Υπάρχουν πολλοί αναγνώστες που έχουν μανία με τις συλλογές, πέρα από το … συλλεκτικό του είδους. Οι λόγοι είναι γνωστοί: η ποικιλία, η συνύπαρξη πολλών ειδών και τάσεων, το απρόβλεπτο ή αταίριαστο ή διαφορετικό του επόμενου κομματιού, και πολλά άλλα εξίσου γνωστά. Ε λοιπόν αυτός ο δίσκος είναι πρώτιστα γι’ αυτούς. Τι κι αν υπογράφεται από ένα μόνο όνομα; Η αίσθηση της συλλογής με όλα τα παραπάνω στοιχεία εδώ είναι κυριαρχική. Και υπάρχει εξήγηση γι’ αυτό: τα 27 κομμάτια εδώ φτιάχτηκαν και τραγουδήθηκαν από το κάθε μέλος της μπάντας ξεχωριστά. Έμπνευση υπήρξαν τα 4 ταυτόχρονα LP των Kiss το 1978. Έτσι η 27μελής πανηγυρική μπάντα με το εξτραβαγκαντικό παρεΐστικο στιλ που μας ξεσήκωσε ψυχοσωματικά με το Let Me Introduce My Friends (2006) (και κυρίως το έξοχο ομώνυμο τραγούδι, ενώ το Who Killed Harry Houdini του 2008 δεν αποτέλεσε αναμενόμενη συνέχεια) μετατρέπεται σε σύλλογο συλλογής ειδών και στιλ.
Πολυχρωμία: το Lower My Head υποδειγματίζει την shoegaze αισθητική, το But Hey Even Though Your Horses Went Away την κοπάνησε από τις σπιτικές καναδέζικες μπάντες της Arts & Crafts, το Baby let’s go θα εξαπατούσε έναν λάτρη των girl group των 60ς αν δεν είχε λιγότερο σουηδική ποπ παραγωγή. Άραγε τι απωθημένο τραγούδι φτιάχνει ο καθένας και ποιο είδος συγκεντρώνει τις περισσότερες δοκιμές άρα προτιμήσεις των μελών;
Προς μεγάλη έκπληξη η ηλεκτροπόπ: το Pet Duet στην πλευρά των Saint Etienne για να μην πω Human League, το Tour de France για το οποίο δεν αναρωτιέμαι σε ποιους αποδίδει φόρο τιμής και ακόμη τα Be the same και Kosmonaut. Ο Gary Numan θα χαμογελάει με όλα τα ευμνημόνευτα πληκτροριφφάκια. Προς ακόμα μεγαλύτερη, ηλεκτρορόκ ροπή και κοπή στο στιλ των Soundtrack of Our Lives κι ό,τι αυτοί αντιγράφουν (Silence, Troublemaking και το καλύτερο του δίσκου Nothin Like the Mornin). Παραδόξως οι δυο Ljung (αδέλφια;) που τα καταφέρνουν καλύτερα συνθετικά και φωνητικά, στο σχήμα παίζουν μόνο … πνευστά. Ακόμα και η ακουστική φολκ διεκδικεί προς στιγμήν δάφνη πλειοψηφίας με τα The Return of the Ape και το α λα Neil Young τελείωμα και το Make Me a Cowboy Again for a Day. Στην μειοψηφία έχουμε από ένα: σουεντικό (όχι σουηδικό) μελόδραμα (What Should I Do), σχεδόν παιδικό (Hej Hej Ivar), πειραματικό (Zapatista), jazzy piano (Alice in Wonderland), «eastern» έθνικ (The Wave), ψιλο-σλάκερ ροκ (My BPM …), καντράκι (Sick of love). Το UHOH αλιεύει απ’ την ίδια δεξαμενή με τους MGMT και δυο μπαλάντες αφήνουν περίφημη επίγευση στην σαλάτα (Hang On, Dreaming My Dreams).
Τα καμάρια του υπερβόρειου Jonkoping φαίνεται να το διασκεδάζουν με την ψυχή τους, αν κρίνω από τις φωτογραφίες των ταξιδιών, των φαγοποτίων και των ηχογραφήσεων. Ξανασκέφτομαι πως κατόρθωσαν το ελαφρώς απίθανο: μέσα σ’ ένα συνωστισμό που φαίνεται ότι τους πάει πολύ, ο καθένας έβγαλε το ατομικό του ιδιαίτερο «σινγκλάκι». Ωραία ιδέα, να την ακολουθήσει κάθε μπάντα απαριθμεί από τέσσερα μέλη και πάνω. Βινυλιακώς ο δίσκος είναι τριπλός με μικρά εικαστικά όλων των μελών (άντε πάλι) και διαδικτυακώς ελεύθερος απ’ το website τους.
Πρώτη δημοσίευση: εδώ. Στην πρώτη φωτογραφία: ο εφιάλτης του σερβιτόρου. Στην επόμενη: ο «πάντα κάποιος κάνει κάτι περισσότερο απ’ τους υπόλοιπους». Στις τελευταίες: τα εξώφυλλα του παρόντος και του παρελθόντος – οι διαφορές εμφανείς.