29
Ιολ.
15

Φρέαρ, τεύχος 11 (Μάιος 2015)

FREAR 11

Λοιπόν, όταν θέλουμε να κάνουμε τους χαρακτήρες μας να μιλήσουν μεταξύ τους, τότε συνειδητοποιούμε τη βαθιά σιωπή που λίγο λίγο μεγάλωσε μέσα σας. Αρχίσαμε να σωπαίνουμε από παιδιά, στο τραπέζι, απέναντι από τους γονείς μας που μας μιλούσαν ακόμη με εκείνες τις παλιές, αιμοβόρες και βαριές λέξεις. Εμείς μέναμε σιωπηλοί για να διαμαρτυρηθούμε ή από αγανάκτηση. Μέναμε σιωπηλοί για να κάνουμε τους γονείς μας να καταλάβουν πως αυτές είναι βαριές λέξεις που δεν μας βοηθούσαν πια. Εμείς είχαμε φυλαγμένες άλλες. Μέναμε σιωπηλοί, γεμάτοι εμπιστοσύνη στις δικές μας καινούργιες λέξεις. Θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε εκείνες τις καινούργιες λέξεις πιο αργά, με ανθρώπους που θα μας καταλάβαιναν. Ήμασταν πλούσιοι από τη σιωπή μας. [σ.412]

… γράφει η Ναταλία Γκίνζμπουργκ σε κείμενό της για την Σιωπή [μτφ. Άννα Γρίβα], η τόσο ιδιαίτερη λογοτέχνης της Ιταλίας αλλά και της εξορίας, με την έντονη αντιφασιστική δράση. Στην αχανή επικράτεια της εξορίας, ο Χιλιανός ποιητής, δοκιμιογράφος και κριτικός Oscar Hahn, για χρόνια εξόριστος στις Ηνωμένες Πολιτείες, αφηγείται πώς μ’ ένα παλιό βιβλίο που βρήκε στην βιβλιοθήκη του Λυκείου Αρρένων της Ρανκάγουα, γνώρισε μια σειρά από μεσαιωνικούς συγγραφείς που γράφουν για τον θάνατο, μια μέγιστη επιρροή στο έργο του, την επικοινωνία του με τον Πάμπλο Νερούδα, τις περιπέτειές του μετά το πραξικόπημα του 1973 [συνομιλία με τον Μάριο Μελέντεθ, μτφ. Μαργαρίτα Μαυρομμάτη].

Natalia Ginzburg

Όπως όλοι οι εξορισμένοι Χιλιανοί, ο Όσκαρ Χαν είχε πάντα την βαλίτσα του έτοιμη για να επιστρέψει. Αλλά η «επικείμενη» πτώση της δικτατορίας δεν ήρθε ποτέ, και τελικά έφτασε να ζει 35 χρόνια μακριά από τη χώρα του. Αρκούσε όμως μια φράση από τα παιδιά του για να ξυπνήσει τον συγγραφέα από την επίπονη νοσταλγία: ότι πρέπει να ζήσει μαζί τους από εδώ και μπρος κι όχι από εδώ και πίσω. Αυτό με βοήθησε πολύ. Δεν σημαίνει ότι είχα διαγράψει από τη μνήμη μου την καταγωγή μου και τις συνθήκες υπό τις οποίες είχα φτάσει ως εδώ, αλλά ούτε ήμουν διατεθειμένος να επιστρέψω σ’ αυτούς τους παράγοντες να μετατραπούν σε φορτίο το οποίο θα μ’ εμπόδιζε να εξελιχθώ. [σ. 267 – 268].

Το τεύχος έχει και άλλες δύο σύντομες αλλά εξαιρετικά ενδιαφέρουσες συζητήσεις. Ο Αμερικανός ποιητής, δοκιμιογράφος και μεταφραστής Κρίστοφερ Μέρριλλ συνομιλεί με τους Αλί Καλντερόν και Δημήτρη Αγγελή [μτφ. Φανή Πενταρβάνη]. Παρουσιάσαμε παλαιότερα εκτενώς εδώ στο Πανδοχείο το εξαιρετικό βιβλίο του Ταξίδι στον Άθω. Και ο Στέφανος Ροζάνης μιλάει στον Γιώργο Δουατζή και εξομολογείται μεταξύ άλλων πως δεν φοβάται την μοναξιά, γιατί υπήρξε αρκετά τυχερός να ζήσει σε μια συντεχνία, σε μια διαρκή συνομιλία. Τα κείμενά μας μπορεί να φέρουν ένα όνομα από κάτω. Όμως κανείς από μας δεν θα διεκδικήσει την πατρότητα αυτού του κειμένου. Διότι τα κείμενα είναι συνομιλίες. Εμείς έχουμε χάσει αυτή την πατρότητα των κειμένων. [σ. 340].

hahn_

Ο ζωγράφος Γιάννης Ψυχοπαίδης γράφει για ένα Ταξίδι στον Αχέροντα με αφορμή για τις πρόσφατες ναυτικές τραγωδίες με μετανάστες στη Μεσόγειο, ο Δημήτρης Κόκορης γράφει για τη Μαρία την Αιγυπτία στην ελληνική λογοτεχνία και μεταγράφει ύμνους από την ακολουθία της στα νέα ελληνικά, ο Διονύσης Σκλήρης συνομιλεί με τον αστέρα της γαλλικής πεζογραφίας Emmanuel Carrère. Το τεύχος περιλαμβάνει ακόμα  λογοτεχνία από τους Βασίλη Τσιαμπούση, Νατάσα Κεσμέτη, Μιχάλη Μακρόπουλο, Δώρα Κουγιουμτζή, πολλά ποιήματα, κείμενα για την κρίση [Αντώνης Ζέρβας, Ηλίας Παπαγιαννόπουλος], για την παραγνωρισμένη έννοια του κωμικού στον Παπαδιαμάντη [Δημήτρης Β. Κουτσούγερας], για τις δομές ελευθερίας [Αλεξάνδρα Δεληγιώργη  προδημοσίευση από το Μικρό εγχειρίδιο λογοτεχνίας που ετοιμάζει] και πλείστα άλλα. Στα σχέδια του τεύχους ο Αλέκος Κυραρίνης.

Και τι είδους μικρά κείμενα μπορεί να γράφει ο Γιώργος Χουλιάρας σε ταξίδι του στην Πράγα; Σαφώς περί Απραγίας και Σκέψεων και Επισκέψεων στην πόλη: Από τους γελοίους έρωτες του Κούντερα θυμάμαι εκείνος που την κυνηγά παντού και υποκρίνεται τον θρησκευόμενο, μήπως ευκολότερα τη ρίξει. Εκείνη, φιλόδοξη, ικανή, εντάσσεται τελικά στους μηχανισμούς παύοντας με άλλα να ασχολείται. Εκείνος, έχοντας κολλήσει, συνεχίζει να εκκλησιάζεται. Κοιτάζω τους σταυρούς στο ουρανόγραμμα της πιο αθεϊστικής ίσως πόλης της Ευρώπης, που πρέπει να γαργαλούν τις κρυμμένες στα λευκά σύννεφα  και τρυφερές, όπως των μικρών παιδιών, μασχάλες των αγγέλων του Ρίλκε, γιατί γελώντας προβάλλει πάλι χωρίς να φορά τα μαύρα του γυαλιά ο ήλιος. [σ. 398]

Μαρία Αιγυπτία

[σελ. 225]

Στις εικόνες: Natalia Ginzburg, Oscar Hahn, Μαρία Αιγυπτία.


Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s


Ιουλίου 2015
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 12345
6789101112
13141516171819
20212223242526
2728293031  

Blog Stats

  • 1.138.666 hits

Αρχείο


Αρέσει σε %d bloggers: