Το Δέντρο, τεύχος 201 – 202 (Δεκέμβριος 2014)

Δ.

Εάν δεχτούμε ότι η λογοτεχνία δεν μπορεί να ανταποκριθεί εξ ορισμού σε επείγοντα κοινωνικά θέματα, γιατί τα αντανακλαστικά το συγγραφέα δεν (πρέπει να) υπακούουν, σε όρους αμεσότητας αλλά διάρκειας, τότε η όποια σημερινή παραγωγή γύρω από την «κρίση» είναι συζητήσιμη. Γιατί ακόμα και οι μεγάλες φωνές της λογοτεχνίας κάποτε που ανταποκρίθηκαν στην πρόκληση της συγκυρίας, χρησιμοποίησαν το ιστορικό πλαίσιο περισσότερο ως πρόσχημα, παρά ως κέντρο προβληματισμού τους. Στις μυθοπλασίες τους κυριαρχεί η «έρημος» του ανθρώπου» και όχι το τεκμήριο της εποχής…

… γράφει ο Τάσος Γουδέλης σ’ ένα πυκνό κείμενο που με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο· ο συγγραφέας τονίζει πως το παραπάνω τεκμήριο απασχολεί τον ενήμερο αναγνώστη ως ένας ακόμα σκηνογραφικός συντελεστής που σχετίζεται πάντα με δραματικό και υπάλληλο τρόπο με την ατομικότητα: η ύπαρξη σε κάθε περίσταση επιβάλλει αναπόφευκτα την εξουσία της. Πράγματι, ο «ιστορικός άνθρωπος» είναι πια κενός λόγος· άλλωστε όσοι αντιλαμβάνονται την λογοτεχνία ως ρεπορτάζ δεν έχουν πρόβλημα να αναπαράγουν αυτόματα το πραγματικό. Η ιδεωδέστερη στιγμή για την τέχνη ήταν ανέκαθεν εκείνη κατά την οποία ο δημιουργός ήταν σε θέση να διαχειριστεί ή απλώς να κατανοήσει την κρίση του μέσου του. Ο Ρόμπερτ Μούζιλ, για παράδειγμα, με τον ημιτελή Άνθρωπο χωρίς ιδιότητες, υπαινίχθηκε σαφώς το ατελέσφορο της γραφής (του) να αναπαραστήσει την κρίση του μοντέρνου ανθρώπου.

Henry de Montherlant par Jean Mangeot

Το κείμενο βρίσκεται στις πολύτιμες οπισθόφυλλες σελίδες του τεύχους – που όπως έχουμε ξαναγράψει αποτελούν τον καθρέφτη αλλά και τον πνεύμονα των λογοτεχνικών περιοδικών· σχετίζεται όμως άμεσα και με το κυρίως σώμα του τεύχους, εφόσον ένα από τα τρία σύντομα αφιερώματα αφορά την «νεοελληνική κρίση». Εδώ καταθέτουν σκέψεις πάνω σε όψεις του θέματος οι Πέτρος Μαρτινίδης, Γιώργος Σιακαντάρης, Βαγέλης Χατζηβασιλείου, Ρέα Γαλανάκη, Δημήτρης Φύσσας και Δημήτρης Ραυτόπουλος. Ενδεικτικό θραύσμα από τον πάντα ευρηματικό λόγο του τελευταίου: Στα λόγια μένει η εξέγερση του 99%, παναπεί ολόκληρης της κοινωνίας, κατά του 1% των πλουτοκρατών. Γιατί μέσα στο 99% οι ανισότητες είναι τεράστιες, σκανδαλώδεις και τα όρια ρευστά. / Η Άμεση Δημοκρατία, εδώ και τώρα, εναντίον της «Πλουτοπίας», δηλαδή του ρασιοναλισμού των αγορών, της νέας θρησκείας με ιερείες τους υπερειδικευμένους αναλυτές, που χειρίζονται τα «αλγκοτρέιντινγκς».

Φυσικά εδώ μας περιμένει διόλου άσχετη και η οφειλόμενη συνέχεια του αφιερώματος στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, που ξεκίνησε από το προηγούμενο τεύχος. Στο αρχικό κείμενο [εκ] της εκδόσεως, που πάντα μοιάζει με τον εγκέφαλο αυτού του γοητευτικού σώματος, μας υπενθυμίζονται τα λόγια του Μίλαν Κούντερα για τον πόλεμο που «ονομάστηκε ψευδώς Παγκόσμιος, διότι δεν αφορούσε παρά την Ευρώπη και ούτε καν όλη την Ευρώπη. Όμως το επίθετο “παγκόσμιος” εκφράζει εύγλωττα το συναίσθημα της φρίκης μπροστά στο γεγονός ότι, στο εξής, τίποτα απ’ ότι συμβαίνει στον πλανήτη δεν θα είναι πια τοπική υπόθεση, ότι όλες οι καταστάσεις αφορούν τον κόσμο ολόκληρο…». Κάτι δηλαδή που αγνόησαν οι πάντα αδιάβαστοι κυβερνήτες.

Colette in 'Le Petit Faun', 1906

Πόλεμος…Μέχρι το τέλος του προηγούμενου μήνα δεν ήταν παρά μια πελώρια λέξη φαρδιά πλατιά πάνω στις ναρκωμένες καλοκαιρινές εφημερίδες. Πόλεμος; Ίσως, αλλά πολύ μακριά, στην άλλη άκρη της γης. Όχι εδώ…Πώς να φανταστείς ότι θα αρκούσε να δρασκελίσει η ηχώ και μόνο του πολέμου αυτούς τους άγριους βράχους για τα νους κάνει να φανούν πιο απαλοί, με το κύμα στα πόδια τους, το αραιό θαλασσινό χορτάρι τους, το αγιόκλημα, την άμμο ρυτιδωμένη απ τα νύχια των πουλιών. …Τέτοιος παράδεισος δεν ήταν καθόλου φτιαγμένος για τον πόλεμο, μονάχα για τις μικρές διακοπές μας, για τη μοναξιά μας…

… γράφει η Κολέτ, με τον γοητευτικό της λόγο που, σκέφτομαι, μοιάζει να αποδίδει σκέψεις αμέτρητων άλλων ανθρώπων. Ο φάκελος περιλαμβάνει πεζά, ποιήματα, δοκίμια, ημερολογιακές εγγραφές Ποιήματα και πεζά των Ανρί ντε Μοντερλάν, Μπλεζ Σαντράρ, Γκιγιόμ Απολινέρ, Αντρέ Ζιντ, Κολέτ, Αντρέ Μπρετόν, Ετιέν Φορ, Γιόζεφ Βίτλιν, Μαρτσέλο Φλόρες, Γιώργο Κόκκινο, Κώστα Καραβίδα, Έλλη Λεμονίδου. Το τρίτο αφιέρωμα του τεύχους αφορά τον Φραντς Κάφκα, τον συγγραφέα του οποίου η προβληματική σχετίζεται με όσα αφορούν τις συνέπειες του Μεγάλου Πολέμου, όπως μας υπενθυμίζουν οι εκδότες: ότι οριζόμαστε όλο και περισσότερο από εξωγενή δεδομένα που μας παγιδεύουν. Περιλαμβάνονται πεζά κείμενα του συγγραφέα αλλά και κείμενα των Πρίμο Λέβι, Ντίνο Μπουτζάτι, Όρσον Ουέλς, Τζ.Μ. Κούτσι, Ούλριχ Γκέινερ, Αλέξανδρου Κυπριώτη κ.ά.

Jean-Michel Folon, 1973, illus. for Kafka's Metamorphosis 4

Περί παραμυθιών ο λόγος στις πίσω σελίδες, αλλά και μερικές σκέψεις που είναι απαραίτητες απέναντι στο κλίμα της εποχής που επιθυμεί, τολμώ να πω, να μεταλλάξει τον χαρακτήρα της. Ο ρόλος του παραμυθιού δεν είναι να διδάξει αλλά να διασκεδάσει μέσω της πλοκής και να κινητοποιήσει την φαντασία, γράφει η Λίτσα Χατζοπούλου. Τα παραμύθια των Γκριμ, του Άντερσεν κ.α. δεν είναι παιδικά αναγνώσματα· ακόμα και στην διασκευασμένη τους εκδοχή, την υποταγή τους δηλαδή στο «πολιτικώς ορθό» και χωρίς τρομακτικές σκηνές και «ηθικώς» ύποπτες εξελίξεις, αρκετά μας φαίνονταν μάλλον εφιαλτικά. Το «ευτυχισμένο τέλος» τους δεν αρκούσε για να απαλείψει, λ.χ., τον φόβο που είχαμε νιώσει μέσα στο ζαχαρένιο σπίτι της μάγισσας, όταν ετοιμαζόταν να μαγειρέψει τον Χάνσελ και τη Γκρέτελ (ακόμη χειρότερα, όταν δεν υπήρχε «ευτυχισμένο τέλος», όπως σε όλα τα παραμύθια του Άντερσεν.

Η Χατζοπούλου μας θυμίζει πως σε επίπεδο γενεαλογίας, τα παραμύθια δεν ήταν εξαρχής προορισμένα μόνον ή αποκλειστικά για παιδιά· αποτελούσαν πρωτίστως λαογραφικό υλικό, δηλαδή ιστορίες που κυκλοφορούσαν από στόμα σε στόμα είτε για να ερμηνεύσουν ανεξήγητα και ακατανόητα φαινόμενα (άρα είχαν ρόλο ανάλογο των μυθικών αφηγήσεων) είτε απλώς χάριν παιδιάς. Τα παραμύθια, λέει ο J.R.R.Tolkien, εξορίστηκαν στο παιδικό δωμάτιο μαζί με ό,τι δεν χωρούσε σε κανέναν άλλο χώρο του σπιτιού. Δεν αποκλείεται να αντιμετωπίστηκαν ως κείμενα χαμηλής λογοτεχνικής αξίας εξαιτίας της δημώδους προέλευσής τους. Μένει λοιπόν το ερώτημα πώς μια κοινωνία δίνει στα παιδιά της κείμενα που γενικώς περιφρονεί και πώς τα παραμύθια, σε αντίθεση με την λογοτεχνία του φανταστικού, αποκλείστηκαν ως λογοτεχνικό είδος ή εντάχθηκαν γενικώς και αορίστως στην παιδική λογοτεχνία.

54

Και μιλώντας για την νέα αυτή εποχή, η Ιταλίδα συγγραφέας Πάολα Μαστρακόλα εστιάζει στο απόλυτο δημιούργημά της: …το selfie είναι το χαμόγελο που απευθύνουμε στον εαυτό μας. Ο νάρκισσος δεν θα έκανε ποτέ κάτι τέτοιο. Εμείς ναι. Εμείς οι αληθινοί Νάρκισσοι. / Σίγουρα, πρόκειται για ένα χαμόγελο το οποίο θα δουν όλοι εκείνοι στους οποίους θα στείλουμε τη φωτογραφία. Αλλά απουσιάζει ο μεσάζων. Απουσιάζει ο άλλος. Υπάρχουν μόνο οι παραλήπτες (οι οποίοι είναι πολλοί). Δεν υπάρχει το μάτι (το οποίο είναι μοναδικό). Και χωρίς το μοναδικό μάτι, το οποίο μας κοιτάζει, μένουμε μόνοι. / Με τη selfie, στέλνουμε στους άλλους τη μοναξιά μας. [απόδοση Φανή Μουρίκη]  [176 σελ.]

Στις εικόνες: Henry de Montherlant, Colette [Le Petit Faun, 1906], εικονογράφηση του Jean – Michel Folon για την Μεταμόρφωση του Κάφκα [1973], εικονογράφηση από πολωνικό παραμύθι.

Καρλ Κράους – Ρήσεις και αντιρρήσεις

kraus exΑφορισμοί που γελοιοποιούν, συντομογραφίες που ξεγυμνώνουν

Ο όχλος περιεργάζεται τα «αξιοθέατα». Εξακολουθούν λοιπόν, να ρωτάνε αν ο τάφος του Ναπολέοντα αξίζει να θεαθεί από τον κύριο Σούλτσε κι όχι αν ο κύριος Σούλτσε είναι άξιος να δει τον τάφο του Ναπολέοντα.

Το λογοπαίγνιο, αξιοκαταφρόνητο ως αυτοσκοπός, μπορεί να αποτελέσει το πιο ευγενές μέσο έκφρασης, με το να χρησιμεύσει ως συντομογραφία μιας πνευματώδους θέασης πραγμάτων. Μπορεί να γίνει επίγραμμα κοινωνικής κριτικής, γράφει ο Καρλ Κράους στον εκατοστό εξηκοστό από τους εξακόσιους συνολικά αφορισμούς που βρίσκονται προς απόλαυση στην παρούσα συλλογή, και ακριβώς την λέξη λογοπαίγνιο κάλλιστα θα την αντικαθιστούσε η λέξη αφορισμός. Αλλά η αφοριστική γραφή του Κράους δεν χαρακτηρίζεται μόνο από πράγματι πνευματώδεις παρατηρήσεις και ευσύνοπτες κριτικές – αλλά και ευθύβολες δηλητηριώδεις βολές κατά κάθε προσώπων, πραγμάτων, θεσμών.

Kokoschka_Karl_Kraus_II_1925Πολέμιος του αυστριακού φιλελευθερισμού και της σύγχρονης βαρβαρότητας, παθιασμένος αρθρογράφος κατά του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ομιλητής σε αντιπολεμικές διαλέξεις, φανατικός αντιδημοσιογράφος με σατιρικό μένος κατά των εφημερίδων που ασελγούσαν στην αλήθεια, στην γλώσσα και στην τέχνη, ο Κράους  [γεν. Βοημία, 1874, στη Βιέννη από το 1877, θάν. 1936] σύντομα απέκτησε εχθρούς απ’ όλες τις πλευρές. Αποκήρυξε τον καθολικισμό, έβαλλε κατά των λογοτεχνών – ο τίτλος ενός έργου του Στο κράτος των ποιητών και των κοπράνων είναι ενδεικτικός. Με την απροκάλυπτη ειλικρίνεια και την ανελέητη κριτική του σε δημοσιογράφους, επιστήμονες και ανθολόγους, ακύρωσε την ίδια του την υστεροφημία, οδηγώντας όλους αυτούς σε μια πλήρη συνομωσία σιωπής.

Κι όμως, ήταν τόσο έντονη η πνευματιkraus1κή του δραστηριότητα, που η φήμη και η υπόληψη του διαχύθηκαν και χωρίς τη βοήθειά τους. Έγραφε σάτιρες, θεατρικά έργα, κριτικές, δοκίμια, σατιρικά και λυρικά ποιήματα, αφορισμούς, διοργάνωνε θεατρικές παραστάσεις όπου κάποτε έπαιζε κι ο ίδιος, διασκεύαζε και σκηνοθετούσε έργα για το ραδιόφωνο, εξέδιδε επί τριάντα επτά χρόνια το μαχητικό περιοδικό Ο Πυρσός (με συνεργασίες των Άουγουστ Στίνγμπεργκ, Φρανκ Βέντεκιντ, Όττο Στεσλ κ.ά.), οργάνωνε εκατοντάδες αναγνώσεις έργων δικών του και άλλων, πολλές από τις οποίες μάλιστα έκανε σε εργάτες. Μια από αυτές τις αναγνώσεις γοήτευσε και τον Τόμας Μαν που βρισκόταν στο ακροατήριο. Η ανεξαρτησία του πνεύματος φυσικά πληρώθηκε και με άλλους τρόπους: ο Κράους υπέστη σωματικές επιθέσεις από δημοσιογράφους, προσωπικούς διωγμούς, δικαστικούς αγώνες, συκοφαντίες και διασυρμούς απ’ όλους όσους μαστίγωσε με τις λέξεις του.

Αν είναι να λάβουμε σοβαρά υπόψη μας την πνευματικότητα των γυναικών, τότε θα πρέπει να αρχίσουμε να ενδιαφερόμαστε και για τον αισθησιασμό των αντρών. Τι αίσια προοπτική!

…και ο λόγος περί Γυναικών. Άλλοτε η αποκαθήλωση της υποτιθέμενης «ομορφιάς»: Μια γυναίκα που δεν μπορεί να είναι άσχημη, δεν είναι όμορφη. /  Υπάρχουν γυναίκες που δεν είναι, απλά φαίνονται όμορφες. / Τι απέγινε η γυναίκα εκείνη, οι ατέλειες της οποίας αποτελούσαν ένα τέλειο σύνολο! Κι ύστερα η «φύση» και τα «στερεότυπα»: / Μια γυναίκα χωρίς καθρέφτη κι ένας άντρας χωρίς αυτοπεποίθηση – πώς θα τα βγάλουνkk πέρα στη ζωή; / Μια γυναίκα πρέπει να φαίνεται τόσο έξυπνη, ώστε η βλακεία της να αποτελεί μιαν ευχάριστη έκπληξη. Και πάντα ένας διαβρωτικότατος εγωπαθής σαρκασμός: Μ’ αρέσει να μονολογώ με γυναίκες. Ωστόσο ο διάλογος με τον εαυτό μου είναι πιο συναρπαστικός.

Σειρά έχει η δημοσιογραφία: Αποστολή του τύπου είναι να διαδίδει το πνεύμα και, ταυτόχρονα, να καταστρέφει την αντίληψη. / Η δημοσιογραφία φαινομενικά μόνο υπηρετεί την επικαιρότητα. Στην πραγματικότητα καταστρέφει τη διανοητική αντίληψη των ανθρώπων της αύριον. / Οι εφημερίδες έχουν την ίδια περίπου σχέση προς τη ζωή, που έχουν κι οι χαρτορίχτρες προς τη μεταφυσική. /Το να γράφεις τη φιλολογική στήλη μιας εφημερίδας είναι σαν να τυλίγεις μπούκλες πάνω σε μια φαλάκρα./ Να μη διαθέτεις ούτε μια σκέψη και να μπορείς να την εκφράζεις – αυτό είναι που κάνει τον δημοσιογράφο. / Συχνά ο ιστορικός δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά ένας δημοσιογράφος στραμμένος προς τα πίσω.

Υπάρχουν συγγραφείς, που μέσα σε είκοσι μόνο σελίδες καταφέρνουν να πουν αυτό, που εγώ, για να το πω, καμιά φορά χρειάζομαι δύο ολόκληρες αράδες.

KarlKraus2Οι λογοτέχνες θα βρεθούν στο απυρόβλητο; Φυσικά και όχι! Γιατί γράφουν πολλοί; Επειδή δεν διαθέτουν αρκετό χαρακτήρα, ώστε να μη γράφουν. / Στη λογοτεχνία να φυλάγεσαι απ’ τους απατεώνες της δομής του λόγου. Σ’ αυτωνών τα σπίτια βάζουνε πρώτα τα παράθυρα κι ύστερα χτίζουνε τους τοίχους. / Μπορεί να γράψει κανείς ένα ολόκληρο βιβλίο γύρω από μια μηδαμινότητα τη στιγμή που μια αράδα μόνο θα της έπεφτε κιόλας πολύ. / Η σημερινή λογοτεχνία αποτελείται από συνταγές που γράφουν μόνοι τους οι ασθενείς.

Από την ανελέητη ειρωνεία του δεν θα μπορούσαν να διαφύγουν οι πολιτικοί [Ο κοινοβουλευτισμός είναι ο στρατωνισμός της πολιτικής πορνείας], οι εστέτ [Είμαι αναγκασμένος να κάνω στους εστέτ μια συνταρακτική αποκάλυψη: η παλιά Βιέννη υπήρξε κάποτε νέα], οι ψυχαναλυτές [Το υποσυνείδητο, σύμφωνα με έρευνες που έγιναν πρόσφατα, έχει καταντήσει ένα είδος «γκέτο» των ιδεών. Πολλοί είν’ αυτοί τώρα που θέλουν να γυρίσουν στα σπίτια τους], οι καλλιτέχνες, οι διανοούμενοι, οι βλάκες, οι ηθικοί και οι ανήθικοι: Θα ήταν μια ενδιαφέρουσα στατιστική: πόσοι άνθρωποι ακριβώς εξαιτίας των απαγορεύσεων, θα έμπαιναν στον πειρασμό να τις παραβιάσουν, και πόσες πράξεις άραγε είναι επακόλουθα ποινών;

portrat_grΌταν δεν γελοιοποιεί τους άξιους γελοιοποίησης, ο Κράους είναι ικανός να γράφει πολύ ποιητικότερα από τους κατ’ ευφημισμόν ποιητές: Τα φρύδια της ήταν πινελιές στοχασμού – πότε πότε κυρτώνονταν σε αψίδες θριάμβου της φιληδονίας. / Τη νάρκωσε με αιθέρα ηδονής, για να την υποβάλει σε μια σοβαρή εγχείρηση στοχασμού. Το βιβλίο περιλαμβάνει επιλογή από τα έργα του Ρήσεις και αντιρρήσεις, Pro domo et mundo και Τη νύχτα. Ο αφορισμός, αυτό το ιδιαίτερο είδος που τιμήθηκε από τον Σαίξπηρ και τον Τζόναθαν Σουίφτ μέχρι τον Όσκαρ Ουάιλντ και τον Τζορτζ Μπέρναρ Σόου στην πένα του Κράους  – και παρά το αμετάφραστο κάποιων αμίμητων λογοπαίγνιων, όπως γράφει στην πλούσια εισαγωγή του ο μεταφραστής – βρίσκει την απόλυτα σαρκαστική, διεισδυτική και ταυτόχρονα ευφορική και οργιαστική πλευρά του.

Εκδ. Opera, 1992, επιλογή – μετάφραση Άγγελος Παρθένης, σελ. 172. Περιλαμβάνει εισαγωγή, χρονολόγιο, βιβλιογραφία και  36 σημειώσεις του μεταφραστή [Karl Kraus, Sprüche und Widersprüche [1909], Pro domo et mundo [1912], Nacths [1918]].