Θανάσης Γεωργιάδης, Αλέξανδρος / Ο Θείος Γνόφος. Αφηγήματα, εκδ. Σύγχρονοι Ορίζοντες, 2001, σελ. 58-59.
Ωστόσο υπάρχει έξω από δω ένας κόσμος άλλος, όπως υπάρχει πέρα από τη λίμνη Βρυγηίδα η Λυχνίτης και πέρα απ’ αυτήν κάποια άλλη. Και γίνεται όλο αγώνας γι’ αυτούς τους άλλους και για κάποιους άλλους, που ούτε τους είδαμε ποτέ, μα που μπορεί μια μέρα να πλακώσουν στα ξαφνικά, το ίδιο αιφνίδια με το πιο αιφνίδιο χαλάζι. Εξοικειώνομαι όσο γίνεται μ’ αυτή τη σκέψη, κι εξοικειώνομαι όσο γίνεται με τα όπλα· θα προτιμούσα τα ποιήματα όμως, τους ύμνους του Πινδάρου, μια τραγωδία του Ευρυπίδη, ένα χορικό του Αισχύλου, όπως προτιμώ στο κάτω κάτω το νερό απ’ το κρασί όταν είναι της πηγής κι όταν είναι κρύο. Και προτιμώ τίποτα σοβαρά ή δοξασμένα πράγματα, μικρές ασήμαντες επαναλήψεις, τη μονοτονία· να μοιάζει το σήμερα ίδιο με το χτές, να μην αλλάζει το τώρα με το τότε. Να, σαν τη βαλανιδιά στο ιερό των μουσών (πρέπει να είναι χιλιόχρονη), αντίκρυ από τον Αλιάκμονα. Θα ήθελα μια αυλή περιφραγμένη, ένα πηγάδι να μουρμουρίζει στον ίσκιο κάποιου δέντρου, μία σκιά, τειχιά μικρά να εμποδίζουν τους γείτονες να βλέπουν, γάλα άσπρο, αφρισμένο, κατσίκας ή αγελάδας αδιάφορο, ψωμί ζεστό. Πολλά ζητάω ωστόσο και το ξέρω. Και ξέρω ότι ο καθένας και η μοίρα του. Και η δική μου η μοίρα άλλα προστάζει.
Στον Γιάννη Καισαρίδη