Λογοτεχνείο, αρ. 26

Τζουζέππε Τομάζι ντι Λαμπεντούζα, Η Σειρήνα και άλλα διηγήματα, Μετάφραση-εισαγωγή-σχόλια: Μαρία Σπυριδοπούλου, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1993, σελ. 123.

Γι’ αυτή την περίοδο της απομόνωσης δεν μπορούσε να βρεθεί πιο κατάλληλο μέρος από κείνο το καφενείο της οδού Πάδου όπου εκεί τώρα, μόνος σαν το σκυλί, περνούσα όλες τις ελεύθερες ώρες μου και πήγαινα όλα τα βράδια, μετά τη δουλειά μου στην εφημερίδα. Ήταν ένα είδος Άδη, γεμάτου από τις αναιμικές σκιές συνταξιούχων αντισυνταγματαρχών, δικαστικών και καθηγητών. Αυτές οι άυλες μορφές έπαιζαν ντάμα ή ντόμινο, βυθισμένες σ’ ένα φως που τη μέρα το σκοτείνιαζαν οι στοές και τα σύννεφα, και το βράδυ τα τεράστια πράσινα αμπαζούρ των πολυελαίων· και δεν ύψωναν ποτέ τη φωνή τους φοβούμενες πως ένας πολύ δυνατός ήχος θα μπορούσε να διαλύσει την αδύναμη υφή της μορφής τους. Ένα τέλειο Έρεβος.

Στον Γιώργο Σκαμπαρδώνη

Joe Sacco – Palestine

 

Ο καταυλισμός άρχισε να παίρνει τη μορφή μιας άθλιας μονιμότητας.

Ο Sacco υπήρξε από τους πρώτους που συνδύασαν ρεπορτάζ με κόμικς καταγραφής του Επίκαιρου Τώρα (graphic/comic journalism), κομικογραφίζοντας την Μέση Ανατολή (πρώτος τόμος του Palestine: μέσα 90ς), τα Βαλκάνια (Christmas with Karadzic, Safe Area Gorazde: The War In Eastern Bosnia 1992-1995 κ.ά.) και την Τσετσενία στις πιο δύσκολες ώρες τους. Αυτή η μαυρόασπρη πένα της εμπόλεμης ζώνης δεν περιορίζεται στις στιγμιοτυπογραφίες μιας βασανιστικής πολιτικής καθημερινότητας αλλά ψάχνει το θέμα απ’ όλες τις πλευρές, διαβάζει την Ιστορία, μας την μεταδίδει με τον πιο απλό τρόπο, σε μικρά εύληπτα συννεφάκια – τι ιδανικότερο; Με κεντρικό περιηγητή τον ίδιο τον εαυτό του, αμήχανο και άγαρμπο περιπατητή των παλαιστινιακών παρόδων, παρέα με τον Γιαπωνέζο φωτογράφο του, παρουσιάζει τους ανθρώπους και τη ζωή τους όταν τα μέσα έχουν αποχωρήσει για τα ασφαλή ξενοδοχεία έξω από τις θανατηφόρες συνοικίες. Συζητάει με όλους τους εμπλεκόμενους, τους σαρκάζει τρυφερά, τους δίνει βήμα και τους κρίνει συγχρόνως – όλους! Είναι ειλικρινής μαζί μας ακόμα κι όταν σκυλοβαριέται τις δακρύβρεχτες ιστορίες των παλαιστινίων.

Δεν χωράνε χρώματα εδώ: μόνο με όλους τους διαθέσιμους τόνους του γκριζο-μαυρό-ασπρου μπορεί να καλλιτεχνηθεί η θλιβερή κενή καθημερινότητα των κατοίκων της Γάζας που βιώνουν μια σκιώδη ζωή, με μύριες απαγορεύσεις και περιορισμούς. Με το χαρακτηριστικό του ιδιότυπο καρτουνίστικο στιλ (όπου και ο ίδιος του ο εαυτός γίνεται αστεία καρικατούρα), με υπέροχες λεπτομερειακές λεπτομετρήσεις, προσθήκες χαρτών, αποκομμάτων, ομιλιών και ιστορικών δεδομένων, με ευφυή χρήση των προβλημάτων του ντεκουπάζ και της στατικότητας και πολλά πανέξυπνα ευρυγώνια καρέ, δεν κουραζόμαστε ποτέ να ακολουθούμε αυτόν τον «άλλο Μάρλοου του Κόνραντ» στις πολύπαθες περιοχές όπου πάντα συμβαίνει κάτι (και φυσικά όχι καλό).

Γεννημένος στη Μάλτα το 1960, όταν δεν περπατάει στα μέρη που ματώνει η Ιστορία, δοκιμάζει ευρωπαϊκές περιοδείες με φιλικά του ροκ γκρουπ, σχεδιάζει εξώφυλλα και αφίσες για Βερολινέζικες δισκογραφικές ή απλώς κάνει διαλείμματα κανονικής ζωής στο ζει στο Seattle. Η εισαγωγή του σπουδαίου (Αμερικανού με παλαιστινιακή καταγωγή) Έντουαρντ Σάιντ (τα κείμενα του οποίου άλλωστε, όπως και του Τσόμσκι, περί διαστρέβλωσης της αλήθειας ξύπνησαν τον νεαρό τότε Σάκκο), ο πάντα απαραίτητος πρόλογος του Γιάννη Κουκουλά και οι άψογα τυπωμένες γυαλιστερές σελίδες συμπληρώνουν την πιο άρτια graphic novel comics έκδοση των τελευταίων χρόνων.

Εκδόσεις ΚΨΜ, 2006 (όπως και η ξένη έκδ.), πρώτη έκδοση 2001, μτφ. Γιολάντα Τσιαμπόκαλου (Sadahzinia), εισαγωγή Edward Said, πρόλογος Γιάννης Κουκουλάς, σελ. 285.

Πρώτη δημοσίευση: εδώ.