Πανοπτικόν, τεύχος 22 (Ιούνιος 2017). Αφιέρωμα στον Άρη Αλεξάνδρου και την Καίτη Δρόσου

Είναι φανερό ότι ήμουν από τότε αναρχικός χωρίς να τα ξέρω. Ήμουνα οπαδός των «συμβουλίων» ή της «αυτοδιαχείρισης» – όπως προτιμάς. Έριξα το σύνθημα των ναυτών της Κροστάνδης: «Όλη η εξουσία στα σοβιέτ και όχι στα κόμματα» […] Ο μόνος τρόπος να αποφύγεις τον μακιαβελισμό είναι να παραιτηθείς από την κατάκτηση της εξουσίας. Κάθε άλλη προσπάθεια ηθικοποίησης, κάθε άλλος «σοσιαλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο θα αποδειχτεί αργά ή γρήγορα ατελέσφορος, όπως αποδείχτηκε ο χριστιανισμός και ο δεσποτισμός του «φωτισμένου ηγεμόνα»…

έγραφε το 1976 ο Άρης Αλεξάνδρου σε επιστολή του προς τον Δημήτρη Ραυτόπουλο, που δημοσιεύεται ολόκληρη στο πλήρες αφιέρωμα του περιοδικού. Πρόκειται για ένα βαρύνουσας σημασίας ντοκουμέντο που αποσιωπήθηκε ή υποβαθμίστηκε όλα αυτά τα χρόνια, καθώς μια τέτοια ταύτιση δεν θα βόλευε καμία αριστερή ή δεξιά ένταξη, όπως τονίζει ο Κώστας Δεσποινιάδης σε ένα από τα κείμενά του, επισημαίνοντας ένα βασικό στοιχείο που δεν έχει καθόλου τονιστεί από τους κριτικούς και τους σχολιαστές του Αλεξάνδρου.

Πράγματι: η πορεία του βίου του Αλεξάνδρου από την κομμουνιστικη στράτευση της νεότητας, στην απογοήτευση, την ρήξη με το κόμμα αλλά και η επιθυμία της μη απόσυρσης και η συνεχής εναντίωση με τον φασισμό, η δέσμευση σε μια προσωπική στάση συνεπή προς την υπόθεση της ανθρώπινης χειραφέτησης και της καθολικής ελευθερίας, τον φέρνει δίπλα σε μια αναρχική στάση, που ειδικά στην περίπτωσή του συμπυκνώνει τα πλέον ουμανιστικά της χαρακτηριστικά. Πρόκειται, συνεχίζει ο Δεσποινιάδης, για μια αναρχική στάση σε μια Ελλάδα με πλήρη την απουσία αναρχικού κινήματος και αναρχικών ιδεών, μια στάση που ίσως ήταν και για εκείνον δύσκολο να συνειδητοποιήσει.

Το εν λόγω αφιέρωμα είναι απολύτως αντάξιο των τιμώμενων αλλά και της μέχρι τώρα πορείας του περιοδικού για μια σπάνια περίπτωση συγγραφέα όπου έργο και άνθρωπος είναι Ένα. Στο πρόσωπό του Αλεξάνδρου συγκλίνουν η καλλιτεχνική και ηθική συνέπεια. Όταν το Κομμουνιστικό Κόμμα διέγραψε έναν φίλο του ως φραξιονιστή, ο Αλεξάνδρου αρνήθηκε να υπακούσει στην κομματική εντολή να πάψουν ακόμα και να του μιλάνε. Συνέχισε να του μιλάει κανονικά και αυτοδιαγράφηκε από κάθε συλλογική και οργανωμένη δράση, συνεχίζοντας να συμμετέχει στις αντιστασιακές πράξεις που θεωρούσε αναγκαίες. Οι ποιητικές του συλλογές, τυπωμένες ως αυτοεκδόσεις, πουλούσαν ελάχιστα αντίτυπα, αποσιωπημένες από την αριστερή κριτική, ενώ κανείς αριστερός εκδότης δεν τολμούσε να βγάλει τα βιβλία του αποσυνάγωγου. Όταν το 1972 η Ασφάλεια απαίτησε να αφαιρεθούν τρία ποιήματα από την συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του εκείνος αρνήθηκε και το βιβλίο απαγορεύτηκε και αποσύρθηκε.

Ένεκα των ταραγμένων περιστάσεων του βίου του ο Αλεξάνδρου ήταν ένας συγγραφέας ολιγογράφος (ένα μυθιστόρημα, τρεις ποιητικές συλλογές, ένα ιστορικό βιβλίο για την Κροστάνδη, λίγα σκόρπια δοκίμια, δυο τρία σενάρια και θεατρικά). Η εξορία, η απομόνωση, η μοναξιά ήταν κυρίως συνθήκη επιβεβλημένη από τους γύρω του· το τίμημα που πληρώνει κανείς για να μείνει ακέραιος και συνεπής στον εαυτό του. Ελ Ντάμπα (Βόρεια Αφρική), Μούδρος, Μακρόνησος, Άγιος Ευστράτιος, φυλακές Αβέρωφ, Αίγινας, Γυάρου. Ενώπιον των αντιπάλων του αλλά και των δικαστών δήλωνε κομμουνιστής ενώ στους κομμουνιστές δήλωνε ότι δεν ανήκει πουθενά. Οι συνεξόριστοί του αρνούνταν ακόμα και καλημέρα να του πουν, ευθυγραμμιζόμενοι με την γραμμή του Κόμματος. Έτσι βίωνε διπλή εξορία μέσα στην εξορία· ή, όπως το διατύπωνε ο ίδιος, ο ποιητής είναι πάντοτε με το μέρος της Αντιγόνης και ποτέ με το μέρος του Κρέοντα.

Η διαρκώς «φιμωμένη» αυτή φωνή βρήκε διέξοδο στο μοναδικό μυθιστόρημά του, Το Κιβώτιο, για το οποίο πλέον σήμερα έχουν γραφεί αμέτρητες σελίδες. Βέβαια και πάλι το σπάνιο αυτό βιβλίο διαβάστηκε με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους, όπως κάθε σημαντικό λογοτεχνικό έργο, αλλά και πάλι αποσιωπήθηκε η ερμηνεία της πολιτικής μεταφοράς – αλληγορίας. Ο Δεσποινιάδης προτείνει εδώ τρεις βασικούς άξονες που τεκμηριώνουν την σχετική ερμηνεία. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο ίδιος ο Αλεξάνδρου, σε επιστολή στον Γιάννη Ρίτσο, που πάντα τον στήριζε, αδιαφορώντας εκτός των άλλων για τις κομματικές εντολές, περιέγραψε το Κιβώτιο ως μαρτυρία μιας νοοτροπίας που παρατηρήθηκε σε διάφορες εποχές.

Πράγματι, τονίζει ο Δεσποινιάδης, ο σχετικός συμβολισμός αρθρώνεται γύρω από ένα συγκρουσιακό δίπολο. Από την μια η στράτευση στο Κόμμα εμφανίζεται ως μέσον για την υπόθεση της πραγμάτωσης της πανανθρώπινης χειραφέτησης, και συνακόλουθα μετατρέπεται ως αυτοσκοπός των φορέων του. Η ιδεολογία μετατρέπει τα σε ψευδή συνείδηση, η ηγεσία σε αλάνθαστο πόλο, οι στρατευμένοι σε άβουλα φερέφωνα της κομματικής γραμμής. Στο άλλο άκρο υπάρχει η επιλογή της προσωπικής συνέπειας σ’ ένα επαναστατικό όραμα χωρίς παραχωρήσεις στους παραλογισμούς της ηγεσίας, δίχως αναγνώριση κανενός αλάθητου. Κι έτσι ο Κιβώτιο, μπορεί να ήταν άδειο, αλλά η «επιχείρηση Κιβώτιο» δεν είναι το νόημα του αγώνα για ανθρώπινη χειραφέτηση αλλά η αναίρεση αυτού του νοήματος από την ηγεσία, που το άδειασε από το περιεχόμενό του.

Η Καίτη Δρόσου δεν ήταν απλώς «η σύντροφος του Αλεξάνδρου» αλλά και μια ολοκληρωμένη πνευματική προσωπικότητα που υπήρξε εξίσου συνεπής στην ηθική της στάση. Ο Δεσποινιάδης, που είχε την τύχη να την γνωρίσει προσωπικά, μας παρουσιάζει την φυσιογνωμία του ποιητικού της έργου (που θα εκδοθεί από τις εκδόσεις Πανοπτικόν), ενώ δημοσιεύονται ένα ποίημα, δυο επιστολές (στην Αίγλη Μπρούσκου και στον ίδιο) και μια συνέντευξη στην Αλεξάνδρα Δ. Ιωαννίδου. Το αφιέρωμα περιλαμβάνει ακόμα τα κείμενα των Ζ. Δ. Αϊναλή Ένα κιβώτιο μέσα σ’ ένα κιβώτιο, Γρηγόρη Αμπατζόγλου Η γιορτή στις Άλπεις και Αισιοδοξία για το τίποτα, Κατερίνας Καμπάνη  Άρης Αλεξάνδρου – Καίτη Δρόσου και φυσικά η πλήρης βιβλιογραφία των δυο συγγραφέων.

Άλλα δυο κείμενα εκτός αφιερώματος ολοκληρώνουν το τεύχος: Ο Φώτης Τερζάκης συνεχίζει πάνω στην εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συζήτηση που εγείρει το ερώτημα «υπάρχει μια αναρχική θεωρία του κράτους;» και ο Θανάσης Αλεξίου διερευνά το τρίπτυχο «Οικογένεια, σεξουαλικές πρακτικές και κοινωνικό υποκείμενο».

Σε έναν κόσμο φανατικού διπολισμού μια στάση σαν αυτή του Αλεξάνδρου ήταν αδιανόητη, επί της ουσίας σχεδόν αυτοκτονική, πόσο μάλλον όταν δεν επρόκειτο για στάση ουδέτερη αλλά επιθετικά ενάντια και στους δύο πόλους· επιθετικά βέβαια ως προς την ουσία και όχι ως προς το ύφος, καθώς ήταν πάντα πράος. Άνθρωποι σαν τον Αλεξάνδρου δεν θα είχαν χώρο να υπάρξουν. Σήμερα όμως, είμαι βέβαιος, όχι απλά βρίσκεται εδώ αλλά φωτίζει και εμπνέει ακριβώς στην πιο κρίσιμη στιγμή.

                                                [σελ. 144]

Στην τρίτη εικόνα, η τελευταία φωτογραφία του Άρη Αλεξάνδρου, μια βδομάδα πριν από τον θάνατο του, τέλη Ιουνίου 1978. Στην τελευταία εικόνα η Καίτη Δρόσου με τον Γιάννη Ρίτσο, έναν από τους ελάχιστους υποστηρικτές του Αλεξάνδρου. Ανάμεσα στις εικόνες των συγγραφέων, το βιβλίο που διάβαζε ο σοφός παππούς της οικογένειάς μου στην Αιδηψό το 1976. Μέσα στις σελίδες, κιτρινισμένο από τον χρόνο, το απόκομμα της κριτικής από Τα Νέα (από τον Κώστα Σταματίου).

Παρουσίαση του βιβλίου του Άρη Αλεξάνδρου Έξω απ’ τα δόντια. Δοκίμια 1937 – 1975 εδώ.

Στην μεθεπόμενη ανάρτηση, η επανέκδοση παλαιότερου τεύχους του περιοδικού με αφιέρωμα στον Γεράσιμο Λυκιαρδόπουλο και το περιοδικό Σημειώσεις.

(δε)κατα, τεύχος 50 (καλοκαίρι 2017)

Τα (δε)κατα συμπληρώνουν πενήντα τεύχη, το καθένα από τα οποία βλάσταινε πιστά σε κάθε εποχή του χρόνου κατά την παλιά τετραμερή διάκριση: χειμερινή, εαρινή, θερινή και φθινοπωρινή. Δεν πρόκειται όμως για εορταστικό τεύχος εφόσον κάθε φορά οι σελίδες τους μοιάζουν με μια γιορτή της λογοτεχνίας, γεμάτη από κεράσματα και προσφορές όλων των ειδών του λόγου από ξένους και Έλληνες συγγραφείς, γνωστούς αλλά και άγνωστους, εφόσον το περιοδικό αποτελεί και φυτώριο νέων λογοτεχνικών φωνών.

Η είσοδος καλύπτεται με Πλέξιγκλας, όπως τιτλοφορείται ένα μόλις περσινό διήγημα του Don DeLillo. Εγκλωβισμένοι σ’ ένα ταξί στην μποτιλιαρισμένη Νέα Υόρκη, ένας άντρας και μια γυναίκα πολεοδομούν τον νέο τους έρωτα ανάμεσα στην αυτοκρατορία του χρήματος και στον εκκωφαντικό θόρυβο, ενώ το υιοθετημένο της αγόρι από την Ουκρανία επινοεί μια γλώσσα συνεννόησης με τον Αφρικανό ταξιτζή που αποκαλύπτει την ιδιότητα ενός τρομοκράτη. Αλλά όλα αυτά δεν είναι παρά ένα φόντο στη νέα τους ζωή, στην υιοθεσία ως «ένα στοίχημα υπό μορφή σάρκας και οστών» και στα «ασήμαντα πράγματα που τους ορίζουν»· και αντιλαμβάνονται ότι ακριβώς αυτές οι στιγμές είναι ο σπόρος της κοινής τους συναίσθησης, καθώς «το σχήμα του έρωτά τους θα διατηρεί τη σφραγίδα των πρώτων ημερών και νυχτών».

«Όποιος λέει όλη την αλήθεια, ψεύδεται ελάχιστα» γράφει στην δική του πινακίδα ο κλασικός Βραζιλιάνος João Guimarães Rosa, σ’ ένα σύγχρονο γουέστερν αγροτικής δικαιοσύνης, με ήρωα έναν άνθρωπο που έχει χρόνια να κοιμηθεί. Η Zadie Smith σχεδιάζει ιδιαίτερους γυναικείους χαρακτήρες καθώς προσπαθούν να ζήσουν σε κλειστούς χώρους που ορίζονται από μεσίτες ή από τυχαίους επισκέπτες που κατέβηκαν σε λάθος όροφο. Η ιστορία του Σωτήρη Δημητρίου δικαιώνει τον τίτλο της («Η σύμπνοια της διχόνοιας»), καθώς ένα ζεύγος ενός υδραυλικού με μια λυρική τραγουδίστρια λογομαχεί με αντίθετες απόψεις τις παραμονές του δημοψηφίσματος μέχρις εσχάτων, δηλαδή μέχρι ενός απρόσμενου επιλόγου, ενώ μια από τις πέντε πικρές «μικρές ιστορίες» της Μαργαρίτας Μανώλη αναρωτιέται πάνω σε μια πιθανή χρόνια παρεξήγηση: Έρως ανίκατε μάχαν ή Έρως ηττημένε;

Ποτέ δεν λείπει και ο φάκελος με την ταξιδιωτική πρόζα· σύμφωνα, άλλωστε με τον Κλαούντιο Μάγκρις «ένα ταξίδι είναι πάντα και μια αποστολή διάσωσης, η συλλογή στοιχείων για κάτι που βρίσκεται σε πορεία εξάλειψης και σε λίγο θα χαθεί» όπως τον αποδελτιώνει, μαζί με άλλα αποκόμματα ο Γιώργος Βέης στο γνώριμο στοχαστικό του ημερολόγιο. Στον Πειραιά βρίσκεται η Αντιόπη Αθανασιάδου αλλά δεν σαλπάρει παρά στέκει στον ναό του Αγίου Διονυσίου συντάσσοντας εκ πείρας μια τυπολογία επαιτών, ενώ απέναντι, από την Αίγινα ως το Μόναχο η Δανάη Μπασαντή αναζητά μια «άφαντη θεά». Ο Γιάννης Τζώρτζης φτάνει μέχρι «την πόλη των νεκρών ποιητών», την ρουμανική πρώην αυστροουγγρική Μπουκοβίνα και ο Διαμαντής Μπασαντής ακούει βυζαντινούς ύμνους από μια παράξενη εκκλησία καταμεσίς της διαδρομής 66 από Αριζόνα για Νεβάδα. Συμμετέχουν ακόμα ως καταγράφοντες επιβάτες οι Maé Ait Bayahya, Mark Greif κι ένας σαλός περιπλανώμενος των βυζαντινών ναών.

Πολλοί άλλοι συγγραφείς καταθέτουν την πρόζα τους (Cecilia Davidsson, Raul Manrique, Κώστα Αλεξόπουλος, Κατερίνα Παπαντωνίου, Λίλη Μιχαηλίδη, Θανάσης Γ. Μίχος, Ευδοκία Σταυρίδου κ.ά.), οι ποιητές είναι πάντα παρόντες ((Νάνος Βαλαωρίτης, Νίνα Ναχμία, Alex Silberman, Rafael Cadenas κ.ά.), οι  μαγνητοταινίες περιλαμβάνουν συνομιλία του Δημήτρη Νόλλα με τον Ρωμανό Κοκκινάκη, η μαρτυρία της Κατερίνας Μυστακίδου αφορά τον σημαντικό ποιητή Robert Lowell και την σχέση του με την συγγραφέα και μια από τους ιδρυτές του New York Review of Books Elizabeth Hardwich, οι σελίδες για το βιβλίο μαρτυρούν ευλαβικές αναγνώσεις των υπό κρίση έργων που πρώτα διαβάζονται και μετά αξιολογούνται, η σχολιογραφία και οι στήλες των ύστερων σελίδων καταμαρτυρούν τα αξιόγραφα της σύγχρονης πραγματικότητας.

Πολύτιμο μαργαριτάρι του τεύχους αποτελεί ένα παλαιό διήγημα του Γερμανού, απαγορευμένου από τους Ναζί Kurt Tucholsky, Αναμνήσεις από το σπίτι του κρεμασμένου, που καταγράφει ο αφηγητής καθώς παραμένει δίπλα σ’ έναν αυτόχειρα, έχοντας ο ίδιος δικαιολογήσει την επιθυμία του με την φράση «Κρεμασμένους έχουμε όλοι». «Η χρήση των λέξεων δεν αποδίδει αμέσως την έννοιά τους. Χρειάζεται να μεσολαβήσει χρόνος, απροσδιόριστης διάρκειας κατά περίπτωση, ώσπου να πει κανείς στον εαυτό του τι εννοούσε τότε. Μπορεί αυτή η εξήγηση να μην είναι ακριβής, παραμένει όμως σε ισχύ, επειδή ο χρόνος της χρήσης έχει απομακρυνθεί, δεν είναι ορατός, έχει αφήσει όμως πίσω του σκιά. Η έννοια λοιπόν είναι η σκιά των απομακρυσμένων λέξεων. Η σκιά των λέξεων σχηματίζει τον βίο». [Η μετάφραση του Φίλιππου Δ. Δρακονταειδή έγινε από την σλοβακική έκδοση των διηγημάτων Προσωπικό Ημερολόγιο (Ζápisník, 1931)]

Και στα εκατό!

[192 σελ.]

Στις εικόνες: Don DeLillo, João Guimarães Rosa, Zadie Smith, Kurt Tucholsky.