Αρχείο για Δεκέμβριος 2013

28
Δεκ.
13

Μπάμπης Αργυρίου – Έχω όλους τους δίσκους τους

exooloustousdiskoustous To μυθιστόρημα της ροκ εντ ρολλ κοινότητας του ’80 και του πάντοτε

Τα ροκ τραγούδια που είναι αφιερωμένα στις ήττες των ανθρώπων πλειοψηφούν συγκριτικά, ενώ θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο. Μιλάμε για ροκ, ρε διάολε, όχι για ηπειρώτικα μοιρολόγια. Κουρασμένοι απ’ τη μοναξιά, τη φτώχια, την έλλειψη συντρόφου, τσακισμένοι απ’ τις αναποδιές, οι μουσικοί δεν χορταίνουν να περιγράφουν την παράδοσή τους στη θλίψη, πάνω σε μια λυπημένη μελωδία, για να τροφοδοτούν τους πεινασμένους για συναίσθημα εκεί έξω. Στη συνέχεια όμως αυτό γίνεται δουλειά. Πολλές φορές φέρνει πλούτο. Η φτώχια καταλήγει ανάμνηση. […] Τραγούδια όπως το Standing by the Sea δεν σου λένε να κλάψεις, δεν σου δίνουν οδηγίες πώς να ξεφορτώσεις το βάρος απ’ το στήθος, δεν προσπαθούν να σε πείσουν ότι το πρόβλημα βρίσκεται στο μυαλό σου, ούτε σου εξηγούν γιατί έφτασε ο ήρωας εδώ. Σου δίνουν μια σπρωξιά και πέφτει στον κόλπο με τους καρχαρίες. Τα υπόλοιπα, το εξής ένα, πρέπει να το βρεις μόνος σου. Και αυτό δεν είναι να επιπλέεις ακίνητος, περιμένοντας το ναυαγοσωστικό. […] Δεν χρειάζεται να λένε πολλά τα τραγούδια, αυτή είναι η δουλειά των βιβλίων· τα τραγούδια είναι σαν τις τελείες: ένωσέ τις με γραμμές και θα δεις να προβάλλει μπροστά σου η κρυμμένη εικόνα. [σ. 116]

1. Bad Education

Ο μονόλογος του Σίμου Μπάνση δεν ακολουθεί απλώς τις προσωπικές του σκέψεις υπό την πείρα μιας τριακονταετίας πιστών και συνειδητοποιημένων ακροάσεων του σύγχρονου ροκ αλλά και το σχέδιο του … προγραμματικού κειμένου της νέας του ραδιοφωνικής εκπομπής! Αν η μουσικοπάθεια, σκεφτόταν νωρίτερα, κληρονομείται, τότε τού μεταγγίστηκε με τα καλώδια του οικιακού ραδιοφώνου Τελεφούνκεν που δεν γνώρισε τι σημαίνει διακόπτης κλεισίματος. Όμως ο αυτοπρόσωπος αφηγητής μας έχει φροντίσει έγκαιρα να απομακρυνθεί από τονDrake μύθο των ηρώων που οφείλουν να είναι γεννημένοι από χωρισμένους γονείς ή σε παράφρον σπίτι, με περιπετειώδη ζωή ή στιγματισμένα χαρακτηριστικά – ευτυχώς, γιατί εδώ και χρόνια έχουμε συμπληρώσει τον απαραίτητο αριθμό απόβλητων και καταραμένων.

Όμως …κάποιες από τις παιδικές μνήμες, τότε που «βιαζόμασταν να μεγαλώσουμε και δεν εκτιμούσαμε την αξία της ανέμελης ζωής», δεν υπάρχουν στο οικογενειακό αρχείο αλλά πλάθονται πολύ διαφορετικές από τις πραγματικές – και τελικά διαφέρουμε τόσο πολύ από τους γονείς μας. Τουλάχιστον ο Σίμος ευφραίνεται με τα σενάρια διαφορετικών προγονικών καταβολών, έτσι για το γούστο. Μήπως η μια γενιά παίζει επίθεση και η επόμενη κάνει συντήρηση, μήπως οι απόγονοί μου θα είναι καρμπόν των γονέων και δεν θα μπορώ να τους εμφυσήσω αγάπη για τίποτα; Παιδιά φτωχών και άσημων ορχανοπαιχτών έγινα διάσημα και παρήγαγαν σπουδαίο έργο, ενώ παιδιά διάσημων μουσικών που ν’ ακολουθούσαν το επάγγελμά τους και να ξεπέρασαν σε αξία τους γεννήτορές τους, δεν μπορώ να θυμηθώ. Θα φταίνε τα χιλιάδες βιβλία, οι δίσκοι και οι ακριβοί πίνακες στους τοίχους.

2. Ψυχοφωνητdrake 1_ής και ραδιοσταθμάρχης

Στη ζωή του Σίμου υπάρχουν τα όνειρα, όπως η κινηματογράφηση μιας οριακής ταινίας ή έστω η συνέχεια των Κουρελιών του Νικολαΐδη – τι κέρδισε άλλωστε μετά από τόσα χρόνια ατολμίας; – κι ύστερα υπάρχει και η μεροκάματη πραγματικότητα: η ανάληψη θέσης τηλεφωνητή στην Speak-a-tel, τηλεφωνείο ψυχολογικής υποστήριξης, τα ευήκοα ώτα όπως τα χαρακτηρίζει ο κυρ υπεύθυνος. Σ’ ένα δωμάτιο μεγέθους ανελκυστήρα σκοπεύει να ξεφορτώνει λίγα γραμμάρια από το βάρος των πελατών ή απλά οι τηλεγραμμικές του, να βγάλουν το βράδυ. Μήπως και ο ίδιος δεν ζητάει από το παρελθόν να περάσει έξω, ή τέλος πάντων να γυρίσει σελίδα στη ζωή του; Για περίμενε. Γιατί ενεργώ σαν θύμα της προπαγάνδας των βιβλιόφιλων και δε χρησιμοποιώ μουσικοφιλικές αλληγορίες; Θα γυρίσω το δίσκο, θα βάλω τη βελόνα στο επόμενο κενό αυλάκι, θ’ αλλάξω κασέτα, σταθμό, δισκάδικο, θ’ αφήσω πίσω το σαπόρτ και θ’ απολαύσω το πρώτο όνομα…

Αλλά όπως κάθε πρόθυμος μοιραστής της λατρευομένης  μουσικής, ο Σίμος ονειρεύεται άλλο στούντιο και η συνάντηση με τον ιδιοκτήτη του ραδιοφωνικού σταθμού (γύρω στα εξήντα, άρα πολύ μικρός για ν’ απολαύσει το καλοκαίρι της αγάπης κBuckley_1αι πολύ μεγάλος για να ενσωματωθεί με τους πανκς)  εξελίσσεται σε διαμάχη ιδεών με μονόλογο νικητή, που επιθυμεί να γνωρίσει ο κόσμος τα άλλα συγκροτήματα της δεκαετίας του ’80 αλλά είναι ιδιαίτερα εύστροφος ώστε να μην το αποκαλύψει.

Θέλω οι σημαντικοί δίσκοι ν’ αποκτήσουν σεβασμό ανάλογο με των σπουδαίων λογοτεχνικών έργων. Για πολλούς ανθρώπους του Paris 1919 του John Cale είναι εξίσου σημαντικό με οποιοδήποτε βιβλίο του Graham Greene – τον φέρνω ως παράδειγμα γιατί ο δίσκος περιέχει ένα τραγούδι αφιερωμένο σ’ αυτόν. […] Η μουσική είναι σημαντική για κάποιους, όσο η ιδεολογία για τους αριστερούς που τραβούσαν τα πάνδεινα εξαιτίας της. Μπορείς να φανταστείς τη ζωή σου χωρίς την αγαπημένη σου μουσική, μπορείς να υπογράψεις δήλωση αποκήρυξής της; Είναι ένα απ’ τα τελευταία καταφύγια των απογοητευμένων από μεσσίες, ηγέτες, γκουρού και λοιπούς σωτήρες. […] Σου δίνει αυτοπεποίθηση, βγάζει ό,τι καλύτερο έχεις μέσα σου, σου θυμίζε αρετές που είχες ξεχάσει ότι διέθετες. Ένας τίτλος ή ένας στίχος μπορεί να γίνει οδηγός στη ζωή σου.

3. Τα φαντασιακά παίγνια ή [That’s] Entertainment

LP vicΈνα σπάνιο χαρακτηριστικό του Σίμου (κι ένα απολαυστικό μυθιστορηματικό συστατικό) είναι το διαρκές προσωπικό παιχνίδι ερωτήσεων, πιθανοτήτων, προβλέψεων και ασκήσεων πάνω στην παρελθούσα μνήμη, τα εναλλακτικά παρόντα και τις μελλοντικές παραλλαγές. Όποτε δεν συντάσσει λίστες, στο «ιδεοδρόμιο» του προσγειώνονται προσχέδια, λάθος προσενάρια μικρού ή μέγιστου μήκους αλλά και η …κριτική τους. Όταν, για παράδειγμα, μετά την «πρόσληψή» του τρυπώνει στο μπαρ Atomizer σπαρταριστά συλλογίζεται περί καινοτόμων μπαρ ή περί επιμελητών των ηχητικών μας αναγκών – στους τελευταίους ανήκει και η δισκοθέτρια του μαγαζιού, σύντομα το επίλεκτο ήμισυ του έρωτα.

Μπορεί λοιπόν ο Σίμος να είναι δεινός κολυμβητής της σκέψης και της μνήμης αλλά έχει και μια σειρά τρυκ να απολαμβάνει τα κενά ανάμεσά τους: παίρνει συνέντευξη από τον εαυτό του, επιστρατεύει την «εσωτερική αντιπολίτευση», παίζει το δύσκολο παιχνίδι της αντιστροφής των θέσεων, πιάνει κουβέντα με τους διαφορετικούς του εαυτούς (που κονταροχτυπιούνται ανάμεσα σε θετικές και αρνητικές οπτικές). Ο προβληματισμός του, για παράδειγμα, πώς γίνεται και στο ροκ απουσιάζουν οι μη σωματικά υγιείς και αρτιμελείς ενώ πλεονάζουν οι ψυχικά και διανοητικά ανάπηροι οδηγεί και σε μια συγκλονιστική συνομιλία μεταξύ Robert Wyatt και Vic Chesnutt, που εκπροσωπούν την πιο αισιόδοξη και απαισιόδοξη, αντίστοιχα, στάση απέναντι στην ζωή μετά από τα τραγικά τους ατυχήματα.

4. Blue turns to Pink

Με αυτές λοιπLP f.όν τις παράλληλες πραγματικότητες, την εξομολογητική γραφίδα αλλά τις ευφάνταστες αναρτήσεις στο προσωπικό του μπλογκ ο Σίμος εκφράζει όσα ζει στον έρωτα, στη σχέση του με τη μουσική και στους δυο πόλους της καθημερινότητας, επαγγελματικής και ερασιτεχνικής. Γύρω του οι απαραίτητες πολύτιμες φιλίες, ο αναπόφευκτος θάνατος των αγαπημένων, ο μέντορας αδελφός του Στέφανος που τού εμφύσησε την ευγενή του μουσικομανία, και βέβαια η Μαρίνα, οι πνευματώδεις και λογοπαίγνιες συζητήσεις με τις οποίες ολοκληρώνουν τα σπάνια συστατικά ενός έρωτα που αναπνέει παράλληλα με την μουσική. Κι αν περιμένει κανείς σελίδες επί σελίδων για τους προσωπικούς μας ναούς, τα δισκοπωλεία, όχι· αρκεί ένα κεφαλαιώδες κεφάλαιο για να μεταδώσει την τελετουργία τους αλλά και να εκκινήσει την ιδανικότερη αρχή ενός έρωτα, πάνω από το The Good Earth των Feelies, κι ευτυχώς δηλαδή, γιατί ο Σίμος σε ανάλογες γνωριμίες χάνει τις λέξεις και μόνο αργότερα «η γλώσσα τις διαλέγει εύκολα μέσα απ’ το αποθεματικό». Ευτυχώς στην πορεία όπου λείπουν οι λέξεις, περισσεύουν οι νότες, όπως στη μαγική στιγμή του χορού της Μαρίνας υπό το Dancer της PJ Harvey, αιχμάλωτη στον κόσμο του, όμηρος στον κόσμο της.

Hsker+D5. Heroes

Οι αξιοπρεπείς των συγκροτημάτων όπως οι Husker Du, εκείνοι που επηρέασαν τη γλώσσα, προσθέτοντας λέξεις δικής τους επινόησης ή αναγκάζοντας στον ορθογράφο του word να τις δέχεται ως σωστές – βλέπε Byrds, οι αφοσιωμένοι της δημιουργίας και οι επιτυχημένοι χωρίς συμβιβασμούς, οι μουσικοί που θέλουμε να γερνάνε μαζί μας, όλοι οι υψηλόβαθμοι στις καρδιακές του θέσεις βρίσκονται εδώ. Καθώς η μία ιστορία ρέει, μια άλλη εισχωρεί μέσα της, κάποιες φράσεις τους εμπεριέχουν μερικούς σημαδιακούς στίχους για όσους έχουν στιχουργική μνήμη, ευρηματικές παρομοιώσεις έχουν ως αποτέλεσμα καμία σελίδα να μην είναι ανέκπληκτη  και γενικώς ενώ θες να τρέξεις λαχανιαστά την ανάγνωση σε ταχύτητες πανκ ή έστω ποστ πανκ, σταματάς κάθε λίγο για να μη σου ξεγλιστρήσει το εύρημα της παραγράφου.

6. Rock’n’roll High School

Κορυφαίες ανάμεσα στις εσωτερικές ιστορίRamonesες είναι μια φαντασιακή συνάντηση μερικών μορφών του ελληνικού ροκ, η συνέντευξη μ’ έναν επιβεβλημένο μουσικό – δηλαδή τα διαπιστευτήρια του συμβιβασμού με τον ραδιοσταθμό – που δέχεται τις ερωτήσεις που κανείς ποτέ δεν τολμά να απευθύνει στους «καλλιτέχνες», και το σκάρωμα ενός ντοκιμαντέρ για την σκηνή της δεκαετίας του ’80, με εξομολόγο τον Στέφανο, που θυμάται, μεταξύ άλλων, τις ραδιοπειρατικές μέρες: Ενημέρωσα, διασκέδασα, συντρόφευσα, γέμισα τις άδειες κασέτες μερικών χιλιάδων ακροατών μου, μέχρι που ήρθε η ελεύθερη ραδιοφωνία και συνέθλιψε εμένα και τους ομοίους μου με τους πανίσχυρους πομπούς της. Αυτή είναι η ανταμοιβή όλων όσοι ψυχαγώγησαν εκατομμύρια και όταν έσβησαν οι λυχνίες ξεχάστηκαν. Καμία καταγραφή όσων εξέπεμψαν, κανένα αρχείο εκπομπών δεν θα υπάρξει ποτέ για τους παράνομους

Εδώ βρίσκεται η επιτομή μιας ολόκληρης εποχής που έχει μείνει άγραφτη, πόσο μάλλον αλογοτέχνητη· της εποχής εκείνης όπου μπορούσες να παρακολουθήσεις τα γκρουπ απ’ το ξεκίνημά τους και να μεγαλώνεις μαζί με τους μουσικούς, όπου αγόραζες ένα δίσκο ακόμα κι επειδή σου άρεσε το όνομα ή το εξώφυλλο, οι συναυλίες που γίνονταν στα πιο απίθανα μέρη και έδιναν την αίσθηση της γιορτής μαζί με αληθινούς ανθρώπους, στα δισκάδικα και στα λάιβ η αίσθηση της κοινότητας ήταν διάχυτη. Είναι πιο ευτυχισμένοι οι ακροατές σήμερα;

cale_1_by_xcinnx-d3j4ved7. Roller Under

Από την στιγμή που τόσοι από εμάς υπήρξαμε θερμοί ακροατές – ορισμένοι και συμμέτοχοι – του σύγχρονου ροκ κατά την δεκαετία του ’80 κι έπειτα, η διασταύρωσή μας με τον Μπάμπη Αργυρίου υπήρξε αναπόφευκτη. Μυρίζομαι μάλιστα πως μια στρατιά παρουσιαστών θα σπεύσουν να παρουσιάσουν πειστήρια της γνωριμίας, λες και δεν περάσαμε ολόκληρη η κοινότητα από τα χέρια του ως αναγνώστες [φανζίν Rollin Under], από τη φωνή του ως ακροατές [Radio Free], από το αισθητήριό του ως παραλήπτες κασετών, από τα μοιράσματά του ως αλληλογράφοι και αλληλομουσικολήπτες, ηλεκτρονικοί παρακόλουθοι των γραφών του [Mic.gr], ξεκαρδισμένοι των αφορισμών του, ευτυχείς ακούραστοι των λογοπαιγνίων του. Στα έντυπά του ανέπνεε ένας λόγος χυμώδης και χειμαρρώδης, αλογόκριτος και φαντασιώδης, καθώς κάθε συμμέτοχος ερχόταν όχι μόνο να γράψει ακριβώς εκείνα που θα ήθελε να διαβάσουν αλλά δεν έβρισκε πουθενά, αλλά και να τα γράψει με τον τρόπο που θα κρατούσε την ανία τιμωρημένη στη γωνία.

daniel johnsonΠήγα να γράψω «ο συγγραφέας» και δεν μου αρέσει η προσφώνηση αλλά η πλούσια κατά τα άλλα γλώσσα μας δεν διαθέτει μια κατάλληλη λέξη για τον γράπτη περί μουσικής, άρα κατ’ επέκταση για όλη μας τη ζωή και οτιδήποτε την απογειώνει ή την καταβαραθρώνει. Πώς να γραμματολογήσουμε εκείνον που εκκινεί από ένα κριτικό κείμενο και καλύπτει βαθύτατες σκέψεις, εκείνον που ακόμα και σ’ ένα πεντάγραμμο παρουσιαστικό γραπτό σε κάνει να γελάσεις δυνατά, να σκεφτείς σοβαρά, να ξαναδιαβάσεις δυο τρεις φορές για την ευχαρίστηση, να προσθέσεις στο λεξιλόγιό σου νέες λέξεις, να παραδεχτείς νέες οπτικές για τη μουσική της ζωής σου ή την μουσική γύρω από τη ζωή σου; Ίσως γι’ αυτό το πρώτο του μυθιστόρημα δεν με εκπλήσσει: είμαι εξοικειωμένος με τις ολιγόλεκτες έως γεμιστές κριτικές του, τα διασταυρούμενα σημειώματα ετών επί ετών, ακόμα και τα απολαυστικά παρουσιαστικά σχόλια στην σειρά των δίσκων με τις επιλογές κάθε μήνα.

8. Ssage1traight Ahead

Όσα και να ζήσει ο Σίμος, τα σχέδιά του δεν σταματούν ποτέ, και δεν υπάρχει τίποτα ωραιότερο από την αφήγηση των δημιουργικών ανθρώπων, όπως σκέφτεται κάποια στιγμή. Και, πολύ περισσότερο, συσκέφτομαι ο ίδιος, η αφήγηση των δημιουργικών ανθρώπων από δημιουργικούς ανθρώπους. Πώς το έλεγε ο Greg Sage των Wipers που φυσικά δεν λείπει από τη διήγηση; Straight ahead… Κι αν οι δικοί μας έρωτες δεν χωράνε σε καμία φωτοσκίαση, γιατί «δεν τους αρέσει το απόλυτο σκοτάδι ούτε αντέχουν το πολύ φως», ας τελειώσουν με μια φαντασμαγορική τελετή.

Με την ανάγνωση αισθάνθηκα όπως το ζευγάρι στη συναυλία στην Σερβία – γιατί το λάιβ θα είναι πάντα η αφορμή ενός ταξιδιού· εκεί ο Σίμος ένοιωσε πως βρίσκεται ανάμεσα σε δικούς του ανθρώπους, χωρίς ψεύτικα περιτυλίγματα, που όλοι βιώνουν ένα ήρεμο αλλά βαθύ ωριαίο οργασμό. Άλλωστε αυτό ήταν «το δικό του S&M είναι Sex and Music».Thank you master!

Blue OrchidsΧωρίς μουσική, η μέρα θα ήταν βουβή ταινία χωρίς χρώμα. Η ολιγόωρη έκθεση σ’ αυτήν μπορεί να σε καθαρίσει εσωτερικά, ή χρόνια να σε καθορίσει. […] Χαιρόμουν περνώντας τις τάξεις, με τσάκωνα ν’ ακούω πιο δύσκολα μαθήματα. Άφηνα νέους ανθρώπους να εισβάλουν μέσω των ηχείων στη ζωή μου, τους έκανα φίλους και εραστές, περίμενα ανυπόμονα την επόμενη επίσκεψή τους. Όσο αφηγούνταν αληθινές κι ενδιαφέρουσες ιστορίες, η σχέση μας κυλούσε αρμονικά· όταν έχαναν ή υποβάθμιζαν εσκεμμένα αυτά που αγαπούσα σ’ αυτούς, ο χωρισμός ήταν αναπόφευκτος. Άφηνε όμως μια γλύκα πίσω του, το απογοητευτικό τέλος δεν έσβηνε το θαυμασμό και την προηγηθείσα αγάπη. Οι δίσκοι της ζωής μου δεν έχουν μόνο καλά τραγούδια, είναι η ιστορία μου, μέρος της μόρφωσής μου, αναπόσπαστο κομμάτι της ψυχοσύνθεσής μου. [σ. 124]

ochsΕκδ. Mic Books, 2013, σελ. 330, με 11σέλιδες σημειώσεις πάνω στα τραγούδια, τους δίσκους και τους καλλιτέχνες που αναφέρονται στο μυθιστόρημα. Κεντρική διάθεση: εκδ. Απόπειρα,  Ηλεκτρονικό επισκεπτήριο εδώ.

Πρώτη δημοσίευση: mic.gr. Στις εικόνες: Μπάμπης Αργυρίου, Nick Drake, Tim Buckley, Husker Du, Ramones, John Cale, Daniel Johnston, Greg Sage (Wipers), Blue Orchids, Phil Ochs, που ακούγονται ή λέγονται σε καίρια μυθιστορηματικά σημεία.

26
Δεκ.
13

Λευτέρης Καλοσπύρος – Η μοναδική οικογένεια

LKΟι ζωές μας ως κείμενα, παρακείμενα, συγκείμενα, διακείμενα

Σ’ ένα σύμπαν και μια εποχή που διαστέλλονται διαρκώς μέχρι την τελική αυτοκαταστροφή τους το ιδανικό μυθιστόρημα θα πρέπει να αποτελείται από ιστορίες-μέσα-στις-ιστορίες που με τον καιρό θα αντικαταστήσουν τις μεταφορές και τις παρομοιώσεις που έχουν ξεμείνει από το μυθιστόρημα του 19ου και του 20ού αιώνα…

… γράφει στις ηλεκτρονικές του σημειώσεις ο Αντρέας Αριθμέντης, ένα από τα τρία συνεπίθετα και κατά τα δύο τρίτα συνονόματα μέλη μιας Μοναδικής Οικογένειας, συγγραφέας του φερώνυμου θεατρικού έργου που ήδη μετράει ένα χρόνο ζωής στην πρώτη πράξη του οποίου μια Μάρθα πιέζει έναν Άντρα για την συμμετοχή της χαρισματικής, ως ισχυρίζεται, ευφυΐας κόρης της σε τηλεπαιχνίδι, ενώ εκείνος μένει  ανένδοτος, βέβαιος πως η πίεση της μητέρας αφορά ακριβώς όσα δεν μπορεί να κάνει η ίδια για τον εαυτό της. Απόδοση αληθινής αξίας ή εκμετάλλευση με ιδία οφέλη; Ακαριαίος διάλογος, πόλεμος επιχειρημάτων, άθλημα ισχύος και αγώνισμα επικράτησης.

DSC00212Ακολουθεί διακοπή για σημειώσεις από την ηλεκτρονική αποθήκη του συγγράφοντος και αυτοπαρουσίαση του Ανδρέα Αριθμέντη του Νεότερου, πάντα εκ των τριών ομόσταβλων συγγραφέων και αρχιτεκτόνων, ο οποίος διατυπώνει την έντρομη επιφύλαξη πως αυτός είναι ο Γκάιγκερ ενός διηγήματος  του αδελφού του, συνεπώς ακολουθεί το συγκεκριμένο κείμενο που μας εισάγει βαθύτερα στο οικογενειακό παραλήρημα, εκεί όπου οι χαρακτήρες μοιάζουν να «υπακούουν στις σκηνοθετικές οδηγίες ενός αυταρχικού ρεαλιστή», ενώ οι υποσημειώσεις σε ίδια σχεδόν έκταση «ρυπαίνουν τους πολυσέλιδους αταβιστικούς μύθους και τις προστατευμένες ακτές των οικογενειακών αναμνήσεων», από τις οποίες δεν μπορεί να απουσιάζει ο παππούς, σε κώμα εδώ και χρόνια, σαν ταριχευμένο μέλος χορού αρχαίας τραγωδίας, τώρα έστω και άβουλος ακροατής των έργων του Βιζυηνού, του Χένρι Τέημς, του Μπετόβεν, των Beatles.

Family-TimeΟ εντασιακός διάλογος των δυο αδελφών φέρει τουλάχιστον ισάριθμες αλήθειες, αλλά η απάντηση θα δοθεί σε άτιτλο χειρόγραφο του εξομολόγου, όπου και η δική του εικόνα των πατρικοαδελφικών σχέσεων, με πολύπλοκες εκφράσεις ως μέρος των αλληλοσαρκασμών, και σαφή έκθεση της ψυχοπαθολογίας των ελάσσονων βίων, που αναπόφευκτα μοιάζουν πολύ, πάρα πολύ, με τις δικές μας ευτυχισμένες οικογένειες, στις οποίες άλλωστε φωλιάζουν, σκέφτομαι, οι αληθινές σαπουνόπερες, θέλουμε δε θέλουμε. Ίσως η μόνη διαφορά είναι πως εμείς δεν μιλάμε μόνο ακατάσχετα, αλλά και σιωπούμε το ίδιο εκκωφαντικά… Κάθε τραπέζι, φιλικό, επαγγελματικό, οικογενειακό, έχει τις δικές σου σιωπές, όμως οι σιωπές σε ένα οικογενειακό τραπέζι είναι πιο αμήχανες από τις σιωπές στα άλλα τραπέζια. Ο Μανόλης έμοιαζε να είναι ο μόνος από την οικογένεια που είχε παρατηρήσει τη σταδιακή αντικατάσταση των ευρύχωρων λέξεων και των μακρόσυρτων επιφωνημάτων, που είχαν κατακλύσει το τραπέζι στην αρχή του γεύματος, με μια παρατεταμένη αλληλουχία χάλκινων φθόγγων και κρουστών συμφώνων όσο περνούσε η ώρα. [σ. 171]

Family 2Οι συγκρουόμενες γραφές δεν περιορίζονται στα οικογενειακά όρια αλλά και μεταφέρονται στα χέρια των ίδιων των πλασμένων τους χαρακτήρων, όπως συμβαίνει στην δεύτερη θεατρική πράξη που προηγείται δυο χρόνια της πρώτης, στην μεσοαστική σαλοτραπεζαρία – αρένα, μ’ ένα «θαυματουργό» μικρό κορίτσι, που σαρώνει στο διαδικτυακό σκάκι και στα πολυγνωστικά τηλεπαίγνια, αγνοημένη και παραγνοημένη από τους γονείς, εκ των οποίων ο πατέρας ονόματι Μιχάλης εκπροσωπεί την διαχρονική πλέον μορφή του συγγραφέα που άλλα αναγκάζεται και άλλα ονειρεύεται να γράψει, αλλά η μητέρα μάλλον αντιλαμβάνεται ότι πιθανώς εισπράττει αυτό που επαξίως τού αναλογεί, ενώ η αδελφή της και πρώην εραστής του συζύγου της έχει την δική της γνώμη, κοινώς το ατομικό της κείμενο για όλα αυτά.  Ο Μιχάλης έχει την δική του ζωή, καταλάβατε τι εννοώ, τα δικά του ανέκδοτα διηγήματα, αυτοβιογραφικά φυσικά, υποψήφια αποσπάσματα του «αυθεντικού» του μυθιστορήματος, την στιγμή που μια οικογενειακή φίλη επιθυμεί μια γνώμη για το δικό της χειρόγραφο, το προσωπικό της «ρέκβιεμ αποχαιρετισμού της καθημερινότητας»…

family_1… κι έτσι πορεύονται όλες οι μοναδικές οικογένειες και προχωράει ένα βιβλίο, υπνωτιστικά, με ιστορίες που σε αιχμαλωτίζουν ακαριαία για να σε ξαναπετάξουν την πεζή πραγματικότητα, λες και η ζωή μιας οποιαδήποτε αφήγησης ακολουθεί την ίδια την σύντομη, αστραπιαία ζωή οποιουδήποτε κειμένου μας κατακλύζει στην πραγματικότητα – του τηλεοπτικού, του μηνυματικού, των καθημερινών φράσεων που ανταλλάζουμε στα σπίτια, των αποσπασματικών μας αναγνώσεων, του λίγου απ’ όλα τσιμπολογήματος. Ή, όπως λέει ο Μιχάλης, κάποτε ο συγγραφέας έμπαινε στο λεωφορείο, καθόταν απέναντι από κάποιον και σκάρωνε ολόκληρο διήγημα απλώς και μόνο παρατηρώντας τον, προσπαθώντας να καταλάβει τι κρύβεται πίσω από το βλέμμα του, ενώ σήμερα αρκεί να περιμένει να ακούσει τον πρώτο που θα αρχίσει να μιλάει στο κινητό του – η αφήγηση της ζωής θα αρχίσει σύντομα.

50-cent-piece_basquiat_artΌταν τα μέλη μιας οικογένειας, οιονεί ή εικονικής αλλά απόλυτα ρεαλιστικής και κυρίως σύγχρονης νεοελληνικής, ασκούνται μανιωδώς στη γραφή, δεν διαπιστώνουμε μόνο ένα βαθύ λογοτεχνικό εύρημα, αλλά και το σύμπτωμα της εποχής όπου οι πάντες γράφουν χωρίς σταματημό, όπως κάποτε μιλούσαν, και ακόμα περισσότερο υπεξαιρούν την ζωή των άλλων για να την κάνουν ιστορία, όσο κοντά τους κι αν βρίσκονται, τότε δεν προβληματιζόμαστε μόνο για την ουσία ή την χρησιμότητα της γραφής αλλά και για την ίδια της την ηθική – διόλου τυχαία δυο χαρακτήρες διαφωνούν έντονα κατά πόσο τραγικές οικογενειακές ιστορίες αποτελούν πρόσφορο υλικό για ανέμπνευστους μυθοπλάστες. Τι νόημα έχει σήμερα το γράψιμο, αν μπορεί να αποτελεί σύντομα δοκιμιογράμματα πάνω στα μείζονα θέματα της ζωής, τι μας προσφέρει πέρα από προσωπικές ματαιοδοξίες, τι είδους σωτηρία περιμένουμε ως αναγνώστες εφόσον δεν σωζόμαστε ποτέ;

family-outingΟι χαρακτήρες μιλάνε και τα λόγια τους «θαρρείς κι έχουν γεννηθεί μετά από επώδυνο τοκετό», παγιδεύονται «σε διασταυρούμενες σκέψεις σαν να λέμε σε διασταυρούμενα πυρά» και μοιάζουν να ακολουθούν την χαώδη σημειολογία του Σύγχρονου Κινηματογράφου, η οποία άλλωστε είναι και το αντικείμενο ενός ακόμα αποσπάσματος από μυθιστόρημα, όχι μόνο ως έννοια αλλά και ως αφορμή διηγήσεων πάνω στο περί αυτής μάθημα και του συγκρουσιακού πεδίου ανάμεσα στην φοιτήτρια Ντάλια και την Καθηγήτρια του μαθήματος. Όταν τα δυο υποκείμενα της γνώσης διαφωνούν πάνω στο μελόδραμα του μοντέρνου κορεατικού κινηματογράφου, θεωρώντας το η μία νεωτερισμό και άλλη παράδοση, βρισκόμαστε ξανά στο ερώτημα, ξανασκέφτομαι, πόσο μοντέρνοι είμαστε ή πόσο παμπάλαιοι και απαράλλαχτοι, ενώ η νεανική συντροφία που συγκροτείται στις ίδιες αίθουσες δοκιμάζει τον νέο κώδικα επικοινωνίας μέσω της ακρόασης μουσικής – πιθανώς μια φυγόκεντρη ανάγνωση μιας φευγάτης γραφής; Και όλοι προσπαθούν να νικήσουν τον χρόνο σε συμβολικό ή πραγματικό επίπεδο, όμως…

olaf_breuning_familyΠού πάνε όμως αυτά τα δέκα λεπτά που χάνονται; Θα μπορούσε άραγε να ισχύει και για τα δέκα λεπτά αυτό που ισχύει για την ώρα που εκτροχιάζεται όταν η φθινοπωρινή ισημερία παραδίδει τη σκυτάλη του χρόνου στην εαρινή; Τότε που ο χρόνος διακλαδίζεται, σαν τις ράγες του τρένου, ακολουθώντας δυο παράλληλες πορείες, αφού συνεχιστούν για χιλιάδες χιλιόμετρα, θα συναντηθούν ξανά στο προκαθορισμένο σημείο όπου η εαρινή ισημερία θα παραδώσει πάλι πίσω τη σκυτάλη στη φθινοπωρινή και ο πλασματικός χρόνος θα συναντήσει ξανά τον πραγματικό χρόνο, σαν το πρόσφυγα που επιστρέφει στην πατρίδα του για να ξαναβρεί τη ζωή και τον παλιό (αυθεντικό;) εαυτό του όπως τους είχε αφήσει προτού ξενιτευτεί; [σ. 185]

Σε μια αντιστροφή του παιχνιδιού των γνώσεων, ένας ασθματικός διάλογος μεταξύ Μάρθας και Παρουσιαστή, ρόλους που πλέον υποδύονται μητέρα και κόρη, εμβολίζεται με ασυζήτητες οικογενειακές ιστορίες που σαν κινηματογραφικές εικόνες διασχίζουν ή μάλλον σκίζουν τις ροή των ουδέτερων πληροφοριών. Να μια μορφή ενός σύγχρονου κειμένου για τη ζωή μας. Κι ας μελέτησαν καλά, μητέρα και κόρη, τις εγκυκλοπαίδειες ή μια στο πλευρό της άλλης. Το ίδιο το κείμενο, ακόμα και προφορικό, θα τις εκδικηθεί ανά πάσα στιγμή. Ούτως ή άλλως τα εμπλεκόμενα πρόσωπα είναι χαμένα, καμένα, θαμμένα από την κατακομματιασμένη τους πραγματικότητα. Και τα παιδιά, πάντα τα ατυχότερα θύματα.

Kalospyros_3Γνωρίζουμε τα πάντα για τους άλλους αλλά ταυτόχρονα όλοι βολοδέρνουμε σε απόλυτες no man’s lands, γράφουμε αμέτρητα κείμενα ως αυτογνώμονες αλλά δεν ξέρουμε καν ποιο είναι το επόμενο βήμα μας ή το βαθύτερο εγώ μας, αναζητούμε τηλεφωνική υποστήριξη αλλά ποιος να μας την δώσει αφού εμείς οι ίδιοι κάνουμε τους τηλεφωνητές στην σχετική τηλεφωνική γραμμή, στο τέλος συνομιλούμε μόνο με τον εαυτό μας, όπως ο a.a., αλλά για σίγουρα του τα γράφουμε σε μέιλ, όχι μόνο ως υπενθύμιση, αλλά πιθανώς ως μόνη δυνατή μορφή επικοινωνίας και μόνο δυνάμει κείμενο. Ίσως πάλι αυτή να είναι η ζωή μας: κείμενα, παρακείμενα, συγκείμενα, διακείμενα, που συγγράφονται με κάθε δυνατό ύφος, είδος και φόρμα, ακολουθώντας εξίσου πολυάριθμες αλήθειες, όπως σε αυτό το μυθιστόρημα.

Εκδ. Πόλις, 2013, σελ. 307.

Πρώτη δημοσίευση: περιοδικό (δε)κατα, τεύχος 36 (χειμώνας 2013).




Δεκέμβριος 2013
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 1
2345678
9101112131415
16171819202122
23242526272829
3031  

Blog Stats

  • 1.132.193 hits

Αρχείο