
Υπάρχει ιδανικότερος τερματοφύλακας από τον Αλμπέρ Καμύ, γνώστη της Αντίστασης και του συνθήματος No Pasaran; Όταν η διατήρηση του μηδενός είναι στόχος της ύπαρξής σου, ζεις μια μοναχική ζωής πάνω στη γραμμή του τέρματος και πανηγυρίζεις πάντα μόνος, ενώ όταν δέχεσαι γκολ όλοι απομακρύνονται από κοντά σου, νοιώθεις πάντα ένας Ξένος. Υπάρχει, αντίστοιχα, καταλληλότερο δεξί μπακ από την Σιμόν ντε Μπωβουάρ, θέση που χρόνια έδινε βοήθειες στους άλλους χωρίς να περιμένει ανταπόδοση αλλά και που στον μοντέρνο του ρόλο παίρνει πρωτοβουλίες και φτάνει ως την επίθεση;
Με τον αριστερό πάλι μπακ Ζαν Μπρωντριγιάρ ποτέ δεν ξέρεις σε ποιον πηγαίνει η μπάλα ή πού θα καταλήξει. Γνώστης του φανταιζί ποδοσφαίρου και του αιφνιδιασμού, όλο περίτεχνες τρίπλες κι εκθαμβωτικά τεχνάσματα, πάντα ξεπατίκωνε τις κινήσεις άλλων, εφόσον αυθεντικό είναι μονάχα ό,τι μπορεί να αντιγραφεί. Η ομάδα του (από την οποία άφησε απ’ έξω τον Φουκώ και πήρε στη θέση του τον Ντερριντά) αμφισβητούσε οποιαδήποτε απόφαση των διαιτητών και όχι μόνο.
Ο σέντερ χαφ της Άστον Βίλα (λόγω καταγωγής από τα Middlelands) Ουίλιαμ Σαίξπηρ φρόντιζε πάντα για το ρυθμό του παιχνιδιού, έφερνε τρικυμία στο γήπεδο και υποστήριζε το τέλος καλό όλα καλά. Πήρε απρόσμενη μεταγραφή στη Βενέτσια και καθιέρωσε το αμυντικό σύστημα της τριπλής ζώνης στην ομάδα του Βασιλιά Ληρ. Εξελίχθηκε σε ικανό κυνηγό ταλέντων, εφόσον εντόπισε σε ερασιτεχνική ομάδα της Δανίας τον πολλά υποσχόμενο αλλά κυκλοθυμικό νεαρό Άμλετ, αλλά ούτε αυτός ούτε ο σκουρόχρωμος αμυντικός Οθέλλος ανταπεξήλθαν στις απαιτήσεις μιας μεγάλης ομάδας.
Τη θέση του σέντερ μπακ κερδίζει επάξια ο Νίτσε. Εραστής της υπεροχής, κυνικός, μαχητικός μέχρις εσχάτων, φλέρταρε με τις κίτρινες κάρτες σαν να μην υπάρχει αύριο. Στεκόμενος μόνος στην καρδιά της άμυνας, είχε πλήρη συναίσθηση της βαρύτατης ευθύνης. Δίπλα του στο κέντρο της άμυνας, το μεταγραφικό απόκτημα της Καίμπριτζ Γιουνάϊτεντ Λούντβιχ Βιτγκενστάιν που υποστήριζε πως δεν υπάρχει ένας τρόπος να σκοράρει κανείς αλλά πολλοί και τόνιζε την σημασία της άριστης γνώσης των κανόνων του παιχνιδιού και της κατοχής της μπάλας για την απαραίτητη αίσθηση τάξεως.
Αμετανόητος ατομιστής και φιγουρατζής Όσκαρ Γουάιλντ, είναι ό, τι πρέπει για δεξί εξτρέμ. Οι φαλτσαριστές του σέντρες μπέρδευαν του αντιπάλους με την απρόβλεπτη τροχιά τους – κοινώς δεν ήταν ποτέ στρέιτ! Ο Γουάιλντ έβγαλε το ποδόσφαιρο από τον αγγλικό ρεαλισμό των Ντίκενς και Κίπλινγκ, εισάγοντας την κέλτικη σχολή ποδοσφαίρου. Σέντερ φορ μπαίνει ο Ουμπέρτο Έκο (Μπολόνια): σπουδαίος στην επικοινωνία, υπέρ του ανοιχτού παιχνιδιού, ψάχνει με φαντασία κι ευρηματικότητα τις πιο απρόσμενες γωνίες για αναπάντεχες κινήσεις.
Αν ο δεύτερος επιθετικός (δεκάρι) πρέπει να είναι ένας γρήγορος παίκτης δίπλα στο βαρύ φορ, τότε ο Αντόνιο Γκράμσι κρίνεται καταλληλότερος, εφόσον χρησιμοποίησε τη βαριά μαρξιστική θεωρία για να φτάσει σε ένα ελαφρότερο, πιο ευέλικτο μοντέλο. Έχοντας βαλθεί να αποδείξει πως η πλουτοκρατία των συλλόγων με τα μεγάλα συμβόλαια δεν θα περάσει, αδικήθηκε όσο κανείς άλλος από τα σφυρίγματα των μελανοχιτώνων εκπροσώπων της τάξης. Κι επειδή όχι σπάνια οι προπονητές εκπλήσσουν με 1-2 επιλογές τους, η ομάδα συμπληρώνεται με ηγέτη – επιτελικό τον αρχαίο Κινέζο στρατηγό και πολεμικό αναλυτή Σουν Τζου και 11άρι τον … Μπομπ Μάρλεϋ (με μια σπάνια φωτογραφία όπου εικονίζεται κλωτσώντας μπάλα σε λασπωμένο γήπεδο με χειμωνιάτικα ρούχα), με εξίσου πειστικά επιχειρήματα.
Αυτό το μικρό αλλά πυκνότατο τομάκι περιλαμβάνει ακόμα σημειώσεις του προπονητή – συγγραφέα, μικρά αλλά κατατοπιστικά βιογραφικά των «παικτών», τον αριθμό, τις «ομάδες» (σε επίπεδο συλλόγων αλλά και εθνικό) τους, φωτογραφίες, σκίτσα κι από μια χαρακτηριστική τους ρήση για το άθλημα. Mark Perryman – Philosophy Football, 1997 / Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2006, μετφ. Αλέξανδρος Φιλιππίδης, εισαγωγή Αντώνης Πανούτσος, επίμετρο Κώστας Καλφόπουλος, σελ. 188.
Στις φωτογραφίες: Πορτιέρο Καμύ, Βιτγκενστάιν Σέντερ Μπακ, Σωκράτης Σούπερ Σταρ.
Πρώτη δημοσίευση: http://www.mic.gr/books.asp?id=16050.
Η παρουσίασή σου μεταφέρει ό,τι καλύτερο μπορεί να αποκομίσει κανείς από την ανάγνωση του βιβλίου. Ο όρος ‘στοχαστές’ που επιλέγεις είναι ιδιαίτερα επιτυχημένος – από τα ονόματα που απαριθμείς μόνο τρεις θα μπορούσαν με σιγουριά να χαρακτηριστούν φιλόσοφοι (Νίτσε, Βιτγκενστάιν, Μπωβουάρ) αλλά ο τρόπος που τους διαπραγματεύεται το εν λόγω βιβλίο μας κάνει να εκτιμήσουμε τις ιδέες κι όχι τα επιχειρήματά τους. Καλό σαββατοκύριακο.
Συμφωνώ απολύτως σε όλα – όχι τυχαία ο αγγλικός τίτλος του βιβλίου αναφέρεται σε φιλοσοφία και όχι φιλοσόφους. Και πράγματι, είναι οι ιδέες και οι ρήσεις των προσώπων εδώ που προσφέρουν στον συγγραφέα τους λόγους να τους μοιράσει θέσεις στο γήπεδο (σε τι είδους αγώνα άραγε;)όπως φυσικά τον συμφέρει. Μεταξύ μας, νομίζω πως κι εκείνος έπαιζε μικρός το παιχνίδι με τις ενδεκάδες και προφανώς το συνεχίζει ακόμα. Αλλιώς δεν εξηγείται η «συμμετοχή» ορισμένων, και κυρίως του Bob Marley!