεννηθεί ο γιος μου. Η ζωή μου άλλαζε, ήμουν στα καρφιά. Είναι το πιο ευπώλητο από τα βιβλία μου. Η κριτική το υποδέχτηκε θερμά.
Δεν έχω αγαπημένο βιβλίο. Ή μάλλον το αγαπημένο μου είναι κάθε φορά το τελευταίο, μέχρι να αρχίσω να γράφω το επόμενο. Αυτό που με ενδιαφέρει συγγραφικά είναι να κάνω ένα βήμα παραπέρα κάθε φορά. Αλλάζω θεματολογία, ύφος, αφηγηματικά τερτίπια. Χρειάζομαι χρόνο για να ξεφουσκώσει το σύμπαν του προηγούμενου βιβλίου και να μπω με φόρα στο επόμενο.

Τι διαβάζετε αυτό τον καιρό;
Κυρίως ιστορία. Για την περίοδο της Κατοχής, τους δωσίλογους, τους ταγματασφαλίτες. Η αιμάσσουσα ιστορία της Θεσσαλονίκης έχει αλλάξει τις βόλτες μου στην πυρίκαυστο ζώνη. Τώρα που μελετώ με μολύβι και χαρτί την πυκνή ιστορική ύλη της γενέθλιας πόλης, έχει αλλάξει το βλέμμα μου.

Τι γράφετε τώρα;
Το καινούριο μου μυθιστόρημα.

Ασχολείστε επισταμένα με την κριτική λογοτεχνίας. Εργάζεστε με συγκεκριμένο τρόπο; Σας κλέβει συγγραφικό χρόνο ή εξαργυρώνεται με κάποιο τρόπο;
Ο συγγραφέας διαβάζει ιδιοτελώς: κλέβει αφηγηματικά κόλπα, φθονεί αφηγηματικά επιτεύγματα. Η ανάγνωση είναι απαραίτητη προϋπόθεση της συγγραφής.
Διαβάζω συστηματικά σύγχρονη πεζογραφία, ξενόγλωσση και ελληνόγλωσση. Συχνά επανέρχομαι σε αγαπημένους κλασικούς. Μελετώ στο γραφείο, με χαρτί και μολύβι. Κρατώ λεπτομερείς σημειώσεις. Θεωρώ ότι η επαγγελματική ανάγνωση λογοτεχνικών κειμένων και η κριτική τους αποτίμηση είναι μέρος της συγγραφικής δουλειάς. Κρατάει τα αναγνωστικά -και συγγραφικά- αντανακλαστικά σε εγρήγορση. Είναι ένα είδος συγγραφικής γυμναστικής.

Υπήρξατε από τους πρώτους συγγραφείς που έφτιαξαν προσωπική (και ιδιαίτερα παιγνιώδη) ιστοσελίδα. Ποια η εμπειρία σας τότε και σήμερα; Συνεχίζετε να την τροφοδοτείτε;
Η ιστοσελίδα μου (http://www.snikolaidou.gr/) κατασκευάστηκε ως διαδικτυακό παίγνιο το 2002, λίγο πριν κυκλοφορήσει το μυθιστόρημά μου Πλανήτης Πρέσπα και έπαιζε με διαφορετικές αναγνωστικές διαδρομές. Ήταν ένα διαδικτυακό φοντάν, που το καταδιασκέδασα, σε μια εποχή που ήμουν διαρκώς καλωδιωμένη. Τη σχεδίαση ανέλαβε η Τερέζα Γιακουμάτου, διαδικτυακό τελώνιο.
Όμως η τεχνολογία θέλει αφοσίωση. Καταπίνει χρόνο. Δεν ήμουν σε θέση να τα προσφέρω κι έπαψα να την τροφοδοτώ. Η υπηρεσία συντήρησης μιας ιστοσελίδας κοστίζει. Ένας χορηγός θα ήταν, πιθανόν, «μία κάποια λύσις».

Φωτογραφία: Κώστας Αμοιρίδης. Δημοσίευση και εδώ.