Αρχείο για 8 Νοεμβρίου 2011

08
Νοέ.
11

Στο Αίθριο του Πανδοχείου, 64. Όλια Λαζαρίδου

Τα θέατρα θα έπρεπε να είναι ονειροδρόμια

Πως δημιουργήθηκε το Κορίτσι – Μπαταρία… recharged; Πώς σκεφτήκατε να χωρέσετε σε μια ώρα κάτι από τον εαυτό σας;  

Δεν το σκέφτηκα, το έγραψα. Προφανώς κάποια στιγμή ήρθε η ώρα του. Δεν είμαι επαγγελματίας συγγραφέας. Ήταν σαν ένα ποτάμι που κάποια στιγμή έχει αρκετό νερό και ξεχειλίζει η κοίτη του και το αποτέλεσμα ήταν αυτό που γράφτηκε. Κάπως έτσι πρέπει να έγινε!

Άρα από το κείμενο επί σκηνής θα αναβλύσει μια ζωή ενδιαφέρουσα, συναρπαστική;

Δεν είναι συναρπαστική η ζωή μας, δεν είναι συναρπαστική η ζωή των ανθρώπων. Η ζωή μας είναι η ζωούλα μας, μια δική μας φωτιά που της βάζουμε κάρβουνο. Η ζωή μας είναι στενή, τα περιθώριά της είναι στενά. Δεν είναι όπως όταν είμαστε μικροί που νομίζαμε ότι είναι κάτι το συναρπαστικό! Μεγαλώνοντας καταλαβαίνεις ότι είναι στενός ο δρόμος, ότι δεν έχει άπειρες επιλογές. Λίγα έχεις να κάνεις και το καλύτερο που έχεις να προσπαθήσεις είναι αυτά τα λίγα να τα κάνεις καλά και σε βάθος. Αλλά το πλάτος της δεν είναι άπειρο όπως νομίζαμε.

Γι’ αυτό και για να αποκτήσει κανείς τη γεύση του συναρπαστικού γίνεται καλλιτέχνης, για να μπορέσει αυτές τις πολύ λίγες στιγμές, που είναι χώμα, χώμα, χώμα κι ένα διαμαντάκι…χώμα, χώμα, χώμα, χώμα… κι ένα διαμαντάκι…Και για να κρατήσει αυτές τις στιγμές – διαμαντάκια, εκεί είναι η δουλειά της τέχνης, που τις υμνεί, για να θυμόμαστε ότι υπήρξανε κι αυτές μέσα στη χωματίλα. Κάπως έτσι το νοιώθω: αυτές οι στιγμές που εξέχουν από τη γενική μουντάδα της καθημερινότητας είναι που έχουν προσπαθήσει να ζήσουν σ’ αυτό το κείμενο. Υπήρχανε π.χ. στιγμές – αναφέρεται μέσα στο κείμενο – που είπα, την ώρα που την ζούσα, «αυτή τη στιγμή δεν θα την ξεχάσω ποτέ»· και όντως δεν την ξέχασα…

Κάποιοι λένε μέσα τους η ζωή μου είναι πολύ βαρετή, ενώ των άλλων! των ηθοποιών!… Όχι, για όλους μας είναι βαρετή, για όλους πεπερασμένη. Είναι η μοίρα της ανθρώπινης συνθήκης…

Αφήσατε κάτι απ’ τη ζωή σας έξω από το «ωριαίο» αυτό κείμενο, συνειδητά ή ξεχνώντας το;

Εννοείται! Το κείμενο αυτό δεν είναι αυτοβιογραφικό. Είναι ποιητικό, μια αλληγορία, μια παραβολή, σαν κι εκείνες που μιλάνε για την ουσία, αλλά μ’ ένα τρόπο πλάγιο και γι’ αυτό είναι και πιο αληθινές. Δεν πιστεύω στις αυτοβιογραφίες, δεν μπορεί κάποιος να βάλει σ’ ένα κείμενο όλη του τη ζωή και τον εαυτό του μέσα. Κι ούτε είναι τα γεγονότα που απαρτίζουν τη ζωή μας αλλά το προσωπικό πνεύμα που είναι κάτι πολύ ρευστό, που δε φυλακίζεται. Είναι πολύ διαφορετικό το ποίημα του κάθε ανθρώπου, μοναδικό. Κι αυτό μπορεί να υπάρχει και σ’ ένα θραύσμα του. Οπότε υπ’ αυτή την έννοια πολλά πράγματα έχω αφήσει απ’ έξω αλλά την ουσία την έχω κρατήσει.

Σήμερα ο εαυτός σας αποτελείται από κομμάτια κι απομεινάρια απ’ όλους τους ρόλους που υπήρξατε;

Καθόλου. Αυτό είναι μύθος, δεν ισχύει, πιστεύω είναι παραφιλολογία της δουλειάς μας. Το ανάποδο αισθάνομαι: ότι είμαστε ένα παζλ από πάρα πολλά αντιφατικά πράγματα που δεν έχουμε την ευκαιρία στην καθημερινότητα να τα εκδηλώσουμε όλα, τα περιέχουμε όμως.

Όχι μόνο οι ηθοποιοί αλλά όλοι μας;

Ακριβώς. Δηλαδή με τα παιδιά του 18 ΑΝΩ κάναμε μια παράσταση στις φυλακές ανηλίκων Αυλώνα και σκεφτόμουν ότι μια τρίχα μας χωρίζει, που νομίζουμε ότι είμαστε εμείς άλλο κι αυτοί άλλο. Δεν είναι αλήθεια αυτό… κι ίσως η δουλειά του ηθοποιού ήταν που με οδήγησε ν’ ακούσω αυτές τις πολλές αντιφατικές φωνές που περιέχουμε μέσα μας κι ας μην τους δίνουμε φωνή στην καθημερινότητα, δεν τις αφήνουμε προς τα έξω. Με βοήθησε αυτό να το καταλάβω, ότι τα πράγματα που νομίζουμε μακριά από μας, τα τοποθετούμε εκεί επειδή φοβόμαστε το ακραίο, ενώ στην πραγματικότητα αποτελούν ψήγματα που έχουμε ήδη μέσα μας.

Άρα πώς θα χαρακτηρίζατε το κείμενο της παράστασης;

Είναι ένα ποίημα, που είναι φτιαγμένο με τη λογική του μακριού τραγουδιού, σαν μπαλάντα.

Αφήνεστε στα χέρια του σκηνοθέτη; Τι συμβαίνει όταν υπάρχει διαφωνία, όταν ο ρόλος σας μιλάει «διαφορετικά»;

Συμβαίνει διαμάχη, απλώς το ωραίο είναι ότι υπάρχει κάτι τρίτο, το τρίτο πράγμα στο οποίο βλέπουμε κι οι δύο, οπότε και μεταξύ μας να έχουμε διαφωνία, το ότι κι οι δυο μπορούμε να κοιτάμε προς αυτό το τρίτο, είναι κάτι ωραίο, δίνει ένα σεβασμό και μια ευγένεια σ’ αυτή τη διαμάχη.

Και στην ουσία μέσα σ’ αυτό το «ουδέτερο» έδαφος μπορεί να διυλίζονται οι απόψεις;

Ακριβώς, ναι μεν μπορεί οι δυο να διαφωνούμε, αλλά υπάρχει αυτό που μας υπερβαίνει και τους δυο και οδηγεί στο τελικό αποτέλεσμα.

Έχοντας αναμετρηθεί με τόσα πολλά και διαφορετικά είδη κειμένων, σκεφτήκατε ποτέ την συγγραφή λογοτεχνίας ή θεατρικού έργου;

Μπορεί στο μέλλον. Νοιώθω ότι έχω δημιουργικότητα που κατά καιρούς κατευθύνεται σε διάφορα πράγματα. Μ’ αρέσει γενικά να παίζω με τα κουβαδάκια μου, το έχω αυτό το παιδικό… Ζωγραφίζω κιόλας, χωρίς να σημαίνει ότι τα κάνω όλα καλά. Οπότε μπορεί αύριο να μου έρθει να γράψω κάτι· αυτή τη στιγμή δε το σκέφτομαι αλλά δεν το αποκλείω. Κατά καιρούς έγραψα πεζά για το μπλογκ μου, που τα πήρε ο Ευριπίδης (σημ. Ευρυπίδης Λασκαρίδης, σκηνοθέτης της παράστασης) και τα έβαλε στο κείμενο της παράστασης.

Έχετε μπει ποτέ, ως ηθοποιός στην πρόκληση να μεταπλάσετε έναν χαρακτήρα σε κάτι διαφορετικό από τα εσκαμμένα, ή έστω να τον στρέψετε προς έναν άλλο δρόμο και σαν δικό σας παιχνίδι;

Μόνο αυτό κάνω. Δεν υπάρχει αντικειμενικός ρόλος, οι ρόλοι είμαστε εμείς. Ένας ρόλος είναι ένα πρόσωπο που ανάλογα με κάποια συγκεκριμένη δράση δοσμένη αντιδρά με τον πλούτο των συναισθημάτων του. Μ’ αυτή την έννοια εμείς είμαστε οι ρόλοι. Εξαρτάται και πώς δουλεύεις. Μ’ ενδιαφέρει και ο θεατής και εγώ να ερευνούμε τι είναι η ανθρώπινη ψυχή, τι είναι ένας άνθρωπος. Δεν μ’ ενδιαφέρει να είμαι ένας βιρτουόζος που παίζει ωραία και με δεξιοτεχνία τους ρόλους τους. Οι ρόλοι είμαι εγώ, υπό συνθήκες δοσμένες από έναν συγγραφέα. Κάθε φορά σκέφτομαι τι θα έκανα εγώ στη θέση του χαρακτήρα; Αν εγώ ήμουν π.χ. ο Άμλετ, ο πρίγκιπας στη Δανία που είχε να αντιμετωπίσει όλα εκείνα, τι θα έκανα;

Υπήρξε ρόλος που ένοιωσες ότι σε πηγαίνει εντελώς αλλού, σε μέρη που δεν φανταζόσασταν; Σε τι βαθμό συνέβη;

Εννοείται, μα αυτό ελπίζεις: ότι πάει να σου μάθει αυτά που δεν ξέρεις, κι όχι μόνο να επιβεβαιώσεις αυτά που ξέρεις. Ξεκινάς από κάπου που ξέρεις, ελπίζοντας ότι θα σ’ απογειώσει σε πράγματα άγνωστα, σε δυσκολίες άγνωστες…

Άσχετα από το καλλιτεχνικό, επειδή πιστεύω πάρα πολύ στον αγώνα της ανθρώπινης ψυχής, στην πνευματική διάσταση της ανθρώπινης παρουσίας. Κι όταν το πιστεύεις αυτό, γνωρίζεις ότι πρέπει ν’ αγωνιστείς, ότι υπάρχουν τρόποι ν’ αγωνιστείς. Κι επειδή αυτό μ’ έχει απασχολήσει, είμαι αρκετά εξοικειωμένη με τα «σκοτεινά» σημεία που λέτε, δεν είμαι αθώα ως προς αυτό, δεν τα έχω μάθει απ’ τους ρόλους.

Άρα ο αγώνας σας δεν είναι εντός της υποκριτικής.

Όχι, δεν είμαι μια αγωνίστρια της υποκριτικής. Προσπαθώ να είμαι μια ξύπνια και παρούσα ψυχή της ζωής. Όχι της υποκριτικής, γιατί είμαι τεμπέλα, δεν είμαι ταμένη ηθοποιός. Απλά θέλω να καταλάβω…

Και τι νόημα έχει το θέατρο; Για εσας, για εμάς;

Εμένα είναι η έκφραση της δημιουργικότητάς μου. Για τον θεατή θα έπρεπε να είναι ο ποιητικός τόπος όπου θα μπαίνει και θα ονειρεύεται, να βλέπει ξύπνια όνειρα. Πόσα πράγματα μέσα στη ζωή μας δίνουν την ποιητική διάσταση της ύπαρξής μας; Η καθημερινότητα είναι χωματίλα. Τα θέατρα θα έπρεπε να είναι ονειροδρόμια, να μας απογειώνουν στα όνειρα.

Σας έχει γοητεύσει κάποιος σύγχρονος νέος έλληνας θεατρικός συγγραφέας;

Γιώργος Διαλεγμένος, Δημήτρης Κεχαΐδης. Και Λούλα Αναγνωστάκη, εννοείται.

Ακούτε μουσική όταν διαβάζετε και γενικά δουλεύετε έναν ρόλο; Τι είδους;

Ναι, γιατί ο λόγος είναι ρυθμός. Και μ’ αρέσει, έχω έντονες σχέσεις με τη μουσική. P.J.Harvey, Nick Cave, Radiohead, L.Cohen, Γ. Αγγελάκα, Θ. Παπακωνσταντίνου. Με τα χρόνια πηγαίνω περισσότερο σε μουσικές συναυλίες παρά σε θέατρο. Και μακάρι κάτι από την αμεσότητα που υπάρχει στο άκουσμα της μουσικής να υπήρχε στις θεατρικές παραστάσεις. Το ζηλεύω.

Τι ακολουθεί μετά το Κορίτσι Μπαταρία; 

Υπάρχει ένα σχέδιο μη ανακοινώσιμο. Δεν θα είναι μονόλογος όπως αυτό, δεν θα ξανακάνω μονόλογο. Θέλω να βρεθώ με άλλους στη σκηνή και να μοιράζομαι.

Δημοσίευση και εδώ. Παρουσίαση της παράστασης (από την οποία προέρχεται η προτελευταία φωτογραφία – αφίσα) εδώ.

08
Νοέ.
11

Όλια Λαζαρίδου – Κορίτσι μπαταρία….recharged

«Προσωρινός»

Τι ακούς από το παρελθόν σου, Όλια; Στο σπίτι μας ακούγαμε Σαρλ Αζναβουρ, Ζακ Μπρελ, Ρενάτο Καροζόνε – αργότερα έφτασε η ώρα του Γιάννη Πάριου. Τα κενά της θεωρίας του Μαρξ συμπληρώνονταν με στίχους του Καζαντζίδη, που χώρισε τον κόσμο στα δυο: σ’ εκείνους που τον άκουγαν και σ’ εκείνους που δεν τον άκουγαν. Κι εκείνη η λέξη… «αναμνήσεις», συνώνυμη των «μεγάλων». Σ’ εκείνο το σπίτι δεν πονούσε ποτέ κανείς, τα μεγάλα δράματα απουσίαζαν, δεν βγαίνανε ποτέ στα μάτια ή τα χείλη, αλλά κατοικούσαν στα ερέβη του στομαχιού και της κοιλιάς, συνεχίζει η ωραία μνημωμένη. Πού να κρυφτεί κανείς. Στο θυρωρείο, που δεν είναι κανενός. Μέσα στο θερμό καπέλο του αμπαζούρ. Κάτω από το τραπέζι. Στα όνειρα για πέδιλα με λίγο τακούνι, για φυγή με το Stella Maris, για κρύψιμο σε κάποια αγκαλιά. Ένας άλλος κόσμος βρισκόταν απ’ έξω. Τον καταλάβαιναν οι σφυριές στην καρδιά, τον έδειχνε ένα τζουκ μποξ σε κάποια παραθέριση, τα αυτοκίνητα στην Βασιλίσσης Σοφίας που έτρεχαν για αλλού. Σαν Άλογα. Ή μήπως εννοεί σαν ά-λογα;

Ένα ισόγειο πολυκατοικίας, μια μεγάλη τζαμαρία με φόντο τον δρόμο πίσω από το Ναυτικό Νοσοκομείο. Σε αυτούς τους δρόμους και τους παραδρόμους αναφέρεται η ηρωίδα, αυτοί την τραβούσαν έξω, αυτοί την μαγνήτιζαν μακριά από την περίκλειστη ασφάλεια του οικιακού ηλεκτρικού ρεύματος, αυτοί εξακολουθούν να την χαρακώνουν και να την καθορίζουν. Αυτοί οι δρόμοι την τράβηξαν μακριά από τον συντηρητικό σε αισθήματα μπουλβάρ οικογενειακό κόσμο. Και ο λόγος της (που πρωτοακούστηκε για στο 1ο Low Budget Festival του Σπίρτου και παίχτηκε σε τρεις «εξαντλημένες» παραστάσεις) βρίσκει πλέον το ιδανικό του σκήνωμα.

Τουλάχιστον έξω η βία είναι φανερή, δεν κρύβεται. Χίλιες φορές να σφαχτώ για να σας ξεχάσω. Αν η σφαγή μας είναι αναπόφευκτη, ας είναι προσωπική, ας την διαλέγουμε εμείς. Και μια μέρα ίσως να τα καταφέρω να σας αγαπήσω ξανά, έναν έναν κι όλους μαζί. Και τελικά ο ουρανός μας προστατεύει; Η ηρωίδα μοιράζεται πως όταν κοιτούσε τ’ αστέρια τα θεωρούσε τρυπίτσες σ’ ένα τεράστιο μαύρο πανί. Τι εκτυφλωτικό κρύβεται από πίσω; Μια κρεμάστρα σφηνωμένη στο σβέρκο της, για τα ρούχα που μας φοράνε γι’ αυτό που δεν είμαστε.  Βροχή έξω, πίσω της. Κουρτίνες μπροστά. Κάποια στιγμή βρίσκεται σχεδόν εγκλωβισμένη ανάμεσα στα δύο. Έτσι χάνονται οι άνθρωποι απ’ τη ζωή μας; Κι όμως, θα ξεπροβάλλει από την κουρτίνα.

Αν κάποτε ξανασυναντηθούμε θα μ’ αναγνωρίσεις; Ο έρωτας στην Σόλωνος και Σίνα. Το μαύρο της φουστάνι, η αναπόδραστη συνάντηση, η οριακή γνωριμία. Μπορεί ο έρωτας να υπάρξει για μας; Θα μάθουμε να κοιμόμαστε δίπλα δίπλα χωρίς να μας τρομάζουν οι αρχαίες φωνές στον ύπνο; Στα χείλη της το αλάτι από την υγρασία του λαιμού του. Μια νύχτα που είδαν το ίδιο όνειρο. Εραστές, εραστής. Η επιθυμία ν’ ανοίξω τα σωθικά της να τον κρύψει μέσα. Μνήμες, μνήματα, μνημεία….Κάποια θεία που σημείωνε με ασημένιο μολυβάκι την σειρά των καβαλιέρων της στο Ξενοδοχείο Ακταίον του Φαλήρου. Τα αντικείμενα των νεκρών και οι καπνοί των φευγάτων. Η μοναχική γυναίκα με τις παλιές ακτινογραφίες που απαιτεί να τις δει ένας γιατρός, σαν σε ερωτικό ραντεβού. Το ξύπνημα στο καπό μιας παλιάς Τογιότα. Οι στιγμές που κάηκαν σαν το παλιόχαρτο. Οι στιγμές όπου… Είμαι κάτι λιγότερο από σκουπιδοσακούλα, ένα χαρτί που τσαλακώθηκε και πετάχτηκε πριν διαβαστεί.

Το «ρομαντικό mini live», για να κλέψω την τρίλεξο υποτιτλισμό του σκηνοθέτη Ευριπίδη Λασκαρίδη (που σμιλεύει με ιπποτικό σεβασμό το πλαστικό σώμα της διαρκώς αναβράζουσας ηθοποιού), ακροβατεί σε λεπτό σκοινί πάνω απ’ τους γκρεμούς του δραματικού και του τρυφερού, του ευτράπελου και του οριακού. Ψίθυροι, στίχοι, ποιήματα, τραγουδίσματα, σκέψεις, μνήμες και μνήματα, αλήθειες, ψέματα, χύμες και υπαινιγμοί, θραύσματα από ένα μπλογκ. Αλλαγμένες φωνές από το ίδιο πρόσωπο, για να μην ξεχνάμε τα πολλά μας πρόσωπα. Χορός, άλλοτε τρέκλισμα, άλλοτε ένα ίσιο βλέμμα ευθεία μπροστά.

Συχνά αυτό το ποιητικό, μονολογικό, αισθαντικό, προσωπικογενές κείμενο κατρακυλάει ανεπαίσθητα σε τραγούδι – άλλωστε όσο το έγραφε δεν σταμάτησε να έχει την αίσθηση ενός τραγουδιού. Από πίσω υπόκωφοι ηλεκτρονικοί ήχοι – ένας απ’ αυτούς μοιάζει με τον ήχο ενός καρδιογραφήματος,  αργού, ευάλωτου. Παίζονται ζωντανά από τους δυο μουσικούς – σκηνικούς παρόντες. Στο βάθος οι Blue Valentines των Tom Waits και οι Picolissime Serenate των Renato Carosone. Και το φως που εμείς παίρνουμε στη σκηνή από εσάς…

Εδώ η μαγεία βγαίνει από το τίποτα, η προσωπική ιστορία γίνεται καθολική, το παράθυρο θα μας δείχνει πάντα έξω, τις άλλες όψεις, τις άλλες δυνατότητες. Η ηρωίδα έχει πάντα πόρτες και παράθυρα μπροστά της και η Όλια αδυνατεί να μείνει στη σκηνή. Πίσω της είναι ο δρόμος– και δε σταματάει να μπαινοβγαίνει ακόμα και στην παράσταση, χωρίς καν κάτι ζεστό στην πλάτη της. Δεν το χρειάζεται, γιατί παραμένει θερμή και θερμασμένη, σαν «διαπλανητική μπαταρία» που φορτίζεται και επαναφορτίζεται μόνο όταν βρεθεί στη δίνη των ηλεκτρικών πόλων. Ακόμα και των αντίθετων.

Κείμενο – ερμηνεία: Όλια Λαζαρίδου, σκηνοθεσία: Ευριπίδης Λασκαρίδης, live μουσική: Γιώργος Πούλιος – Κωνσταντίνος Τσιώλης, σκηνικά, αφίσα: Μυρτώ Σταμπούλου, κοστούμια & make-up: Πλάτων Λούβαρης, φωτισμοί: Σοφία Αλεξιάδου, βοηθοί σκηνοθέτη: Ελένη Ζαραφίδου και Ελευθερία Γιαμβριά, οργάνωση παραγωγής: Αθηνά Στυλιανίδου, φωτογραφίες: Μαριλένα Σταφυλίδου, παραγωγή: Apocalypsis /60΄/Πέ – Κυρ/ «ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΣ», Δεινοκράτους 103, Κολωνάκι / 6949556389. Το έργο προγραμματίστηκε αρχικά για 10 παραστάσεις αλλά παρατείνεται για 2 ακόμα βδομάδες.

Φωτογραφίες: Μαριλένα Σταφυλιδου (1, 3, 4), Σπύρος Σταβέρης (2).  Στην επόμενη ανάρτηση, συνομιλία με την Όλια Λαζαρίδου. Δημοσίευση και εδώ.




Νοέμβριος 2011
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 123456
78910111213
14151617181920
21222324252627
282930  

Blog Stats

  • 1.138.397 hits

Αρχείο