Στο Αίθριο του Πανδοχείου, 92. Άννα Παπασταύρου

Διακονείτε το κοπιώδες έργο της μετάφρασης. Εργάζεστε με συγκεκριμένο τρόπο; Τι είδους σχέση συνδέει τον μεταφραστή και τον συγγραφέα που ο πρώτος μεταφράζει;

Εργάζομαι με ενθουσιασμό, αν αυτός μπορεί να θεωρηθεί τρόπος εργασίας. Από πολύ πρωί και συχνά μέχρι τις εννιά το βράδυ. Η μετάφραση είναι πραγματικά κοπιαστική, αλλά και ανταποδοτική. Η ικανοποίηση από το τελικό αποτέλεσμα αρκεί για να με ξεκουράσει.

Αν μεταφράζω ένα συγγραφέα για πρώτη φορά, χρειάζομαι χρόνο για να τον γνωρίσω. Αν έχω μεταφράσει κι άλλα έργα του, απλώς αναθερμαίνουμε τη σχέση μας. Πάντως, είτε είναι στη ζωή είτε όχι, νιώθω σαν να βρίσκεται δίπλα μου περιμένοντας να τον αποδώσω όπως θα ήθελε! Βέβαια, στην πρώτη περίπτωση, υπάρχει πάντα η δυνατότητα να μου λύσει και κάποια απορία!

Από τις μεταφράσεις σας ποια σας δυσκόλεψε περισσότερο και ποια σας πρόσφερε τις μεγαλύτερες ηδονές;

Δύσκολο να καταλήξω σε μία. Από τις πιο δύσκολες μεταφράσεις ήταν το «Ιστορία σαν παραμύθι» του Μπαρίκο. Με γλώσσα ποιητική, ύφος ελλειπτικό, παλινδρομήσεις στο τώρα και στο χτες, ιστορικές αναφορές και συνεχή αναδίφηση σε όλη την πορεία του εικοστού αιώνα. Επίσης το «Με τις χειρότερες προθέσεις» του Πιπέρνο. Εξαιρετική γλώσσα, μακροπερίοδος λόγος, λογοτεχνικό ύφος πολύ υψηλών προδιαγραφών!

Πολύ συχνά, η δυσκολία του έργου είναι το βασικό στοιχείο της απόλαυσης. Για παράδειγμα, η μετάφραση έργων του Τέρυ Πράτσετ, ενός συγγραφέα που λατρεύω. Επιτρέψτε μου μια εξαιρετικά «λαϊκή» φράση: ο άνθρωπος δεν παίζεται! Εκπληκτικό χιούμορ, ατίθασο πνεύμα, απίστευτο παιχνίδι με τις λέξεις.

Από τα βιβλία που μεταφράσατε υπάρχουν κάποια στα οποία επιθυμείτε να κάνετε ιδιαίτερη αναφορά ή να συστήσετε στους αναγνώστες;

Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να συστήσω κάτι στους αναγνώστες, καθένας έχει και μια διαφορετική οπτική και προτίμηση! Πιο πολύ θα έλεγα ότι τα αναφέρω απλώς γιατί άρεσαν πολύ σ’ εμένα.

Τα «Μiddlesex» και «Σενάριο Γάμου» του Τζέφρυ Ευγενίδη. Το «Ποιος σκότωσε το σκύλο τα μεσάνυχτα» του Μαρκ Χάντον, από τα λίγα που πρότεινα σε αναγνώστες διαφορετικών προτιμήσεων και ηλικιών και το λάτρεψαν όλοι!

Επίσης η συγκλονιστική σάγκα, «Η τέχνη της χαράς» της Γκολιάρντα Σαπιέντσα. Η «Χωματερή» του Πάολο Τεομπάλντι. (Σίγουρα αυτό το τελευταίο δεν κυκλοφορεί πια. Δυστυχώς η τόσο πλούσια εκδοτική παραγωγή παρασύρει πολλά μικρά διαμαντάκια που χάνονται στο επόμενο εκδοτικό κύμα.)

Μπορείτε να μας μιλήσετε και για τα υπόλοιπα βιβλία που μεταφράσατε (ή όσα επιθυμείτε); Για την μεταφραστική τους εμπειρία, τις ηδονές, τις απομαγεύσεις τους.

Η αλήθεια είναι ότι έχω μεταφράσει (πραγματικά) πολλά βιβλία! Ας μην κουράσω τους αναγνώστες σας, λοιπόν. Θυμάμαι σπουδαία βιβλία που μετέφρασα πολύ παλιά, και σίγουρα δεν κυκλοφορούν πια, όπως το «Μια ζωή άνω κάτω» του Ουόλι Λαμπ. Κλασικά μυθιστορήματα, όπως του πολυαγαπημένου μου Μαρκ Τουέιν («Τομ Σόγερ» και «Χακ Φιν»). Ήταν μια αποκάλυψη για μένα να αποκρυπτογραφώ τη γλώσσα ενός συγγραφέα που είχε μαγέψει τα παιδικά μου απογεύματα και συνοδέψει τις καλοκαιρινές μου διακοπές. «Αποχαιρετισμός στα όπλα» του Χέμινγουεϊ. Βιβλία για πιο απαιτητικούς αναγνώστες: «Ο Καντ και ο ορνιθόρυγχος» και «Η αναζήτηση της τέλειας γλώσσας» του Έκο, «Η Συναισθηματική Νοημοσύνη» του Ντάνιελ Γκόουλμαν. Δεν είναι εύκολο να ξεχωρίσω τα συναισθήματα που μου προκαλεί η μετάφραση των βιβλίων. Αυτό που με απασχολεί πάντα είναι το κατά πόσο στο τέλος θα έχω το θάρρος –και το δικαίωμα– να πω: «Αν αυτός ο συγγραφέας ήταν Έλληνας, έτσι θα το έγραφε».

Εργάζεστε με συγκεκριμένο τρόπο; Ακολουθείτε κάποια ειδική διαδικασία ή τελετουργία; Επιλέγετε συγκεκριμένη μουσική κατά την ανάγνωση και την μετάφραση; Γενικότερες μουσικές προτιμήσεις;

Από πολύ νωρίς το πρωί, όπως προείπα, και σπάνια με μουσική κατά τη μετάφραση. Στην ανάγνωση δεν με ενοχλεί, ειδικά αν είναι ορχηστρική μουσική (τζαζ, σουίνγκ π.χ.). Λόγω …αρχαιότητας, μεγάλωσα με Beatles, Rolling Stones, Χατζιδάκι, Fabrizio de Andre’, Λοΐζο, λόγω γονιών τα ακούσματά μου ήταν κλασική μουσική (προκλασικοί, Μπετόβεν) και αισθάνομαι πολύ τυχερή για όλα αυτά. Ακούω με την ίδια ευχαρίστηση Ornella Vanoni, Santana, και τζαζ από τον Armstrong ή τον Πλέσσα, αλλά… δε θα έβγαινα ζωντανή από καμία «μεγάλη πίστα»!

Υπάρχουν συγκεκριμένοι συγγραφείς με τη μετάφραση των οποίων θα επιθυμούσατε να αναμετρηθείτε;

Πολλοί! Σβέβο, Καλβίνο, Γκάντα, Ροθ, Φόκνερ… Ποιον να πρωτοσκεφτώ! Και ποιητές επίσης. Κητς, Μπερνς…

Τις περισσότερες φορές ο μεταφραστής τίθεται στο περιθώριο. Τα φώτα στρέφονται αποκλειστικά στον συγγραφέα, ενώ σπάνια οι κριτικές αναφέρονται στο έργο του. Για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό και τι θα προτείνατε ώστε να έχει τη θέση που του αρμόζει;

Σκέφτομαι κάτι χειρότερο. Να μπαίνει ο συγγραφέας στο περιθώριο, λόγω μιας κακής μετάφρασης! Αλλά ας το αφήσουμε αυτό. Είναι αλήθεια ότι τις περισσότερες φορές ο μεταφραστής μένει στο σκοτάδι. Αν αναλογιστούμε βέβαια, άλλες εποχές, που ο μεταφραστής δεν αναφερόταν ούτε στα «ψιλά» της έκδοσης, σίγουρα τα πράγματα έχουν βελτιωθεί σημαντικά από τότε. Ως και βραβεία έχουν θεσπιστεί για χάρη μας. Θυμάμαι την πρώτη φορά σε μια έκθεση βιβλίου στο Πεδίο του Άρεως (πάνε δέκα δώδεκα χρόνια) που είδα επισκέπτη να ξεφυλλίζει ένα βιβλίο για να δει ποιος το είχε μεταφράσει.

Είναι λογικό να στρέφονται τα φώτα στο συγγραφέα, χωρίς αυτόν η μετάφραση δε θα είχε λόγο ύπαρξης, ωστόσο πιστεύω βαθιά ότι ο μεταφραστής είναι εξαιρετικά σημαντικός για την τύχη του συγγραφέα, γιατί κι αυτός δε θα έβγαινε ποτέ από τα σύνορα της χώρας του χωρίς το μεταφραστή. Δυστυχώς σπάνια οι κριτικές αναφέρονται στη μετάφραση. Αλλά και πολλοί εκδοτικοί οίκοι δεν προβάλλουν τους μεταφραστές. Έστω και μόνο η αναγραφή του ονόματος του μεταφραστή στο εξώφυλλο ή στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, και οπωσδήποτε στα ενημερωτικά δελτία των εκδοτικών οίκων που κυκλοφορούν ευρύτατα στο διαδίκτυο, θα ήταν μια καλή αρχή.

Από την άλλη οι επιμελητές και διορθωτές τίθενται σε ακόμα μεγαλύτερη «αφάνεια». Τι προβλήματα παρουσιάζει η συνεργασία μαζί τους και ποια θα ήταν η ιδανικότερη μορφή της;

Τρέφω μεγάλη εκτίμηση για τους συναδέλφους επιμελητές και διορθωτές. Εγώ μάλιστα δεν θα έκανα διαχωρισμό μεταξύ τους. Για να είναι ένας διορθωτής καλός, πρέπει να είναι και επιμελητής καλός. Από την άλλη, όσο καλή κι αν είναι μια μετάφραση, πάντα χρειάζεται μια δεύτερη ματιά, πάντα κάτι μπορεί να έχει ξεφύγει, κάπου μπορεί να έχει παρασυρθεί ο μεταφραστής, έστω και ελάχιστα. Εξάλλου ο διορθωτής/ επιμελητής είναι στη ουσία ο πρώτος μας αναγνώστης και του οφείλουμε σεβασμό!

Γενικά έχω σταθεί πολύ τυχερή στον τομέα της επιμέλειας των μεταφράσεών μου. Συνεργάζομαι πολύ συχνά με την Αρετή Μπουκάλα. Ιδανική συνεργασία. Την ακούω και με ακούει, μου προτείνει και κουβεντιάζουμε, μελετάμε το κείμενο και φτάνουμε μαζί μέχρι και τις ηλιοτυπίες! Το πιο σπουδαίο: δεν λειτουργούμε ποτέ ανταγωνιστικά. Ο στόχος και των δυο μας είναι το καλό αποτέλεσμα. Γιατί είτε ο επιμελητής πάσχει από το «σύνδρομο του κόκκινου μολυβιού» είτε ο μεταφραστής από το «σύνδρομο του αλάθητου», είτε συμβαίνουν και τα δύο, ο πραγματικός χαμένος είναι το βιβλίο και ο αναγνώστης.

Σας ακολούθησαν ποτέ ήρωες των βιβλίων που μεταφράσατε; Μάθατε τα νέα τους;

Πολλά βιβλία, πολλοί ήρωες… Τον πρώτο καιρό επηρεαζόμουν πολύ και οι ήρωες των βιβλίων κυριολεκτικά με στοίχειωναν. Δε θα ξεχάσω την πολύπλευρη Καλλιόπη από το Middlesex! Έμαθα με τον καιρό να αποστασιοποιούμαι και να προσπαθώ να λειτουργώ σαν το… γιατρό, που φροντίζει επιμελώς τον ασθενή του, ωσότου γίνει εντελώς καλά, και στη συνέχεια τον ξεπροβοδίζει και ασχολείται με τον επόμενο.

Τυχαίνει βέβαια να μάθω τα νέα, όχι των ηρώων, μάλλον των μεταφράσεών μου, χάρη σε φίλους που με εφοδιάζουν με πληροφορίες και αποκόμματα (e-mails τώρα πια!)

Αγαπημένοι σας παλαιότεροι και σύγχρονοι συγγραφείς.

Κάφκα, Πιραντέλλο, Τουέιν, Ντοστογιέφσκι, Παπαδιαμάντης, Καραγάτσης, Τσίρκας, Πράτσετ, Πιπέρνο, Ευγενίδης.

Αγαπημένα σας παλαιότερα και σύγχρονα βιβλία.

Τομ Σόγερ και Χακ Φιν του Τουέιν, Η δίκη  και Η μεταμόρφωση του Κάφκα, Η φόνισσα του Παπαδιαμάντη, Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων του Λ. Κάρολ, Middlesex του Τζέφρυ Ευγενίδη, Η τέχνη της χαράς της Γκολιάρντα Σαπιέντσα, Το τρίτο στεφάνι του Ταχτσή, Στρίγκλες του Πράτσετ, Με τις χειρότερες προθέσεις του Πιπέρνο. Είναι πολλά τα αγαπημένα μου, ίσως όμως το ότι αυτά μου ήρθαν πρώτα στο μυαλό να σημαίνει κάτι.

Αγαπημένα σας διηγήματα.

Διηγήματα του Πιραντέλλο.

Οι Ιστορίες Γυναικών του Μιχάλη Γκανά.

Καλό αίμα, κακό αίμα της Ελεωνόρας Σταθοπούλου.

Της αγάπης μου ο σπουργίτης πέταξε (ανθολογία διηγημάτων επιλεγμένων από τον Τζέφρυ Ευγενίδη).

Σας έχει γοητεύσει κάποιος σύγχρονος νέος έλληνας λογοτέχνης;

Μιλώντας για ζώντες: Μιχάλης Γκανάς, Γιάννης Μακριδάκης, Ισίδωρος Ζουργός.

Αγαπημένος ή/και ζηλευτός λογοτεχνικός χαρακτήρας.

Ο Οδυσσέας.

Ο Τζόζεφ Κ. από τη Δίκη του Κάφκα.

Ο Χακ Φιν.

Αγαπημένο σας ελληνικό λογοτεχνικό περιοδικό, «ενεργό» ή μη; Κάποιες λέξεις για τον λόγο της προτίμησης;

Η «ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ». Για τη συνέπειά της, για τις επιλογές της, για την ιστορία της.

Πώς βιοπορίζεστε;

Τα τελευταία δεκαοχτώ χρόνια αποκλειστικά από τη μετάφραση. Με εξοντωτικούς ρυθμούς. Συχνά ακούμε από συναδέλφους ή και από εκδότες ότι όποιος επιμένει να ζει αποκλειστικά από τη μετάφραση είναι ή τρελός ή μαζοχιστής. Θέλω να πιστεύω πως δεν είμαι τίποτε από τα δύο. Και με θλίβει όταν το ακούω από συναδέλφους.

Για κάποια χρόνια, παρέδιδα μαθήματα μετάφρασης στο ΕΚΕΜΕΛ. Οι διδακτικές ώρες ήταν ελάχιστες, ωστόσο θα το θυμάμαι με πολλή αγάπη. Από εκεί βγήκαν κάποια παιδιά που πιστεύω πως θα μας κάνουν περήφανους με τις μεταφράσεις τους.

Αν είχατε σήμερα την πρόταση να γράψετε μια μονογραφία – παρουσίαση κάποιου προσώπου της λογοτεχνίας ή γενικότερα ποιο θα επιλέγατε;  

Προσπαθώντας να συνδέσω την ερώτηση με τις μεταφραστικές μου προτιμήσεις και εμμονές (και για να …πρωτοτυπήσω), θα έλεγα ότι ευχαρίστως θα έκανα τη μονογραφία του Τέρυ Πράτσετ. Δεν τον έχω γνωρίσει προσωπικά, ωστόσο έχω την αίσθηση ότι τον γνωρίζω, μέσα από τα βιβλία του, όσα έχω μεταφράσει, αλλά και όχι μόνο. Ο συγγραφέας αυτός συνδυάζει μια εξαιρετική πένα με μια εντυπωσιακή ευφυΐα και μια εξίσου εντυπωσιακή ευρυμάθεια. Έχει αστείρευτη φαντασία, θανατηφόρο χιούμορ και κατορθώνει να σατιρίζει καυστικότατα τα πιο σημαντικά ζητήματα της ζωής μέσα από τους πιο απίθανους συμβολισμούς. Εκτός της συγγραφικής του δεξιοτεχνίας, με εντυπωσίασε και η στάση του απέναντι στην ασθένεια που τόσο άδικα και τόσο άκαιρα τον χτύπησε. Πριν ακόμα κλείσει τα εξήντα του χρόνια, διαγνώστηκε ότι πάσχει από Αλτσχάιμερ. Όχι μόνο δεν έκρυψε την πάθησή του, αλλά και βγήκε στο διαδίκτυο για να ενημερώσει τα εκατομμύρια των φανατικών αναγνωστών του ότι θα παλέψει όσο μπορεί την αρρώστια του και θα αποσυρθεί όταν πια δε θα μπορεί να γράψει γι’ αυτούς. Θεωρώ αυτή του τη στάση έντιμη και εξαιρετικά γενναία.

Παρακολουθείτε σύγχρονο κινηματογράφο ή θέατρο; Σας γοήτευσε ή σας ενέπνευσε κάποιος σκηνοθέτης, ταινία, θεατρική σκηνή;

Παρακολουθώ και τα δύο, όσο μου επιτρέπει ο χρόνος κυρίως. Σκηνοθέτες που με συγκινούν ιδιαίτερα: F. Fellini, M. Antonioni, G. Tornatore, Ferzan Özpetek, Majid Majidi, Fatih Akin, Woody Allen, αδελφοί Coen.

Ταινία; Ταινίες (ελάχιστες από τις πάρα πολλές): Πολίτης Κέιν (Orson Welles), La strada (Fellini), Σινεμά Παράδεισος (Tornatore), Η βροχή (M.Majidi), Le fate ignoranti (F. Özpetek), Στην άκρη του ουρανού (F. Akin), American Beauty (S. Mendes), Η θάλασσα μέσα μου (Alejandro Amenábar).

Θεατρική σκηνή; Μάλλον ολόκληρη θεατρική παράσταση (ερμηνεία): η Μεντή ως Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου και η Γιασεμή Κηλαηδόνη στο Μαράν Αθά. Αλησμόνητες και οι δύο.

Έχετε μπει στον πειρασμό της συγγραφής; Έχετε γράψει ή δημοσιεύσει κάτι; Αν ναι, θα υπάρξει συνέχεια; Αν όχι, για ποιο λόγο; 

Έχει λεχθεί πως οι Έλληνες δεν διαβάζουν, γιατί γράφουν. Δεν απέχει πολύ από την αλήθεια αυτό. Για να μην αποτελέσω λοιπόν κι εγώ εξαίρεση, αποφάσισα να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου στη συγγραφή, πριν από έντεκα χρόνια συγκεκριμένα. Έτσι έγραψα ένα μυθιστόρημα (ένα σατιρικό θρίλερ) με αφορμή τα παθήματα των συμπολιτών μας στο Χρηματιστήριο και με πραγματικό στόχο να μιλήσω για τη μετάλλαξη που υφίστανται οι άνθρωποι κάτω από ειδικές συνθήκες. Πώς ο τίμιος γίνεται άτιμος, πώς ο πιστός γίνεται άπιστος. Ο τίτλος του «Τέλος κακό, όλα καλά». Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη. Δε θα τα κατάφερνα να το γράψω ως σοβαρό (παραείναι σοβαρό το θέμα από μόνο του), έτσι μου βγήκε σάτιρα. Έκτοτε ο σκληρός βιοπορισμός δε μου άφησε χρόνο να ολοκληρώσω τις πέντε ή έξι ιδέες που έχω στα σκαριά, μισοτελειωμένες, και οι οποίες περιμένουν υπομονετικά πότε θα πάρω σύνταξη για να ασχοληθώ μαζί τους. Δεδομένων δε των συνθηκών (δύσκολο να πάρω ποτέ σύνταξη), μάλλον θα παραμείνουν μισές!

Τι διαβάζετε και τι μεταφράζετε αυτό τον καιρό;

Διαβάζω και μεταφράζω τον αγαπημένο μου Πιπέρνο.

Θα μας γράψετε κάποια ανάγνωση σε αστικό ή υπεραστικό μεταφορικό μέσο που θυμάστε ιδιαίτερα;  [μέσο – διαδρομή – βιβλίο – λόγος μνήμης]

Δε θα ήταν πάνω από δύο αράδες. Ζαλίζομαι τραγικά στα μέσα μεταφοράς, το πολύ να διαβάσω το χάρτη, αν είναι ανάγκη, για να μη χαθούμε στο δρόμο.

Α, ναι, πολύ παλιά διάβαζα στο πλοίο, αλλά οι μετακινήσεις μου με αυτό το μέσο είναι πλέον σπάνιες, παρά την αμοργιανή μου καταγωγή!

Οι εμπειρίες σας από το διαδικτυώνεσθαι;

Ξεκίνησα επιφυλακτικά με το διαδίκτυο κι έγινα φίλη του. Με βοηθάει αφάνταστα στη δουλειά μου. Το χρησιμοποιώ για ενημέρωση και άντληση στοιχείων (με κάθε επιφύλαξη, βέβαια) και σαν επικοινωνία (μόνο με e-mail). Προς το παρόν δεν έχω υποκύψει στη γοητεία του facebook και των συναφών μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Θέλει πολύ ελεύθερο χρόνο αυτή η ιστορία. Μπήκα στο linkedin (μάλλον κατά λάθος), για επαγγελματικούς λόγους, αλλά δεν έχω ιδέα τι θα κάνω μ’ αυτό!

Κάποια ερώτηση που θα θέλατε να σας κάνουμε μα σας απογοητεύσαμε; Απαντήστε την!

Ήθελα να με ρωτήσετε για την καταγωγή μου, για να σας πω πως κατάγομαι από την Αμοργό και πως είναι το ωραιότερο νησί της Μεσογείου. Και αν δεν έχετε πάει, να μην το καθυστερήσετε.

Ήθελα επίσης να με ρωτήσετε ποια είναι τα χόμπι μου, για να σας πω ότι ασχολούμαι με τη ζωγραφική και με εικαστικές παρεμβάσεις γενικά.

Αν κάποιος σας χάριζε την αιώνια νιότη με αντίτιμο την απώλεια της μεταφραστικής ή της αναγνωστικής σας ιδιότητας, θα δεχόσασταν τη συναλλαγή;

Δε θα δεχόμουν τη συναλλαγή με οποιοδήποτε αντίτιμο. Το λιγότερο που θα με απασχολούσε θα ήταν να χάσω τη μεταφραστική μου ιδιότητα. Δε θα μπορούσα με τίποτα να συνεχίζω να ζω (και μάλιστα νέα, ακόμα χειρότερο) βλέποντας γύρω μου τους αγαπημένους μου να γερνούν και να χάνονται. Να μη χάσω τους αγαπημένους μου. Αυτό μάλιστα. Αυτό μπορεί να μου το εξασφαλίσει κάποιος;

Στο Αίθριο του Πανδοχείου, 89. Αλεξάνδρα Ιωαννίδου

Θα μας οδηγήσετε στη θύρα του βιβλίου σας;

Το βιβλίο «Η υπόθεση Γκράνιν» είναι μια επιμελημένη έκδοση ενός προγραμματικού περί λογοτεχνίας, ελευθερίας της έκφρασης και λοιπών αναλόγων θεμάτων κειμένου του ποιητή και συνιδρυτή της «Επιθεώρησης Τέχνης» Κώστα Κουλουφάκου. Με αυτή την έννοια ανήκει κατά το ήμισυ μόνο σε εμένα. Είναι ένα βιβλίο που εν μέρει επιθυμεί να αποτυπώσει τη διαπλοκή πολιτικής και λογοτεχνίας στην Ελλάδα των δεκαετιών 1950 και 1960. Κατά τη γνώμη μου μπορεί να βοηθήσει στην γνώση περί εξελίξεων στο πεδίο του σοσιαλιστικού ρεαλισμού στην ΕΣΣΔ και κατ’ επέκταση στην Ελλάδα.

Πώς επιλέξατε το θέμα του, ποιες δυσκολίες αντιμετωπίσατε, ποια αισθήματα και σκέψεις σας δημιούργησε η συγγραφή του τότε και σήμερα;

Το θέμα επελέγη μέσα από τον σχεδιασμό μιας μεγαλύτερης εργασίας: Ήθελα να γράψω για τις μεγάλες ιδεολογικο-αισθητικές επιρροές που άσκησε κατά τη γνώμη μου η σοβιετική λογοτεχνία στην ελληνική. Επιρροές που έχουν παραγνωριστεί μέχρι σήμερα στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας και φυσικά συνδέονται με τον κομουνισμό, την Αριστερά, την κουλτούρα στην Ελλάδα. Κατά την προετοιμασία αυτού του βιβλίου έπεσα πάνω στις αναφορές στο κείμενο του Κουλουφάκου και διαπίστωσα πως το συγκεκριμένο κείμενο δεν είχε διαβαστεί από πολλούς, πως αποτελούσε κάτι σαν κομματικό απόρρητο. Ήρθα τότε σε επαφή με τον γιο του Κώστα Κουλουφάκου, τον Πέτρο, ο οποίος με προθυμία μου το έδωσε και μάλιστα συναίνεσε και στην έκδοσή του.

Το επιστημονικό και διδακτικό σας αντικείμενο αφορά τις σλαβικές σπουδές, με εξειδίκευση στην ρωσική και πολωνική λογοτεχνία και την νοτιοσλαβική διαλεκτολογία. Πώς το ασκείτε, ποιες τέρψεις σας προσφέρει, ποια βάσανα;

Το ασκώ, όσο μπορώ, σε πολύ αντίξοες συνθήκες. Το Πανεπιστήμιο Αθηνών και δη η Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών σημαίνουν για μένα «πολύ αντίξοες συνθήκες». (Για άλλους ίσως όχι.) Το περιβάλλον αυτό με απαλλάσσει από πολλές αυταπάτες σχετικά με την άσκηση επιστήμης στην Ελλάδα. Τέταρτος χρόνος λειτουργίας ενός νέου τμήματος – του τμήματος Σλαβικών Σπουδών: Δεν υπάρχουν κατάλληλες αίθουσες διδασκαλίας, δεν υπάρχουν γραφεία, δεν υπάρχει βιβλιοθήκη, δεν υπάρχει ουσιαστικό ενδιαφέρον ανάπτυξης των σπουδών. Επιπλέον περικόπτονται κονδύλια, πολύ σύντομα θα αναγκαστούμε να κλείσουμε τη διδασκαλία των γλωσσών. Σε σχέση με το Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης  όπου ξεκίνησα και ολοκλήρωσα τις σπουδές μου, αλλά και σε σχέση με το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας όπου δίδαξα σχεδόν επί δεκαετία η κατάσταση είναι απερίγραπτη. Και απαράδεκτη.

Οι χαρές της επιστήμης είναι παρόλα αυτά πολλές: Η διδασκαλία, συχνά – όχι πάντα – συγκαταλέγεται σε αυτές. Η έρευνα, η συγγραφή, η συμμετοχή σε συνέδρια και επιστημονικές συναντήσεις. Η δουλειά του ακαδημαϊκού καθηγητή μπορεί να γίνει, αν το θέλει κανείς, πηγή χαράς και δημιουργίας.

Ποια είναι η εικόνα σας όσον αφορά την παλαιότερη και σύγχρονη πολωνική λογοτεχνία. Ποια έργα θα προτείνατε στον ενδιαφερόμενο αναγνώστη, εκτός των «κλασικών»;

Δεν μπορώ να προτείνω αμετάφραστα έργα. Έχουν γίνει κάποιες προσπάθειες, να βγει Κοχανόφσκι για παράδειγμα. Ή η Σιμπόρσκα. Ή ο λατρεμένος από τη νεολαία της Πολωνίας Μάρεκ Χάλσκο. Αλλά αυτά είναι λίγα. Η πολωνική λογοτεχνία πρέπει να μεταφραστεί περισσότερο για να διαβαστεί από τους έλληνες αναγνώστες. Πρόκειται για μια λογοτεχνία με πολύ σημαντική συνεισφορά στον ευρωπαϊκό ρομαντισμό, άγνωστη στη χώρα μας. Οι σύγχρονοι λογοτέχνες είναι πολλοί και καλοί. Πώς όμως να προωθηθεί η μεταφραστική δουλειά, όταν δεν υπάρχει διάθεση γνωριμίας με τη χώρα, όταν υπονομεύονται οι προσπάθειες διδασκαλίας της γλώσσας, σύναψης σχέσεων πολιτιστικών; Στη Βαρσοβία λειτουργεί τμήμα νεοελληνικών σπουδών που έχει μάλιστα επί σειρά ετών διοχετεύσει στο πολωνικό αναγνωστικό κοινό πολλά σπουδαία έργα της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Τι παρόμοιο γίνεται εδώ; Τίποτα. Στο ελληνικό πανεπιστήμιο μιλάνε για το ποιες εταιρίες θα μπορέσουν να προσλάβουν έλληνες αποφοίτους των τμημάτων για δουλειά. Έχω ακούσει από φιλόλογο (!) πως η ενασχόληση με τη λογοτεχνία είναι πολυτέλεια και πως πρέπει να κοιτάξουμε να δώσουμε στα παιδιά εφόδια για δουλειά. Ξεχνούν πως η λογοτεχνία είναι πολυτέλεια που ουαί και αλί μας αν την χάσουμε.

Διακονείτε το κοπιώδες έργο της μετάφρασης. Εργάζεστε με συγκεκριμένο τρόπο; Τι είδους σχέση συνδέει τον μεταφραστή και τον συγγραφέα που ο πρώτος μεταφράζει;

Όχι, δεν υπάρχει συγκεκριμένος τρόπος. Καταβύθιση στο πρωτότυπο και προσπάθεια αποτύπωσής του στα ελληνικά με όσο πιο πιστό και συνεπή τρόπο και για τις δυο γλώσσες – ο μεταφραστής πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο πιστός στο πρωτότυπο και όσο το δυνατόν πιο συνεπής απέναντι στη γλώσσα στην οποία μεταφράζει.

Από τις μεταφράσεις σας ποια σας δυσκόλεψε περισσότερο και ποια σας πρόσφερε τις μεγαλύτερες ηδονές;

Δεν υπάρχουν ηδονές στη μετάφραση. Η μόνη χαρά είναι όταν το κείμενο είναι έτοιμο, όταν το δεις τυπωμένο. Η πιο δύσκολη μετάφραση ήταν το «Άντεργκραουντ ή ένας ήρωας του καιρού μας» του Μακάνιν επειδή έβριθε εκφράσεων σλανγκ. Χρειάστηκε να ψάξω μέχρι και σε λεξικό που είχαν συντάξει κρατούμενοι σε ποινικές φυλακές σε συνδυασμό με τον Ηλία Πετρόπουλο. Επίσης με παίδεψε πολύ η μετάφραση από τα πολωνικά του μυθιστορήματος του Μίλος «Η κοιλάδα του Ίσσα» – ήταν γεμάτο από ονομασίες χλωρίδας στα πολωνικά, χλωρίδας που εν μέρει δεν υπάρχει στην Ελλάδα.

Από τα βιβλία που μεταφράσατε υπάρχουν κάποια στα οποία επιθυμείτε να κάνετε ιδιαίτερη αναφορά ή να συστήσετε στους αναγνώστες;

Το «Χαρούμενη Κηδεία» της Λουντμίλας Ουλίτσκαγια. Το «Γη των πατέρων και των προδοτών» του Μάξιμ Μπίλλερ. Και ένα που θα κυκλοφορήσει τον Ιούλιο από τις εκδόσεις «Καστανιώτη» – «Ο διαβολικός λοχαγός Μπερτράν» ενός νέου ρώσου συγγραφέα, του Αλεξάντρ Σκορομπογκάτοφ που τον θεωρώ πολύ-πολύ καλό.

Μπορείτε να μας μιλήσετε και για τα υπόλοιπα βιβλία που μεταφράσατε (ή όσα επιθυμείτε); Για την μεταφραστική τους εμπειρία, τις ηδονές, τις απομαγεύσεις τους.

Όχι. Όλα τους τα έχω αγαπήσει πολύ. Εκτός ίσως από τον Καπισίνσκι που δεν γράφει σε ιδιαιτέρως λογοτεχνική γλώσσα.

Εργάζεστε με συγκεκριμένο τρόπο; Ακολουθείτε κάποια ειδική διαδικασία ή τελετουργία; Επιλέγετε συγκεκριμένη μουσική κατά την ανάγνωση και την μετάφραση; Γενικότερες μουσικές προτιμήσεις;

Όχι. Ακούω όμως μπαρόκ μουσική κυρίως.

Υπάρχουν συγκεκριμένοι συγγραφείς με τη μετάφραση των οποίων θα επιθυμούσατε να αναμετρηθείτε;

Θέλω να μεταφράσω Γιούρι Λότμαν από τα ρωσικά. Είναι θεωρητικός της λογοτεχνίας, αλλά γράφει με πολύ λογοτεχνικό τρόπο και φωτίζει τη λογοτεχνία με ιδιαίτερα συναρπαστικό τρόπο. Ανοίγει ορίζοντες.

Τις περισσότερες φορές ο μεταφραστής τίθεται στο περιθώριο. Τα φώτα στρέφονται αποκλειστικά στον συγγραφέα, ενώ σπάνια οι κριτικές αναφέρονται στο έργο του. Για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό και τι θα προτείνατε ώστε να έχει τη θέση που του αρμόζει;

Να κρίνονται πιο ενδελεχώς και πιο εξαντλητικά οι μεταφραστές για τη δουλειά τους. Και αυτό όχι μόνο σε σχέση με την ακρίβεια των όρων, αλλά και σε σχέση με τον ρυθμό, την σύνταξη των ελληνικών τους. Γιατί στη σύνταξη των προτάσεων έγκειται και η μεγαλύτερη χάρη ή μη μιας μετάφρασης. Να αρχίσουν να συζητιούνται τα βιβλία ανάλογα και με το ποιος τα έχει μεταφράσει. Να υπάρχει επιτέλους και αυτή η σκοπιά. Να μάθουν οι εκδότες να κυνηγούν τους καλούς μεταφραστές. Για συγκεκριμένες γλώσσες ο καθένας μας έχει ξεχωρίσει τους μεταφραστές που προτιμάει. Γιατί δεν το κάνουν και οι κριτικοί λογοτεχνίας με μεγαλύτερη συνέπεια;

Από την άλλη οι επιμελητές και διορθωτές τίθενται σε ακόμα μεγαλύτερη «αφάνεια». Τι προβλήματα παρουσιάζει η συνεργασία μαζί τους και ποια θα ήταν η ιδανικότερη μορφή της;

Ο επιμελητής πρέπει να είναι αδυσώπητος και να μη διστάζει να μαλώσει με εκδότη και μεταφραστή. Η επιμέλεια, η διόρθωση είναι τρομερά κοπιαστικές δουλειές. Χωρίς την καταπληκτική (και ως ποιήτρια βεβαίως) Μαρία Κυρτζάκη, η «Υπόθεση Γκράνιν» δεν θα αποσπούσε ποτέ το Κρατικό Βραβείο. Επί μια εβδομάδα, όταν περνούσαμε τις διορθώσεις, τα «άκουγα» στο τηλέφωνο για την αφηρημάδα μου και τις απροσεξίες μου.

Σας ακολούθησαν ποτέ ήρωες των βιβλίων που μεταφράσατε; Μάθατε τα νέα τους;

Όχι. Όταν τους μεταφράσεις, δεν έχεις πια αγωνίες σχετικά με τη μοίρα τους, την έχεις «συν-διαμορφώσει» στον τόπο σου τουλάχιστον.

Αγαπημένοι σας παλαιότεροι και σύγχρονοι συγγραφείς.

Φιόντορ Ντοστογιέφσκι (φυσικά),Βίκτωρ Ουγκώ, Ιβάν Μπούνιν, Όσκαρ Ουάιλντ, Έμιλυ Μπροντέ, Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ, Χάινριχ Μπελλ, Εμίλ Ζολά, Ίαν Μακ Γιούαν, Τόμας Μπέρνχαρντ,Τζων Στάινμπεκ, Έλιο Βιττορίνι, Ισαάκ Μπάσεβιτς Σίνγκερ, Τόμας αλλά και Χάινριχ και Κλάους Μαν (Τι οικογένεια κι αυτή τελοσπάντων!), Λέο Πέρουτς, Γιάροσλαβ Ιβασκιέβιτς, Ιβάν Κλίμα, Κέες Νόοτεμπομ, Λιόσα (ή Γιόσα…), Φουέντες, Σάουλ Μπέλοου, Τζων Ίρβινγκ, Γκράχαμ Γκριν, Φίλιπ Ροθ, Μαξ Φρις, Μπέρνχαρντ Σλινκ και, και, και… πολλοί, πάρα πολλοί. Διάβασα πρόσφατα (στα 45!!!) τον «Κόμη Μοντεχρήστο» του Δουμά και έτρωγα τα νύχια μου από την αγωνία. Τι θεϊκά απλοϊκό και όμορφο μυθιστόρημα…

Αγαπημένα σας παλαιότερα και σύγχρονα βιβλία.

Μου αρέσουν πολύ τα βιβλία της γερμανίδας Γιούλια Φρανκ. Νέα γερμανίδα συγγραφέας, αξίζει να μεταφραστούν και άλλα βιβλία της εκτός από το ένα που έχει βγει στα ελληνικά. Με ξετρέλανε το βιβλίο «Έρωτας στα δάση της Μοραβίας» της Κβιέτα Λεγκάτοβα. Επίσης «Η δασκάλα των Γαλλικών» του Άντονι Λιμπέρα.

Αγαπημένα σας διηγήματα.

Όλα του Τσέχοφ. Όλα του Φιτζέραλντ. Το «Γράμμα στον παππού στο χωριό» του Τσέχοφ το είχαν συμπεριλάβει σε ένα ανθολόγιο του δημοτικού. Ακόμα θυμάμαι το σοκ που μου προκάλεσε η ανατροπή στο τέλος του διηγήματος, το θυμάμαι τόσο καλά που μου έχουν εντυπωθεί όλα μέσα σε κείνη την τάξη, την τρίτη δημοτικού και ήμουν 8 χρονών!

Σας έχει γοητεύσει κάποιος σύγχρονος νέος έλληνας λογοτέχνης;

Η Καρυστιάνη. Όλα της τα βιβλία. Οι ιστορίες της μου καρφώνονται στο μυαλό επί μήνες. Ο Λευτέρης Μαυρόπουλος με «Το άλλο μισό μου πορτοκάλι».

Αγαπημένος ή/και ζηλευτός λογοτεχνικός χαρακτήρας. 

Ναστάσια Φιλίποβνα από τον «Ηλίθιο» του Ντοστογιέφσκι.

Αγαπημένο σας ελληνικό λογοτεχνικό περιοδικό, «ενεργό» ή μη; Κάποιες λέξεις για τον λόγο της προτίμησης;

Το «Εντευκτήριο». Πάντα εμπνευσμένο.

Αν είχατε σήμερα την πρόταση να γράψετε μια μονογραφία – παρουσίαση κάποιου προσώπου της λογοτεχνίας ή γενικότερα ποιο θα επιλέγατε;

Γράφω ήδη, αλλά δεν λέω τι.

Παρακολουθείτε σύγχρονο κινηματογράφο ή θέατρο; Σας γοήτευσε ή σας ενέπνευσε κάποιος σκηνοθέτης, ταινία, θεατρική σκηνή;

Ζβιάγκιντσεφ: «Η Επιστροφή».  Παναγιωτοπούλου: «Δύσκολοι αποχαιρετισμοί: Ο μπαμπάς μου.»

Έχετε μπει στον πειρασμό της συγγραφής; Έχετε γράψει ή δημοσιεύσει κάτι; Αν ναι, θα υπάρξει συνέχεια; Αν όχι, για ποιο λόγο;

Αυτό εμπίπτει στα απόρρητα.

Τι διαβάζετε και τι μεταφράζετε αυτό τον καιρό;

Μεταφράζω ρωσική ποίηση και διαβάζω το «Ίχνη στο χιόνι» του Γιώργου Λίλλη και τον «Αποτυχημένο» του Τόμας Μπέρνχαρντ. Διαβάζω πάντα δυο με τρία βιβλία συγχρόνως.

Κάποια ερώτηση που θα θέλατε να σας κάνουμε μα σας απογοητεύσαμε; Απαντήστε την!

Όχι.

Οι εμπειρίες σας από το διαδικτυώνεσθαι;

Καταπληκτική εφεύρεση το διαδίκτυο, άλλαξε τη ζωή μου, τη ζωή μας. Δεν μπορώ με τίποτα να το στερηθώ. «Κόλλησα» από την πρώτη στιγμή.

Θα μας γράψετε κάποια ανάγνωση σε αστικό ή υπεραστικό μεταφορικό μέσο που θυμάστε ιδιαίτερα;  [μέσο – διαδρομή – βιβλίο – λόγος μνήμης]

Διαδρομή με καράβι Πειραιάς-Ίος αρχές της δεκαετίας του 1980, τα «Εκατό χρόνια μοναξιάς» του Μαρκές, δεν σηκώθηκα από την πολυθρόνα μου επί εννιά ώρες που κρατούσε τότε ο πλους.

Αν κάποιος σας χάριζε την αιώνια νιότη με αντίτιμο την απώλεια της μεταφραστικής ή της αναγνωστικής σας ιδιότητας, θα δεχόσασταν τη συναλλαγή;

Της μεταφραστικής ναι, της αναγνωστικής όχι.