Μαργαρίτα Καραπάνου, Ναι, εκδ. Ωκεανίδα, 1999, σ. 175, 101
Ήμουνα μόνη. Πολύ μόνη. Τις νύχτες περπατούσα όλους τους δρόμους της πόλης, δεν ξέρω αν ήμουνα μόνη ή αν είχα θελημένα όψει κάθε επαφή με τον έξω κόσμο. Μόνο το σιωπηλό περπάτημα μου έφερνε ανακούφιση. Ανακούφιση από τι; Δεν ξέρω. Είχα βαρεθεί τις λέξεις, και η σιωπηλή ζωή είχε άλλο μυστήριο. Μέσα στη σιωπή της νύχτας οι δρόμοι φαινόντουσαν βυθισμένοι στο βυθό της θάλασσας, κυμάτιζαν κάτω από τα βήματά μου. Διάβαζα τα ονόματα των δρόμων.
Τις νύχτες βγαίνει ένας ολέθριος θρήνος από το σπίτι μου, σταματάει τους περαστικούς…Μήπως είμαι εγώ;