Ντενί Τεριώ – Η παράξενη ζωή ενός μοναχικού ταχυδρόμου

Η αέναη σπείρα ενός επιστολικού έρωτα

Ο μοναχικός κύριος Μπιλοντό είναι ένας γαλλοκαναδός ταχυδρόμος που εργάζεται στο Μόντρεαλ και ξεγελάει κάθε ιδέα ρουτίνας χάρη σε μια συνήθεια: ανοίγει τους φακέλους στον ατμό για να διαβάσει την αλληλογραφία των άλλων. Τον συγκινεί, άλλωστε, η χρήση προσωπικών επιστολών στην εποχή του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου· η αισθησιακότητα της γραφής με το χέρι, η λαχτάρα της προσμονής, μια κούρσα ενάντια στον χρόνο. Κρατά μάλιστα φωτοτυπίες για το αρχείο του, που ταξινομεί με ιδιαίτερη οργάνωση. Η άχρωμη εξωτερική πραγματικότητα υποχωρεί μπροστά στον μικρόκοσμο των γραμμάτων.

Έτσι ανακαλύπτει τα γράμματα της Σεγκολέν, που ζει στη Γουαδελούπη και αλληλογραφεί με τον Γκαστόν Γκραντιρέ που μένει στην περιοχή. To δι’ επιστολών εκκολαπτόμενο ζεύγος δεν ανταλλάσει κάθε φορά παρά μια και μόνο σελίδα με το ίδιο περιεχόμενο: ένα χαϊκού. Τα παράξενα μικρά ποιήματα των τριών στίχων και των περιορισμένων συλλαβών τού προκαλούν συναισθήματα και τον κάνουν να βλέπει εικόνες. Κι έτσι αρχίζει να παρακολουθεί τον Γκραντιρέ και φυσικά να φαντάζεται την Σεγκολέν. Όταν ο ευγενής αλληλογράφος χάσει την ζωή του σ’ ένα ατύχημα, ο Μπιλοντό συντρίβεται, καθώς διαρρηγνύεται ο μόνος σύνδεσμός του με την Σεγκολέν. Το τέλος της αμοιβαίας επιστολογραφίας θα τον στείλει πίσω στην ανάλατη ζωή του.

Σε μια ύστατη προσπάθεια να βρει μια λύση, αρχικά εισβάλλει στο σπίτι του νεκρού και σύντομα το νοικιάζει ακριβώς όπως είχε. Μια σειρά ποιημάτων που δεν πρόλαβαν να σταλούν τον μυεί ακόμα βαθύτερα στην τέχνη των χαϊκού αλλά και σε ολόκληρο το πολιτιστικό του υπόβαθρο, εφόσον ο Γκραντιρέ ήταν ένας έμπρακτος πιστός της ιαπωνικής τέχνης του ζην. Ο Μπιλοντό αποφασίζει να πάρει την θέση του και αφιερώνεται σε μια μοναχική μαθητεία στο νέο αυτό κόσμο. Άλλωστε τα δημιουργήματά του δεν πρέπει μόνο να φανούν αυθεντικά στα μάτια της Σεγκολέν αλλά και να μην κινήσουν την παραμικρή υποψία πως προέρχονται από άλλο χέρι.

Ο Μπιλοντό βρίσκεται πλέον μέσα στον κόσμο των ιδεογραμμάτων, της τέχνης του στιγμιαίου και του εφήμερου, της αποτύπωσης εικόνων που κρύβουν ολόκληρες φιλοσοφικές αλήθειες, των βασανιστικών κανόνων μιας ολιγαρκούς ποιητικής γραφής. Κι όλα αυτά χωρίς να πάψει να βασανίζεται από ενοχές για την υποκρισία του αλλά και από νέα διλήμματα, ιδίως μπροστά σ’ ένα υπό έκδοση βιβλίο του εκλιπόντος. Η Σεγκολέν πάντως ανταποκρίνεται στην φλογερή του γραφή και τα ανταλλασσόμενα χαϊκού γίνονται όλο και πιο ερωτικά. Σκοτεινά κι ωστόσο φωτοφόρα, τα χαϊκού διαδέχονταν το ένα το άλλο, σαν πομπή από ψάρια του αρχιπελάγους που διαχέουν το φωσφορισμό τους [σ. 81].

Ο γαλλόφωνος Καναδός συγγραφέας συλλαμβάνει μια ωραία ερωτική ιστορία, που μοιάζει με παραμύθι όλων των ηλικιών και των διαθέσεων ενώ την ίδια στιγμή θέτει ηθικά ζητήματα που θα έβαζαν σε δίλημμα οποιονδήποτε – εδώ ίσως θα μπορούσε να μην βομβαρδίζει τον αναγνώστη με δεκάδες ερωτήσεις ανά σελίδα αλλά να επινοεί και άλλους τρόπους να μας μεταδώσει τις συνεχείς παλινδρομήσεις του ήρωα. Η ιδέα του όμως αναπτύσσεται ακριβώς στην έκταση που της αρμόζει. Σε μια εποχή που πλείστοι συγγραφείς επιλέγουν να ξεχειλώσουν το εύρημά τους σε εκατοντάδες σελίδες, ο Τεριώ επιλέγει την καθ’ ημάς λεγόμενη νουβέλα που φτάνει χωρίς να περισσεύει.

Η υπεξαίρεση και η ανάγνωση της αλληλογραφίας των άλλων προφανώς δεν αποτελεί κάτι καινούργιο στην λογοτεχνία. Ακόμα θυμάμαι το πρώτο μέρος στο εξαιρετικό Μεγάλο Μυστικό Θέαμα του Κλάιβ Μπάρκερ, στην επικράτεια της φανταστικής λογοτεχνίας, ενώ το μοτίβο επανέρχεται διαρκώς στις αφηγήσεις από την πρώην Ανατολική Γερμανία. Η συμβολή του Τεριώ δεν αφορά μόνο την πλήρη μετάλλαξη του ήρωα αλλά και την περικύκλωσή του από τον κύκλο Ένσο, που συμβολίζει την περιστροφή και την κυκλοτερή φύση του σύμπαντος, την αέναη επανάληψη, την αδιάκοπη επάνοδο στο σημείο εκκίνησης. Εκεί εντοπίζεται και το ευφυές τέλος.

Η ίδια η ζωή πάντως σπεύδει ακόμα και εν αγνοία της να αντιγράψει την μυθοπλασία. Μόλις πριν από δυο μήνες εντοπίστηκαν στο γκαράζ ενός ταχυδρόμου, κοντά στην Βιτσέντσα, στη βόρεια Ιταλία, περισσότερα από εξακόσια κιλά αλληλογραφίας. Πρόκειται για φακέλους, δέματα, διαφημιστικό και προεκλογικό υλικό, λογαριασμούς και τέλη που ο ταχυδρόμος δεν παρέδωσε στο διάστημα των τελευταίων οκτώ ετών. Μέχρι στιγμής, δεν έχουν γίνει γνωστά τα κίνητρα της συμπεριφοράς του. Για άλλη μια φορά η λογοτεχνία καλείται να ρίξει το δικό της φως.

Εκδ. Χαραμάδα, 2015, σελ. 128 [Dennis Thériault – Le Facteur émotif, 2005]

Δημοσίευση και σε mic.gr / βιβλιοπανδοχείο, αρ. 224, εδώ.

Στις εικόνες: Karl Spitzweg – The Postman (Der Briefbote im Rosenthal), Ma Liang – Postman, No. 1, Basil Blackshaw Hrha Rua – Postman on a bike.

Σχολιάστε