Αρχείο για Μαρτίου 2023

22
Μαρ.
23

Ernst Bloch – Ο αθεϊσμός στον Χριστιανισμό. Για τη θρησκεία της εξόδου και της βασιλείας

Βιβλία περί του Ιερού, 3 (2023)

Είναι πραγματικά άξιο απορίας boπως στην χώρα μας δεν έχουν μεταφραστεί, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, έργα του μείζονος ριζοσπάστη φιλοσόφου Έρνστ Μπλοχ. Αυτή την στιγμή υπάρχει μόνο το «Φυσικό δίκαιο και ανθρώπινη αξιοπρέπεια» από τις εκδ. ΚΨΜ, ενώ μεμονωμένα κείμενά του εκδόθηκαν αυτοτελώς στην εξαιρετική σειρά των εκδόσεων Έρασμος. Αναφορές στο έργο του Μπλοχ εμφανίζονται το ίδιο σπάνια, τόσο σε κείμενα που εκδόθηκαν και πάλι από τις εκδόσεις Έρασμος, όσο και στην σειρά «Συναντήσεις» των εκδόσεων Άρτος Ζωής αλλά και σε κείμενα του Σάββα Μιχαήλ, ιδίως στις Μορφές του Μεσσιανικού και στις Μορφές της Περιπλάνησης στις εκδ. Άγρα (παρουσιάστηκαν στο Πανδοχείο εδώ και εδώ).

Κι όμως, ο Μπλοχ, ένας μείζων μαρξιστής φιλόσοφος που αντιτιθέμενος στον ναζισμό και τον εθνικοσοσιαλισμό μετανάστευσε το 1938 στην Αμερική, ενώ αντιτιθέμενος στην πολιτική της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας μετανάστευσε το 1961 στην Δυτική Γερμανία, έχει έναν λόγο σπάνιο, πυρετώδη, πλούσιο σε νοήματα, με μια δαιδαλώδη αλλά συναρπαστική γραφή. Αυτή η ακριβώς η γραφή κατακλύζει τις 587 σελίδες του βιβλίου, καθώς μας προσκαλεί σε μια νέα ανάγνωση της Βίβλου που ελάχιστοι θα είχαν ποτέ διανοηθεί. Η γραφή του είναι σύνθετη, απαιτεί μέγιστη προσοχή, αλλά σε απορροφά εντός της και σε αποζημιώνει τόσο με την διαύγεια των προτάσεών της όσο και με τον λεκτικό του πλούτο (συνεπώς ο μεταφραστής εμφανώς έκανε εξαίρετη και, υποθέτω, επίπονη δουλειά). Θα προσπαθήσω να παρουσιάσω τις βασικές θέσεις του σχετικού έργου, κατανέμοντάς τις σε μικρές ενότητες με αυθαίρετους τίτλους προς διευκόλυνση της παρακολούθησης του περιπλεγμένου και τρικυμιώδους λόγου του Μπλοχ.

1. Η καθολική Βίβλος

Ο Μπλοχ ξεκινά από μια βασική, μάλλον αυτονόητη διαπίστωση: Παρά την χωροταξική και υπερφυσική απόσταση που μας χωρίζει από την Βίβλο, η μακρινή λαλιά της δεν μας κάνει ποτέ να πλήττουμε. Κανένα βιβλίο δεν έχει ενσωματωθεί σε τέτοιο βαθμό στη ανθρώπινη κοινότητα. Η διάδοσή της οφείλεται στο κατεξοχήν πληβειακό και αγροτικό περιβάλλον για το οποίο ομιλεί. Σε αντίθεση με όλα τα μείζονα θρησκευτικά κείμενα δεν χρειάστηκε να προσαρμοστούμε στο κλίμα της εποχής του, ενώ παντού όπου εισήχθηκε απέκτησε δικαίωμα ιθαγένειας με τον πιο παράδοξο και θαυμαστό τρόπο. Η Βίβλος μιλάει στους αφανείς καθημερινούς ανθρώπους με ιδιαίτερη αμεσότητα.

2. Η υπόγεια Βίβλος

Όμως αυτή η Βίβλος είναι η αληθινή; Ο Μπλοχ υποστηρίζει με θέρμη ότι κάτω από την «γνωστή» Βίβλο υπάρχει μια άλλη Βίβλος που περιέχει άλλα, εντελώς διαφορετικά νοήματα, που στην ουσία της διαβάζεται ως υπόγεια και παράδοξη βιβλική αίρεση, ως και ένα κίνημα των αθέων. Θεμελιώδη κομμάτια της βιβλικής σύνθεσης αλλοιώθηκαν και πλήθος εμβόλιμων χωρίων προστέθηκαν για να υπηρετήσουν τα συμφέροντα της ιερατικής κάστας ενώ ο κατάλογος των χαμένων βιβλίων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης είναι μεγάλος. Ποιος θα προβεί στην αποκάλυψη καταχωμένων ή επιχρωματισμένων θεμελιακών πρωτοστοιχείων που επικαλύφθηκαν με ιεροκρατική πρόθεση, με αντεπαναστατική στόχευση; Είναι λοιπόν αναγκαία η βιβλική κριτική που ανιχνεύει επανειλημμένα στο παραδεδομένο κείμενο χωρία που είναι οφθαλμοφανώς διαφορετικά και πιο επαναστατικά από τα άλλα. Καταδικάζουμε, γράφει ο συγγραφέας, την εσκεμμένη αλλοίωση του κειμένου και όχι μια απλή παραφθορά του – δηλαδή την συντακτική, διορθωτική παρέμβαση. Εξάλλου, σε πλείστες περιπτώσεις χρησιμοποιήθηκε η λεγόμενη «γλώσσα των σκλάβων» και «η τέχνη του να καταριέσαι ενώ φαίνεται πως υμνείς».

3. Η «θεόπνευστη» Βίβλος

Καθώς η Βίβλος θα αποτελούσε το εγχειρίδιο μιας θεοκρατικά κυβερνώμενης κοινότητας, έπρεπε προφανώς να θεωρείται «εμπνευσμένη από τον Θεό», κάτι που σήμαινε ότι μπορούσε να εξηγηθεί από εδώ και πέρα μόνο με απολογητική πρόθεση, το πολύ πολύ με την αλληγορική μέθοδο ή με την συμβολική ερμηνεία. Έπρεπε να ακολουθούμε με παθητική πίστη το κείμενο, αντί να διακρίνουμε τον πραγματικό κεντρικό άξονα την Βίβλου: «την ολοένα μεγεθυνόμενη ενθρόνιση του εαυτού μας στο θρησκευτικό μυστήριο που υπάρχει μπροστά μας». Είναι αυτονόητο ότι στα θεμέλια των ιδεολογικών δονήσεων της Βίβλου βρίσκονται πάντοτε οικονομικές και κοινωνικές αναστατώσεις. Μόνο που οι σε αυτήν αναφερόμενες αναταραχές απωθήθηκαν στο περιθώριο ακόμα πιο πολύ από τις μυθικές αντανακλάσεις της διαμαρτυρίας ενάντια στην ουράνια θεϊκή δύναμη.

4. Η εξαφάνιση της κοινοτικής ιδιοκτησίας

Μπορεί ο ιουδαϊκός λαός να γλίτωσε από την μεταφορά πλίνθων για τα έργα του Φαραώ, όμως δεν δοκίμασε γάλα και μέλι ούτε στην με τόσο αγώνα κερδισμένη γη της Επαγγελίας. Διαρκώς εμφανίζονταν νέοι εχθροί και οι Αιγύπτιοι επιστάτες άλλαξαν μόνο όνομα και βρίσκονταν ήδη μέσα στις ίδιες τις πόλεις του Ισραήλ και στα μεγάλα κτήματα που είχαν κληρονομήσει οι ισχυροί. Έτσι η ζωή του λαού έγινε χειρότερη σε σχέση με την νομαδική ζωή στην Αίγυπτο που ήταν εν μέρει πρωτοκομμουνιστική. Η κοινοτική ιδιοκτησία εξαφανίστηκε και η ιδιωτική ιδιοκτησία κατέλαβε την θέση της.

Ο Γιαχβέ ήταν εν τέλει θεός της περιπλάνησης του λαού στην κατεύθυνση των βοσκοτόπων και δεν υπήρξε ποτέ θεός των γαιοκτημόνων. Αυτό ακριβώς το νέο θρησκευτικό ιδεώδες, την επιστροφή στην απλή κοινοτική ζωή και την επιστροφή στον Γιαχβέ ως τον Θεό των πτωχών υποστήριξαν οι Ναζιραίοι, μια σέχτα στην οποία ανήκαν ο Σαμψών, ο Σαμουήλ ο προφήτης Ηλίας και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, εκείνη η παράταιρη και αδούλωτη μορφή από την έρημο. Ένα είναι βέβαιο, γράφει ο Μπλοχ: ο πρωτοχριστιανικός κομμουνισμός της αγάπης δεν εκπήδησε από το βιβλίο των Βασιλειών, αλλά βασιζόταν σε μια παράδοση του Ισραήλ και στην ανάμνηση της νομαδικής και κοινοτικής ιδιοκτησίας των Ναζιραίων και ιδίως μιας προνομαδικής, αρχέγονης κομμούνας.

5. Η ανάμνηση της πρωτοκομμουνιστικής κοινότητας

Υπήρχε μια κατηγορία Ισραηλιτών δερβίσηδων που η Βίβλος ονομάζει ήδη προφήτες, και οι οποίοι προφανώς δεν έχουν πολλά κοινά με τους μεταγενέστερους προφήτες, που συναισθάνονταν ότι ήταν απεσταλμένοι του Θεού και όχι κατεχόμενοι από τον Θεό. Αντίθετα, αυτοί οι άλλοι, προφήτες βυθίζονταν σε εκστατική νάρκη με οργιαστική μουσική και περέπιπταν ομαδικά σε προφητική φρενίτιδα. Οι Ναζιραίοι συγχωνεύτηκαν με το γνήσιο προφητικό κίνημα και επέδρασαν σημαντικά στην προαγροτική, πρωτοκομμουνιστική ανάμνηση, που απαιτούσε την κοινή απολαυή των αγαθών της αγρανάπαυσης και της ανάπαυσης από την εργασία και την σχετικοποίηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας κάθε επτά και κάθε πενήντα χρόνια.

Όμως η γη Χαναάν δεν ήταν τελικά η Γη της Επαγγελίας. Οι νέοι προφήτες, από τον Αμώς και μετέπειτα, στηλίτευαν μαζί με τον πλούτο και την εμπλοκή του κράτους τους στην παγκόσμια γεωπολιτική. Έτσι πίστευαν ότι θα μπορούσαν να σώσουν τη χώρα από τις μεγάλες δυνάμεις στον Νείλο και τον Ευφράτη και ότι θα έκαναν την χώρα τους σχεδόν αόρατη από αυτές. Επρόκειτο για δημοκρατική και πασιφιστική θεμελιώδη βούληση που προηγείται του ηθικού προφητικού κηρύγματος και αποτελεί την οικονομική και πολιτική του βάση. Η Παλαιστίνη όφειλε να παραμείνει ένα κράτος-μαξιλάρι, ένα ουδέτερο κράτος ανάμεσα στις αντίπαλες υπερδυνάμεις, Αίγυπτο και Ασσυρία. Όφειλε να είναι ένα καρτερικό και σχεδόν αόρατο έθνος. Η ιδιωτική ιδιοκτησία δεν καταπολεμάται πλέον όπως στους Ναζιραίους.

Στην μικρή πρωτοχριστιανική κοινότητα και στον «αγαπητικό κομμουνισμό» της, που βασιζόταν στην φιλανθρωπία κάποιων πλουσίων, το όνειρο της αδελφικής καλοσύνης ήταν πραγματοποιήσιμο. Μεταξύ τους λειτουργούσε η ξεκάθαρη εντολή της πώλησης των υπαρχόντων και της ακτημοσύνης.

6. Οι προφήτες ενός πιθανού μέλλοντος

Οι προφήτες δίδασκαν μια χειραφετημένη ελευθερία επιλογής, που επεκτείνεται ακόμη και πέρα από το πεπρωμένο, δίδασκαν δηλαδή την ισχύ της ανθρώπινης απόφασης. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν ομιλούν όλοι οι προφήτες για το μέλλον με όρους παγιωμένους, αλλά υποθετικά για ένα εναλλακτικό μέλλον. Αυτό ξεχωρίζει την προφητεία στο Ισραήλ από τις προφητείες τύπου Κασσάνδρας και Τειρεσία και την διαρκώς παθητική οιωνοσκοπία που βρίσκουμε σε όλους τους υπόλοιπους ναούς. Οι αρχαίοι παγανιστές προφήτες προαναγγέλλουν αλλά δεν επικαλούνται την θεία παρέμβαση. Η στάση της Κασσάνδρας στον αρχαιοελληνικό μύθο ήταν ακριβώς στάση απλού παθητικού θρήνου και οι προφητείες της δεν κινητοποιούσαν κανέναν άνθρωπο στην «μεταστροφή της αναγκαιότητας». Στο προφητικό της σύμπαν είναι όλα αναπότρεπτα, όπως άλλωστε και υπό την αιγίδα της Ατρόπου και ρωμαϊκής θεάς Parca. Η περίπτωση του Οιδίποδα βιβλικά είναι απολύτως αδιανόητη.

7. Η υποτιθέμενη πραότητα του Ιησού

Ο συγγραφέας του Κατά Μάρκον Ευαγγελίου μπόρεσε να χρησιμοποιήσει μια απολεσθείσα συλλογή από λόγια του Ιησού, τα οποία όμως έχουν απαλυνθεί και διαστρεβλωθεί και στα τέσσερα ευαγγέλια, κατά μεγάλο μέρος εξαιτίας των αναγκών της ιεραποστολής και χάριν της θεμελίωσης των πρώτων χριστιανικών κειμένων. Σταδιακά διαμορφώθηκε η τέχνη της κοινωνικής συμμόρφωσης ως καρτερίας του Σταυρού, για την οποία ποτέ δεν μίλησε ο Ιησούς. Ο ποιμένας παρουσιάζεται στον λαό απεριόριστα υπομονετικός. Παριστάνεται ως ο άνθρωπος που δεν έχει κανένα πάθος και όμως είχε ένα από τα ισχυρότερα πάθη, την οργή, εμφανέστατη κατά την ανατροπή των τραπεζιών των αργυραμοιβών στον Ναό του Σολομώντα.

Ο Ιησούς είναι υπομονετικός μόνο όταν πρόκειται για τον στενό, ειρηνικό κύκλο των μαθητών του αλλά δεν φαίνεται να αγαπά και πάρα πολύ τους εχθρούς τους. Η Επί του όρους ομιλία, με τον μακαρισμό των πράων και των ειρηνοποιών δεν αναφέρεται στις μέρες του αγώνα αλλά στο τέλος των ημερών, που ο Ιησούς έβλεπε να πλησιάζει, σύμφωνα με το κήρυγμα του Μανδαίου Ιωάννη του Προδρόμου – εξ ου και η ακαριαία, χιλιαστικά άμεση αναφορά στη βασιλεία των ουρανών. Παρόμοια εκφράζεται με διόλου εσωστρεφή διάθεση αλλά με εξωστρεφή στόχευση και εμπρηστική κατεύθυνση σε λόγια όπως το Πυρ ήλθον βαλείν επί την γην. Η Εκκλησία απέσυρε τελείως τον Ιησού της από την οπτική  της εξέγερσης. Η πραότητα και μειλιχιότητα του Ιησού απέναντι στους αδικοπραγούντες και όχι η οργή του Ιησού, αποτέλεσε το καλύτερο χαρτί της. 

Ο Μπλοχ παρατηρεί στην εποχή του αυτό που ονομάζει «ανοίκειες επικαιροποιήσεις»: ξεκινούν από τις τζαζ συναυλίες σε ναούς και φτάνουν σε ανέγερση εκκλησιών με αρχιτεκτονική αποθήκης σιτηρών και στην επαναφορά στη ζωή του καλού Χριστούλη που δεν δαγκώνει και δεν κοστίζει σε κανέναν τίποτα. Ο Χριστός αυτός κατοικεί στην ουδέτερη ζώνη ανάμεσα στα μέτωπα και δεν είναι αντίπαλος κανενός. Πολλές φορές αρκούσε να αφήνουν τον Ιησού να είναι ένας καλός ανθρωπάκος που είχε ζήσει μια υποδειγματική ζωή και μας παράγγελνε να αγαπιόμαστε μεταξύ μας. Ήταν σημαντικό να παραμείνει η εικόνα του ως του πράου αδελφού και να συγκρατηθούν οι δούλοι υποταγμένοι στο μαντρί.

8. Η ανεύρεση της νέας Χαναάν

Ο Θεός απαγκιστρώνεται από την ασφυκτική του προσκόλληση στον ένα, συγκεκριμένο τόπο και στη χώρα και η λατρεία του Γιαχβέ λαμβάνει τα χαρακτηριστικά μιας ηθικά καλλιεργούμενης λατρείας, ενώ με τους προφήτες απομακρύνεται από το τελετουργικό τυπικό και φτάνει στον καθαρά νοητό κόσμο, φτάνοντας ως το ηθικό και συνειδησιακό, κατεξοχήν πνευματικό έργο μιας γης Χαναάν που δεν μας έχει δοθεί, αλλά που μας έχει ανατεθεί η αποστολή να την ανεύρουμε και να την πραγματώσουμε παντού, σε ολόκληρη την γη.

Ο Γιαχβέ γίνεται το πνευματικό σημείο ενότητας των δικαίων όλων των λαών. Η ικανότητα μετατόπισης της γης Χαναάν έως τον χώρο της εσχατολογίας, αυτή η δυνατή Έξοδος της επαγγελίας του Γιαχβέ σε μια μελλοντική χώρα, είναι το αιώνιο έργο των προφητών, αρχίζοντας με τον Αμώς και χωρίς να βρίσκει τέλος στον Δανιήλ. Στους κόλπους του Θεού της απελευθέρωσης γεννήθηκε ένας Θεός της ηθικής, ένας ιδεατός Θεός, οι ιδιότητες του οποίου έμελλε να καταστούν πρότυπα για τους ανθρώπους. Και στον αρχαίο Ισραήλ δεν υπήρχε πριν από τον προφήτη Δανιήλ αποζημίωση ή ανταπόδοση στο επέκεινα· ανταπόδοση που θα τρομοκρατούσε τον άδικο ευδαίμονα και θα παρηγορούσε τον αγαθό και εξαθλιωμένο φτωχό. Ο πολύπαθος Ιωβ αντιστάθηκε ενεργητικά ενάντια στο πεπρωμένο του, που δεν του φαινόταν ουδόλως ίση και δίκαιη ανταπόδοση του Θεού σε σχέση με τον βίο του.

9. Ο Ιησούς ως Μεσσίας ή «Μεσσίας»

Ο Ιησούς δίστασε πολύ μέχρι να παρουσιαστεί ως ο Μεσσίας. Στην αρχή αισθανόταν τον εαυτό του ως μαθητή του Βαπτιστή και βαπτίστηκε, πράγμα που σημαίνει ότι θεωρούσε τον εαυτό του ακάθαρτο. Μόλις στο γεγονός της Μεταμορφώσεως η φωνή «που ακούστηκε από τον ουρανό» φαίνεται ότι τον έκανε να αποκτήσει συνείδηση της αποστολής του, η οποία ήταν μεν αγαθοποιός αλλά διόλου εσωστρεφής. Κατά την είσοδό του στα Ιεροσόλυμα έγινε δεκτός με ωσαννά σύμφωνα με τον παλαιό χαιρετισμό του λαού για τους βασιλιάδες. Η πολιτική του στόχευση ήταν μονοσήμαντη, δηλαδή ενάντια στη Ρώμη. Και φυσικά ο σταυρός ήταν η ρωμαϊκή ποινή για στάση και επανάσταση.

Ο Ιησούς ζούσε ολοκληρωτικά μέσα στη δημόσια, προφητική εξαγγελία του Ιωάννη του Βαπτιστή: «Μετανοείτε γιατί έφτασε η βασιλεία των ουρανών». Στέλνει τους μαθητές του στις πόλεις της Ιουδαίας και τους προετοιμάζει για τις μεσσιανικές αναταραχές και δοκιμασίες που σύντομα θα ξεσπάσουν. Δεν περιμένει να επιστέψουν· τόσο εγγύς είναι για αυτόν το τέλος του παλαιού κόσμου και η αρχή του νέου. Και τόσο αναμφίβολη και αδιάσειστη ήταν η πίστη του Ιησού ότι είναι ο προπομπός της εγγιζούσης Σιών, που τη απώλεσε μόλις επάνω στον  σταυρό.

10. Η επερχόμενη ευδαιμονία

Η λέξη «ευαγγέλιο» σήμαινε κατά την εποχή του Ιησού θρησκευτική και πολιτική υπόσχεση σωτηρίας για το τέλος της απτής εξαθλίωσης και για την αρχή της πραγματικής ευδαιμονίας. Όχι μόνο οι καταπιεσμένοι Ιουδαίοι αλλά και άλλοι λαοί της Ανατολής έτρεφαν τότε μια ελπίδα απτή ή ένα ρεαλιστικό προαίσθημα επικείμενης έλευσης. Έτσι εισέδυσε η λέξη και στη Παλαιστίνη και εξέφρασε την εξαγγελία μιας πολιτικής και κοινωνικής ευδαιμονίας που κανείς πια δεν μπορούσε να ανακόψει. Στην πρωταρχική του γνησιότητα το Ευαγγέλιο ταυτιζόταν με έναν καθολικό, επαναστατικό ρεαλισμό. Μεσσίας και Ευαγγέλιο σημαίνουν: Ο Ιησούς δεν έδωσε ποτέ στην αποστολή του μια εξασθενημένη, απόκοσμη έννοια.

11. Δυο φράσεις του Ιησού

Η φράση ενώπιον του Πιλάτου «Η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου», που βρίσκεται μόνο στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο (που είναι το πιο ανιστορικό ευαγγέλιο, μα μια ήδη σχεδόν παύλεια έμπνευση), υπηρετεί τον στόχο να μπορεί ο χριστιανός να επικαλεστεί ενώπιον ενός εθνικού δικαστηρίου τα λόγια του διδασκάλου που έχουν το νόημα: «Ο Χριστός και οι χριστιανοί δεν έχουμε καμία σχέση με το πολιτικό έγκλημα καθοσιώσεως της εσχάτης προδοσίας». Ο Ιωάννης χρησιμοποιεί αποσπασματικά την σκηνή της ανάκρισης για να μπορέσει να βάλει στο στόμα του Ιησού μια φράση που φαίνεται ηθελημένα αθώα, αλλά απαραίτητη για τις ανάγκες των πρωτοχριστανικών κοινοτήτων, με κίνητρο δικαστικό και απολογητικό. Η φράση έρχεται σε αντίθεση με το θάρρος και την αξιοπρέπεια του Χριστού και τον έκανε να παρουσιάζεται ως ιδιόρρυθμος και ζηλωτής ονειροπόλος, σχεδόν κωμικά ακίνδυνος άνθρωπος.

Ταυτόχρονα τονίζεται ιδιαιτέρως η «πονηρία» των Ιουδαίων και εξαίρεται η ευγένεια του Πιλάτου. Είναι αμφισβητήσιμο αν το συγκεκριμένο χωρίο έσωσε ποτέ κανέναν χριστιανό, όμως άλλο τόσο βοήθησε, όταν τελικά οι Πιλάτοι οι ίδιοι έγιναν χριστιανοί, να εξαλειφθούν οι γήινες επιδιώξεις του χριστιανισμού. Τα λόγια στην συζήτηση για τον αυτοκρατορικό φόρο, απόδοτε ουν τα Καίσαρος Καίσαρι και τα του θεού τω θεώ δεν στηρίζουν καμία ηττοπαθή στάση ενώπιον του Πιλάτου, όσο κι αν έγινε κατάχρηση των λόγων αυτών από τον Παύλο και πολύ περισσότερο από τους κατοπινούς χριστιανούς του μεγάλου ιστορικού συμβιβασμού με το κράτος. Η συζήτηση για τον φόρο στον Καίσαρα ήταν καταφανώς πολιτικά αδιάφορη. Η βασιλεία των ουρανών αρμόζει πολύ λίγο σε αυτή την βολική, πολύ διαδεδομένη μη αντίσταση στο κακό.

12. Ο Ιησούς της εξέγερσης

Ο Ιησούς δεν παρουσιαζόταν ως μαχητικός υπερασπιστής ή ρομαντικός αναβιωτής ενός απλού δαβιδικού βασιλείου όπως ο διαβόητος Μπαρ Κοχμπά. Αντίθετα, θεωρούσε απολύτως τον εαυτό του ως μια νέα Έξοδο, εσχατολογική και ανατρεπτική. Από αυτή την προοπτική το Ευαγγέλιο δεν είναι κοινωνικό αλλά ούτε και πρωταρχικά ηθικό βιβλίο.  Το κήρυγμα του Ιησού είναι πολύ σκληρότερο από όλους τους μέχρι τότε προφήτες. Στον επαναστάτη και αρχιαιρετικό Ιησού εμφανίζεται επανειλημμένα ένας αγώνας ανάμεσα στον υπαρκτό κόσμο και σε εκείνον τον κόσμο που θα πάρει τη θέση του. Για αυτόν τον λόγο ο Ιησούς θανατώθηκε ως στασιαστής από τους Ρωμαίους. Ο κόσμος ήταν υπερώριμος για την καταστροφή. Ένας τέτοιος Ιησούς ήταν επικίνδυνος, γι’ αυτό και συγκροτήθηκε μια κοινότητα συμφερόντων ενάντια στο πρόσωπό του μεταξύ της εβραϊκής αριστοκρατίας και των Ρωμαίων κατακτητών. Στα μάτια τους δεν καθηλώθηκε στον σταυρό ένας άκακος ζηλωτής αλλά εκείνος που με την έλευσή του θα αποτελούσε το μέγα υπόδειγμα ενός άλλου κόσμου δίχως καταπίεση και Θεό-δεσπότη.

13. Ο «Υιός του ανθρώπου»

Η Βίβλος περιέχει τον αξιοσημείωτο χαρακτηρισμό «υιός του ανθρώπου» που απαντάται σχεδόν αποκλειστικά ως απόφανση του Ιησού για τον εαυτό του, ως παθόντος, θνήσκοντος και προπάντων νικηφόρα επανερχόμενου. Ο τίτλος δεν δόθηκε από τους μαθητές του, αλλά είναι αποκλειστικά αυτοπροσδιορισμός του ίδιου του Ιησού και κανένας άλλος αυτοπροσδιορισμός του δεν είναι τόσο συχνός. Η έκφραση υπήρχε ήδη στον Δανιήλ και πλέον ανήκει στην παλαιστίνια πρωτοχριστιανική κοινότητα και πουθενά αλλού. Στον Βίλχελμ Μπουσσέ (Wilhelm Bousset) ανήκει η συνταρακτική αποκάλυψη ότι στους χριστολογικούς τίτλους «υιός του ανθρώπου» και «Κύριος» διαφοροποιείται η εικόνα που έχουν για τον Ιησού η παλαιστίνια πρωτοχριστιανική κοινότητα από την ιεροκρατική και μυστηριοκεντρική κοινότητα του ελληνιστικού χριστιανισμού. Ακόμα και στην όψιμη ιωάννεια γραμματεία (το Ευαγγέλιο του Ιωάννα και τις Επιστολές του) ο τίτλος Κύριος είτε λείπει εντελώς είτε αποφεύγεται συνειδητά. Σύμφωνα με τα παραπάνω, ιδιαιτέρως στον πιο όψιμο ελληνιστικό χριστιανισμό, στη θέση της ταχέως ερχόμενης μορφής του υιού του ανθρώπου μπήκε ο όμοιος με τον αυτοκράτορα, λατρευτικά τιμώμενος Κύριος Χριστός. Η μορφή του υιού του ανθρώπου τελικά έμεινε στους πτωχούς. Μ’ έναν υιό του ανθρώπου που δεν είχε πού την κεφαλήν κλίναι, δεν μπορούσε να έρθει καμιά βοήθεια από τον Ουρανό, γι’ αυτό εξυψώθηκε η ανάμνηση του Ιησού στη λατρεία στον Κύριο.

Ο αποχαιρετιστήριος λόγος του Ιησού δεν δίνεται όταν πεθαίνει αλλά όταν αποχαιρετά τους μαθητές του, χωρίς έντονη αναφορά στον Σταυρό. Αυτοπαρουσιάζεται ως «κρυπτική μύηση των μαθητών» και εκφράζει έναν λόγο που αποτελούσε μια μυστική διδασκαλία-παρακαταθήκη. Ο ιστορικός Ιησούς δεν περίμενε καθόλου τον θάνατό του, παρά την νύχτα της θλίψεως που βίωσε στον κήπο της Γεσθημανής· την στιγμή ακριβώς του θανάτου του ένιωσε εγκαταλελειμμένος. Η εσχατολογία της ελπίδας είχε κάτι κοινωνικά επικίνδυνο επάνω της, δηλαδή τη διέγερση της θέλησης μέσω της ελπίδας. Όλα αυτά θα εκφράζονταν από τους Μοντανιστές και τους Αναβαπτιστές με πίστη διόλου παθητική.

Το ιερατείο επικαλούνταν προσχηματικά το γεγονός ότι ο Ιησούς διακήρυξε ότι είναι ο υιός του ανθρώπου, δηλαδή ο Μεσσίας. Όμως που υπήρχαν τον αιώνα πριν από τον Ιησού πολλοί ενθουσιώδεις ζηλωτές που διακήρυτταν ότι ήταν ο Μεσσίας και ως αλλοπαρμένοι δεν έπαθαν τίποτα.

14. Ένας βολικότερος μελλοντικός Θεός

Έπρεπε να υπάρξουν πολλές περιπτώσεις όπου οι άνθρωποι ένιωσαν εξαπατημένοι και προδομένοι από τον Θεό μέχρι οι ιερείς να παραδεχτούν ότι ο Λυτρωτής ήταν σε τόσο μεγάλο βαθμό μελλοντικός. Άργησαν να παραδεχτούν ότι ο Θεός ήταν τόσο πολύ προσανατολισμένος οντολογικά στο μέλλον, όπως ένας περιπλανώμενος προορισμός όχι μόνο μέσα στην έρημο αλλά και μέσα στον χρόνο.  Δημιουργήθηκε λοιπόν η αντίληψη για τον Θεό που έχει ως τρόπο ύπαρξης το μέλλον. Επρόκειτο για μια απόλυτα μελλοντοκεντρική αντίληψη για τον Θεό. Η υποτιθέμενη σύντομη προθεσμία μέχρι την έλευση της βασιλείας έκανε τους μαθητές αδιάφορους απέναντι στα εγκόσμια και η σχετική αδιαφορία οδηγεί στην συντήρηση του παλαιού καθεστώτος και στην σιωπηλή αποδοχή και αναγνώριση της καθεστηκυίας τάξεως.

Στον Ρωμαίο πολίτη Παύλο λείπει εντελώς κάθε ίχνος έντασης με το κράτος, όχι μόνο εθνικοεπαναστατικής αλλά και κάθε ηθικής έντασης. Ο Παύλος έδειχνε γαλήνη ψυχής ενώπιον της δουλείας, νουθετούσε μάλιστα τους σκλάβους να δείχνουν συνειδητή υπακοή στους κυρίους τους· ήταν δε πολύ πιο ανέμελος από ό,τι οι εκκλησιαστικοί Πατέρες, όπως ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, που κήρυσσαν, ακόμη και μετά την βασιλεία του Μεγάλου Κωνσταντίνου, για έναν κομμουνισμό της αγάπης, απολύτως κοινωνικό.  Στο έργο του Παύλου, το εσχατολογικό κήρυγμα και η εσχατολογική ερμηνεία αφορούσε μια βασιλεία μετά τον θάνατο. Η αφορμώμενη από τις παύλειες κοινότητες χαλάρωση της πρώιμης χριστιανικής ορμής, οδηγούσε στην κατεύθυνση μιας σχετικής ειρήνευσης με τον υπαρκτό κόσμο.

15. Ο Ιησούς παρά τον Σταυρό και ο Ιησούς εξαιτίας του Σταυρού

Οι Χριστιανοί, γράφει ο Μπλοχ, διηγούνται την Ανάσταση ως θετικιστικό γεγονός αντί να την θεωρήσουν ως ένα καθαρό, αποκλειστικά αυτοεκπληρούμενο μυστήριο της ανθρώπινης επιθυμίας και λαχτάρας. Η Ανάσταση αποτελεί ένα γεγονός που ξεπερνά απείρως την καταστροφή. Στους πρώτους μαθητές έντονη ήταν μόνο η άρνηση να αποδεχθούν συνειδητά τον θάνατο του Ιησού· έτσι, σε αντίθεση με οποιονδήποτε εκδημήσαντα ήρωα του παρελθόντος, το τέλος του Ιησού μπόρεσε να φανεί ως η Αρχή. Για τον λόγο αυτόν έπρεπε να αναπτυχθεί μια θεολογία της ιλαστήριου θυσίας στη θέση των πνευματικών επιφανειών, ο μαρτυρικός θάνατος που αποπληρώνει το χρέος. Ιδού η παράδοξη καμπή και μια αντιστροφή που είναι δύσκολο να βρεθεί όμοιά της: ο Ιησούς δεν είναι παρά τον Σταυρό αλλά εξαιτίας του Σταυρού ο Μεσσίας· ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας όχι παρά το γεγονός ότι πέθανε στον Σταυρό αλλά ακριβώς επειδή παρέδωσε το πνεύμα επάνω στον Σταυρό! Έτσι ο Μεσσίας επεφάνη όχι μέσα από την ζωή και την διδασκαλία του αλλά μέσω του Γολγοθά (και μάλιστα για τον σχετικό συσχετισμό προσφερόταν ενδοϊουδαϊκά ένα μεταμωσαϊκό χωρίο στον ΔευτεροΗσαΐα!).

16. Εν αναμονή του επέκεινα

H παραμυθία για την ελπίδα του επέκεινα κρατούσε για πολύ καιρό τους ανθρώπους στο μαντρί και η Εκκλησία με την σειρά της διατήρησε τους ανθρώπους για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα ως υποταγμένους δούλους. O φόβος κρατάει τον άνθρωπο υποδουλωμένου, όμως και η πίστη ότι οι επιθυμίες του μπορούν να εκπληρωθούν άνωθεν, τον ωθεί να γίνει ικέτης.

Η Εκκλησία στεκόταν άγρυπνος φρουρός στο πλευρό των κυρίαρχων δυνάμεων με εξαίρεση τις εποχές στις οποίες η ίδια μαχόταν εναντίον αυτών των δυνάμεων για την πρωτοκαθεδρία, όπως στο αποκορύφωμα του Μεσαίωνα. Το ποίμνιο έβλεπε τόσους πολλούς που φρόντιζαν για την σωτηρία του, να στέκονται στο πλευρό των δυνατών, οι οποίο τον εκμεταλλεύονταν και το καταδυνάστευαν. Πόσο συχνά η ευλογία του πάπα σκέπαζε τους Φράνκο κάθε γεωγραφικού πλάτους και μήκους ή έκλειναν τα μάτια όταν καίγονταν και πάλι Εβραίοι και «αιρετικοί». Άλλωστε ο χριστιανισμός στη Γερμανία προσφέρθηκε ως ιδιαιτέρως καλό αντικομμουνιστικό εμπόρευμα, ενώ στην Ισπανία τα φασιστικά δολοφονικά αυτοκίνητα στολίζονταν με εικόνες αγίων και χίλιοι πεντακόσιοι εργάτες εξαναγκάστηκαν να ψάλλουν το Te Deum πριν από την εκτέλεσή τους.

17. Οι χωρικοί ως πρώτοι ερμηνευτές

Κι όμως, ο λανθάνων επαναστατικός τόνος που μάταια προσπαθούσαν να καταπνίξουν, βοήθησε πέρα πολύ στις εξεγέρσεις αδυνάτων και όχι μόνο στον γερμανικό Πόλεμο των Χωρικών. Είναι, πράγματι, αξιοσημείωτο το γεγονός ότι σε περασμένους αιώνες υπήρξαν φωνές που ερμήνευσαν με διαφορετικό τρόπο την Βίβλο, προτού το ευσεβές συναίσθημα σκουριάσει και πολύ πριν τον Διαφωτισμό. Υπήρξαν επαναστατημένοι χωρικοί που ανακάλυπταν στη Βίβλο τον καταστατικό χάρτη που της ταίριαζε, το δημοκρατικό περιεχόμενό της και την αντίστοιχη γλώσσα, που κυκλοφορούσαν φυλλάδια ενάντια στους ψευδολόγους ιερείς, τα οποία διηγούνταν πόσο δόλια είχαν εξαπατήσει τους απλούς ανθρώπους. Τα φυλλάδια στρέφονταν ενάντια στην παραμόρφωση του λόγου της Γραφής, που τιθόταν στην υπηρεσία των καταπιεστών.

Τελικά οι ηττημένοι αγρότες έδωσαν τη θέση τους στους ορθολογιστές αστούς του Διαφωτισμού, με την επιταγή της χειραφέτησης. Στην πραγματικότητα βέβαια, οι κυρίαρχοι άρχοντες καθόλου δεν καταργήθηκαν στην αστική εποχή, καθώς την θέση τους κατέλαβαν άλλοι, με οικονομικό αντίκρισμα. Έπρεπε λοιπόν να διατηρηθεί η θρησκεία των επάνω και ο παλαιός μύθος της κυριαρχίας εκ των άνω, όπως στον χριστιανισμό, ο οποίος έγινε κρατική θρησκεία και έτσι νομιμοποιούνταν ή τουλάχιστον εξηγούνταν η άνιση κατανομή των γήινων αγαθών και η δίκαιη κατανομή των υπερφυσικών αγαθών.

18. Το ενιαίο παρελθόν και η αντιστροφή του

Καθώς οι σελίδες προχωρούν, ο Μπλοχ εισχωρεί σε ένα όλο και παλαιότερο παρελθόν και πρώτα στην μυθολογική πηγή του ανατολίζοντος ελληνιστικού ειδωλολατρικού κόσμου, όπου βρίσκεται ο πασίγνωστος τελετουργικός θάνατος ενός θεού. Το πανάρχαιο αρχέτυπο ενός θνήσκοντος και πάλι εγειρόμενου θεού του ενιαυτού, ενός θεού ειδωλολατρικής καταγωγής, ήταν υπαρκτό. Θεοί της βλάστησης όπως ο Άττις-Άδωνις ή ο βαβυλωνιακός θεός Ταμμούζ πέθαιναν για να εγερθούν και πάλι την άνοιξη. Σύμφωνα με την σχετική θεολογική μεθερμηνεία «η φύση εορτάζει ασυνείδητα τα χριστιανικά μυστήρια». Η πρωταρχική πηγή της ιλαστηρίου θυσίας είναι όχι μόνο αιματηρή αλλά και ιδιαίτερα αρχαϊκή: εκπηγάζει από το πανάρχαιο έθιμο της ανθρωποθυσίας.

Έτσι ανεκόπη για τελευταία φορά στη Βίβλο ο επαναστατικός παράγοντας διαμέσου του μύθου του θυσιασμένου αμνού· ενός μύθος που ήθελε να επικυρώσει την αποκαλούμενη καρτερία του σταυρού, να την συστήσει θερμά στους καταπιεσμένους, να τους υποδείξει τη στάση που είναι τόσο βολική για τους τυράννους και να συστήσει συνολικά την άνευ όρων υπακοή ενώπιον οποιασδήποτε εξουσίας ως εξουσίας που προέρχεται από τον Θεό.

Ο απόστολος των Εθνών με το θεολογικό του πνεύμα έφερε στους πιστούς, παρά την υιοθέτηση της μυθολογίας των θεοτήτων της βλάστησης, ένα βάπτισμα εν τω θανάτω και με αυτό τον τρόπο τους πρόσφερε το πεδίο για ένα μυστήριο της επιθυμίας και της χαράς που δεν έχει προηγούμενο. Αυτό δεν βοηθούσε βέβαια κανέναν κοπιώντα και πεφωτισμένο ενάντια στην αθλιότητα της ζωής, επιχειρούσε όμως να καλέσει στο προσκήνιο κάτι ασύλληπτο στον άνθρωπο: έναν αντιθανάτιο μυστικισμό. Ο Χριστός του αποστόλου Παύλου επέδρασε στη μηδενιστική φοβία του θανάτου της όψιμης αρχαιότητας. Πίσω από όλα υπήρχε πάντοτε η ιδέα, και όχι μονάχα στην Επί του όρους ομιλία, ότι η βασιλεία του Θεού είναι εγγύς. Στη θέση της βασιλείας που δεν ήλθε, ή που δεν ήλθε ακόμη, παρουσιάστηκαν τρεις επιφάνειες του αόρατου, μέσα στο οποίο υποτίθεται ότι εισήλθε ο Ιησούς: η Ανάσταση, η Ανάληψη και η Δευτέρα Παρουσία.

Ο μεταφορικός λόγος του Μπλοχ εκθέτει και άλλες τέτοιες «Αζόρες νήσους ενός χαμένου κόσμου», όπως η περίπτωση του Κάιν, ο αποσιωπημένος λόγος του οποίου και η μέχρι τότε εικόνα του δεν ταιριάζει καθόλου στην ιδιότητα του δολοφόνου, αλλά και τα λόγια του όφεως στον Παράδεισο, που υψώνουν το ανάστημά τους ενάντια στη φιγούρα του Γιαχβέ. Με την ευθύνη του όφεως ο Θεός παρουσιαζόταν εξαρχής αμέτοχος στην δυστυχία του δημιουργημένου από αυτόν κόσμου. Οι ριζοσπάστες Οφίτες (οι οπαδοί του Όφεως του παραδείσου, που αφύπνισε τον Αδάμ), η γνωστική χριστιανική σέκτα του 3ου αιώνα, ερμήνευαν τον όφι της Γενέσεως και ως τον Νου που διαρρηγνύει εκρηκτικά τον κόσμο και που παρακινεί τους πρώτους ανθρώπους να φάνε από το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού. Κανονικά το προπατορικό αμάρτημα θα ήταν ακριβώς σαν να μην θέλαμε να είμαστε όπως ο Θεός! Το φίδι αντιπροσωπεύει επανειλημμένα στην υπόγεια Βίβλο το ούτως ειπείν underground κίνημα, που έχει το φως στην κεφαλή του, αντί της κενής και δουλοπρεπούς ενοχής των σκλάβων [σ. 181].

Η επανεμφάνιση του Χριστού – μια προσέγγιση με τον περσικό μύθο για την τρίτη, οριστική επανεμφάνιση του Ζωροάστρη, θα συμβεί υπό τη μορφή του όφεος του κεραυνού. «Ο Κύριος θα εισβάλει εν τω μέσω της νυκτός» και θα συντρίψει τελικά σε ερείπια όλο τον καταδικασμένο κόσμο. Εδώ γεννιέται ένας μύθος της εξέγερσης με ασύγκριτη δύναμη και είναι αρκετά παράδοξο ότι αυτός ο μύθος φαίνεται ότι παρέμεινε μονάχα πνευματικός. Η οφιτική παράδοση έχει επικαλυφθεί τόσο πολύ με γνωστικιστικά στοιχεία ούτως ώστε να μην μπορεί να προσεχθεί το επιγραμματικό, το ουσιώδες και το επικίνδυνο. Η ανήκουστη εξίσωση Χριστού και όφεως ακουγόταν ως μια αδιανόητη βλασφημία. Για τον λόγο αυτό οι Οφίτες δεν κατέλαβαν στην εκκλησιαστική ιστορία κάποια ξεχωριστή θέση, διότι οι Πατέρες της Εκκλησίας τους απαξίωσαν, παρά τογ γεγονός ότι αυτοί ήταν πραγματικά επικίνδυνοι αιρετικοί. Τους απομόνωσαν ως σαλούς, καταδικασμένους να παραδοθούν στη λησμονιά. Κι όμως, ο όφις του Παραδείσου είναι η προνύμφη της θεάς του Λόγου.

19. Η απώτερη αστρική και βαβυλωνιακή-αιγυπτιακή επίδραση

Επιστρέφοντας ολοένα και βαθύτερα στον χρόνο, ο Μπλοχ καταλήγει στους αστρικούς μύθους και την βαβυλωνιακή-αιγυπτιακή επίδραση της επίγειας ζωής και του έναστρου ουρανού στη Βίβλο. Η μητριαρχική πλευρά αντηχεί ακόμη σε όλες τις χθόνιες λατρείες και κυρίως στις μητριαρχικές δοξολογίες της Κυβέλης, της Αστάρτης, της Ίσιδας, της Δήμητρας μέχρι και στην ημισέληνο πάνω στην οποία στέκεται η Παναγία. Παρόμοια αστρομυθική προοπτική δεν φτάνει μόνο έως την ελληνιστική Στοά και τη Γνώση, αλλά τελείως παραδόξως, έως τον λογοκρατικό μύθο της Βίβλου, που με την Έξοδο μας οδηγεί έξω από τα όρια της φύσης. Οι βαβυλωνιακοί θρύλοι των Δέκα Εντολών, της πτώσης των πρωτοπλάστων, του πύργου της Βαβέλ αλλά οι ιστορίες του Ιωσήφ και του Μωυσή έχουν εμφανή σχετική καταγωγή.

Ο Ιησούς έγινε στο τέλος ένας μεσανατολικός θεός της βλάστησης, ένας ενιαύσιος θεός, με ημερολογιακές και ζωδιακές μνήμες στην βιογραφία του. Σημαντικά τμήματα του Βίβλου έχουν αναμφισβήτητα υποστεί αστρομυθκή επίδραση· χθόνιοι μύθοι αναμειγνύονται με ηλιακούς μύθους, όπως με τον Ιωσήφ στο πηγάδι, με τον φοινικικό Άττι, με τον βαβυλωνιακό Ταμμούζ (τον εξελληνισμένο Άδωνι) και τελικά στη λατρεία του θανάτου και της ανάστασης του Χριστού, στην οποία πρόκειται συνάμα για τον θεό της βλάστησης που πεθαίνει και ανασταίνεται και για τον ηλιακό ενιαύσιο θεό, ενώ η μυθολογία του ζωδιακού κύκλου εμφανίστηκε και στη βιβλική πίστη ως σινιάλο, σαν αστερισμός σημείων που υποδεικνύουν την είσοδο σε έναν νέο αιώνα (δώδεκα γιοι του Ιακώβ, δώδεκα απόστολοι, δώδεκα πύλες και δώδεκα θεμέλιοι λίθου της ουρανίου Ιερουσαλήμ).

«Κατευθείαν από τον λαό» ήλθε ένα άλλο ζεύγος, το πιο επιδραστικό από όλα. Ο Σίμων ο Μάγος από τη Σαμάρεια, το αρχέτυπο του Φάουστ και της όχι μονάχα αρχαιοελληνικής Ελένης του. Ο σύγχρονος του Ιησού Σίμων παρουσιάζεται εξόχως αρνητικά στις Πράξεις των Αποστόλων, ενώ ο βίος και ο θρύλος του εμφανίζονται ακριβώς ως η πιο αινιγματική ενσάρκωση του πανάρχαιου αρχετύπου του υψηλού ζεύγους. Με τον τρόπο αυτό ένας ιδρυτής μιας θρησκευτικής παράδοσης παρουσιάζεται ως αναζητητής μιας γυναίκας ή κάποιου πράγματος που έχει χαθεί. Η Σοφία ως δεύτερο πρόσωπο μέσα στη θεότητα αναπόφευκτα θυμίζει παλαιότερες ιερές και ανόσιες ενώσεις, ενώ η επίσης μονογενής Αθηνά ξεπήδησε ως Έννοια από την κεφαλή ενός άλλου θεού.

Η αρπαγή της Ελένης και η αναζήτησή της ανά τον κόσμο, οι αναζητήσεις χαμένης κόρης και ερωμένης στους σχετικούς μύθους, η εύρεση της Ελένης της Τύρου σε έναν οίκο ανοχής, τα γόνιμα αρχέτυπα της αναγνώρισης, της στιγμής και του ανταμώματος (σαν την συγκλονιστική συνάντηση και το αντάμωμα του Ιωσήφ και των αδελφών του), η περιοδεία του Σίμωνα του Μάγου με μια διόλου συντετριμμένη Μαρία Μαγδαληνή σε όλη την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, αποδεδειγμένα η παλαιότερη πηγαία μορφή του μύθου του Φάουστ, ενώ γύρω τους διαμορφώθηκε η λατρευτική κοινότητα των Σιμωνιτών, όλα μοιάζουν να αποτελούν ένα αλληλένδετο μυθολογικό σύνολο. Αλλά ο κόσμος είχε πια γίνει χριστιανικός και δεν είχε πλέον καμία θέση για το αστρομυθικό υπόβαθρο των μεγάλων ερωτικών ζευγών, που βρίσκουν πια θέση μόνο στον λογοτεχνικό κανόνα – και ας διατηρούνται στη Μαρία ακόμη αρκετά καθαρά κάποιες παραστάσεις από την Ιστάρ-Ίσιδα και στον Ιησού εικόνες από τον θεό Ήλιο.

20. Η πραγματική visio haeretica της Βίβλου ενυπάρχει και στην ίδια την Βίβλο

Απαιτείται λοιπόν η φιλολογική κριτική του ρήγματος που δημιουργείται στο κείμενο από μια καταχωμένη η ανεξίτηλη επαναστατικότητα (όπως στο Βιβλίο της εξόδου), που θα φέρει στο προσκήνιο το εργαλείο για την αποκάλυψη ενός μη θεοκρατικού άξονα στη Βίβλο. Είναι σαφές ότι μια τέτοια υπόγεια Βίβλος υπάρχει! Η εντέλει απελευθερωθείσα κριτική της βίβλου συγκαταλέγεται στα πιο ενδιαφέροντα και ερεθιστικά παραδείγματα της ανθρώπινης οξυδέρκειας.

Φαίνεται, τελικά, πως υπάρχουν δυο Γραφές: μια για τον λαό και μία ενάντια στον λαό. Η Βίβλος των πτωχών είχε την πρόθεση να «ανατρέψει όλες τις σχέσεις στις οποίες ο άνθρωπος παρουσιάζεται ως καταπιεσμένο, περιφρονημένο, εκμηδενισμένο πλάσμα». Μιλούσαμε προσπαθώντας να του γίνουμε αρεστοί, του προσφέραμε θυσίες, όπως μας διέταζαν, για να μπορέσουμε να τον εξευμενίσουμε. Θέλαμε να εξευμενίσουμε τον κρυμμένο ελεύθερο σκοπευτή, εκείνον τον αφανή τοξότη, τον δυο φορές ασύλληπτο και αποστασιοποιημένο Θεό, που μας έστελνε πείνα ή πανούκλα, αλλά όταν ήταν ικανοποιημένος μαζί μας, με την έγκαιρη και πρόθυμη απόδοση της δεκάτης δηλαδή, μας έστελνε ακόμη και το γλισχρο ψωμί της ελεημοσύνης.  [σ. 187].

Στον αντίποδα, ο υλισμός είχε ανέκαθεν ανθρωπιστικό και απελευθερωτικό ρόλο, προτείνοντας την όρθια στάση απέναντι στην καταπίεση που ερχόταν εκ των άνω και ζητούσε να μας γονατίσει. Αντιπαρέτασσε τη γνώση (το sapere aude, «τόλμησε να χρησιμοποιήσεις τον λόγο σου») ενάντια στην αδιαπέραστη, σχεδόν θεοποιημένη μοιρολατρία.  Ο Χέγκελ (εδώ: Έγελος) έγραψε πως η θρησκεία είναι ο στεναγμός του καταπιεσμένου πλάσματος και (αλλού) ότι η άρση της θρησκείας ως ψευδαισθητικής, φαντασιακής ευδαιμονίας του λαού είναι η επίμονη απαίτηση για την πραγματική του ευδαιμονία.

Αυτό που έχουμε ανάγκη να διασώσουμε είναι η αποθεοκρατικοποίηση της Βίβλου. Η πραγματική visio haeretica της Βίβλου ενυπάρχει  και στην ίδια την Βίβλο. Υπάρχει εντός της οξύτατη (πολλές φορές απωθημένη) εξέγερση ενάντια στην καταπίεση, που καθοδηγείται από μια δίχως προηγούμενο προσδοκία ενός πραγματικού άλλου που θα πλημμυρίσει κάποτε ολόκληρη τη γη. Μονάχα η Βίβλος θέτει στο επίκεντρό της τον Θεό της ανθρώπινης ελπίδας, την προσδοκία της τελειότητας. Μέσα της ο homo absconditus, ο κεκρυμμένος άνθρωπος, αγωνίζεται να γίνει όπως ο Θεός.

Ο Μπλοχ διανθίζει το κείμενό του με πλήθος αναφορών που αποτελούν πόλους σύγκρισης, αντίθεσης, παραλληλισμού ή σύνδεσης μέσα στον κυκεώνα της γραφής του – από τις σελίδες του περνούν εκτενώς ή φευγαλέα ο Μαρκίων, ο Μαϊμονίδης, ο Θωμάς Ακινάτης, ο Μάιστερ Έκχαρτ, ο Ιωακείμ του Φιόρε, ο Βιργίλιος, ο Πλωτίνος, ο Άγγελος Σιλέσιος, ο Κίρκεγκωρ, ο Ισαάκ Μπάμπελ, ο Ρούντολφ Όττο· ο Μοντεσκιέ και οι Περσικές επιστολές, ο Μπρεχτ και η Αγία Ιωάννα των σφαγείων, ο Καλιγούλας του Καμύ, ο Αμφιτρύων 38 του Ζιρωντού, ο Ορφέας του Κοκτώ, Ο αιώνιος άνθρωπος του Τσέστερτον, Ο πράσινος Χάινριχ του Γκότφρηντ Κέλλερ, τα βιβλία του Αλβέρτου Σβάιτσερ κ.ά.

Ο Καρλ Μπαρτ στο βιβλίο του Η προς Ρωμαίους επιστολή έγραψε πως η πραγματικότητα της θρησκείας είναι ο τρόμος του ανθρώπου απέναντι στον ίδιο του τον εαυτό, ενώ για τον Φόυερμπαχ, στον οποίο αφιερώνονται οι πρέπουσες σελίδες, το μυστικό της θρησκείας είναι το μυστικό της ίδιας της ανθρώπινης ουσίας. Η ανίχνευση και εξόρυξη του ανατρεπτικού στοιχείου του αρχέγονου χριστιανισμού μπορεί να οδηγήσει σε μια αυτοσυνειδησία που απομυθοποιεί τα πάντα μέχρις εσχάτων, μέχρι το σημείο που δεν απομένει τίποτα από την θρησκεία παρά ένα αχνό, ιώδες φως της θρησκείας. Ο Μπλοχ γράφει πως το ύψιστο ον για τους ανθρώπους είναι ο άνθρωπος και πως ο «προμηθεϊκά ενεργός, ουτοπικός ρόλος του ανθρωπισμού» παραμένει ζωντανός, από την Βίβλο έως και σήμερα. Μέχρι πού μπορούν να φτάσουν οι άνθρωποι στο βασίλειο της ελπίδας;

Εκδ. Άρτος ζωής, 2019, μτφ. Πέτρος Γιατζάκης, σελ. 587 [Atheismus im Christentum, Zur Religion der Exodus und des Reichs, 1973]

Στις εικόνες: έργα των: 1. Alexander Gaun, 2. Gisele Bauche, 3. Sadao Watanabe, 4. Harry Anderson, 5. Natalya Rusetska, 6. Αγνώστου, 7. Αγνώστου, 8. David Popiashvili, [9 Φωτογραφία αγνώστου], 10. He Qi, [11.-12. Αναπαραστάσεις του Πολέμου των Χωρικών, του Hanz Lützelburger και Αγνώστου], 13. Frederick J. Brown, 14. Αγνώστου, 15. Γλυπτό από την Notre Dame, 16. Ανάγλυφος Θάνατος του Άττιδος, 17. Αγνώστου, 18. Maria Alejandra Gilede Arias, 19.  Alexander Antonyuk.

10
Μαρ.
23

Οι ξυπόλητες των ταινιών, 33: Οι ύστατες

Πανδοχείο Γυμνών Ποδιών. Αρχιτεκτονική εγκυκλοπαιδικού μυθιστορήματος

Η σπονδυλωτή στήλη του Πανδοχέα στον ηλεκτρονικό Χάρτη

Τεύχος 51 (Μάρτιος 2023), εδώ

Οι ξυπόλητες των ταινιών, 33: Οι ύστατες

Όπου ο συγγραφέας του απόλυτου βιβλίου των γυμνών ποδιών αναζητά τις ξυπόλητες γυναίκες των κινηματογραφικών ταινιών και μυείται στα μυστικά τους.

Η πρώτη γυναίκα που είδα όταν αναδύθηκα από την πισίνα ήταν η Πέγκυ. Πλησίασα ευλαβικά τα πόδια της που σε γαλάζια τσόκαρα ξάπλωναν σε μια σεζλόνγκ. Πόσο ωραία είναι τα πόδια σας στα σανδάλια, πριγκίπισσα, της είπα· χαμογέλασε στην φιλοφρόνηση και συμφώνησε πως «με πρόσωπα που γνωριζόμαστε καλά, δεν υπάρχει φλερτ». Χαιρόταν που με ξανάβλεπε ύστερα από τόσο καιρό, όπως και ο άντρας της κι ένα φιλικό ζευγάρι που εμφανίστηκαν αργότερα. Μου είπαν για δυο διπλανά σπίτια που έβαλαν πισίνα και αρχικά εξεπλάγην που δεν το είχα πληροφορηθεί. Όμως αμέσως μετά φωτίστηκα ολόκληρος, καθώς συνέλαβα την υπέροχη ιδέα: αν μια σειρά από πισίνες σχηματίζουν ενιαία γραμμή που διασχίζει μια ολόκληρη περιοχή του Κονέκτικατ και καταλήγει στην δική μου, τότε… θα μπορούσα να επιστρέψω σπίτι κολυμπώντας! Οι πισίνες των αγαπημένων μου φίλων σχημάτιζαν έναν ποταμό, που αμέσως ονόμασα Λουσίντα, από το όνομα της λατρευτής μου γυναίκας! Θα της άξιζε μια τέτοια τιμή! Ο εξαίσιος καιρός, άλλωστε, με ενέπνεε για μια τέτοια περιπέτεια.

Η γυναίκα της δεύτερης πισίνας φορούσε ένα μπλε σύνολο και ανοιχτά σανδάλια. Με κοίταξε έκπληκτη, πόσο μάλλον όταν της πως κάποτε ήμουν τρελός γι’ αυτήν. Απόρησε που δεν της εξομολογήθηκε ποτέ. Σε λίγο εμφανίστηκε ο άντρας της και με ρώτησαν κάτι ακατανόητα για την αξία πώλησης τους σπιτιού μου αλλά τους είπα πως δεν το πουλάω γιατί θέλω οι κόρες μου να ζήσουν εκεί. Αντάλλαξαν απορημένα βλέμματα. Στο τρίτο σπίτι εμφανίστηκε μια μεσήλικη κυρία που όταν της θύμισα πως είμαι φίλος του γιου της με επέπληξε αυστηρά επειδή δεν πήγα ποτέ να τον δω ούτε του τηλεφώνησα όταν ήταν στο νοσοκομείο. Την άφησα κι έφυγα, ίσως της είχε σαλέψει. Βγήκα σε μια ολόφωτη πεδιάδα και είδα ένα άλογο. Ένοιωθα τόσο δυνατός που το προκάλεσα σε αγώνα! Τρέχαμε σχεδόν δίπλα και φυσικά με ξεπέρασε, αλλά το ανταγωνίστηκα επάξια!

Στην γειτονική πισίνα δυο νεαρές που γνώριζα καλά διασκέδαζαν με φίλους, ενώ οι γονείς τους έλειπαν στο κλαμπ. Ρώτησα την μία, την αγαπημένη μου Τζούλι, γιατί δεν την βλέπουμε πια και με κοίταξε περίεργα. Νόμιζε πως δεν την χρειαζόμασταν, είπε, όμως της τόνισα πως πάντα χρειαζόμαστε μια μπέιμπι σίτερ. Μετά μου σύστησε τον αδελφό της, που μου φάνηκε μεγαλύτερος απ’ όσο τον θυμόμουν, και μου είπε ότι πάντα θαύμαζε την κόκκινη μου Τζάγκουαρ. Της ανακοίνωσα την ιδέα μου και την προσκάλεσα να διασχίσουμε μαζί το ποτάμι με τις πισίνες. Ενθουσιάστηκε, βουτήξαμε (πόσο φωτισμένος ο βυθός απ’ τον ήλιο!), και μετά βγήκαμε στο δάσος. Μου εξομολογήθηκε πως τότε που κρατούσε τις κόρες μου είχε μεγάλο κόλλημα μαζί μου και ήθελε να πιστεύει πως ήμουν ερωτευμένος μαζί της αλλά και πολύ έντιμος ώστε να μην το εκδηλώνω λόγω του γάμου μου. Ένοιωσα υπέροχα.

Παραδίπλα είχαν πάρτι και μας υποδέχτηκαν σαστισμένοι αλλά και με ενδιαφέρον για το αναπάντεχο ζευγάρι που ζήτησε ένα πέρασμα από την πισίνα τους. Τα πέλματά της άστραψαν μες τους αφρούς της βουτιάς. Κι ύστερα είχαμε μπροστά μας μια ανοιχτή πράσινη έκταση. Τρέξαμε χαμογελαστοί και πηδήξαμε κάτι εμπόδια ιππασίας – απογειωνόμασταν και προσγειωνόμασταν σχεδόν ευτυχισμένοι. Δεν απέφυγα ένα μικρό τραύμα κι ένοιωσα κάπως τρωτός. Ξαπλώσαμε κάτω από ένα δέντρο και της απήγγειλα στίχους από το Άσμα Ασμάτων. Μου μίλησε για τα ραντεβού που βγαίνει με διάφορους νέους, χάρη σε μια πλατφόρμα όπου δίνεις ένα μικρό ποσό, συμπληρώνεις ένα ερωτηματολόγιο και σου στέλνουν το τηλέφωνο τριών ταιριαστών τύπων. (Πού να γνώριζα πως οι ηλεκτρονικές γνωριμίες του 1968 θα αποτελούσαν σήμερα κυρίαρχη πραγματικότητα! Ή, αντίστροφα, ότι τα σύγχρονα καλωδιωμένα ραντεβού εμφανίζονταν μισό αιώνα νωρίτερα!). Μίλησε και για κάτι επιθετικούς άντρες που την παρενοχλούσαν στην δουλειά της. Η μικρή μου Τζούλι, ανυπεράσπιστη … της είπα πως από εδώ και μπρος θα την προστατεύω ως φύλακας άγγελος. Έβαλα το χέρι μου στο στομάχι της αλλά το απομάκρυνε· έσπευσα να την φιλήσω αλλά αρνήθηκε με έντονο τρόπο, απόρησε με το θράσος μου και έφυγε. Μα δεν ήμουν γοητευτικός άντρας; Αμφέβαλε για την ικανότητά μου λόγω της διαφοράς ηλικίας; Πώς ήταν δυνατόν να μην άρεσα στην όμορφη νέα; Έφυγα κουτσαίνοντας από το σκιερά δέντρα, μόνος και λυπημένος.

Συναντήθηκα και με άλλους περίοικους, που κάπως δυσκολευόμουν να κατανοήσω. Ένας έγχρωμος οδηγός δυσανασχέτησε που τον μπέρδεψα με άλλον όμοιό του. Ένα γυμνό ζεύγος ηλικιωμένων απαίτησε να μην τους ξαναζητήσω τίποτα, λες και τους είχα ζητήσει ποτέ οτιδήποτε. Κάποιος με ρώτησε πού βρισκόμουν όλο αυτό τον καιρό και του απάντησα το αυτονόητο: ήμουν τριγύρω.  Ένας άλλος μου είπε πως ήταν απαράδεκτο αυτό που μου συνέβη, να μας διώξουν από το σπίτι μας.

Κάποια στιγμή βρέθηκα μπροστά σε μια άδεια πισίνα. Μπροστά της καθόταν ένα μικρό αγόρι. Ο μπαμπάς του το είχε σκάσει με την μανικιουρίστα της μητέρας του, η νταντά ήταν κάπου μέσα. Μου εξομολογήθηκε ότι ήταν αποκλεισμένο από μια ομάδα φίλων και δεν είχε παρά την μοναξιά του. Του μίλησα: Πρώτα νοιώθεις ότι είναι το τέλος του κόσμου… μέχρι να συνειδητοποιήσεις ότι είσαι ελεύθερος, ότι είσαι ο δικός σου άντρας. Κι όταν μου είπε πόσο θα ήθελε κάποια στιγμή να ηγούνταν μιας συντροφιάς, συνέχισα: Δεν χρειάζεται να ανησυχείς αν θα είσαι αρχηγός της ομάδας κι όλα τα σχετικά με την θέση σου – είσαι αρχηγός της ψυχής σου και αυτό μετράει. Ύστερα το προέτρεψα να κολυμπήσει μαζί μου για να δει πως αν πιστεύεις πραγματικά ότι κάτι είναι αληθινό, τότε είναι αληθινό σε σένα. Κινούσαμε χέρια και πόδια στο ανύπαρκτο νερό – κολυμπήσαμε στη δεξαμενή της πίστης. Το άφησα με την θαυμαστή μας ιδέα κι έφυγα να συνεχίσω στο δικό μου άθλημα.

Στο αμέσως πλησιέστερο σπίτι είχαν πάρτι. Κόσμος συνωστιζόταν δίπλα στο νερό, μπροστά σε τραπέζια με χαβιάρι. Η οικοδέσποινα με αντιμετώπισε ως εισβολέα. Ποτέ δεν ερχόμουν, είπε, όταν με καλούσε, γιατί να χαρεί τώρα; Μια γυναίκα στεκόταν μόνη και πιάσαμε ενδιαφέρουσα κουβέντα αλλά ένας άντρας μάλλον ζήλεψε και την πήρε μακριά μου, να την ρωτήσει αν γνωρίζει ποιος είναι αυτός με τον οποίο μιλάει. Μετά είδα ένα δικό μου βαγονέτο που το είχαν μετατρέψει σε καντίνα για χοτ ντογκ και σόδα. Κάποτε έκανα τις κόρες μου βόλτα με αυτό! Πώς βρέθηκε εκεί; Πώς το όχημα του γέλιου τους κουβαλούσε τώρα τα καύσιμα των βαριεστημένων καλεσμένων; Πήγα να το πάρω πίσω αλλά αδυνατούσα να παλέψω· με έριξαν κάτω και με έδιωξαν.

Όμως η επόμενη πισίνα ήταν ήσυχη και την γνώριζα καλά. Μια όμορφη γυναίκα με βαθυκόκκινα μαλλιά καθόταν στην ξαπλώστρα, αφημένη στη ραστώνη του απογεύματος που είχε ήδη φτάσει. Η έκπληξή της δεν εκδηλώθηκε με φωνές αλλά με μια κουρασμένη έκφραση, σαν να την είχα κάνει να υποφέρει. Αφαίρεσα το αγκάθι που προσπαθούσε να βγάλει από το πόδι της, πήρα το πέλμα της στα χέρια μου και το έφερα στα χείλη, σα να ήταν δική μου, σα να μην συνέβαινε για πρώτη φορά. Με ρώτησε τι νέα από την Χώρα του Ποτέ Ποτέ και αν η ιδανική αμερικανική οικογένεια βρήκε την ευτυχία πάνω στο λόφο. Της θύμισα τον περσινό μας χειμώνα στο Τορόντο, αλλά δεν είχε πάει εκεί, είπε, εδώ και τρία χρόνια. Επέμεινα, αφού την είχα επισκεφτεί για το άνοιγμα του σώου της· μάλιστα χιόνιζε και πήγαμε με άμαξα από το ξενοδοχείο στο θέατρο. Μήπως τα μπέρδεψα και ήταν η Βοστώνη; Με ενοχλούσε ο καιρός και αναρωτιόμουν τι είχε ο ήλιος και δεν έκανε ζέστη. Με ρώτησε αν νόμιζα ότι θα έμπαινε στην κατάψυξη όσο θα έπαιζα τον οικογενειάρχη. Δεν καταλάβαινα αλλά ένοιωθα πως κάποιο παρελθόν θόλωνε το παρόν. Ρώτησα και τους δυο μας: Τι συνέβη; Τίποτα δεν έγινε όπως νόμιζα ότι θα γίνει. Όταν ήμουν παιδί οι άνθρωποι έμοιαζαν πιο ευτυχισμένοι. Θυμάται μια μικρή ανταμοιβή από την μητέρα μου να φροντίσω το γρασίδι. Σα να συνέβη ένα λεπτό πριν, σχεδόν το μυρίζω. Όλα έγιναν πολύ γρήγορα και μεγάλωσα. Οι άνθρωποι μεγαλώνουν και μετάΔεν βγαίνει κανέναν νόημα.

Η Τζάνις συνέχιζε την δική της ιστορία: με κατασκόπευσε όταν συνάντησα την οικογένειά μου να τους πάω στο μπαλέτο, όταν χαμογελούσα στον περίγυρο, ενώ μια ώρα πριν ήμουν μ’ εκείνη στο κρεβάτι. Όταν ξαναβρεθήκαμε της έκανα διάλεξη για τα καθήκοντα του συζύγου και πατέρα, που αξίζει να δημοσιεύεται και στο ετήσιο Reader’s Digest. Μετά πήρα το τραίνο πίσω για το Κονέκτικατ, να επιστρέψω στην σύζυγο· άλλωστε ζούσαμε σε δικό της σπίτι, και γνώριζε ως και πού βρίσκεται το κάθε χαμένο κουμπί των πουκαμίσων μου. Αφού δεν θέλησα να χάσω τις ανέσεις μου, φρόντισε κι εκείνη για τις δικές της. Μου θύμισε τον υπάλληλο του ξενοδοχείου όπου μέναμε: ήταν πρωτόγονος, χωρίς αναστολές (με κοίταξε προκλητικά), με άκουγαν μαζί στο τηλέφωνο που της κλαψούριζα για την αθώα σύζυγο και τα παιδάκια μας και γελούσαν τόσο πολύ που δάγκωναν τα σεντόνια.

Δεν μπορεί να τα εννοούσε όλα αυτά, σίγουρα θα ήταν ψέματα. Ήταν έτοιμη να δακρύσει, την άγγιξα στην πλάτη, της ζήτησα να πάμε δυο βδομάδες μαζί ένα ταξίδι, οπουδήποτε. Κρύωνα όλο και περισσότερο και αγκάλιαζα το σώμα μου να ζεσταθώ. Δυσκολευόταν που μου αρνούνταν αλλά δεν ήθελε να ξαναδιαλυθεί. Της θύμισα που κάναμε έρωτα σ’ αυτή την πισίνα και μου είχε πει ότι της άρεσε. Τότε ξέσπασε και ούρλιαξε πως μου έλεγε ψέματα για τα πάντα, πως βαριόταν κι εμένα και τις ιστορίες μου για τον πόλεμο, τα ρεκόρ μου στο γκολφ, τις κατακτήσεις μου, και ότι βρήκα σ’ αυτήν το ταίρι μου, μια ψεύτρα των προαστίων. Ψέλλισα πως λυπάμαι για οτιδήποτε μπορεί να της έκανα.

Ένας δρόμος ταχείας κυκλοφορίας εμπόδιζε την πορεία μου. Οι οδηγοί δεν σταματούσαν να περάσω, μόνο περιγελούσαν τον γραφικό άντρα με το μαγιό που έμοιαζε να τα έχει χαμένα. Ύστερα από κόπο κατέληξα σε μια συνωστισμένη δημόσια πισίνα. Με υποχρέωσαν να κάνω ντους και να φορέσω σκουφάκι. Φυσικά δεν δέχτηκα. Συνάντησα παλιούς γνωστούς που με ειρωνεύτηκαν επειδή προτίμησα πισίνα κοινών θνητών, είπαν πως τα δικά τους παιδιά φέρονται με σύνεση και δεν οδηγούν μεθυσμένα· πως οι κόρες μου δεν με άκουσαν ποτέ και γελούσαν μαζί μου, πως ήμουν από μόνος μου ένα μεγάλο αστείο. Ο ουρανός είχε κατακλυστεί από μαύρα σύννεφα. Είχε αρχίσει να βρέχει όταν έφτασα σπίτι. Η καγκελόπορτα ήταν κλειδωμένη και η σκουριά της μου έβαψε τα χέρια. Την έσπρωξα και έτριξε, περπάτησα στον χορταριασμένο κήπο και χτύπησα απελπισμένος την εξώπορτα αλλά δεν άνοιγε κανείς. Κοίταξα μέσα και το σπίτι ήταν άδειο. Τίτλοι τέλους.

Αν κάποιος με βιογραφούσε σε ολιγοσέλιδο διήγημα ή μεγάλου μήκους ταινία, σαν τον Κολυμβητή που έγραψε ο συγγραφέας John Cheever και μετέφερε στον κινηματογράφο ο σκηνοθέτης Dave Perry, τότε ίσως ως αναγνώστης ή θεατής έβλεπα αλλιώς την ζωή μου. Ήμουν ένας ψηλός, μυώδης και αθλητικός άντρας και ζούσα σε μια πλούσια συνοικία με την ιδανική οικογένεια. Βρισκόμουν μέσα στο αμερικανικό όνειρο και αποτελούσα πρότυπο επιρροής στον ευρύτερο περίγυρο. Κάποια μέρα φόρεσα το μαγιό μου και άρχισα να επισκέπτομαι τους άλλους κατοίκους της εσωτερικής μας πολιτείας. Εμφανιζόμουν μπροστά τους ευχάριστος και ευγενικός. Δεν σταματούσα να εκθειάζω την λαμπερή ημέρα και τα γαλάζια νερά στις πισίνες τους. Τότε αποφάσισα να επιδοθώ σ’ εκείνο το αγώνισμα, που θα ήταν αντάξιο της ιδέας για τον εαυτό μου, της εικόνας που ήθελα να δικαιώσω. «Είμαι εξερευνητής», τους είχα πει, «μια ιδιαίτερη ανθρώπινη ύπαρξη, ταπεινή και σπουδαία».

Το φιλόδοξο σχέδιο μετατράπηκε σε προαστιακό έπος: o ήρωας ξεκινάει ένα ταξίδι με κάποιο σκοπό, γνωρίζοντας πως στο τέρμα τον περιμένει η ευτυχία· βιώνει περιπέτειες, χαρές και λύπες και κάποτε φτάνει στον προορισμό του αλλά τίποτα δεν είναι ίδιο, μόνο η τραγική αλήθεια που βρισκόταν πάντα εκεί. Στην δική μου περίπτωση όλα προσπαθούσαν να φανούν απ’ την αρχή. Οι περιπετειώδεις τόποι που διέσχιζα δεν ήταν παρά περίκλειστοι κήποι, τυπικές προαστιακές βεράντες, οικιακά αλσύλλια που δημιουργούσαν μια αίσθηση μοναξιάς που πνίγηκε στην πολυτέλεια, Αρκαδίες σε περίφραξη. Οι οικοδεσπότες ήταν βαριεστημένοι πλούσιοι που σέρνονταν γύρω από τις πισίνες, έπιναν και προσκαλούσαν ο ένας τον άλλον, αρκεί βέβαια να είχαν την ίδια κοινωνική επιφάνεια. Παραπονούνταν για το hangover του χθεσινού πάρτι (γιατί πάντα υπήρχε ένα χθεσινό πάρτι), ή συζητούσαν για τα νέα τους αποκτήματα και τα έξοδα ή τις βελτιώσεις που έκαναν για τις πισίνες τους. Όλοι έμοιαζαν σα να έβγαιναν από φωτογραφίες ενός παλιού άλμπουμ, προκαλώντας πάντα την ίδια απορία: είναι όντως ευτυχισμένοι;

Φορούσα αποκλειστικά το ίδιο ρούχο, ένα μαγιό, γιατί μόνο αυτό μου είχε μείνει και κολυμπούσα γιατί ήταν το μόνο που με συνέδεε με την προηγούμενη ζωή μου. Όσο βρισκόμουν μέσα στο αποστειρωμένο νερό, ο παλιός μου εαυτός συνέχιζε να υπάρχει, έστω και χλωριωμένος. Φλέρταρα τις κυρίες στις πρώτες δυο πισίνες για να τους δείξω πως ήμουν ενεργός λάτρης των γυναικών· φίλησα την Τζούλι γιατί επιθύμησα να της προτείνω την αστείρευτη, όπως νόμιζα, σεξουαλική μου ενέργεια. Η Τζάνις ήταν πληγωμένη γιατί υπήρξαμε εραστές και με αγάπησε πραγματικά αλλά παρέμενε στη σκιά περιμένοντας να αφήσω την γυναίκα μου – κι εγώ, όσο περισσότερο με πλησίαζε, τόσο απομακρυνόμουν μέχρι που έφυγα. Ίσως ήταν η πρώτη που φώναξε την δειλία μου και φώτισε αυτό που ήμουν. Ζούσα από την περιουσία της γυναίκας μου, δεν πλήρωνα ποτέ τα χρέη μου, οι κόρες μου μεθούσαν και οδηγούσαν επικίνδυνα (μήπως εξαιτίας τους ο γιος εκείνης της γυναίκας ήταν τραυματίας ή νεκρός;). Στο μικρό αγόρι μπορεί ασυναίσθητα να είδα εμένα, μοναχικό και απομονωμένο από όσους ήθελα να με θαυμάζουν, και ίσως του μιλούσα για την δική μου φιλοσοφία: αν μπορείς να πιστέψεις ένα ψέμα, τότε μπορείς και να το πιστέψεις ως αλήθεια και να ζήσεις πάνω του.

Και τελικά, ίσως… αν όλα άρχισαν ένα φωτεινό πρωί και διέσχισαν την ημέρα ως το σούρουπο, αν ο ουρανός ήταν καταγάλανος και αργότερα συννέφιασε, αν ο καιρός από την ηλιοφάνεια κατέληξε στην καταιγίδα και αν τα δέντρα με τα ζωηρά χρώματα στο τέλος έχασαν τα φύλλα τους, ήταν επειδή προχωρούσα από την νεότητα στο γήρας και από την φαντασία στην αλήθεια. Ολόκληρη η ζωή μου συμπυκνώθηκε σε μια ημέρα και ο χρόνος επιταχυνόταν όλο και περισσότερο. Κολυμπούσα απεγνωσμένα ενάντια στα κύματά του για να παραμείνω στο παρελθόν αλλά στο τέρμα με περίμενε το παρόν: η οριστικά χαμένη νεότητα, η παρακμή του σώματος, η απώλεια του ανδρισμού. Το χάδι μου στα πόδια εκείνων των γυναικών ήταν η τελευταία μου ερωτική πράξη, η στιγμιαία επικράτηση της μνήμης κατά της λήθης.  Πάνω μου πλέον έλαμπε σαν το νερό η αχρηστία της περσόνας που αγωνίζεται να ταιριάξει στις προσδοκίες του περίγυρου, η κενότητα της επιφάνειας, η επιμονή των ανθρώπων να αγνοούν την πραγματικότητα. Ίσως κολυμπούσα προς την αληθινή μου ταυτότητα και κάθε σταθμός ήταν μια αντανάκλαση παλαιότερης ζωής και μια αποκάλυψη του χαρακτήρα μου. Μετά ήταν η σειρά μου να συγκολλήσω τα κομμάτια της ζωής μου, μια ιστορίας ταπείνωσης και πτώσης. Η δική μου Οδύσσεια δεν ήταν στις εφτά θάλασσες αλλά στις εφτά χλωριούχες πισίνες του Κονέκτικατ. Το τέλος της ήταν ένα σπίτι άδειο, σαν κι εμένα. Υπήρξα, υπήρξαμε εξαρχής άδεια δοχεία; {Συνεχίζεται, πάντα συνεχίζεται}

Η ταινία: The Swimmer (Frank Perry, 1968).  Οι γυναίκες με σειρά εμφάνισης και αναφοράς: Marge Champion, Janet Landgard, Janice Rule.

Σημείωση: Η ταινία βασίστηκε στο διήγημα The swimmer του John Cheever που δημοσιεύτηκε στο New Yorker και εντάχθηκε στην φερώνυμη συλλογή διηγημάτων του. Γυρίστηκε το 1966 από τον Frank Perry, που αποχώρησε πριν το τέλος της λόγω διαφωνιών. Πολλές ημιτελείς σκηνές ολοκληρώθηκαν και νέες σκηνές προστέθηκαν από τον Sydney Pollack ως το 1968.

Για την αναδημοσίευση κειμένου ισχύουν οι όροι χρήστης του Χάρτη, εδώ.




Μαρτίου 2023
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 12345
6789101112
13141516171819
20212223242526
2728293031  

Blog Stats

  • 1.138.395 hits

Αρχείο