Περιοδικό Πόρφυρας τεύχος 131 (Απρίλιος – Ιούνιος 2009)

 

Το πορφυρό αφιέρωμα που λάμπει στις κεντρικές σελίδες του περιοδικού αφορά μια εξαιρετική λογοτέχνη μιας αλλοτινής κόκκινης χώρας: η 80χρονη σήμερα Κρίστα Βολφ, κάποτε εκπρόσωπος της Ανατολικογερμανικής Λογοτεχνίας και πάντα σκληρή και διαπεραστική φωνή της σύγχρονης γερμανικής γραφής έχει την τιμητική της. Η συγγραφέας που έριξε τις έννοιες ευθύνη και ενοχή στο καθαρτήριο της γραφής, που βασανίστηκε όσο λίγοι για το πότε η μνήμη γίνεται μνήμα και πότε μνημείο, που ασκήθηκε στην αυτολογοκρισία και τον κρυπτικό λόγο για να ξεγλιστρά από τους χωροφύλακες του λόγου, εξακολουθεί να παράγει έργο πυκνό και συχνά απαιτητικό, αλλά πλήρως αποδοτικό αν μπεις στον κόσμο του. Ενδιαφέρουσες όλες οι προσεγγίσεις, όπως π.χ. η σύγκριση με παρεμφερή έργα των Νίκου Μπακόλα και Περικλή Σφυρίδη από την Σωτηρία Σταυρακοπούλου.

Ακόμη, ποίηση Γιώργη Μανουσάκη και Frantisek Halas, διηγήματα των Φ.Δ. Δρακονταειδή και Γιάννη Καβάσιλα, σύγκριση της Έρημης Χώρας του Cawein και του Eliot (εκείνη του δεύτερου είχε κατηγορηθεί για υπερβολικά πολλές ομοιότητες με το Waste Land του πρώτου) ενώ σ’ ένα άλλο ενδιαφέρον κείμενο η Αλεξάνδρα Δεληγιώργη εντοπίζει στα Ανεμοδαρμένα ύψη της Έμιλυ Μπροντέ μια σύγχρονη εκδοχή του αρχαίου δράματος και μια πρώιμη διάνοιξη οδού προς Ίψεν και Στρίντμπεργκ. Εκείνα τα Ύψη όπου κανείς δεν συγχωρούσε κανέναν και το μίσος ήταν η άλλη όψη της αγάπης, η ίδια η Μπροντέ τα πλήρωσε με την ζωή της, όπως έγραψε ο Μπατάιγ στη Λογοτεχνία και το Κακό (La literature du mal). Και σκέφτομαι τις διακλαδώσεις της πορείας ενός βιβλίου: από τα αρχικά 4 ή 5 αντίτυπα που πούλησε ένα βιβλίο «βέβηλης κακίας από μια δύσθυμη αγροίκο συγγραφέα», όπως θεωρήθηκε τότε, μέχρι ετούτη την αναγνωστική όψη του σ’ ένα εκλεκτό περιοδικό της βορειοδυτικότερης νήσου μιας χώρας. [σ. 144]

Πρώτη δημοσίευση: εδώ.

Λογοτεχνείο, αρ. 29

Ζήσιμος Λορεντζάτος, Στου τιμονιού το αυλάκι, εκδ. Δόμος, 1983.

Αναλογίζομαι τα χαρτιά τούτα, όλα τα χαρτιά, τη στάχωσή τους τη μεταφορική, ωσότου οι λογής σπάγγοι – σπάγγοι της σπουδής και σπάγγοι της ζωής – που θα δέσουν σε βιβλίο χωνέψουν μέσα στη ράχη του τελικού γραψίματος∙ άλλα χαρτιά, σπουδαιότερα χαρτιά ή πολύ σπουδαιότερα, την αλαφράδα τους (όλων των χαρτιών), την κληρονομική αλαφράδα και των πιο σοβαρών ακόμα πραγμάτων που καταπιανόμαστε – αναλογίζομαι – τη μόνιμη πληρεξουσιότητά τους, να το πω έτσι – αφού ο εντολέας λείπει ή βρίσκεται αλλού και ο λόγος όλων των χαρτιών είναι λόγος πλάγιος – μπροστά στην αμεσότητα της ζωής (και του θανάτου) μπροστά στην αμετάδοτη πραγματικότητα. Τι μπορεί στα αλήθεια να αξίζουν; Και τι αφήνει ένας απολογισμός; Όλα αυτά τα ζητήματα, μεγάλα και μικρά, που μας βασανίζουν ή μας απασχολούν και μας τριβελίζουν το μυαλό, μέρα και νύχτα, με το μικρό εκείνο ποσοστό της αλήθειας που μπορεί να περιέχει ο κόσμος – το απειροστά μικρό – που μπορούν να καταλήξουν την κρίσιμη στιγμή για τον άνθρωπο; Και τι αφήνομε κατόπι μας; όταν όλα τα αρμαθιάσεις μέσα σου και τα αποσώσεις – προφητεία, μυστήρια, γνώση, πίστη (ακόμα και την πίστη) – στο τέλος τι απομένει, στον κόσμο αυτόν, άλλο από μια αγάπη;

Στον Διαμαντή Αξιώτη