Στο αίθριο του Πανδοχείου, 40. Μαρλέν Σαΐτη

Η ερμηνεία σας στη «Νόρα Μετά» υπήρξε ιδιαίτερα φορτισμένη. Πώς αισθανθήκατε το ρόλο, τι σας προβλημάτισε, τι σας οδήγησε σε μια τέτοια έντονη βίωση;

Το έργο δόθηκε από μια διαφορετική οπτική γωνία από το κλασσικό έργο όπου η ηρωίδα είναι ανυποψίαστη για το τι γίνεται. Δεν μπορούσα λοιπόν να αφήσω αυτή την αναταραχή στο συρτάρι και να την βγάζω όταν οι εντάσεις είναι οφθαλμοφανείς π.χ. όταν διαβάζει ο άντρας της το γράμμα κι αυτή τρελαίνεται. Όχι, η ηρωίδα μας ξεκινάει ξέροντας ήδη τι έχει συμβεί. Είναι σα να μιλάει στις ψυχές όλων των θεατών που έρχονται κάθε μέρα σα να τους λέει «ξέρω ότι κι εσείς έχετε ένα πρόβλημα». Η δική μας ηρωίδα περνάει τον δικό της Γολγοθά. Δεν μπορούσα να την αφήσω στην ανεμελιά της. Βλέπω ότι μιλάμε για μια γυναίκα η οποία ήδη ξέρει το τέλος. Εύλογο ερώτημα: γιατί το ξαναβιώνει; Η επανάληψη είναι απαραίτητη διότι λειτουργεί ως μία μορφή κάθαρσης από την οποία αντλέι δύναμη για την επόμενη μέρα.

Η δυσκολία του ρόλου σε συνδυασμό με την έλλειψη εμπειριών με ώθησε στο να κάνω εκτενή έρευνα που πέραν της σχετικής βιβλιογραφίας και επικεντρώθηκε στο να μιλήσω με πολλές γυναίκες. Γυναίκες πονεμένες που έχουν προσφέρει πολλά και εισπράτουν αχαριστία και αποπομπή. Εντύπωση μου έκανε η προσπάθεια πολλών γυναικών που με νύχια και με δόντια προσπαθούν να κρατήσουν το μικρόκοσμο της οικογένειας.

Όπως γράψαμε στην σχετική παρουσίαση, εμπλουτίσατε την ερμηνεία σας με μια ιδιαίτερη σωματικότητα, με μια συγκλονιστική, προσωπική γλωσσολογία σώματος. Επρόκειτο για σκηνοθετική οδηγία ή για δική σας επιλογή;

Το θέατρο είναι κάτι ζωντανό, φτιάχνεται εκείνη τη στιγμή και ο κάθε άνθρωπος το καθετί το δικαιολογεί και το εισπράττει διαφορετικά, ανάλογα με τις εμπειρίες του, τη ματιά του, τα διαβάσματά του… Όσον αφορά τη γλωσσολογία του σώματος που αναφέρεις, σύμφωνα με τη σκηνοθετική οδηγία η Νόρα βρίσκεται διαρκώς σε κίνηση λόγω φόρτισης: τρέχει, φεύγει από τη μια κούκλα και πάει στην άλλη, ανεβαίνει στο μπαούλο, ξανακάθεται κάτω, τρέχει να κρυφτεί… Αυτό το πήρα και το εξέλιξα όσον αφορά τα πολυεπίπεδα που έχει το κάθε σώμα: την τάση προς τα εμπρός (επιθετική), προς τα πίσω (αμυντική), την κορδωμένη στάση (υπερηφάνεια, γείωση). Αυτή η κοπέλα έχει περάσει τόσα πολλά που δεν νομίζω πως θα μπορούσε να έχει τόσο ξεκάθαρους αυτούς τους τρεις άξονες, οπότε προσπάθησα, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του ρόλου και της ιστορίας που αφηγείται, να πειραματιστώ με διάφορα επίπεδα. Έτσι δε θα μπορούσα να αφήσω το σώμα μου ξύλινο ή να είναι απλώς το σώμα μιας δεσποσύνης. Σεβόμενη την σκηνοθετική οδηγία και τις δεσμεύσεις της αποφάσισα να εξελίξω τα όρια του ρόλου. Καθώς εξελίσσεις το ρόλο, το ίδιο το σώμα λειτουργεί πλέον μόνο του.

Η Νόρα Μετά βασίζεται στο κείμενο της Ιψενικής Νόρας αλλά μεταλλάσσεται σε νέο έργο, δια χειρός Νίκου Καμτσή, για να παρακολουθήσει τη Νόρα…μετά. Μπορούμε να επεμβαίνουμε σε έργα παγιωμένα στο χρόνο; Σας γοητεύει η ιδέα της συνέχισης της ζωής τους/των χαρακτήρων τους; Σκέφτεστε κάποιο έργο που θα σας ενδιέφερε να δείτε …Μετά;

Σε έργα παγιωμένα στο χρόνο η επέμβαση είναι ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα, ίσως δυσκολότερο από την συγγραφή ενός έργου από την αρχή και απαιτεί ταλέντο και ιδιαίτερη δημιουργικότητα. Όταν το αποτέλεσμα είναι επιτυχές, τότε η συνέχιση της ζωής των χαρακτήρων για μένα είναι ιδιαίτερα γοητευτική.

Μπαίνετε άραγε και εσείς, ως ηθοποιός σε μια τέτοια πρόκληση; Να μεταπλάσετε ένα κείμενο ή έναν χαρακτήρα στο μετά, στο σήμερα ή έστω να τον στρέψετε προς έναν άλλο δρόμο και σαν δικό σας παιχνίδι;

Ναι, στην διαδικασία να βρω το ρόλο μου, στη διαδρομή. Από εκεί και πέρα σαν ηθοποιό στη παρούσα περίοδο δε με αφορούν τα «πειράματα».

Πιθανώς αυτό ενδιαφέρει πολύ περισσότερο τους σκηνοθέτες;

Εδώ πράγματι έχουμε διαφορά σκηνοθέτη – ηθοποιού: για έναν ηθοποιό δεν έχει σημασία αν ένας ρόλος έχει χιλιοπαιχτεί, γιατί έχει χιλιοπαιχτεί από άλλους. Η σχέση του ρόλου με τον ηθοποιό έχει μια μοναδικότητα. Τη μοναδικότητα της δικής του ερμηνείας όπως αυτός και μόνον αυτός τη βιώνει. Όταν ένας σκηνοθέτης πάρει ένα κείμενο, έχει δει το όραμα των άλλων σκηνοθετών. Είναι, νομίζω, διαφορετική η σκοπιά και γι’ αυτό ίσως έλκεται με νέες αναγνώσεις και θέλει να βάλει το δικό του στίγμα, τη δική του υπογραφή.

Εσείς αφήνεστε στα χέρια του σκηνοθέτη; Τι συμβαίνει όταν υπάρχει διαφωνία, όταν ο ρόλος σας μιλάει «διαφορετικά»;

Αυτή είναι μια εξαιρετική ερώτηση. Η επιλογή μου είναι να αφήνομαι αλλά αυτό έχει το μειονέκτημα να περιορίζει τον ηθοποιό στα όρια τα οποία έχει ο σκηνοθέτης. Η ύπαρξη διαφωνίας ηθοποιού-σκηνοθέτη πιστεύω ότι είναι μία γόνιμη σχέση. Γιατί όπως δεν είναι απριόρι ότι η σκηνοθετική άποψη έιναι η καλύτερη δυνατή το ίδιο συμβαίνει και με τη διάθεση που έχει ο ηθοποιός απέναντι στο ρόλο.

Ο καθένας βγάζει τη δημιουργικότητά του, αλλά στο δικό του κομμάτι. Θα είναι, πιθανώς, πολλαπλάσια δουλειά να ικανοποιήσει το όραμά του και να σκάψει και τα υποκριτικά βάθη του ηθοποιού.

Συμφωνώ.

Ρόλος που θα ονειρευόσασταν να παίξετε ή να πειραματιστείτε πάνω του;

Πάντα μ’ ενδιέφερε πολύ το αυτοβιογραφικό στοιχείο, να παίξω τη ζωή μιας μεγάλης προσωπικότητας και επίσης να ερμηνεύσω τραγικούς χαρακτήρες. Στο θέατρο ειδικότερα, Δοξα τω Θεό, μέχρι στιγμής έχω αγγίξει αρκετά πράγματα και με οδηγεί το ενστικτό μου.

Επιστρέφοντας στη Νόρα: η διαφορετικότητά της μεταφράζεται ως παράνοια, η προσωπική της γνώμη ως ψυχοπάθεια.

Εξαρτάται ποιος από το περιβάλλον της τη κρίνει και πως αυτός ερμηνεύει τη διαφορετικότητά της αποδίδοντας τις έννοιες της παράνοιας ή της ψυχοπάθειας. Η τρέλα δε παίζεται και πολλές φορές αυτοί που θεωρούνται κοινωνικά σωστοί είναι οι συντελεστές της κατάστασης που βρίσκεται η Νόρα.

Βέβαια με τους σύγχρονους πλέον ψυχιατρικούς όρους, οι αρσενικοί χαρακτήρες του έργου αποτελούν κλινικές περιπτώσεις. Σκέφτομαι όμως πως τόσα χρόνια μετά τη Νόρα η γυναίκα ετεροκαθορίζεται. Ο κόσμος δεν διδάχτηκε τίποτε από τον Ίψεν, από το θέατρο; Το θέατρο βρίσκεται απλώς εκεί για να εντοπίζουμε τους εαυτούς μας και να ανακουφιζόμαστε για ένα δίωρο;

Ακόμα και ο Ίψεν δε θα μπορούσε απόλυτα να εξαλείψει τους κοινωνικούς ετεροκαθορισμούς. Έιναι όμως από τους πρώτους που μπόρεσε να τους καταγγείλει, και ουσιαστικά να αποτελέσει την αφετηρία στην εξέλιξη της γυναικείας ανεξαρτησίας. Το θέατρο πιστεύω, ακόμα και ως απλή ψυχαγωγική διαδικασία, δρα παιδευτικά σε πάρα πολλές εκφάνσεις της προσωπικότητάς μας και του είναι μας και κατά συνέπεια, δεν είναι απλή διαδικασία ανακούφισης.

Τρέμω με την ιδέα πως το Κουκλόσπιτο της Νόρας, η συρρίκνωση όλου του κόσμου της στον οικιακό μικρόκοσμο σήμερα είναι πλέον καθολική. Το σπίτι γίνεται το φρούριό μας, το έξω τρομάζει, η τηλεόραση γίνεται το μοναδικό μας παράθυρο, ενίοτε και πόρτα. Υπάρχει άραγε αυτή η δια-φυλική, δια-χρονική διάσταση στο έργο;

Σαφώς και ξεπερνάει τα γυναικεία δικαιώματα. Και ο άντρας θα σκεφτεί τον δικό του το ρόλο – στην οικογένεια, στην κοινωνία. Αλλά ούτε η Νόρα είναι αθώα, εφόσον χρησιμοποιεί τον γιατρό για να καταφέρει αυτό που θέλει. Το έργο εκφράζει μια γενικότερη φιλοσοφία που παρουσιάζεται τόσο στο πρόλογο όσο και στον επίλογο. Εκεί η ηρωίδα κοιτάει κατάματα τον θεατή και λέει «ζητάς απ’ τον ήλιο να λάμψει πιο πολύ και καίγεσαι», «τραγουδάς γιατί δεν αντέχεις τη σιωπή, χορεύεις για να γεμίσεις την ερημιά και την ακινησία». Οι έννοιες αυτές αγγίζουν το καθένα ανεξάρτητα από το επίπεδο της παιδείας του μιλώντας στις ψυχές όλων των ανθρώπων. Ανοίγοντας τα μάτια μας στο πρόβλημα του διπλανού μας, δεν αντλούμε μόνο δύναμη αλλά αντιμετωπίζουμε καλύτερα και το δικό μας πρόβλημα. Γι’ αυτό πιστεύω ότι ο κάθε άνθρωπος που θα έρθει στην παράσταση, θα βρει ένα κομμάτι που τον αφορά.

Είστε ευχαριστημένη από τις ελληνικές θεατρικές εκδόσεις; Τι σας λείπει;

Οι επιλογές των ελληνικών θεατρικών εκδόσεων περιορίζονται κατά κύριο λόγο στις εκδόσεις Δωδώνη, Κάκτος,Ύψιλον, Επικαιρότητα. Ειδικά για το Κουκλόσπιτο στην έρευνά μου βρήκα μόνο 2 μεταφράσεις όπου ο λόγος ήταν παρωχημένος. Το κείμενο που μας έφερε ο κ. Καμτσής έτοιμο ήταν σε καθαρό και στρωτό λόγο. Στην Ελλάδα στο θέατρο οι μεταφράσεις γίνονται κατόπιν αναθέσεων για τα καινούρια έργα. Έχω τη τύχη να μπορώ να δουλεύω με έργα από την Αμερική και από την Ισπανία στην αγγλική τους έκδοση και δε χρειάζεται να χρησιμοποιώ ελληνικές μεταφράσεις.

Διαβάζετε θέατρο ή για το θέατρο; Κάποιες εκδόσεις άξιες αναφοράςνα αναφερθούν;

Μου αρέσει να διαβάζω καινούργια θεατρικά έργα και βιβλία για την υποκριτική. Έχω μια μεγάλη βιβλιοθήκη που ανατρέχω συνέχεια. Ενδεικτικά:
Acting, The First Six Lessons by Richard Boleslavsky
On Method Acting by Edward Dwight Easty
Acting in Film by Michael Caine
The Intent to Live by Larry Moss
On the Technique of Acting by Michael Chechov

Στην Αμερική υπάρχει ένα φοβερό βιβλιοπωλείο, το Samuel French, εξαιρετικό για το θέατρο, για τον κινηματογράφο και για την τηλεόραση. Εκεί λοιπόν βρίσκω παρά πολλά έργα. Βρήκα διασκευές πάνω στη Νόρα κι έτσι διάβασα διάφορες εκδοχές. Δε σημαίνει πως μου άρεσαν όλες, έχει όμως ενδιαφέρον να βλέπεις διαφορετικές παραμέτρους. Μακάρι και στην Ελλάδα να υπήρχε ένα τέτοιο βιβλιοπωλείο.

Πότε διαβάζει ένας ηθοποιός; Αν υποθέσουμε πως μελετά τον ρόλο του και διαβάζει για το θεατρικό έργο όπου συμμετέχει, πότε μένει χρόνος να επεκταθεί αλλού;

Την εποχή που διαβάζω ένα ρόλο, δεν διαβάζω τίποτε άλλο. Ξεκινάω την έρευνά μου, ψάχνω άλλες παρουσιάσεις, σκηνοθετικές απόψεις, εντρυφώ σε φιλοσοφικές θεωρίες που αναφέρονται στο έργο, στον πολιτισμό της περιόδου, είμαι απόλυτα αποροφημένη και διοχετεύω την ενέργειά μου αποκλειστικά εκεί. Όταν οι παραστάσεις μπουν στη πορεία τους, ηρεμώ και κάνω τα διαβάσματά μου.

Το βράδυ που είδα την παράσταση η Αθήνα είχε βραχυκυκλώσει για άλλη μια φορά κι εσείς βρεθήκατε ακινητοποιημένη, μακριά από το θέατρο. Μου φάνηκε αδιανόητη η εικόνα: η Νόρα ξέμεινε στο Ζάππειο σε απόλυτα περιοριστικές συνθήκες αλλά μετά από λίγο οφείλει να αιωρηθεί πάνω στη σκηνή.

Πράγματι ήταν μια δύσκολη παράσταση για μένα, επειδή χρειάζομαι τουλάχιστον μιάμιση ώρα πριν από κάθε παράσταση για να προετοιμαστώ. Βέβαια την απόδοση ενός ρόλου ανεξάρτητα από το πόσες φορές έχει παιχτεί προσπαθώ να την έχω σε επίπεδο ακραίο. Δε μπορώ βέβαια κάθε μέρα να είμαι η ίδια. Παίζω με τα δάκρυα μου, τα συναισθήματά μου, με όλο μου το είναι.

Προηγούμενοι ρόλοι;
Στο θέατρο από τότε που ήρθα στην Ελλάδα πριν τρία χρόνια: Βερολίνο 1989, Ιστορίες μιας πόλης, από το βιβλίο του Δημήτρη Γκενεράλη, σε σκηνοθεσία Άρη Τρουπάκη, (Απλό Θέατρο, Νέα Σκηνή). Έπειτα ήρθε Το Φεγγάρι που Ματώνει, του Νίκολας Καζάν (Θέατρο Τόπος Αλλού). Και μετά ο μονόλογος, Ιφιγένεια της Ευρυπίδου, της Σοφίας Διονυσοπούλου (Θέατρο Φούρνος) που γράφτηκε επηρεασμένος από τα Δεκεμβριανά του 2008.

Σας έχει γοητεύσει κάποιος σύγχρονος νέος έλληνας θεατρικός συγγραφέας;

Ο Βασίλης Κατσικονούρης.

Σας ακολούθησε ποτέ κάποιος ρόλος σας μετά την ολοκλήρωση των παραστάσεων; Μαθαίνετε τα νέα τους;

Οι ρόλοι που περισσότερο μαθαίνεις τα νέα τους είναι αυτοί που γίνονται στην τηλεόραση ή στον κινηματογράφο, άρα ενδέχεται κάποιος να έρθει και να σου πει ότι σε είχε δει. Έναν ρόλο που έχει τελειώσει, συνήθως τον κλειδώνω, τον αφήνω, του ξεφεύγω, πάω για άλλα.

Πώς βιοπορίζεστε;

Με τις ίδιες δυσκολίες που βιοπορίζονται όλοι οι ηθοποιοί.

Παρουσίαση της παράστασης: εδώ.