Φρέαρ, τεύχος 4 (Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2013)

φρέαρ 4(1)Υπήρχε ένα παλιό παιγνίδι όπου τα παιδάκια θάβανε μία πέτρα σαν θησαυρό που μόνο τα ίδια γνώριζαν την ύπαρξή του μέσα από μια ομόφωνη απόφαση «να είναι ο θησαυρός τους», με σκοπό να την ξεχάσουν. Γρήγορα τα έπιανε μια μανία να σκάψουν στον τόπο του μυστικού, λες για να βεβαιωθούν πως βρίσκεται εκεί, ακυρώνοντας έτσι την ίδια τη συμφωνία, μόνο και μόνο για τον ενθουσιασμό που τους προκαλούσε η ιδέα της ανασκαφής….

…γράφει η Νατάσα Κεσμέτη, φυτεύοντας μια πέτρα στα ύστερα κείμενα του τεύχους, εκκινούμενη από γραπτά της πολωνής ποιήτριας Άννα Καμιένσκα και από τα ερωτήματα αν μπορεί να υπάρξει ησυχία μέσα στην [τρέχουσα] συντριβή ή αν μπορούμε να δούμε με παρθενικά μάτια συμπάθειας έναν κόσμο που μας προκαλεί τόση απογοήτευση και οδύνη.

Η Λιουντμίλα Πετροσέφσκαγια στο δισέλιδό της διήγημα περιγράφει την αρχή, την μέση και το τέλος μιας ακουστικής γειτονίας μεταξύ μας γυναίκας και του πλημμυρισμένου μουσικής ζευγαριού από την άλλη πλευρά του τοίχου [μτφ. Έλενα Κατσιώλη]. Αλλά το απρόσμενο διήγημα του τεύχους είναι τα Κουνέλια με στοχαστικά μάτια του Ότα Πάβελ. Γεννημένος στην Πράγα το 1930, ο Πάβελ μέχρι τα είκοσί του είχε προλάβει να βιώσει τα δύσκολα προπολεμικά χρόνια, τη ναζιστική θεομηνία και την κομμουνιστική μετάλλαξη της Τσεχοσλοβακίας, όπως γράφει στην εισαγωγή του ο Δημήτρης Νόλλας. Η ανήσυχη ματιά του, ειρωνική και αυτοσαρκαστική, θερμαίνεται διαρκώς από την αγάπη του για τον παράδεισο της παιδική ηλικίας. Και να σκεφτεί κανείς πως τα λογικά του σάλεψαν όταν κάλυπτε τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς του Ίνσμπρουκ το 196pavel_ota4, λες και τα σύννεφα και η απανταχού λευκότητα κάλυψαν και εσώτερες περιοχές [μτφ. Κώστας Τσίβος].

Επί υδάτων πολλών, στο εισαγωγικό σημείωμα των κριτικών σημειωμάτων ο Βασίλης Παπαθεοδώρου προβληματίζεται όσον αφορά την σύγχρονη κριτικογραφία, σε διάφορα ζητήματα, ορισμένα ένα εκ των οποίων μας απασχόλησαν και στην προηγούμενη ανάρτηση. Ο συγγραφέας αναρωτιέται, μεταξύ άλλων, αν οι συχνότατες διθυραμβικές κριτικές σημαίνουν πως στην χώρα μας διαρκώς γράφονται αριστουργήματα. Μια ενδιαφέρουσα συνομιλία του προσφέρει και από την συνομιλία με μια blogger που διατύπωσε θετικές απόψεις και παράλληλες ενστάσεις αλλά αποσιώπησε το γεγονός ότι το βιβλίο δεν της άρεσε, δικαιολογώντας με πειστικότατο τρόπο την επιλογή της και ορίζοντας μια νέα πρόταση για την κριτική.

rene char_Στο βασικό σώμα του τεύχους μυρίζουν χαρτί και μελάνι οι ανέκδοτες επιστολές του Γιώργου Σεφέρη [Mάιλα Γκαρθία Αμορός – Για να ταράξουν τα αίματα των ακαδημαϊκών γερούντων και των μπωδελερικών νέων μας], ένας «χαιρετισμός» της Κικής Δημουλά, μια «ανάληψη» του Ηλία Χ. Παπαδημητρακόπουλου (διήγημα – αν μετράω σωστά – μίας σελίδας, δυο συνδαιτυμόνων, αγνώστου αριθμού καλεσμένων και έμφοβου πλην απολαυστικού συναισθήματος), η Νάντια του άλλου έξοχου διηγηματογράφου, Τάσου Καλούτσα, ο ερχομός του ξένου του Μιχάλη Μακρόπουλου και διάσπαρτα ποιήματα (Γιώργος Μπλάνας, Χάρης Βλαβιανός, Γιώργος Βέης, Γιολάντα Πέγκλη, Π.Β. Πάσχος, Κώστας Λιννός, Αλέξιος Μάινας, Ιλύα Καμίνσκι [μτφ. Ούρσουλα Φώσκολου], Ρενέ Σάρ [μτφ. Χριστόφορος Λιοντάκης]. Τα Φύλλα Ύπνου του τελευταίου αποτελούν σημειώσεις στο βουνό κατά τη διάρκεια τς Αντίστασης στη νότια Γαλλία και αφιερώθηκαν στον Αλμπέρ Καμύ.

T. Mantzavinos, Untitled, 08, 50 x 60, 2560Ο Κώστας Χατζηαντωνίου συνεχίζοντας σ’ έναν από τους βασικότερους άξονες προβληματισμού του περιοδικού συλλογίζεται «για ηθική ειλικρίνειας και αγωνίας», ο Κώστας Στεργιόπουλος επανεξετάζει την ποίηση του Κ. Ουράνη και Γιώργο Πινάκουλα μεταφράζει και παρουσιάζει το κείμενο του Μιχαήλ Μπαχτίν Προς τις φιλοσοφικές βάσεις των ανθρωπιστικών επιστημών. Στα δίστηλα του περιοδικού ο Κώστας Κουτσουρέλης ολοκληρώνει τη σειρά κειμένων του για τη μετάφραση, ο Γιάννης Β. Κωβαίος αντιπαρατίθεται με τον Γιώργο Κεντρωτή για το μάθημα των αρχαίων ελληνικών στα σχολεία, ο Μαριάνος Καράσης συνεχίζει τον πλου προς τις ουτοπικές πολιτείες, ο Μπρουνό Λατούρ γράφει για «Το παγκόσμιο εργαστήρι» που αποτελεί πλέον η γη μας κ.ά. Μια ενότητα κειμένων αναφέρεται στη βία της νεοελληνικής κοινωνίας σε σχέση και με το νεοναζιστικό φαινόμενο και στην ανάγκη για μετριοπάθεια (Σπύρος Γιανναράς, Δημήτρης Ελευθεράκης, Κώστας Βραχνός). Το τεύχος κοσμείται με σχέδια του Τάσου Μαντζαβίνου που παρουσιάζονται για πρώτη φορά. [130 σελ.]

Ας σημειωθεί ότι το τεύχος συνοδεύεται από μικρό βιβλίο 43 σελίδων με τον τίτλο Δύσκολη αδελφοσύνη και το οποίο περιλαμβάνει τρία κείμενα για το βιβλίο του Σταύρου Ζουμπουλάκη Η αδερφή μου. Πρόκειται για κριτικές αναγνώσεις των Δημήτρη Αγγελή, Μιχάλη Πάγκαλου και Νατάσας Κεσμέτη, μια περίφημη ιδέα που τοποθετεί τα άξια κριτικά κείμενα σε διαρκή αναγνωστική δοκιμασία [Φρέαρ/1].

Στις εικόνες: Ota Pavel, Rene Char και έργο του T. Mαντζαβίνου.