The Nits – Wool (Play It Again Sam, 2000)

Έχουν από καιρό διαμορφωθεί οριστικά από αντρικό τρίο σε μικτό κουαρτέτο: οι Henk Holfstede (φωνή και πλήκτρο) και Rob Kloet (περκάσσιον) παραμένουν στυλοβάτες αλλά πλαισιώνονται από τις τρυφερές Αrwen (διάφορα μπάσα) και Laetitia (φωνές και πλήκτρο). Τις γωνίες φυλάνε οι αδελφοί Telman σε ήχο και φως αλλά και υπολογιστές. Υπάρχουν ακόμη 4 προσκεκλημένοι στα φωνητικά, κοτζάμ κουαρτέτο εγχόρδων (αν και έξι μου βγαίνουν τα ονόματα) και άλλο ένα πνευστό τημ (The Stylus Horn). Δείγμα του πόσο προσεκτικά, σχεδόν χειρουργικά, περιποιούνται τον ήχο τους; Σαφέστατα. Απόδειξη του πόσο έχει αλλάξει – πλουτίσει – βαρύνει; Όχι· μετά βίας φαίνονται όλοι αυτοί οι Niματαίοι και στοιχηματίζω ότι όλοι τους πατούσαν στις μύτες.

Η μουσική τους παραμένει γλυκύτατη, εμβριθής και κυρίως ζεστή, πολύ ζεστή. Τα επιπρόσθετα όργανα έρχονται εδώ κι εκεί μόνο για να σχηματίζουν πινελιές, για να υπογραμμίσουν μια εμπνευσμένη μελωδική γραμμούλα, για να προσθέσουν μια ανάσα ομορφιάς. Τίποτα περισσότερο, τίποτα περισσό. Μιλώντας για πινελιές, μου ξανάρχεται στο νου η έμμονη ιδέα τους με τη ζωγραφική: είτε εξπρεσσιονιστές είτε αφαιρετικοί (και τα δύο χαρακτηρίζουν τα κομψά τραγούδια τους) κάνουν αυτό που έκαναν πάντα: απαθανατίζουν μικρά καθημερινά στιγμιότυπα, τους προσδίδουν καθημερινή ποίηση και τα βουτούν στη μουσική τους παλέττα· παλέτα βέβαια σαφώς κεντροευρωπαϊκή (μα τι κάνει αυτός ο διορθωτής! Μου αφαιρεί το δεύτερο σίγμα από τους εξπρεσσιονιστές και το δεύτερο ταυ από την παλέττα!).

Ακούγεται χιλιοειπωμένο αλλά εδώ οι – Ολλανδοί γαρ – Nits, φαίνεται ότι ζούνε σε άλλους ρυθμούς, έχουν άλλο κλίμα, περιστοιχίζονται από άλλες ομορφιές κι άλλες ασχήμιες. Ενδιαφέρον μού προκαλεί η συχνή εμμονή τους σε λυπητερά ή τραγικά θέματα – ακούστε για παράδειγμα το Crime and Punishment, απόηχο ενός τρομοκρατικού χτυπήματος με το χαρακτηριστικό ήχο από το σάζι ή την περιγραφή ενός «καρκίνου» που σου κατατρώει τις αισθήσεις με υπόκρουση τις γνωστές jazzy κατασκευές των ενήλικων πιά Γήινων κι ουχί Ιπτάμενων Ολλανδών μας (αφού πέρασαν την εικοσαετία της μπάντας).

Κατά την προσωπική μου άποψη η τελευταία τους οκταετία είναι και η πιο εμπνευσμένη. Τα πλέον αγαπημένα μου κομμάτια τους απ’ όλη τους την πορεία είναι το Mourir avant 15 ans (πώς είναι δυνατόν μια τόσο σκληρή ιστορία να ενδυθεί με τόσο ωραία μουσική;) και το Cabins (είναι δυνατό μια τόσο χαρούμενη ιστορία να ενδυθεί με τόσο ωραία μουσική). Και ίσως σπάνια γράφονται ιδανικά τραγούδια για το Τραίνο, τα Νυχτοπούλια, τις Διακοπές. [7/10]

Πρώτη δημοσίευση: εδώ.

Διαβάζω, τεύχος 540 (Ιούνιος 2012)

Λογοτεχνία, Διαδίκτυο και Νέες Τεχνολογίες: Τα επόμενα πράγματα

Το happy end είναι συνήθως ένα ξεροκόμματο βλακώδους αισιοδοξίας που χρησιμοποιούν οι κλασικοί συγγραφείς για να ανακουφίζουν και να ηρεμούν τον ακατέργαστο λαό. Αφού επί δύο ώρες ή για εξακόσιες σελίδες έχει αναπτυχθεί και λειτουργήσει ο τραγικός μηχανισμός των αληθειών, στο τέλος οι κλασικοί συγγραφείς κολλάνε ένα απίστευτο ψέμα για να χρυσώσουν το χάπι και να πουν στον αμετακίνητο θεατή ή αναγνώστη ότι τελικά όλα θα πάνε καλά όπως τα θέλει αυτός κι όχι όπως τα θέλει η μοίρα. Όλα αυτά τα happy end είναι τόσο απίστευτα ψέματα που οι συγγραφείς δε νιώθουν καμία τύψη αν υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να τα δεχτούν ως αλήθειες και οριστικά συμπεράσματα, τελικά άξιοι της τύχης τους λέει ο Γιώργος Μανιώτης σε συνομιλία του, μεταξύ άλλων, για το φρέσκο του μυθιστόρημα Τώρα αλλά και για την πεποίθησή του πως «το να ξέρουμε τι μας συμβαίνει είναι η μεγαλύτερη επανάσταση».

Το μηνιαίο αφιέρωμα που χαρτογραφεί τις σχέσεις λογοτεχνίας και διαδικτύου και αποτυπώνει τις επιρροές των νέων τεχνολογιών στην σύγχρονη ελληνική λογοτεχνική κοινότητα. Τα κείμενα του αφιερώματος (επιμ. Χριστιάνας Μυγδάλη) αφορούν την Βιβλιοφιλική Μπλογκόσφαιρα (Γιώργος Περαντωνάκης), τις Ηλεκτρονικές εκδόσεις σε σχέση με την νεοελληνική λογοτεχνία (Άννα-Μαρία Σιχάνη), τα πνευματικά δικαιώματα των e-books (Γιάννης Φαρσάρης), τα «επόμενα πράγματα» (Παναγιώτης Γαβριήλογλου), την «ηλεκτρική λογοτεχνία» (Μαρία Ξυλούρη) κ.ά. Αντιγράφω από το κείμενο της τελευταίας: Το Ίντερνετ είναι ο εχθρός της συγγραφής, λένε κάποιοι: μπορεί να σου δίνει εργαλεία να προωθήσεις τη δουλειά σου, όμως σε εμποδίζει να τη γράψεις. Ο Φράνζεν για παράδειγμα, λέει ότι γράφει σε ένα παλιό λάπτοπ χωρίς σύνδεση στο Ίντερνετ, ώστε να μην του αποσπάται η προσοχή· υπάρχουν προγράμματα που φροντίζουν να διακόπτουν τη σύνδεση του υπολογιστή για προκαθορισμένα χρονικά διαστήματα, ώστε να γράφεις χωρίς να μπαίνεις στον πειρασμό να ελέγχεις το μέιλ σου κάθε τρεις και λίγο…

Η Κική Δημουλά συναντά τον Γιάννη Μπασκόζο και του εξηγεί γιατί δε χρειάζεται να γιορτάζουμε την παγκόσμια μέρα της ποίησης, ενώ δημοσιεύεται απόσπασμα μιας συζήτησης με θέμα Η ποίηση και η ανθρώπινη κατάσταση με τους ποιητές Milo Deangelis (Μιλάνο), Issa Makhlouf (Βηρυτός), Gérard Noiret (Παρίσι), Ozdemir Ince (Κωνσταντινούπολη), Στρατής Πασχάλης (Αθήνα), Marta Pessarrodona (Τερράσσα), Vlada Urosevic (Σκόπια), Michel Deguy (Παρίσι) και Rabia Djelti (Οράν) και ο καθιερωμένος φάκελος για τα φετινά Λογοτεχνικά Βραβεία του περιοδικού.

Προτού σας αφήσω για να κρυφτώ στο Ίσλα Μπόα του Χρήστου Αστερίου, ας κρυφακούσουμε τα λόγια του συγγραφέα σε μια από τις ραδιοφωνικές συνομιλίες με τον Νίκο Θρασυβούλου, που εδώ και κάποια τεύχη έχουν το δικό τους δισέλιδο στο περιοδικό: Η έμφαση είναι μια υπερεκτιμημένη έννοια, ειδικά σε ένα μυθιστόρημα μεγαλόπνοο, το οποίο χρειάζεται 3-4 χρόνια να γραφτεί. Η δουλειά είναι το κύριο που πρέπει να κάνεις. Η έμπνευση είναι η πρώτη ιδέα, που αναπτύσσεται στην πορεία αλλά σίγουρα δεν είναι το κυρίαρχο. Θέλει να κάνεις μαραθώνιο… [σ. 130]

Σημ.: Στο εξώφυλλο αναφέρεται ως αριθμός τεύχος το 530, προφανώς εκ παραδρομής.