Θα μας συνοδεύσετε ως την θύρα των δυο βιβλίων σας;
Τα πρόσωπα της «Σκεπής», στους δρόμους και τα κλειστά δωμάτια των πόλεων ή στην ακίνητη ανοιχτοσύνη της υπαίθρου, έχουν φτάσει ή φτάνουν σ’ ένα «σημείο μηδέν». Το καθένα χωριστά θα προσπαθήσει να σηκωθεί. Στην «Πόλη παιδιών» ο εντεκάχρονος ήρωας μεγαλώνει εσώκλειστος σε ένα κρατικό ίδρυμα χωρίς να γνωρίζει τον ακριβή λόγο για τον οποίο βρίσκεται εκεί. Το βιβλίο υιοθετεί το βλέμμα του και τον ακολουθεί στις διάφορες πορείες του στον «μέσα» και στον «έξω» κόσμο, στο πώς συμπλέκονται στο ίδιο του το σώμα, στην προσπάθειά του να τους ενώσει.
Από το πρώτο μέχρι το δεύτερο μεσολάβησαν οκτώ χρόνια. Υπήρξε κάποιος ιδιαίτερος λόγος;
Όχι κάποιος περισσότερο ιδιαίτερος από αυτούς που υπάρχουν στον καθένα μας. Αν και δεν έχω την αίσθηση πως από κάπου έλειψα, εκεί που νομίζω πως έπρεπε, ήμουν. Επιπλέον, η μεγάλη φόρμα είναι και χρονοβόρα και κοπιαστική.
Έχετε γράψει σε τόπους εκτός του γραφείου σας/σπιτιού σας;
Θα έλεγα, έχω ξανα-γράψει. Το κοίταγμα και το ξαναγράψιμο εκτός γραφείου ρίχνει τις ασφάλειες του γραφείου. Σε βγάζει από οικείους χώρους και συγκεκριμένη ψυχολογία, κάνει φρέσκια τη ματιά σου.
Σας ακολούθησε ποτέ κανένας από τους ήρωες των βιβλίων σας; Μαθαίνετε τα νέα τους;
Όσο το βιβλίο γράφεται, κοιμάσαι με τους ήρωές σου και όταν ξυπνάς τους έχεις πάλι μπροστά σου· ζουν μαζί σου. Από τη στιγμή όμως που εκδίδεται, οι ήρωες γίνονται αυθύπαρκτοι. Φεύγουν. Μαθαίνω νέα τους από άλλους, τους βλέπω μόνο όταν ξανανοίγω το βιβλίο.
Ποιος είναι ο προσφιλέστερός σας τρόπος συγγραφής; Πώς και πού παγιδεύετε τις ιδέες σας;
Να κάθομαι στο γραφείο και ν’ ανοίγω τον υπολογιστή. Η καθημερινή δουλειά. Πριν όμως, κάτι άλλο πρέπει να συμβεί: να σε παγιδεύσει μια ιδέα, τόσο ώστε μοναδική απόδραση να μοιάζει το πέρασμά της στο χαρτί.
Εργάζεστε με συγκεκριμένο τρόπο; Ακολουθείτε κάποια ειδική διαδικασία ή τελετουργία; Επιλέγετε συγκεκριμένη μουσική κατά την γραφή ή την ανάγνωση; Γενικότερες μουσικές προτιμήσεις;
Προτιμώ τα πρωινά, αμέσως μόλις ξυπνήσω. Οι ώρες είναι καθαρότερες. Μόνη διαδικασία, ο καφές. Κατά τη γραφή, τελευταία επιλέγω μόνιμα τη σιωπή. Ελπίζοντας, κάποια στιγμή, από μέσα της να ξεπηδήσει η μουσική. Όταν κλείσω τον υπολογιστή, ανοίγω το ραδιόφωνο – κυρίως αυτό. Με προτίμηση στην τζαζ και το λαϊκό τραγούδι.
Ποιες είναι οι σπουδές σας και πώς βιοπορίζεστε; Διαπιστώνετε κάποια εμφανή απορρόφηση των σπουδών και της εργασίας σας στη γραφή σας (π.χ. στην θεματολογία ή τον τρόπο προσέγγισης);
Σπούδασα κοινωνιολογία και για βιοπορισμό εργάζομαι ως επιμελητής κειμένων. Νομίζω πως και τα δύο υπάρχουν, σε διάφορα επίπεδα, εμφανή και αφανή.
Γράψατε ποτέ ποίηση – κι αν όχι, για ποιο λόγο;
Όχι. Ο λόγος; Δεν μπορώ να τον προσδιορίσω, αλλά συνέβη.
Αν είχατε σήμερα την πρόταση να γράψετε μια μονογραφία – παρουσίαση κάποιου προσώπου της λογοτεχνίας ή γενικότερα ποιο θα επιλέγατε;
Τον Δημήτρη Χατζή. Για τη μαστοριά των σελίδων του και τη ζωή του. Την ανθρωπιά του.
Τι γράφετε τώρα;
Αυτόν τον καιρό δεν γράφω κάτι. Αγρανάπαυση.
Περί ανάγνωσης
Αγαπημένοι σας παλαιότεροι και σύγχρονοι συγγραφείς.
Πολλοί. Τα βιβλία τους σε ταξιδεύουν και πίσω στον προσωπικό χρόνο, τον καιρό της ανάγνωσής τους, η επισκόπηση σου τονίζει ελλείψεις. Δεν θα παρέλειπα τον Θερβάντες. Και μετά τον Φλωμπέρ. Τον Ντοστογιέφσκι, τον Τολστόι και τον Τσέχωφ. Τον Σολωμό. Τον Μέλβιλ, τον Κόνραντ. Τον Βιζυηνό και τον Παπαδιαμάντη. Τον Τζόις και τον Κάφκα. Τον Καβάφη. Τον Χατζόπουλο και τον Πολίτη. Τον Σελίν. Τον Χατζή. Τον ΜακΚάρθυ και τον Κάρβερ. Τον Ζέμπαλντ. Τον Μπολάνιο. Τον Βαλτινό…
Αγαπημένα σας παλαιότερα και σύγχρονα βιβλία.
«Μαντάμ Μποβαρύ», «Έγκλημα και τιμωρία», «Μόμπι Ντικ», «Ματοβαμμένος μεσημβρινός», «Οι ξεριζωμένοι».
Αγαπημένα σας διηγήματα.
«Μπάρτλεμπυ ο γραφιάς», «Οι Νεκροί», «Ο έρωτας στα χιόνια», «Το αμάρτημα της μητρός μου».
Σας έχει γοητεύσει κάποιος σύγχρονος νέος έλληνας λογοτέχνης;
Η σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία αναπτύσσεται και σε πλάτος και σε ύψος. Παρακολουθώ από κοντά το έργο του Ηλία Παπαμόσχου και του Κώστα Καβανόζη.
Αγαπημένος ή/και ζηλευτός λογοτεχνικός χαρακτήρας.
Αγαπημένος ο Μπάρτλεμπυ, για την αινιγματικότητά του αλλά και για την περίοδο όπου τον συνάντησα.
Αγαπημένο σας ελληνικό λογοτεχνικό περιοδικό, «ενεργό» ή μη; Κάποιες λέξεις για τον λόγο της προτίμησης;
Το «Πλανόδιον», που δυστυχώς δεν είναι πλέον «ενεργό». Έτυχε να το κρατήσω στα χέρια μου από τα πρώτα τεύχη του και έκτοτε με συντρόφευε, με το λογοτεχνικό πλούτο του αλλά και το ανεξάρτητο πνεύμα του. Επίσης, ο «Εκηβόλος». Μου δωρίθηκαν, χρόνια αφότου ανέστειλε την κυκλοφορία του, τα τεύχη του. Θαμπώθηκα από την ποιότητα κειμένων και μεταφράσεων, από την τυπογραφική του αρτιότητα.
Τι διαβάζετε αυτό τον καιρό;
Τις νουβέλες του Κλάιστ.
Διαβάζετε λογοτεχνικές παρουσιάσεις και κριτικές; Έντυπες ή ηλεκτρονικές; Κάποια ιδιαίτερη προτίμηση στις μεν ή (και) στις δε;
Διαβάζω. Αδιακρίτως, χωρίς κάποια ιδιαίτερη προτίμηση. Απλώς η ευκολία ανάγνωσης ακόμη κλίνει προς το χαρτί.
Περί αδιακρισίας
Παρακολουθείτε σύγχρονο κινηματογράφο ή θέατρο; Σας γοήτευσε ή σας ενέπνευσε κάποιος σκηνοθέτης, ταινία, θεατρική σκηνή;
Οι τέχνες ανέκαθεν συνομιλούσαν μεταξύ τους. Θα σταθώ στην ευρηματικότητα του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου σε καιρούς κρίσης και στην πληρότητα των παραστάσεων του Βογιατζή.
Οι εμπειρίες σας από το διαδικτυώνεσθαι;
Αν μιλήσουμε για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αμφίθυμη. Απαιτούν χρόνο και ο χρόνος δεν είναι απεριόριστος. Κρατώ την εμπειρία, με άλλους φίλους, διασκορπισμένους σε διαφορετικά μέρη, από τη συμμετοχή μου σ’ ένα κλειστό ιστολόγιο.
Αν κάποιος σας χάριζε την αιώνια νιότη με αντίτιμο την απώλεια της συγγραφικής ή αναγνωστικής σας ιδιότητας, θα δεχόσασταν τη συναλλαγή;
Εδώ, λέω να μείνουμε στο ερωτηματικό.
Κάποια ερώτηση που θα θέλατε να σας κάνουμε μα σας απογοητεύσαμε; Απαντήστε την!
Όχι. Νιώθω πλήρης. Σας ευχαριστώ.
Στις εικόνες: Cervantes, Herman Melville, Louis Ferdinand Celine, Δημήτρης Χατζής, Κωνσταντίνος Χατζόπουλος.