
Ερώτηση δεύτερη: Ο Wilson εξηγεί πως πρώτα ξεκίνησε να γράφει τα τραγούδια και κατόπιν συνειδητοποίησε πως ταιριάζουν περισσότερο σε δίσκο με το όνομά του, παρά σε δίσκο με τα υπόλοιπα σχήματά του: Porcupine Tree, Blackfield και τα υπόλοιπα συσχετιζόμενα (No-Man, Bass Communion, Opeth., I.E.M. κ.λπ.). Για τα υπόλοιπα το συζητάμε, μα δεν υπάρχει η παραμικρή διαφορά στη μουσική, τουλάχιστο όσον αφορά τους Tree! Οποιοσδήποτε το ακούσει με κλειστά μάτια θα στοιχηματίσει πως πρόκειται για κυκλοφορία τους, ακόμα και από την εποχή των κασετών τους. Το μόνο λογικά δεκτό εδώ είναι η επιθυμία του να παίξει ελεύθερα με νέους μουσικούς, ίσως και να προσθέσει μια ακόμα σειρά στην ονοματολογία του.
Ερώτηση τρίτη: Οι περισσότερες κριτικές επικεντρώνουν στην άψογη παραγωγή και το τέλειο ήχο, που «κάνει ακόμα και τα παραμορφωμένα μέρη να ακούγονται κρυστάλλινα καθαρά». Δηλαδή υπάρχει ακόμα κόσμος που ενδιαφέρεται να νιώσει πως δεν πήγαν άδικα τα λεφτά που έδωσε για το στερεοφωνικό του ή τέλος πάντων που ακόμα πείθει τον εαυτό του πως αν δεν του αρέσει η μουσική, δεν πειράζει, υπάρχει πάντα και η ποιότητα του ήχου για να μην νοιώσει κορόιδο; Ή τελικά η παραμόρφωση πρέπει να μην ακούγεται ως παραμόρφωση, αλλά να απλώς να ξέρουμε μεν πως είναι τέτοια, να προστατεύσουμε όμως και τα αυτιά μας;
Διάλειμμα καλοσύνης: Σαφώς και υπάρχουν ανθοί εδώ, εφόσον ξεπεράσουμε την σαστιμάρα από τα παραπάνω κι απλά δεχτούμε πως ο φίλος μας έβγαλε έναν δίσκο όπου κάνει πανομοιότυπα αυτό που ξέρει να κάνει τόσα χρόνια με τους P.T και τους Blackfield. Στους πρώτους «ανήκει» το Harmony Korine, στους δεύτερους το Veneno Para Las Hadas, σ’ αμφότερους το ομώνυμο. Ως καλύτερο κομμάτι θα πρότεινα το Significant Other, που μας προσφέρει όμως ένα άλλο deja attendu: το υπόβαθρο των Cocteau Twins (κυρίως των 12ιντσων τους), ανεξάρτητα από τα αιθερικά φωνίσματα της Clodagh Simmonds: λικνιστικό μπιτ, πρώτη κιθάρα κεντρομόλος, δεύτερη κιθάρα φυγόκεντρος κι έναν τυπικό 4AD ήχο.
Τουλάχιστον δύο κομμάτια κόβονται στα δύο, διαμοιραζόμενα σε αργούς και άγριους τόνους ή αντίστροφα (Salvaging, Get All You Deserve) και στα δύο (μουσικά) άκρα του δίσκου βρίσκονται το ινστρουμένταλ με τζαζ κινηματογραφικό πιάνο (Twilight Coda) και το τερατωδώς ηλεκτροκιθαρισμένο No Twilight Within the Courts of the Sun – αυτονόητα οτιδήποτε progressive έχει το προβάδισμα.
Η αλήθεια είναι πως η τεράστια απήχησή των Porcupine Tree οφείλει πολύ λιγότερα στα μίντια και περισσότερα σε έναν διαρκώς διευρυμένο κύκλο πιστών, είτε αυτοί λέγονται συλλέκτες (το πάθος των οποίων έχει ουκ ολίγες φορές ικανοποιήσει με ειδικές κυκλοφορίες, περιορισμένα αντίτυπα εξτρά κυκλοφοριών, κασέτες κ.ο.κ.), είτε λέγονται 17χρονοι που γεμίζουν τις συναυλίες τους και ψάχνουν τους δικούς τους ενδιαφέροντες ροκ εντ ρολλερς. Και μια και λέμε για bonus disc, το Puncture Wound κοπιάρει το Forest των Cure συνειδητά ή κατά λάθος;
Πρώτη δημοσίευση: εδώ.