Τα αεροδρόμια κρύβουν ίσως τις ευκαιρίες για τις πιο μύχιες σκέψεις των ταξιδιωτών. Αν θα τις κάνεις ή όχι, αξιοποιώντας την ευκαιρία, εναπόκειται σε σένα και τον κάθε ταξιδευτή. Αν, όμως, το κάθε ταξίδι δεν είναι ο προορισμός αλλά το ίδιο το ταξίδι, η ευκαιρία αυτή απομειώνεται σε χάπενινγκ σκέψης και συλλογισμών. Όλο αυτό το μαζεμένο φορτίο φαιάς ουσίας βαραίνει κατά την απογείωση και κάνει το μέσο να σέρνεται στον…αέρα. Δισεκατομμύρια στιγμές εγκεφαλικών λειτουργιών μέσα σ’ ένα υπολογιστή, με σκληρό δίσκο υποδοχής σκέψεων. Data ξένα σε γλώσσες προγραμματισμού, που χωνεύονται στην άκτρακτο και, λίγο αργότερα, αποβάλλονται μαζί με τα απόβλητα γκαζολίνης. Στον ουρανό. Διαλύονται σε σταγονίδια νοήμονος βροχής. Χους εις χουν απελεύσοιτο….
… γράφει ο Χρήστος Οικονόμου στο αφήγημα «Άνθρωποι στον …αέρα», μια από τις είκοσι τέσσερις συμμετοχές στο αφιέρωμα του τεύχους. Από την πρώτη σελίδα οι συγγραφείς επιβάτες εμφανίζονται σαν σε πίνακα αφίξεων – αναχωρήσεων: Alberto Fuguet, Carlos Drummonde de Andrande, Ιωάννα Μπουραζοπούλου, Γιάννης Ευσταθιάδης, Λίνα Αλικάκου – Σορόγκα, Διαμαντής Μπασαντής, Άρης Σφακιανάκης, Μηνάς Βιντιάδης, Λένη Σβορώνου, Χρύσα Φάντη, Χρήστος Νικολόπουλος, Νίκος Ξένιος, Κωνσταντίνος Μπούρας, Λίλα Κονομάρα, Χρύσα Σπυροπούλου, Λίλη Μιχαηλίδου.
Το αεροδρόμιο, αυτή η εγγύηση της σίγουρης επιστροφής στην ευλογία της συνήθειας, της επανένωσης με τν μητρικό κορμό… Θα μπορούσε ο κατεξοχήν ταξιδιογράφος της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας να λείπει από την αίθουσα αναμονής; Φυσικά και όχι: ο Γιώργος Βέης ήδη συντάσσει έλεγχο «αφιξαναχωρήσεων», εν μέσω «γραφών εδάφους – σχεδόν αέρος». Οι σημειώσεις του από τα ατελεύτητα ταξίδια αρχίζουν από τις ιδιάζουσες μεταιχμιακές πολιτείες: Αεροδρόμιο Άνκορατζ της Αλάσκας, Αεροδρόμιο Μελβούρνης, Αεροδρόμιο LaGuardia Νέας Υόρκης, Αεροδρόμιο Χονγκ Κονγκ, Αεροδρόμιο Ντίλι Ανατολικό Τιμόρ, Αεροδρόμιο Αντίς Αμπέμπα, Αεροδρόμιο Σιγκαπούρης.
Γράφοντας για το Αεροδρόμιο Ντουμπάι, ο συγγραφέας διαβάζει απόπειρες συνύπαρξης του τυχαίου με το προκαθορισμένο· ποιος η ποια κάθεται δίπλα του παίζει αποφασιστικό ρόλο για το πώς θα κυλήσουν οι ώρες. Μπορεί και συλλαμβάνει ενίοτε το μύθο που περιβάλλει τον συνεπιβάτη του, το πιθανό δαιμόνιο που κρύβεται μέσα του, όπως μας παραδέχεται, προσθέτοντας: Ως συγγραφέας βέβαια οφείλω κατά τον τρόπο του Χόρχε Λουίς Μπόρχες να παραμείνω πιστός στις φαντασιακές μου εμμονές, αποφεύγοντας να ενδώσω, όσο είναι δυνατόν, στις εφήμερες απλώς περιστάσεις μιας υποτιθέμενης «πραγματικότητας».
Το αφήγημα του Φίλιππου Δρακονταειδή Γερεβάν αντί Τιφλίδας είναι ακριβώς αυτό που λέει ο τίτλος: η αναγκαστική αλλαγή του προορισμού αλλά και οι απρόσμενες και σπαρταριστές εικόνες στην αναπάντεχη γη της προσγείωσης και η επιστροφή εν μέσω αναταράξεων – και λόγω αυτών – με τα χέρια σφιχτά πιασμένα μαζί με την συνταξιδιώτισσα, χέρια που παρέμειναν δεμένα μέχρι το χάραμα στο Μετέκι, στον τρίτο της όροφο. Στα απέναντι καθίσματα ο Αχιλλέας Κυριακίδης σκαρώνει μια αυτοσχέδια ανθολογία με παρεμφερή αερο-αναγνώσματα.
Αεροδρόμιο είναι τα μαύρα πτερύγια των πινάκων που τινάζονται κοκέτικα κάθε τόσο και οι φωνές του μέλλοντος που ανακοινώνουν αναχωρήσεις και αφίξεις, επιβάτες που φτάνουν μέσα από τη σκόνη του χρόνου, άνθρωποι αλλαγμένοι από την ενέργεια άλλων κόσμων μ’ αόρατες δονήσεις να τους σκεπάζουν τους ώμους μέσα σε μια διάχυτη μυρωδιά κηροζίνης και βαλίτσας, την αεροπλανίλα. Τους τυλίγει η ηδονή κι η ικανοποίηση της φυγής, η σπαρταριστή χαρά που νιώθει όποιος τα’ αφήνει όλα πίσω για να αφεθεί στα καλέσματα του αγνώστου. Τους ολοκληρώνει η γλυκόπικρη εμπειρία της άφιξης, της επιστροφής της αέναης ακύρωσης στου πρώτου ονείρου…
… ίσως κάτι αναγνωρίζουμε σ’ αυτό το δεύτερο από τα δέκα σημεία του Airports της Ρίτας Λάββα. Και διόλου τυχαία το τελευταίο κείμενο του αφιερώματος έχει τίτλο Situation Terminal – εδώ ο Paul Goldberger γράφει πάνω στο ερώτημα: μπορεί κανείς να σχεδιάσει ένα όμορφο αεροδρόμιο; Στις τελευταίες σελίδες, εκεί όπου βρίσκονται οι αποσκευές, ο Νάνος Βαλαωρίτης μένει να στοχάζεται πάνω στο ερώτημα του Henri Peyre σ’ ένα άρθρο με τίτλο «Τι σημαίνει η Ελλάδα για τη μοντέρνα Γαλλία;», παραλλάσσοντας όμως το ερώτημα σε «Τι σημαίνει η μοντέρνα Ελλάδα για τη Γαλλία;». Η καθιερωμένη κριτικογραφία και τα ένθετα / διάσπαρτα ποιήματα (Έλσα Κορνέτη, Παναγιώτης Βούζης, Γιώργος Μπλάνας κ.ά.) συμπληρώνουν το τεύχος – ταξίδι. Το επόμενο τεύχος του περιοδικού κυκλοφόρησε το καλοκαίρι του 2013 [αρ. 34], και ήταν αφιερωμένο στην Τήνο, ενώ το φθινοπωρινό τεύχος που αναμένεται μέσα στον Νοέμβριο θα είναι αφιερωμένο στο Χρέος, «το οικονομικό και το άλλο». [σ. 192]
2 Σχόλια to “Περιοδικό (δε)κατα, τεύχος 33 (άνοιξη 2013)”