Θα μας συνοδεύσετε ως την θύρα των βιβλίων σας;
Το πρώτο μου βιβλίο, «Το αγόρι με τα μαγικά δάχτυλα», είναι μάλλον παιδικό, διασκευή ενός παραδοσιακού νορβηγικού μύθου για ένα παιδί που ακολουθεί την πιο δυνατή επιθυμία του. Το «Ποστ.», το δεύτερο και εκείνο που νιώθω περισσότερο δικό μου, περιλαμβάνει μια σειρά από επιστολές που ακροβατούν ανάμεσα στο κωμικό και το τραγικό, το πραγματικό και το φανταστικό, όλες απελπισμένες με τον τρόπο τους και όλες τελικά ανεπίδοτες, και που δε σταματούν παρόλ’ αυτά να αναζητούν τον παραλήπτη τους στον αχανή κόσμο και στον αχανή χρόνο.
Πότε, πώς, υπό ποιες συνθήκες και ποιους πόθους τα γράψατε;
Το πρώτο ξεκίνησε σαν κείμενο παράστασης, παραγγελία ουσιαστικά από την ομάδα κουκλοθεάτρου Ανταμαπανταχού. Ολοκληρώνοντάς το όμως, είχα την τύχη να γνωρίσω το Γιώργο Τσόπανο, ο οποίος το εικονογράφησε, και έκτοτε συνεργαζόμαστε σταθερά. Το «Ποστ.» δε γράφτηκε μονομιάς, ούτε είχε από πίσω του εκ των προτέρων το κονσεπτ της επιστολογραφίας. Περιλαμβάνει κείμενα γραμμένα σε διαφορετικούς χρόνους, στην Αθήνα και την Αμοργό, που τα γυροφέρνουν οι εμμονές της ατέλειωτης αναμονής, της μη ολοκλήρωσης, του εξ αρχής ματαιωμένου, του οριστικού χαρακτήρα της απώλειας και του παρελθόντος. Γιατί πιο συχνά απ’ οτιδήποτε ονειρεύομαι μια έξοδο κινδύνου.
Γράφετε ποίηση και πεζογραφία (διηγήματα που δημοσιεύονται σε περιοδικά, μικρές φόρμες στο ιστολόγιό σας). Τι υπερισχύει περισσότερο και για ποιο λόγο;
Τα τελευταία τέσσερα χρόνια γράφω κυρίως πεζά και κείμενα για θέατρο. Η μικρή φόρμα είναι για μένα πιο εύκολη και πιο αγαπημένη, αλλά το στοίχημα ενός μακροσκελούς κειμένου, είτε πρόκειται για μυθιστόρημα ή για σενάριο είναι κάτι εξίσου ερεθιστικό.
Έχετε γράψει σε τόπους εκτός του γραφείου σας/σπιτιού σας;
Αναγκαστικά, μιας και μετακινούμαι αρκετά. Το σπίτι μου στην Αθήνα όμως, παραμένει ο χώρος στον οποίο μπορώ να γράφω πιο συγκεντρωμένη – ή έτσι λέω τώρα, δικαιολογίες για την ροπή μου στην τεμπελιά, επειδή δεν είμαι εκεί.
Σας ακολούθησε ποτέ κανένας από τους ήρωες των βιβλίων σας; Μαθαίνετε τα νέα τους;
Ναι, όλα αυτά τα πλάσματα έρχονται και ξανάρχονται, εξάλλου πιστεύω πως αυτή είναι η πιο αγαπημένη τους συνήθεια. Να ξετρυπώνουν ξαφνικά τις ώρες που όλα τα βιβλία είναι κλειστά.
Ποιος είναι ο προσφιλέστερός σας τρόπος συγγραφής; Πώς και πού παγιδεύετε τις ιδέες σας;
Γράφω κυρίως στον υπολογιστή αλλά έχω σχεδόν πάντα σημειωματάριο μαζί μου ή δίπλα μου στον ύπνο. Τις ιδέες δεν τις παγιδεύω, μάλλον το αντίστροφο συμβαίνει. Όταν πρέπει να γράψω, θα καθίσω και θα γράψω, δε θα περιμένω καμιά έμπνευση. Υπάρχουν βέβαια και ιδέες που με προλαβαίνουν, πριν καν στρωθώ στη δουλειά – ευτυχώς.
Εργάζεστε με συγκεκριμένο τρόπο; Ακολουθείτε κάποια ειδική διαδικασία ή τελετουργία; Επιλέγετε συγκεκριμένη μουσική κατά την γραφή ή την ανάγνωση; Γενικότερες μουσικές προτιμήσεις;
Έχω την αίσθηση ότι γράφω πάντα το ίδιο πράγμα, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, σαν όλα να επαναλαμβάνονται καθημερινά για χρόνια. Όσο για τις μουσικές προτιμήσεις, ακούω τα πάντα ανάλογα με τη διάθεση ή τις συνθήκες, αλλά όχι όταν γράφω ή διαβάζω, θέλω ησυχία και σκοτάδι.
Ποιες είναι οι σπουδές σας και πώς βιοπορίζεστε; Διαπιστώνετε κάποια εμφανή απορρόφηση των σπουδών και της εργασίας σας στη γραφή σας (π.χ στην θεματολογία ή τον τρόπο προσέγγισης);
Κοινωνιολογία προπτυχιακό, μεταπτυχιακό στην Πολιτιστική Διαχείριση και από φέτος κάνω άλλο ένα μάστερ με τίτλο Transdisciplinary Arts στην Σχολή Καλών Τεχνών της Ζυρίχης. Η θεωρία και η ανάλυση με ενδιαφέρουν όσο και η καλλιτεχνική πρακτική, και το ακαδημαϊκό περιβάλλον μπορεί να αποτελέσει ιδανικό τόπο για να συναντηθούν αυτά τα δύο, οπότε ναι, ό,τι γράφω δεν μπορεί να μην αντανακλά τον τρόπο που αντιλαμβάνομαι τη γνώση και τη δημιουργία. Το πώς βιοπορίζομαι είναι μια πονεμένη ιστορία, μιας και είναι αδύνατο να ζήσω από το γράψιμο, που είναι η κύρια ασχολία μου. Η τελευταία μου δουλειά ήταν σερβιτόρα το καλοκαίρι στην Αμοργό.
Τι γράφετε αυτό τον καιρό;
Δουλεύω πάνω σε δύο θεατρικά κείμενα για τη νέα σαιζόν, το ένα για την ομάδα Bijoux de Kant και το άλλο σε συνεργασία με την ηθοποιό Λένα Γιάκα, και ταυτόχρονα τελειώνω το πρώτο μου μυθιστόρημα, που ως ένα σημείο του δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στα Νέα του Βελγίου, εικονογραφημένο πάλι από το Γιώργο.
Περί ανάγνωσης
Αγαπημένοι σας παλαιότεροι και σύγχρονοι συγγραφείς.
Ποτέ δεν ξέρω τι να απαντήσω σε μια τέτοια ερώτηση, είναι πάρα πολλοί, ο Παπαδιαμάντης, ο Καζαντζάκης, ο Μπόρχες, ο Καμύ, ο Κάφκα, η Χάισμιθ, ο Γιόζεφ Ροτ, ο Φίλιπ Ροθ, η Ζυράννα Ζατέλη, ο Μπέκετ, ο Τάιμπο, ο Ιωάννου, ο Κάρολ, ο Αργύρης Χιόνης και δεν τελειώνουμε ποτέ.
Αγαπημένα σας παλαιότερα και σύγχρονα βιβλία.
Υπάρχουν κάποια στα οποία επιστρέφω συχνά πυκνά, όπως είναι οι «Πρόζες» του Μπέκετ, τα «Γράμματα στα Κοριτσάκια» του Κάρολ, «Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου» του Γκαίτε, «ο Ξένος» του Καμύ ή η «Ιστορία του ματιού», του Μπατάιγ.
Σας έχει γοητεύσει κάποιος σύγχρονος νέος έλληνας λογοτέχνης;
Με είχε γοητεύσει ιδιαίτερα ο Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης, πριν ακόμα τον γνωρίσω, όταν είχα δει την Άννα Κοκκίνου στο «Λα Πουπέ». Από τότε, έχοντας μελετήσει τη δουλειά του αρκετά και για πολλούς λόγους, τον θεωρώ ίσως τον πιο ταλαντούχο εν ζωή θεατρικό –και όχι μόνο- έλληνα συγγραφέα.
Αγαπημένος ή/και ζηλευτός λογοτεχνικός χαρακτήρας.
Ο κύριος Εμ, από το Άρωμα Μασκ του Πέρσυ Κεμπ. Υπέροχα εμμονικός.
Αυτή την περίοδο παλεύω ξανά μετά από χρόνια με τον «Αντι-οιδίποδα» των Ντελέζ-Γκουαταρί.
Διαβάζετε λογοτεχνικές παρουσιάσεις και κριτικές; Έντυπες ή ηλεκτρονικές; Κάποια ιδιαίτερη προτίμηση στις μεν ή (και) στις δε;
Όχι, σχεδόν ποτέ.
Θα μας γράψετε κάποια ανάγνωση σε αστικό ή υπεραστικό μεταφορικό μέσο που θυμάστε ιδιαίτερα; [μέσο – διαδρομή – βιβλίο – λόγος μνήμης]
Πηγαίνοντας για μάθημα στο πανεπιστήμιο πριν λίγα χρόνια, ξέχασα να κατέβω από το τραίνο με τα «Όνειρα του Αινστάιν» του Άλαν Λάιτμαν, μια σειρά από μικρά διηγήματα όπου στο κάθε ένα περιγράφεται μια διαφορετική εκδοχή της διάστασης του χρόνου.
Περί αδιακρισίας
Παρακολουθείτε σύγχρονο κινηματογράφο ή θέατρο; Σας γοήτευσε ή σας ενέπνευσε κάποιος σκηνοθέτης, ταινία, θεατρική σκηνή;
Λόγω δουλειάς παρακολουθώ πολύ συχνά θέατρο, κινηματογράφο όχι τόσο, ωστόσο υπάρχουν σκηνοθέτες, ταινίες και παραστάσεις που με εμπνέουν, με γοητεύουν. Τελευταία απόλαυσα πολύ το Nymphomaniac και ζήλεψα τρομερά το La Grande Belezza. Από τις αμέτρητες παραστάσεις της αθηναϊκής περσινής σεζόν γοητεύτηκα ιδιαίτερα από την Κοκκινοσκουφίτσα της Κιτσοπούλου, τον Άμλετ του Θεοδωρίδη, τη Ραμόνα της Bijoux de Kant και τον Άυλο εσένα του Παλούμπη.
Οι εμπειρίες σας από το διαδικτυώνεσθαι;
Το διαδίκτυο είναι ένα τρομερό εργαλείο, κανείς μας δεν θα μπορούσε να φανταστεί πριν πώς είναι να έχεις όλη αυτή τη γνώση στη διάθεσή σου ανά πάσα στιγμή, ούτε και την ευκολία με την οποία δημιουργείς, κρατάς επαφές ή ενημερώνεσαι. Έχω γνωρίσει ανθρώπους, έχω κάνει φιλίες, έχω θαυμάσει καλλιτέχνες, έχω κλείσει δουλειές, για την ώρα το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι ένα μεγάλο μέρος της καθημερινότητάς μου.
Αν κάποιος σας χάριζε την αιώνια νιότη με αντίτιμο την απώλεια της συγγραφικής ή αναγνωστικής σας ιδιότητας, θα δεχόσασταν τη συναλλαγή;
Αν και δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς βιβλία, ας πούμε ότι θα δεχόμουν λόγω του τεράστιου φόβου που έχω για το θάνατο, και εντάξει, μου αρέσουν πολλά πράγματα, θα έβρισκα κάτι άλλο να κάνω.
Στις εικόνες: Patricia Highsmith, Lewis Carroll, Samuel Beckett, Λα Πουπέ, Βέρθερος, Paco Ignacio Taibo II.
Φωτογραφίες της συγγραφέως: Δημήτρης Σέρβης.