Σάκι [Hector Hugh Munro] – Το τετράγωνο αυγό και άλλες ιστορίες

Η SAKI - To tetragono avgoλογοτεχνημένη δικαίωση παιδιών και ζώων

 Θυμάμαι πολύ καλά την πρώτη μου επαφή με την λογοτεχνία του Σάκι: ο Σρέντνι Βαστάρ ήταν ένα από τα συναρπαστικότερα διηγήματα που διάβασα ποτέ. Βρισκόταν σε μια επιλογή διηγημάτων που κυκλοφόρησε υπό τον τίτλο Ο Άγιος και το Τελώνιο [εκδ. Γράμματα, 1983, μτφ. Άρη Σφακιανάκη]. Χάρη σε μια άλλη συλλογή ιστοριών που εκδόθηκε ως Η τακτική του αιφνιδιασμού και άλλα διηγήματα [εκδ. Ποταμός, 2000, μτφ. Μαργαρίτα Ζαχαριάδου] διάβασα μερικές ακόμα σπαρταριστές κωμικοτραγικές ιστορίες του ευφάνταστου συγγραφέα. Και επιτέλους το εκδοτικό κενό καλύπτεται με την παρούσα πλούσια εκλογή διηγημάτων από τέσσερις συλλογές: Ο Ρέτζιναλντ στη Ρωσία, Τα χρονικά του Κλόβι, Ζώα και θηρία, Τα παιχνίδια της ειρήνης και Το τετράγωνο αυγό.

 Αμέσως έτρεξα στον Σρέντνι Βαστάρ για να ξαναδιαβάσω την ιστορία του δεκάχρονου Κόνραντιν και της κηδεμόνος του κυρίας ντε Ροπ, που στα μάτια του αντιπροσώπευε «εκείνα τα τρία πέμπτα του κόσμου που είναι αναγκαία, δυσάρεστα και πραγματικά»· τα υπόλοιπα δύο πέμπτα συνοψίζονταν σε κείνον και στη φαντασία του. Οι σπάνιες απολαύσεις του πρόσφεραν επιπρόσθετη ευχαρίστηση αν υπήρχε η πιθανότητα να είναι δυσάρεστες σ’ εκείνη ενώ εκείνη με τη σειρά της δεν θα ομολογούσε ποτέ στον εαυτό της ότι τον απεχθανόταν. Ο κόσμος του μικρού περιορίζεται στον μουντό μελαγχολικό κήπο, όπου τα παράθυρα είναι έτοιμα κάθε στιγμή να ανοίξουν για να βγει η εντολή «να μην κάνει ετούτο ή εκείνο».

10063182ef92422e6f4af6f9aa38452dΑλλά στην άκρη του κήπου, μια ξύλινη αποθήκη στη φαντασία του μετατρέπεται σε αίθουσα αναψυχής ή καθεδρικός ναός πόσο μάλλον όταν αποτελεί και το ενδιαίτημα ενός κουναβιού που του προσφέρει έντρομη χαρά. Το κουνάβι γίνεται θεός και θρησκεία του· κάθε Πέμπτη, στην σκοτεινή και μουχλιασμένη σιωπή της αποθήκης, το αγόρι λατρεύει μπροστά στο κλουβί του με μια περίτεχνη τελετή τον Σρέντνι Βαστάρ. Κι όχι μόνο: τη μυστική λατρεία ακολουθεί μια πικρή ικεσία προς το κουνάβι, «να κάνει κάτι γι’ αυτόν». Όταν η κυρία ντε Ροπ αντιλαμβάνεται τις επισκέψεις του στην παράγκα και σπεύδει να την ερευνήσει, ο θλιμμένος Κονραντίν διαισθάνεται το τέλος…

Ήξερε ότι η Γυναίκα θα ερχόταν σε λίγο με κείνο το στυφό χαμόγελο που απεχθανόταν τόσο πολύ πάνω στο πρόσωπό της, και πως σε μία, το πολύ δυο ώρες, ο κηπουρός θα μετέφερε μακριά τον υπέροχο θεό του, όχι θεό πια, παρά ένα απλό καφετί κουνάβι μέσα σε κλουβί. Και ήξερε ότι η Γυναίκα θα θριάμβευε παντοτινά όπως θριαμβεύει και τώρα, και πως εκείνο θα αρρώσταινε όλο και πιο πολύ κάτω από τη φορτική και καταπιεστική και ανώτερη σοφία της, ώσπου μια μέρα τίποτε δεν θα είχε πια σημασία γι’ αυτόν, ώσπου μια μένα τίποτε δεν θα είχε πια σημασία γι’ αυτόν, και οι γνωματεύσεις του γιατρού θα έβγαιναν αληθινές. Και μέσα στον πόνο και τη δυστυχία της ήττας του, άρχισε να ψέλνει με δυνατή και εριστική φωνή τον ύμνο του απειλούμενου ειδώλου του… [σ. 83]

tumblr_m9yf730Ji21ra9lleo1_500_Όμως στη μελαγχολική υπομονή της επερχόμενης ήττας η δειλή ελπίδα πλησιάζει ψιθυριστά και το υπέροχο, αδιανόητο τέλος της ιστορίας ολοκληρώνει ένα διήγημα υποδειγματικό, και ως προς την κλιμάκωσή του αλλά και ως προς το αφηγηματικό μοντέλο του συγγραφέα. Τα παιδιά και τα ζώα, έκθετα στον κόσμο των μεγάλων, ασφυκτιούν ανάμεσα μέσα στην στείρα λογική και τις ατέλειωτες υποχρεώσεις του και εκδικούνται με ευφάνταστους τρόπους. Άλλες φορές πάλι, παγιδεύουν ακόμα και αθώους πρεσβύτερους, ασκώντας, θαρρείς, διαχρονική δικαιοσύνη για όσα δεινά υπέστησαν από το γένος τους. Παράμερος παρατηρητής ο συγγραφέας, μας εφοδιάζει με όλες τις εσωτερικές σκέψεις των αντίπαλων χαρακτήρων του, φορτώνοντας τη γραφή του με λεκτικό πλούτο και δηλητηριωδέστατη ειρωνεία.

Ποιος να το φανταζόταν πως η συγκεκριμένη θεsaki1ματική του Σάκι δεν είναι τυχαία! Η μητέρα του σκοτώθηκε σε τραγικό δυστύχημα από αφηνιασμένη αγελάδα και το γεγονός αυτό εδραιώθηκε ως ξόρκι στη λογοτεχνία του, είτε με τη μορφή του ζώου ως φυσικού τιμωρού είτε ως άγγελος της ειρωνείας και του ανοίκειου. Στη λογοτεχνία του παραχωρεί τη θέση του τελικού νικητή στη φύση και στην αιωνόβια λειτουργία της. Μετά τον θάνατο της μητέρας του στάλθηκε στο Ντέβον για να μεγαλώσει με τις θείες του, που κατέφευγαν συχνά στην σωματική τιμωρία. Πρόκειται για την δεύτερη πηγή έμπνευσής του, καθώς αντιπαθείς θείες και συγγενείς διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο σε πολλά διηγήματά του, αρχικά κυριαρχώντας και αργότερα υποφέροντας τα πάνδεινα. Έτσι ο Σάκι βρίσκει ιδανική ευκαιρία να εξευτελίσει τα γελοία ήθη και τις ψεύτικες ηθικές των «πολιτισμένων» εξουσιαστικών ανθρώπων.

JacekYerkaΚι έτσι αρχίζει ο χορός ορισμένων εξίσου απολαυστικών ιστοριών. Στην Αποθήκη ο μικρός ήρωας είναι ο Νίκολας, που διακρίνει καθαρά πως οι ηλικιωμένοι, οι σοφότεροι και καλύτεροι άνθρωποι βρίσκονται σε πολύ μεγάλη πλάνη όσον αφορά θέματα για τα οποία έχουν εκφραστεί με υπέρτατη αυτοπεποίθηση. Όταν η κατά φαντασίαν θεία του (καθώς ως θεία των εξαδέλφων του επιμένει «από κάποια αδικαιολόγητη τάση της φαντασίας της να αυτοαποκαλείται και δική του θεία») τον τιμωρεί απαγορεύοντάς του να συμμετάσχει στην οικογενειακή εκδρομή, εκείνος  απεργάζεται την εκδίκησή του. Υποκρίνεται πως θέλει να εισέλθει στον απαγορευμένο κήπο με τα φραγκοστάφυλα και εφόσον η θεία του έχει αναλάβει οικειοθελώς το αντίστοιχο βάρος, την κρατά σε επιφυλακή όλο το απόγευμα. Αντίθετα, καταφέρνει να μπει στην κλειστή αποθήκη που διατηρεί η θεία του, που ανήκει και στην κατηγορία εκείνων των ανθρώπων «που νομίζουν ότι τα πράγματα φθείρονται από τη χρήση και τα παραδίδου στη σκόνη και την υγρασία για να τα προφυλάξουν». Η αντεπίθεσή του είναι διπλή: η θεία παγιδεύεται στη στέρνα του κήπου και στις ικεσίες της για βοήθεια, εκείνος της θυμίζει την απαγόρευσή της να μπει στον κήπο: Δεν είπαμε ότι δεν πρέπει να μπω στην κήπο με τα φραγκοστάφυλα; Η φωνή σου δεν μοιάζει με της θείας μου, μπορεί να είσαι ο Σατανάς…Η θεία μου κάθε τόσο μου λέει ότι ο Σατανάς θέλει να με βάλει σε πειρασμό, για να γίνω ανυπάκουος…

66.49a-m_kienholz_imageprimacy_640Στην Ανοιχτή Μπαλκονόπορτα μια δεσποινίς δεκαπέντε Μαΐων υποδέχεται τον κύριο Νάτελ, που πραγματοποιεί την πρώτη του επίσκεψη ως γείτονας. Καθώς περιμένουν την θεία της, ατάραχη η μικρή Βέρα τον ενημερώνει για την τραγωδία του σπιτιού που σχετίζεται με την μπαλκονόπορτα του σαλονιού που δεν κλείνει ποτέ: από εκεί έφυγαν πριν από τρία χρόνια για κυνήγι ο άντρας και τα αδέλφια της θείας της και δεν ξαναγύρισαν ποτέ, και από εκεί τους περιμένει έκτοτε η θεία. Η θεία καταφτάνει και ο κύριος Νάτελ θύμα της πλατιά διαδεδομένης πλάνης ότι άνθρωποι εντελώς ξένοι και τυχαίες γνωριμίες διψούν τάχα να μάθουν μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια τις αρρώστιες και τις αναπηρίες σου, τις αιτίες τους, και τους τρόπους θεραπείας τους, εξομολογείται την ιατρική εντολή για ψυχική ηρεμία που τον οδήγησε στη νέα του κατοικία. Όταν οι κυνηγοί φαίνονται να πλησιάζουν την πόρτα, έντρομος ο κύριος Νάτελ παίρνει δρόμο, αφήνοντας τις οικοδέσποινες βέβαιες για την ψυχική του διαταραχή. Η Βέρα δικαιώνεται: οι τερατολογίες εκ των ενόντων ήταν η ειδικότητά της.

charlie-bearman-2Μια άλλη διαβολική νεαρή, η Λάουρα εξομολογείται στην φίλη της Αμάντα την βεβαιότητα του επικείμενου θανάτου της και την μετενσάρκωσή της σε πλάσμα κατώτερο, «κάποιο ζώο», ίσως κάποια βίδρα, και μετά πιθανώς σε μελαψό αγόρι από την Νουβία. Η Λάουρα πράγματι πεθαίνει και ο λαχανόκηπος του αντιπαθούς της συζύγου της Αμάντα αντιπάθησε υφίσταται τα πάνδεινα από μια βίδρα, που τελικά θανατώνεται, ενώ το ηρεμιστικό ταξίδι του ζεύγους στο Νείλο αναστατώνεται από ένα μαυριδερό αγόρι. Η Αμάντα πια είναι ανεπίστροφα ασθενής. Μια ταπεινωτική τιμωρία περιμένει στην Εξιλέωση τον Οκταβιανό Ρατλ, η ψυχική γαλήνη του οποίου είναι σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένη από την απεριόριστη αποδοχή εκ μέρους των συνανθρώπων του. Τρία κάτωχρα παιδικά πρόσωπα τον παρατηρούν πίσω από έναν φράκτη να μακελεύει τα κοτόπουλά του. Η «αμείλικτη παιδική λογική» τον αιχμαλωτίζει κλιμακωτά σε βαθύ εξευτελισμό.

41VuYv2EbxLΑλλά δεν είναι μόνο τα παιδιά και τα ζώα π3401ου κυριαρχούν στις δεκάδες ιστορίες του Σάκι. Η βυζαντινή ομελέτα σαρκάζει με απολαυστικό τρόπο τις σοσιαλιστικές ιδέες της Σόφι Τσάτελ, με τις προωθημένες της ιδέες όσον αφορά την κατανομή του χρήματος, υπό την προϋπόθεση της ευτυχούς συγκυρίας του γεγονότος ότι κατείχε και το ανάλογο χρήμα. Η καταφερόμενη εναντίον των δαιμόνων του καπιταλισμού κυρία αισθάνεται ήσυχη ότι το σύστημα με όλες τις ανισότητες και αδικίες του θα μακροημερεύσει τουλάχιστο όσο και η ίδια, τα βρίσκει σκούρα όταν, ενόψει ενός σημαντικού δείπνου στο σπίτι της,  που κινδυνεύει να ακυρωθεί εξαιτίας της άρνησης του αρχιμάγειρα να σερβίρει την περίφημη ομελέτα του και της απεργίας από το συνδικάτο των Μαγείρων και των Υπαλλήλων Κουζίνας.

61882370003222401238269Pic9781592241927_p0_v1_s260x420Κανείς δε γλίτωσε την πένα του Σάκι: αριστοκράτες ή αναμορφωτές, πολιτικοί ή συνδικαλιστές, συστημικοί ή τρομοκράτες, σπουδαιοφανείς ή ηλίθιοι, Τα απροκάλυπτα ή υπόγεια χλευαστικά του σχόλια καλύπτουν ολόκληρο το εύρος της ανθρώπινης ανοησίας και όπως γράφει στο εξαιρετικό επίμετρο ο μεταφραστής, «μέσα στην πλήξη του καιρού του, που για ορισμένους κοινωνικούς κύκλους είχε γίνει ένα είδος ιδεολογίας…είδε τη νοσηρότητα που συνόδευε αυτή τη μαγγανεία του εφήμερου και την εξάπλωση της φαυλότητας». Κι ίσως γι’ αυτό έφερε στο κέντρο της γραφής του τόσα παιδιά: ως το ηθικό αποκούμπι της ηλίθιας κοινωνίας του. Η ίδια αυτή ανίκανη κοινωνία αφάνισε αυτόν τον τόσο προικισμένο συγγραφέα, που έχασε άδικα τη ζωή του σε ηλικία 46 χρονών στην πολεμική κρεατομηχανή του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και μάλιστα ως εθελοντής: λάτρης της ειρωνείας ως την τελευταία του πνοή…

Εκδ. Ίνδικτος, 2013, μτφ. – επίμετρο Ανδρέας Σπύρου, σελ. 477 [Οι ιστορίες αντλήθηκαν από τον συγκεντρωτικό τόμο H.H. Munro – The Compete Short Stories – Saki].

Η εικονογράφηση του Σρέντι Βαστάρ [οι τρεις πρώτες εικόνες της ανάρτησης] από εδώ.

Μισέλ ντε Σερτώ – Επινοώντας την καθημερινή πρακτική. Η πολύτροπη τέχνη του πράττειν

Serteau_final.indd«Αντιπειθαρχία» στην καθημερινότητα, τεχνάσματα στην κατανάλωση, αντιστάσεις στην ανάγνωση

Στην πραγματικότητα, η αναγνωστική δραστηριότητα εμφανίζει όλα τα γνωρίσματα μιας σιωπηλής παραγωγής: παρεκκλίσεις στη διάπλευση της σελίδας, μεταμόρφωση του κειμένου από τα ταξίδια του ματιού, αυτοσχεδιασμός και προσδοκία σημασιών συναγόμενων από λίγες λέξεις, αλληλεπικαλύψεις γραμμένων χώρων, εφήμεροι χοροί. Πλην όμως ο αναγνώστης….παρεισάγει στο κείμενο του άλλου τα τεχνάσματα της απόλαυσης και μιας επανιδιοποίησης: επιδίδεται στη λαθροθηρία […]. Το αναγνώσιμο μεταβάλλεται σε αξιόμνηστο: ο Μπαρτ διαβάζει τον Προυστ στο κείμενο του Σταντάλ, ο θεατής διαβάζει το τοπίο της παιδικής του ηλικίας στο ρεπορτάζ της επικαιρότητας. Η λεπτή μεμβράνη του γραπτού γίνεται μετακίνηση στρωμάτων του εδάφους, παιχνίδι χώρων. Ένας διαφορετικός κόσμος (ο κόσμος του αναγνώστη) εισάγεται στη θέση του συγγραφέα. [σ. 70 – 71]

γράφει ο ντε Σερτώ αναφερόμενος στην αναγνωστική πρακτική ενός ευρύτερου δικτύου αντίστασης και «αντιπειθαρχίας» του καταναλωτή, πολιτιστικού και μη. Όπως οι ενοικιαστές διενεργούν μια παρόμοια μεταλλαγή στο σπίτι που επιπλώνουν με τις χειρονομίες και τις αναμνήσεις τους, όπως οι ομιλητές εισάγουν την ιδιοπροφορά και τους δικούς τους τρόπους έκφρασης στη γλώσσα, κάπως έτσι και ο αναγνώστης εισάγει μια τέχνη που δεν είναι καθόλου παθητική. «Η μεταλλαγή αυτή καθιστά το κείμενο κατοικήσιμο σαν νοικιασμένο σπίτι. Μετατρέπει την ιδιοκτησία του άλλου σε τόπο που τον δανείστηκε για μια στιγμή ένας περαστικός».

Michel_de_certeau1Η Πολύτροπη Τέχνη του Πράττειν αποτελεί τον πρώτο από τους δύο τόμους περί της Επινόησης της Καθημερινής Πρακτικής· πρόκειται για τα πορίσματα μιας έρευνας [1974 – 1978], ειδικής παραγγελίας με ελεύθερο περιεχόμενο και μεθόδους που θα καθόριζε ο ίδιος ο ντε Σερτώ στο ευρύτερο πεδίο των πολιτιστικών συμπεριφορών και πρακτικών. Η εποχή είναι ιδανική: μετά το 1968 η Γαλλία πιστεύει στην αποτελεσματικότητα των κοινωνικών επιστημών και τα ανήσυχα μυαλά ακόμα προσχωρούν στην θεωρία όπως άλλοτε στη θρησκεία ή στην επανάσταση. Η κόπωση των μεταμοντέρνων ή η κατάρρευση των μεγάλων ιδεολογικών οίκων δεν έχουν ακόμα αγγίξει το πλήθος των συγγραφέων και των αναγνωστών. Μόνο λίγοι βλέπουν κάπου μπροστά τους μια αδιόρατη ρωγμή και προσπαθούν να ερμηνεύσουν διαφορετικά την κοινωνία. Ο ντε Σερτώ είναι ένα από εκείνα τα αντικομφορμιστικά και διορατικά πνεύματα, μακριά από την λογική των θεσμών· αποφεύγοντας να ταυτιστεί με καθορισμένους τόπους, παραμένοντας ιησουίτης και λακανιστής, κρατώντας κι εκεί τις αποστάσεις του, ενώ κύκλοι διανοούμενων της Αριστεράς τον προσκαλούν και τον συμβουλεύονται σε θέματα πολιτικής ή στοχασμού· δεν ξέχασαν άλλωστε την ικανότητα να αναλύει ζωντανά την δίνη των «γεγονότων» από τον Μάιο ως τον Σεπτέμβριο του 1968.

debord_memoires-600x405Ο ντε Σερτώ εξαρχής προβληματίζεται πάνω στην μετατόπιση της προσοχής από την υποτιθέμενη παθητική κατανάλωση των προϊόντων στην ανώνυμη δημιουργία και την απόκλιση στην χρήση τους και ενδιαφέρεται για την στροφή στον πολλαπλασιασμό ανώνυμων και φθαρτών δημιουργιών που μας δίνουν ζωή και δεν κεφαλαιοποιούνται. Ζητούμενό του: να σχεδιαστεί μια θεωρία των καθημερινών  πρακτικών· να διακριθεί κάτω από τη μαζική πραγματικότητα των εξουσιών και των θεσμών η εστία άτακτων μικροαντιστάσεων, που θεμελιώνουν με τη σειρά τους μικροελευθερίες και κινητοποιούν αναπάντεχους πόρους κρυμμένους μέσα στους συνηθισμένους ανθρώπους. Η έλλειψη ευπιστίας απέναντι στη δογματική τάξη που θέλουν πάντα να οργανώσουν οι Αρχές και οι θεσμοί, η εκ μέρους των μη κομφορμιστών εκτροπή της αλήθειας που τους επιβάλλεται, ο σεβασμός για κάθε αντίσταση όσο απειροελάχιστη κι αν είναι, όλα ενθαρρύνουν την πίστη του στη «λαθρόβια ελευθερία των πρακτικών».

5840_riba53166-lores 90Η καθημερινότητα είναι κατάσπαρτη από θαύματα, αφρός εξίσου εκθαμβωτικός με των συγγραφέων και των καλλιτεχνών. Χωρίς ξεχωριστό, ίδιο όνομα, λογής λογής γλώσσες παρέχουν έδαφος γι’ αυτές τις εφήμερες γιορτές…

Η πρώτη «επίθεση» δεν θα γίνει στην κατεξοχήν παραγωγή αλλά στην άλλη παραγωγή, που χαρακτηρίζεται «κατανάλωση»· αυτή που είναι τόσο πολυμήχανη που παρεισδύει παντού, εφόσον δεν έχει δικά της προϊόντα αλλά αφορά τους τρόπους μεταχείρισης των προϊόντων που επιβάλλει η κυρίαρχη οικονομική τάξη· τους τρόπους μιας χρήσης που θα ξεγελάσει την εξουσία, που δεν θα έχει τα μέσα να την αντικρούσει. Αυτές οι διαδικασίες και τα τεχνάσματα θα ολοκληρώσουν το πλήρες δίκτυο της αντιπειθαρχίας. Πεδία της, ο κοινός τόπος της γλώσσας, οι εκδοχές της λαϊκής κουλτούρας, παιχνίδια και μηχανεύματα, η ανάλωση εργασιακού χρόνου και υλικών προς ιδία χρήση [perruque], η επανιδιοποίηση του χώρου.

111Όπως στη λογοτεχνία διαφοροποιούνται οι τρόποι γραφής, το «ύφος» και τα λοιπά, έτσι μπορούμε να διακρίνουμε και «τρόπους του πράττειν», για οποιαδήποτε πράξη, τρόπους που μπορούν κι αυτοί να εξομοιωθούν με οδηγίες χρήσης, δημιουργώντας διάκενα που αφήνουν περιθώρια για παιχνίδι. Η δύναμη δεσμεύεται από το γεγονός ότι είναι ορατή, ενώ το τέχνασμα είναι εφικτό και στον αδύνατο, ως ύστατη καταφυγή.

Έτσι, κάποιος που κατάγεται από το Μαγκρέμπ και ζει στο Παρίσι ή στο Ρουμπαί εισάγει λαθραία τους τρόπους «κατοίκησης» (ενός σπιτιού ή μιας γλώσσας) οι οποίοι προσιδιάζουν στη γενέτειρά του, την Καβυλία, μέσα στο σύστημα που του επιβάλλει η δόμηση μιας εργατικής πολυκατοικίας ή της γαλλικής γλώσσας. Τους προσθέτει από πάνω, χάρη δε σ’ αυτόν τον συνδυασμό δημιουργούνται διάκενα όπου παίζουν διάφοροι τρόποι χρησιμοποίησης της αναγκαστικής τάξης του τόπου ή της γλώσσας. Χωρίς να βγει από τα όρια της θέσης όπου είναι υποχρεωμένος να ζει και η οποία του υπαγορεύει έναν νόμο, εγκαθιδρύει κάποια πολλαπλότητα και δημιουργικότητα. Μια τέχνη να υπάρχει σε κάτι ενδιάμεσο, αντλεί απροσδόκητα αποτελέσματα. [σ. 133]

F-La Cite d'affaires de Paris-Plan VoisinΑναπόφευκτα ένα μέρος αφιερώνεται στις πρακτικές του χώρου – η κληρονομιά του Γκυ Ντεμπόρ δεν είναι μακριά. Το ενέργημα του περπατήματος στην πόλη είναι για το σύστημα του άστεος ό,τι είναι η εκφώνηση – το ομιλιακό ενέργημα [speech act] – για τη γλώσσα και έχει τριπλή λειτουργία: είναι διεργασία ιδιοποίησης του τοπογραφικού συστήματος από τον πεζό (όπως ο ομιλητής ιδιοποιείται τη γλώσσα), είναι χωρική πραγμάτωση του τόπου (όπως η ομιλία είναι ηχηρή πραγμάτωση της γλώσσας) και συνεπάγεται σχέσεις και κινήσεις όπως οι λέξεις γίνονται απευθύνσεις προς τον συνομιλητή. Έτσι ο περιπατητής μεταμορφώνει κάθε χωρικό σημαίνον σε κάτι άλλο. Και κυρίως επιλέγει, καθώς καταδικάζει ορισμένους τόπους στην αδράνεια ή στην αφάνεια ή το αντίθετο.

cardsktchΟι τίτλοι των κεφαλαίων είναι ενδεικτικοί: Ηδονοβλεψίες ή περιπατητές, Η μιλιά των χαμένων βημάτων, Οδοιπορικές ρητορικές, Παιδική ηλικία και μεταφορά τόπων, Πλους φυλακισμένων, Αφηγήσεις του χώρου. Αλλά και στο τέταρτο μέρος, στις Χρήσεις της γλώσσας, ο ντε Σερτώ κυμαίνεται από την Οικονομία της γραφής στους Θορύβους του σώματος και στο Διάβασμα ως Λαθροθηρία, για να αφιερώσει το πέμπτο μέρος τους Τρόπους της Πίστης και της Πολιτικής και να ολοκληρώσει μ’ ένα ρέκβιεμ στον Ρηγματώδη Χρόνο.

Ο συγγραφέας [1925-1986], φιλόσοφος και ιστορικός των μυστικιστικών κειμένων από την Αναγέννηση ως την κλασική εποχή και καθηγητής Ιστορικής ανθρωπολογίας των θρησκευτικών πεποιθήσεων, αντλεί από ολόκληρο το σώμα της λογοτεχνίας – Στεφάν Μαλλαρμέ, Κούρτσιο Μαλαπάρτε, Ζορζ Μπατάιγ, Τζέιμς Τζόυς, Μπορίς Βιάν, Βίτολντ Γκόμπροβιτς, Αλφρέντ Ζαρρύ, Φραντς Κάφκα, Ρόμπερτ Μιούζιλ, Μαργκερίτ Ντυράς, Χόρχε Λουίς Μπόρχες, Αντόλφο Μπιόι Κασάρες, Γκυ Ντεμπόρ, Ζωρζ Περέκ, Πατρίκ Μοντιανό και πολλές αρχετυπικές μυθοπλαστικές μορφές, και φυσικά της φιλοσοφίας – Χέγκελ, Χομπς, Ντιντερό, Ρουσσώ, Βιττγκενστάιν, Χάιντεγκερ και βέβαια, εκτός από τους εκλεκτικούς αντισυγγενείς Φουκώ και Μπουρντιέ, και από τους φυσικά Αλτουσέρ, Λακάν, Λυοτάρ, Μπαρτ, Μερλώ – Ποντύ, Ντελέζ, Γκάνταμερ, Λούκατς, Λεφέβρ, Μπουρντιέ, Μπρωντριγιάρ, Ντερριντά, Πόππερ, Τσόμσκυ, Τόφλερ, Τοντόροφ και…Κλάουζεβιτς.

Bryce,-150Το βιβλίο σαφώς δεν είναι εύκολο και απαιτεί όχι μόνο την μέγιστη [αυτό]συγκέντρωση του αναγνώστη αλλά και την ικανότητα να διαπλέει μέσα στον πλούσιο, ποιητικότατο και συχνά χαώδη λόγο για να βρει τα δικά του διάκενα προσωπικών δοκιμών και να διαμορφώσει τις δικές του ιδέες με τις οποίες θα μετατρέψει τις πυκνές, φιλόδοξες θεωρίες του ντε Σερτώ σε ευδαίμονες πράξεις.

Εκδ. Σμίλη, 2010, πρόλογος: Λυς Ζιαρ [Luce Giard], μτφ. Κική Καψαμπέλη, σελ. 509. Με υποσημειώσεις του συγγραφέα [σ. 441 – 487, όπου περιλαμβάνονται και προσθήκες της μεταφράστριας], σημείωμα της μεταφράστριας, λεξιλόγιο, ευρετήριο και εργογραφία του συγγραφέα [Michel de Certeau, L’ invention du quotidian. Arts de faire, 1980].