Δεν υποδεχόμαστε οποιονδήποτε βγαίνει από τους θαλάμους της κρυογενετικής για να διεκδικήσει ολίγη μερίδα απ’ την τεράστια πίτα της ηλεκτρονικής ποπκρατορίας, αλλά υποκλινόμαστε όταν οι πάλιουρες που κάποτε μας έμπασαν σε χώρους (συχνά) ένοχης ευδαιμονίας σκάνε μύτη κι οι νεόκοποι συνάδελφοι τρώνε τη σκόνη τους. Οι Orchestral Manoeuvres In The Dark εξαρχής στέκονταν μεταξύ σεβασμού και αδιαφορίας. Οι διαφορές ανάμεσα στους πρώτους τρεις σημαντικούς δίσκους (αλλά και μεταξύ αυτών) και σ’ όλους τους υπόλοιπους ήταν χαώδεις. Απορούσα για την σιωπή τους, ειδικά σε τέτοιες εποχές: σχεδόν οσφραινόμουν την επιστροφή, πιθανότερα με λουστραρισμένη ηλεκτροπόπ του χορού και του εμπορίου, αλλά κρατούσα και μια πισινή (ελπίδα) για κάτι πειραματικότερο – που πάντα υπέκρυπταν οι αρχικές τους δουλειές.
11ος δίσκος, 14 χρόνια μετά τον τελευταίο Liberator και 20 χρόνια ξανά μαζί με το αρχικό σχήμα: ο ίδιος πυρήνας (Andy McCluskey/Paul Humphreys) με τους ίδιους σεσσιονάδες αλλά μονιμάδες Martin Cooper/Malcolm Holmes. Φωνητικά δεν άλλαξε τίποτα: ναι, η χαρακτηριστική φωνή του McCluskey παραμένει κατάλληλη για το αδαμαντωρυχείο του είδους και όχι, η εμπλοκή του με Atomic Kitten δεν άλλαξε τίποτα. Μερικές φορές αισθάνεσαι κιόλας πως τους βλέπεις στα σούρουπα του Λίβερπουλ, όταν έβγαιναν από τις γειτονιές του post punk που, με την ευκαιρία, αναθυμάται το εναρκτήριο New Babies New Toys έτσι όπως που γκαζώνει με νεοκυματικό πεντάλ, προτού το If You Want It τους ανακαλέσει σε Ημέρες Αρχιτεκτονικής και Ηθικής.
Εδώ αποδεικνύεται πού «έγραψαν» οι OMD: στον εσωτερισμό της ηλεκτρονικής μουσικής και στην εξωστρέφεια της εύληπτης πλευράς της. Στην πρώτη και σκοτεινότερη περίπτωση είναι βαθύτεροι: στις στιγμές ηλεκτρονικής σκοτεινιάς (Bondage Of Fate), στα βήματα που αντηχούν στο δάπεδο του New Holy Ground απηχώντας τις μπαλάντες που λείαναν κάπως τις αιχμηρές των νεορομαντικών ηλεκτροπιστών, στο The Right Side, μια χειραψία του Europe Endless των Kraftwerk με το Your silent face των New Order και μια – θα μπορούσε να είναι – εξαγωγή απ’ το Organisation.
Από την άλλη ξέρουν πως οι διάνα μελωδίες είναι που θα τους ξαναφέρουν στη λάμψη. Το Sister Marie Says θα μπορούσε να προέρχεται τόσο από 80ς όσο και 90ς και τελικά…όντως προέρχεται! Βλέπετε ήταν στα περίσσεια του Universal και κρίθηκε πολύ πιασάρικο για τότε, προφανώς όχι για τώρα. Ίσως καλύτερα: συνοψίζει όλη την εξωστρεφή τους πορεία, όπως και το History of Modern (Part I). Κάπου στη μέση το RFWK και η απόδειξη του πώς η μοτορική δομή των Kraftwerk ενέπνευσε εκείνα τα σχήματα τότε στις αρχές του 80 – τώρα ξέρετε σε ποιους ανήκουν τα 4 αρχικά. Στις ατυχείς στιγμές το The Future, The Past, and Forever After δεν ξεχνάει το κλασικό Moroder μπάσο, το Pulse την r-n-b τσιχλόφουσκα, το Sometimes πάει να κλέψει λίγη μαύρη αίγλη με την εμπλοκή του Motherless Child.
Η αμερικανική έκδοση περιλαμβάνει και το Save Me, ένα bonus track που συμπλέκει το φερώνυμο χιτ της Aretha Franklin (1967) με το δικό τους Messages (1980), το εξώφυλλο σχεδίασε ο Peter Saville (βλ. τα περισσότερα Joy Division, New Order, A Certain Ratio, Ultravox, China Crisis, Suede, πολύ Factory εν γένει, εννοείται OMD – χαζέψτε εδώ) και ο τίτλος σύμφωνα με τον Paul Humphreys αναφέρεται στο γεγονός πως οι ηλεκτρονικοί pioneers αποτέλεσαν το τελευταίο αληθινή μοντερνιστικό κίνημα στη μουσική. Με άλλα λόγια: τώρα που οι μοντέρνοι έγιναν παλαιομοντέρνοι, έκατσαν να γράψουν την ιστορία του μοντέρνου. Καταλάβατε;