Αρχείο για Αύγουστος 2014



22
Αυγ.
14

Σέρζι Πάμιες – Το στατικό ποδήλατο

1Στο σπίτι βλέπω ήρωες που έχουν σημαδευτεί από τους βασανιστές τους και, παρ’ όλα αυτά, χαμογελούν. Εξακολουθούν να συνωμοτούν. Κοιτάζουν την ντουλάπα κάθε φορά που κάποιος χτυπάει την πόρτα και η περιέργεια με κάνει να διαισθάνομαι πως τα όνειρα που κάνουν, οι ικανοποιήσεις που παίρνουν από τη δράση τους (δεν ξέρω ποια ακριβώς είναι, μόνο πως έχει να κάνει με μια επανάσταση που όλο επίκειται και αιωνίως αναβάλλεται) και η αίσθηση συντροφικότητας που μοιράζονται πρέπει να είναι πιο ισχυρά από όλα τα εμπόδια (σε αυτή την περίπτωση ο σκοπός δεν βρίσκεται στο ύψος των στρατευμένων σε αυτόν). Θέλουν να αποτελούν το παράδειγμα για κάτι (τη δίκαιη κατανομή του πλούτου, την κατάργηση των προνομίων…) και, χωρίς να το ξέρουν, το αποτελούν για κάτι άλλο (σθεναρότητα, στράτευση, γενναιοδωρία). [σ. 53]

Η παρούσα συλλογή διηγημάτων είναι από τις πιο ενδιαφέρουσες των τελευταίων χρόνων. Απολαυστική στην ανάγνωση, προσκαλεί σε μια δεύτερη, ώστε να εξετάσεις πώς καταφέρνει αυτός ο δαιμόνιος ειρωνειογράφος και κατασκευάζει ένα ολόκληρο σύμπαν μέσα σε τρεις έως δεκαπέντε σελίδες. Μιλάμε για μικρές φόρμες ευφυέστατες, αποπλανητικές, συγκινητικές, αιφνιδιαστικές· συχνά ιδιαίτερα πυκνές, κάποτε με υποτυπώδη πλοκή αλλά υπερκινητική σκέψη, άλλοτε αποτυπώνουν μερικές οριακές στιγμές, άλλοτε συμπυκνώνουν την ιστορία μιας ζωής σε καίριες λέξεις. Πιστεύω ότι ο Πάμιες θα αποτελούσε απαραίτητο εγχειρίδιο στα εργαστήρια συγγραφής μικρής φόρμας και διηγήματος. Το βιβλίο έχει περάσει απαρατήρητο μέχρι σήμερα, ελπίζω η συνέχεια να είναι διαφορετική.

2Ο Πάμιες [γεν. Παρίσι, 1960, από ισπανούς γονείς] είναι ένας από τους πιο ενδιαφέροντες συγγραφείς των καταλανικών γραμμάτων και της ισπανόφωνης λογοτεχνίας γενικότερα. Έχει γράψει μικρές και μεγαλύτερες αφηγήσεις, συλλογές διηγημάτων και μυθιστορήματα, ενώ έχει μεταφράσει στα καταλανικά έργα των Guilliaume Apollinaire, Jean – Philippe Toussaint, Agota Kristof κ.ά. Αρθρογραφεί στην εφημερίδα της Βαρκελώνης La Vanguardia. Τι συμβαίνει λοιπόν πάνω, κάτω και γύρω από ένα Στατικό Ποδήλατο;

Andre de Loba - 014OrienteΣτην Βενζοδιαζεπίνη ο αφηγητής έχει κλείσει ραντεβού με τον ίδιο του τον εαυτό σε λίγες ώρες, έχοντας γνωριστεί και μιλήσει αρκετά στο chat, εκεί όπου ο διάλογος είναι απρόσκοπτος και τα ψεύδη αποδεκτά. Φυσικά αντιλαμβάνεται τα πλεονεκτήματα αυτού του τρόπου γνωριμίας σε αντίθεση με τον καθιερωμένο δια ζώσης: πρώτα μιλάς κι ύστερα βλέπεις το πρόσωπο του άλλου. Υπάρχει πάντα κάποια ανησυχία αλλά το χάπι του τίτλου βοηθάει στην καταπολέμησή της. Σε κάποια άλλα ραντεβού έδινε ψεύτικες περιγραφές του εαυτού του και στο τέλος έφευγε προτού εμφανιστεί, από το φόβο μιας εκατέρωθεν απογοήτευσης. Τώρα τουλάχιστο, όταν έρχεται ο ίδιος από μακριά, τον αναγνωρίζει αμέσως. Γεύονται μαζί την αποτυχία και αναπολούν τις γραπτές τους συνομιλίες. Αναρωτιέμαι: παίγνιο ειρωνείας, επήρεια χημείας, άσκηση γραφής ή αναπαράσταση μιας εκδοχής της πραγματικότητας;

3 - pamiesΟι Τέσσερις νύχτες αρχίζουν με ακαριαίο τρόπο. Ο αφηγητής συνελήφθη από τους γονείς του μετά από την παρακολούθηση των φελινικών notti di Cabiria. Πώς πλέκει το βιογράφημά του σε λίγες σελίδες; Πρώτα με την δική του πρόσληψη της ταινίας (το ασπρόμαυρο της οποίας τονίζει ακόμα περισσότερο την φωτογένεια της απελπισίας), ύστερα με την αναζήτηση εντός της όπου δεν μπόρεσε όμως να εντοπίσει τίποτα που να προοιωνίζει το πεπρωμένο του, πιο κάτω με ορισμένα βιογραφικά του σκηνοθέτη και τέλος, με μια απομυθοποιητική επίσκεψη στα στούντιο της Τσινετσιτά, ξέχειλη από ειρωνεία: ντεκόρ επιμελώς εγκαταλειμμένα προς ικανοποίηση της μυθομανίας των κινηματογραφόφιλων, υποχρεωτικές επισκέψεις βαριεστημένων μαθητών, ένας βιαστικός ξεναγός. Κι όμως, το διήγημα ολοκληρώνεται με ένα ωραίο εύρημα, σαν δήλωση πατρότητας και σύγχρονη παραβολή μαζί.

Στο νησί ο αφηγητής εξομοANDRE DA LOBA - LeerLara_Tandemλογείται τις περί αυτοκτονίας σκέψεις και προθέσεις του. Αναζητώντας ενημέρωση για τιμές και όρους ασφαλειών ζωής συνομιλεί με μια γυναίκα που εργάζεται σε μια ασφαλιστική εταιρεία και ενημερώνεται σε κλίμα εμπιστοσύνης – το είδος εμπιστοσύνης που μπορείς να έχεις μόνο με κάποιον που δεν γνωρίζεις ­– πως μόνο η δική της εταιρεία καλύπτει τις αυτοχειρίες. Σύμφωνα με τα λόγια της Το να αυτοκτονήσει κανείς δεν είναι εύκολο. Δεν μπορείτε να φανταστείτε τι μπορεί να κάνει ο κόσμος για να μην πεθάνει και ανεξάρτητα από τον βαθυστόχαστο αυτό συλλογισμό, όπως τον χαρακτηρίζει ο επίδοξος αυτόχειρας, εκείνος κρατάει το ασφαλιστήριο συμβόλαιο σαν το πιστοποιητικό μιας ασθένειας που έχει ξεπεράσει αλλά μπορεί να επανεμφανιστεί ανά πάσα στιγμή.

Emiliano_Ponzi 12Πηγαίνοντας νωρίς για ύπνο, ο μόλις διαζευγμένος πατέρας δυο γιων νοικιάζει το πρώτο διαμέρισμα που βρίσκει μπροστά του όπου και θα τους βλέπει κάθε που δικαιούται. Σταδιακά ο ένας τοίχος του σπιτιού ζωγραφίζεται από τα παιδιά κι εκείνος τις ημέρες της απουσίας τους παρατηρεί το έργο σαν αρχαιολόγος που αναζητά την είσοδο σε κάποιο μυστικό παράδεισο. Η εικόνα διαρκεί περισσότερο από τη γραφή, η γλώσσα της γίνεται εκφραστικότερη, και οι τρεις περιστασιακοί συμβίοι υπάρχουν μέσα από την τοιχογραφία. Ειδικά για εκείνον, ο λαβύρινθος σχημάτων και χρωμάτων του θύμιζε στιγμές που μακριά του υπήρχε ο κίνδυνος να ξεχάσει. Το τέλος της εφηβείας σηματοδοτεί την εγκατάλειψη του διαμερίσματος και την καταδίκη να βλέπει στο βίντεο εκείνο τον κόσμο, αλλά τώρα οι πλανήτες δεν μοιάζουν να τρέχουν σαν τρελοί, τα μυθολογικά τέρατα έχουν χάσει το χάρισμά τους, τα ρομπότ έχουν σκουριάσει τόσο όσο τα ζώα και οι μπάλες του ράγκμπι έχουν ξεφουσκώσει…

cabiriaeΗ απερισκεψία να πιστέψουμε ότι είμαστε εξαιρετικές περιπτώσεις έχει ως αντίτιμο μια αδράνεια που διαψεύδει μεγάλο μέρος των προσδοκιών μας, σκέφτεται ο αφηγητής στο κείμενο Η γυναίκα της ζωής μου και διαπιστώνει ότι μπορείς να υποτιμάς επί χρόνια αυτό που αργότερα θα καταλήξεις να κάνεις με απόλυτη φυσικότητα. Ο χάρτης της περιέργειας, απ’ όπου και το αρχικό παράθεμα, εκκινεί από ένα εγκαταλειμμένο οικόπεδο στα περίχωρα, ένα σκουπιδότοπο με πόρτες ψυγείων, ξεκοιλιασμένους καναπέδες και παλιά κράνη, σωστό στρατηγείο για μια παρέα παιδιών από οικογένειες μεταναστών. Η ομάδα ζει την πολυτέλεια της φτώχειας, ανακαλύπτει ότι η περιέργεια πληρώνεται με απογοήτευση, τηρεί τους άγραφους κανόνες της αποδοχής της εξορίας, ασκείται στο ψέμα και τη σιωπή, σε μια κοινωνία που αναμένει τον ποθητό θάνατο του Φράνκο. Κι είναι αυτός ο θάνατος που δεν έρχεται ποτέ και προτού τα σοβιετικά διαστημόπλοια αποσυναρμολογηθούν και οι κοσμοναύτες γίνουν ανισόρροποι ταξιτζήδες, η παρέα θα έχει σιωπηρά συμφωνήσει «ένας για όλους και όλοι για έναν».

PamiesΜε μια πρώτη ματιά ο αναγνώστης διαπιστώνει ότι οι τίτλοι που επιλέγει ο συγγραφέας για τα κείμενά του έχουν ελάχιστη ή και καθόλου σχέση με το περιεχόμενό τους, κάποτε δε απλώς αποτελούν μια αφορμή να ξεδιπλωθεί μια ιστορία απλή μέσα στην αβαθή της πολυπλοκότητα. Άλλοτε αποτελούν και οι ίδιοι ένα πρόσθετο όρο στο παιχνίδι που ούτως ή άλλως αποτελεί για τον Πάμιες η συγγραφή τέτοιων διηγημάτων. Στα οποία έχουν θέση τα πάντα, ακόμα και σκέψεις επί αεροδρομίου [Ο Μίστερ Τρουχίγιο], περί διαιτολογίας [Αυτά που δεν έχουμε φάει], περί συγγραφέων και βιβλίων [Οριγκάμι περί Σαιντ – Εξυπερύ]· ε, και όταν χρειαστεί κάποια βοήθεια, προσκαλεί, όπως στο απολαυστικό Βέλγιο, τον αναγνώστη για να σκαρώσουν μαζί την ιστορία.

Εκδ. Μιχάλη Σιδέρη 2014, μτφ. από τα καταλανικά: Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, σελ. 139 [Sergi Pàmies, La bicicleta estàtica, 2010].

Δημοσίευση και σε: mic.gr, Βιβλιοπανδοχείο 161 / Wheels on fire.

19
Αυγ.
14

Nancy Huston – Χαμένος βορράς. Δώδεκα Γαλλίες

0566 HUSTON-XAMENOS VORRASΗ διγλωσσία, η ξενικότητα και οι πολλαπλές μας ταυτότητες

Το εντελώς μοναδικό χαρακτηριστικό της παιδικής ηλικίας είναι ότι δεν μας εγκαταλείπει ποτέ. Δύσκολο για κάποιον εκπατρισμένο να μην έχει συνείδηση αυτού του γεγονότος, ενώ οι εκπατρισμένοι μπορούν σε όλη τους τη ζωή να βαυκαλίζονται με μια γλυκιά αυταπάτη συνέχειας και βεβαιότητας. [σ. 20]

1. Η μόνη καταγωγή

Την εποχή που η συγγραφέας γράφει το βιβλίο συμπληρώνονται εικοσιπέντε χρόνια ζωής στη Γαλλία [1973 – 1998]. Αλλά εκείνη νοιώθει πάντα παιδί της χώρας της επειδή εκεί πέρασε τα παιδικά της χρόνια. Και τίποτα δεν μοιάζει με τα παιδικά χρόνια, είναι βέβαιη. Άλλωστε δεν είναι καθόλου το ίδιο να περνάς τα εικοσιπέντε πρώτα χρόνια της ζωής σου σε μια χώρα ή οποιαδήποτε άλλα εικοσιπέντε χρόνια. Τώρα νιώθετε Γαλλίδα; την ρωτούν συχνά. Οι εκπατρισμένοι είναι αιωνίως εκτεθειμένοι σε ανόητες ερωτήσεις, σκέφτεται κι εκείνη συχνά και αναρωτιέται τι να σημαίνει το να νιώθεις Γαλλίδα. Από τι θα το καταλάβεις; Και θα γίνει ποτέ κανείς Γάλλος αν δεν του δώσεις γαλλικά παιδικά χρόνια;

hustonnancyΗ συγγραφέας είναι απόλυτη: η παιδική ηλικία, κοντινή ή μακρινή, βρίσκεται πάντοτε μέσα μας. Κάποτε στην επισήμανση ενός αναγνώστη της πως ορισμένα της μυθοπλαστικά θέματα όπως η έκτρωση ή η παιδοκτονία είναι καθαρά γυναικεία ζητήματα, εκείνη του απάντησε, ότι μπορεί ως άνδρα να μην τον αγγίζουν, αλλά ως παιδί θα συμφωνούσε ότι αφορούν όλο τον κόσμο. Και στην διαμαρτυρία του πως δεν είναι παιδί, του απάντησε: Μα και βέβαια είστε παιδί· είμαστε όλες οι ηλικίες μας συγχρόνως, δεν το πιστεύετε; Η παιδική ηλικία είναι σαν τον πυρήνα του φρούτου: το φρούτο, μεγαλώνοντας, δεν γίνεται κούφιο! Δεν σημαίνει ότι επειδή η σάρκα ωριμάζει, ο πυρήνας εξαφανίζεται…

Από Βορρά σε Βορρά λοιπόν: το Κάλγκαρι που την γέννησε βρίσκεται περίπου στο ίδιο γεωγραφικό πλάτος με το Παρίσι που την υιοθέτησε. Χώρα της συνεπώς ο «αληθινός βορράς», έξω από σύνορα και ονομασίες – άλλωστε η χώρα όπου γεννήθηκε, ο Καναδάς, ονομάζεται έτσι μόνο τους τελευταίους δυο αιώνες – , χώρα της και η εξορία. Γεωγραφική εξορία σημαίνει ότι η παιδική ηλικία είναι μακριά. Εδώ, αποσιωπάς αυτό που ήσουν, εκεί αποσιωπάς αυτό που κάνεις εδώ. Η εξορία ταυτίζεται με τον ακρωτηριασμό, την λογοκρισία, την ενοχή. Αυτή η γεωγραφική ασυνέχεια μπορεί να κρύβει μια αντίστοιχη κοινωνική εξορία, που αντιλαμβάνεσαι όταν αναγνωρίζεις ότι δεν μοιράζεσαι πια τις αξίες εκείνων που σε γέννησαν. Η συγγραφέας άργησε να αντιληφθεί ότι και η δική της εξορία ήταν κοινωνική· δεν επρόκειτο για ένα κενό ανάμεσα στην Ευρώπη και την Αμερική αλλά ανάμεσα σε δυο κόσμους και δυο συστήματα αξιών.

2. Η εnancy_huston_4νσυνείδητη μίμηση

Ένα από τα κεφάλαια του βιβλίου έχει τον τίτλο «Η μάσκα…». Η επιλογή της εγκατάλειψης της χώρας σου για έναν πολιτισμό και μια γλώσσα άγνωστους μέχρι τότε σημαίνει την αποδοχή της μίμησης, της προσποίησης, του θεάτρου. Φορτωμένος με τις βαριές αποσκευές των προηγούμενων δεκαετιών σου, καταδικάζεσαι στην ενσυνείδητη μίμηση της ξένης γλώσσας. Η προέλευσή σου άλλωστε είναι η πληροφορία που αποκρυσταλλώνεται στο μυαλό των άλλων ως η πιο αξιοπρόσεκτη ιδιότητά σου. Εκείνη, για παράδειγμα ήταν πάντα «η Καναδέζα»· η μελαγχολική μας Καναδέζα, όπως την αποκαλούσαν αμέτρητες φορές. Αλλά εκεί που οι άλλοι είναι προκατειλημμένοι αρνητικά, εκείνη ακούει θετικά όσο τίποτε άλλο κάθε προφορά, ξενική και μη.

Είτε πρόκειται για κάποιον Αϊτινό από το Μόντρεαλ, για μια Γερμανίδα στο Παρίσι ή για έναν Κινέζο στο Σικάγο, όλα είναι μυθιστόρημα, αν το σκεφτούμε. «Α…σκέφτομαι, αυτός ο άνθρωπος είναι κομμένος στα δύο· έχει λοιπόν μια ιστορία». Διότι εκείνος που γνωρίζει δυο γλώσσες, γνωρίζει αναγκαστικά και δυο πολιτισμούς και συνεπώς το δύσκολο πέρασμα από τη μια γλώσσα στην άλλη και τη επίπονη σχετικότητα των δυο πολιτισμών Και έχει όλες τις πιθανότητες να είναι κάποιος πιο εκλεπτυσμένος, πιο «πολιτισμένος», λιγότερο μονολιθικός απ’ ό,τι οι μονογλωσσικοί εκπατρισμένοι. [σ. 38]

3. Η ξενικότητα, μια μεταφορά σεβασμού

Η ξένη γλώσσα δεν αποθαnancy_huston_3ρρύνει μόνο φλυαρίες και ανακεφαλαιώσεις αλλά και σε εμποδίζει να παίρνεις πολύ στα σοβαρά τον εαυτό σου. Σου δίνει μάλιστα και μια σωτήρια απόσταση ως προς όλους τους άλλους «ρόλους» της ζωής σου. Για την Χιούστον η ξενικότητα αποτελεί μια μεταφορά του σεβασμού που οφείλουμε στον άλλο. Είμαστε δυο, ο καθένας από εμάς, το λιγότερο δύο, αρκεί να το ξέρουμε! Και, ακόμα και στο εσωτερικό μιας μόνο γλώσσας, η επικοινωνία είναι ένα θαύμα. (Οι ξενόφοβοι, με το μήνυμα της ταυτότητας, απλουστευτικό αλλά τόσο καθησυχαστικό, επιζητούν αντιθέτως να ισοπεδώσουν τις τραχύτητες και να διαλύσουν τις αποχρώσεις.) [σ. 38 – 39]

Ο ξένος είναι εκείνος που προσαρμόζεται και αυτή η διαρκής ανάγκη προσαρμογής μπορεί να είναι εξαιρετικά ευνοϊκή για το γράψιμο. Στα ξένα τίποτα πια δεν σου ανήκει από καταγωγής, δικαιωματικά και αυτονόητα. Σε μια ξένη γλώσσα κανένας τόπος δεν είναι κοινός (ούτε κυριολεκτικά, ούτε γραμματικά): τα πάντα είναι εξωτικά. Η διγλωσσία είναι η πνευματική διέγερση κάθε στιγμής. Και η Χιούστον ως «ξένη» συγγραφέας μπορεί ευκολότερα να παραβιάζει τους κανόνες και τις προσδοκίες της γαλλικής γλώσσας. Και τουλάχιστο στο γράψιμό της δεν ακούγεται η προφορά της!

Οι εξόριστοι είναι πλούσιοι. Πλούσιοι από τις συσσωρευμένες και αντιφατικές τους ταυτότητες. [σ. 20]

Emiliano_Ponzi 134. Ακατάρριπτες λέξεις, άπιαστη μνήμη

Καθώς προχωρούν οι σελίδες, η αυτοβιογραφική γραφή της συγγραφέως βαθαίνει όλο και περισσότερο, ιδίως στο κεφάλαιο για την μη γνήσια διγλωσσία, το βασανιστήριο να μην βρίσκεις ποτέ τις λέξεις την στιγμή που τις χρειάζεσαι, την άγνωστη γλώσσα πίσω από τα σύνορα: τοίχος αδιαφανής, όρια αδιαπέραστα. Ο ξένος ψελλίζει, τραυλίζει· γίνεται σιωπηλός, άλαλος. Η παραμικρή λεπτομέρεια γίνεται βουνό. Όσες επικλήσεις κι αν κάνουμε στην παγκόσμια γλώσσα της μουσικής, στην επικοινωνία των αισθημάτων κ.ά., οι λέξεις παραμένουν ακατάρριπτες ως μέσο επικοινωνίας.

Υπάρχει βέβαια εκεί στα ξένα η σωτήρια μνήμη· αυτή η ιερή γη, αυτό το κομμάτι του εαυτού μας που δεν μπορεί κανείς να το κυριεύσει και να το αλλοιώσει, κανείς δεν μπορεί ποτέ να μας στερήσει. Αλλά και αυτή είναι αναξιόπιστη, όπως και οι αναμνήσεις μας, που, διαμορφώνονται από αυτό που ζούμε κάθε μέρα, με τον ίδιο τρόπο που διαμορφώνονται και οι προτιμήσεις, οι απόψεις, οι δεσμεύσεις μας. Η μνήμη είναι ευμετάβλητη, ιριδίζουσα, φευγαλέα, άπιαστη. Τι απέγιναν λοιπόν οι σωτήριες αναμνήσεις στην Ξένη Γη; Έσβησαν από ασιτία, μαράζωσαν από έλλειψη επισκέψεων. Οι αναμνήσεις χρειάζονται επίσκεψη, τροφή, αερισμό, επίδειξη, διήγηση. Στην άγνωστη χώρα κανένα τοπίο ή πρόσωπο ή γεγονός δεν πυροδότησε το ηλεκτρικό σήμα επαναφοράς τους.

HUSTONn_A.Sagalyn5. Οι πολλαπλές μας ταυτότητες

Η συγγραφέας γράφει για την ελευθερία να πηγαίνουμε αλλού και να είμαστε άλλοι μέσα στο κεφάλι μας, την ελευθερία να μην ικανοποιούμαστε από μια ταυτότητα (θρησκευτική, εθνική, πολιτική, σεξουαλική) που παρέχεται από τη γέννηση, την επίγνωση ότι έχουμε χίλια διαφορετικά πρόσωπα και ότι αυτό ακριβώς είναι που ονομάζεται «εγώ».

Το να είσαι ολοκληρωτικά ανοιχτός σ’ αυτήν τη ροή, σ’ αυτήν την πολλαπλότητα, σ’ αυτήν την δεκτική ικανότητα του εαυτού σου, σημαίνει ότι βουλιάζεις μέσα στην τρέλα. Για να φυλάξουμε τη λογική, γινόμαστε μύωπες και αμνησιακοί. Οριοθετούμε αυστηρά τη ζωή μας. Χαρτογραφούμε την ίδια γη μέρα με τη μέρα, χαρακτηρίζοντάς την ως «η ζωή μου». Και τελικά η λογοτεχνία μας επιτρέπει να διευρύνουμε αυτά τα όρια, καθώς, διαβάζοντας, επιτρέπουμε σε άλλα όντα να εισχωρήσουν μέσα μας και τους δίνουμε αβίαστα χώρο, γιατί τα γνωρίζουμε ήδη. Το μυθιστόρημα είναι αυτό που εξυμνεί αυτή την αναγνώριση των άλλων σε σένα και του εαυτού σου στους άλλους.

Emiliano Ponzi 19BTo επισυναπτόμενο στην έκδοση μικρό δοκίμιο για τις Δώδεκα Γαλλίες σκιαγραφεί με μικρά κείμενα τις όψεις / προσωπικές της προσλήψεις της χώρας της: Φαντασιωσική [της γλώσσας, του τραγουδιού και της ποίησης], την Θολή [με τις δυσκολίες κατανόησης και αποδοχής], Μνημειώδης [που υπερηφανεύεται για τα περασμένα της μεγαλεία, ξεχνώντας όμως το παρόν], Αριστερίστρια [των διαδηλώσεων και του ’68], Καμακατζού […], Θεωρητική [όπου και η εμπειρία της επίδρασης, της υποταγής αλλά και του απογαλακτισμού από τον Ρολάν Μπαρτ], Φεμινίστρια, Κοινότοπη, Κοσμοπολίτισσα, Κομφορμίστρια, Χλευαστική, Απόκρυφη.

Ένα τόσο σύντομο αφήγημα αποτελεί το πολυτιμότερο εγχειρίδιο κατανόησης της διγλωσσίας, της ξενικότητας και των πολλαπλών ταυτοτήτων, όχι μόνο των συνανθρώπων μας αλλά και των δικών μας εαυτών.

Εκδ. Άγρα, 2000, μτφ. Ειρήνη Τσολακέλλη, 133 σελ. [Nord Perdu / Douze France, 1999].




Αύγουστος 2014
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 123
45678910
11121314151617
18192021222324
25262728293031

Blog Stats

  • 1.138.505 hits

Αρχείο