
12 χρόνια είχε να βγάλει προσωπικό δίσκο ο Forster και καταλαβαίνετε πως είναι πολύ διαφορετικός από τους προηγούμενούς του: δεν είναι απλά ένας δίσκος για τον Grant αλλά κι ένας δίσκος όπου ενυπάρχει ο Grant, είτε έχοντας συν-γράψει 3 τραγούδια, είτε ζώντας στους στίχους, ως στιχουργός ή στιχουργούμενος. Είναι το κτέρισμα του Forster για τον φίλο του, μια τελευταία φευγαλέα χειρονομία.
Το κλίμα απέχει πολύ από το να είναι καταθλιπτικό ή βαρύ, είναι όμως φορτισμένο. Γι’ αυτό και στο εναρκτήριο λάκτισμα κανείς εδώ δεν κάνει επιθετικό μπάσιμο, αντίθετα στήνονται σκηνικά γλυκόπικρης μπαλάντας με το If it rains, ένα κλασικό κομμάτι κλεισίματος ενός Go Betweens δίσκου. Έτσι πίστευα τουλάχιστον μέχρι να ακούσω το τελευταίο κομμάτι, From Ghost Town: βασισμένο σε πιάνο και έγχορδα, γραμμένο για τις κοινές συναστρίες με τον Grant, αυτό είναι το ιδανικό ξεπροβόδισμα του φίλου του: : «It’s strong: yes, yes, yes, what we made for a thousand years/It will not fade/No, no. no…»
Στην ψίχα του δίσκου υπάρχουν δύο εκπληκτικά πιασάρικα γρήγορα τραγούδια, βγαλμένα από τα Liberty Belle & The Black Diamond Express, το Tallulah ή το Friends of Rachel Worth: τα It Ain’t Easy και Let Your Light In Babe. Ειδικά στο τελευταίο ο Forster ακούγεται σαν Grant, φτιάχνοντας ένα κομψοτέχνημα με ελλειπτικούς στίχους σαν την αρχή και το τέλος ενός διηγήματος για μια γνωριμία ενός μοναχικού ανθρώπου με μια single mother σε μια εκκλησία. Ευτυχώς δεν υπάρχει εκείνη η έμμονη country και γενικώς αμερικάνικη μπαλλαντομανία που κυριαρχούσε στα προηγούμενα προσωπικά του, παρά ένας απόηχος από …προσωπικό δίσκο του Grant, το Don’t Touch Anything με χαρακτηριστικά κήμπορντς.
Αν προσθέσουμε και την παρουσία της ρυθμ σέξιον των Go-Betweens (Adele Pickvance στο μπάσο, Glen Thompson στα ντραμς) αλλά και του string arranger του Liberty Belle κυρίου Audrey Riley, τότε καταλαβαίνετε: το Evangelist, μουσικά, είναι περισσότερο ένας Go-Betweens δίσκος παρά ένας τυπικός προσωπικός του Forster. Όμως είναι ο ίδιος ο Forster, στην πιο ευάλωτη και προσωπική στιγμή του. Ακούστε τον στην αφάνταστα τρυφερή λύπη του Demon Days, συγκλονιστικής μπαλάντας που έγραψε ο McLennan τότε που αναρωτιόταν πώς διαχειρίζεται κανείς τις δαιμονικές μέρες, που η μέση ηλικία ξυπνάει και ψελλίζει «something’s not right, something’s gone wrong». Αλήθεια, πως φερόμαστε στις demon days μας Grant;
O Robert Forster ανέκαθεν χαμογελούσε σπάνια. Τον θυμάμαι βέβαια στην συναυλία των Go Betweens στο παλιό Ρόδο έναν Νοέμβριο του 1988, να διασταυρώνει χαμογελαστά βλέμματα έξαψης με τον Grant στο οργιαστικό τέλος μιας αξέχαστης εκτέλεσης του The house that Jack Kerouac built (μια στιγμή που είκοσι χρόνια μετά δεν μου έχει φύγει από το μυαλό). Φαντάζομαι τώρα πόσο σπάνια θα του βγαίνει το χαμόγελο. Όμως είμαι βέβαιος πως μετά το Evangelist θα νοιώθει ξαλαφρωμένος, γιατί όλα είναι πανάλαφρα εδώ, δεν υπάρχει καμία κατάθλιψη, κανένα βάρος. Λες και μόλις ξέβγαλε τον φίλο του λίγο έξω από την πόρτα, στον δρόμο.
Πρώτη δημοσίευση: http://www.mic.gr/cds.asp?id=16014
Δίπλα, ο Grant. Πιο πάνω, ο φίλος του.