Περί γραφής
Θα μας συνοδεύσετε ως την θύρα του τελευταίου σας βιβλίου;
Το δεύτερο βιβλίο μου, Ένα τριάρι για τον Οιδίποδα είναι νουβέλα («Φαρφουλάς», 2012). Ένας παλαίμαχος αιγυπτιώτης ηθοποιός παλεύει με τη μνήμη της πεθαμένης του γυναίκας και με την παρεφθαρμένη του οπτική της πραγματικότητας, αναπλάθοντας έτσι το κλίμα της μεταπολεμικής Ελλάδας, της Ελλάδας της ανασυγκρότησης και το πέρασμα στη νέα χιλιετία. Οι συνειδησιακές του επιλογές φαντάζουν απολίθωμα μιας άλλης εποχής στο πλαίσιο μιας Αθήνας όπου τη θέση των πολιτειακών ιδεωδών έχουν πάρει οι καιροσκοπικές αντιλήψεις και ο αμοραλισμός. Στο μικρό του τριάρι οι αγαπημένες του γυναίκες θα παραστούν στην πρόβα που κάνει για την τελευταία του παράσταση του Οιδίποδα επί Κολωνώ.
Θα μοιραστείτε μια μικρή παρουσίαση – εισαγωγή στο κάθε σας βιβλίο χωριστά (είτε σε μορφή επιγραμματικής παρουσίασης, είτε γράφοντας για το πότε, πώς, υπό ποιες συνθήκες και ποιους πόθους συνεγράφησαν);
Η συλλογή διηγημάτων Το άχτι είναι το πρώτο μου βιβλίο και κυκλοφόρησε το 2011 από τις εκδόσεις «Φαρφουλάς». Κοινός παρονομαστής των δεκαέξι αυτών διηγημάτων είναι ένα συναίσθημα αγανάκτησης και δυσανεξίας προς όσα αποκόπτουν τον άνθρωπο από τις ρίζες του, τον αληθινό του εαυτό, τα αγαπημένα του πρόσωπα, την αλήθεια των επιλογών του, τον κοινωνικό περίγυρο. Είναι απάνθισμα από μια ευρύτατη παραγωγή διηγημάτων που ξεκίνησα να γράφω ήδη από το 1989. Το ξεσκαρτάρισμα δεν είναι ζήτημα τελειομανίας, αλλά ουσίας για μένα.
Το Άχτι χαρακτηρίστηκε ως δυναμική είσοδός μου στον τόσο ιεροποιημένο χώρο της δημοσιευμένης λογοτεχνίας, ενώ με το Ένα τριάρι για τον Οιδίποδα απέτισα φόρο τιμής σε κάποιες αφηγηματικές αρετές που θαυμάζω σε άλλους, και δη σε ανθρώπους που δεν υποδύονται τους αφηγητές αλλά αφηγούνται ακατάπαυστα. Η μικρή φόρμα είναι πλησιέστερη ιδιοσυγκρασιακά σε μένα, αλλά δεν αποκλείω το μυθιστόρημα Σπλάχνα που ετοιμάζω να με οδηγήσει κάπου αλλού. Πάντως κύριος πόθος μου ήταν –και παραμένει- η λογοτεχνία μου να είναι δραστική, και όχι απλώς ένα αισθητικό γεγονός.
Έχετε γράψει σε τόπους εκτός του γραφείου σας/σπιτιού σας;
Κυρίως γράφω σε καράβια, παραλίες και τραίνα. Στο γραφείο του σπιτιού μου υπάρχει ένα τρισάθλιο λαπτοπ όπου κατόπιν μεταφέρω και, φυσικά, «πετσοκόβω» τα φλύαρα κείμενά μου ώστε να τα αντέχω κάπως και ο ίδιος.
Σας ακολούθησε ποτέ κανένας από τους ήρωες των βιβλίων σας; Μαθαίνετε τα νέα τους;
Υπάρχει ένας πράκτορας σε κάθε βιβλίο μου που κατασκοπεύει τις κινήσεις των ηρώων. Αυτός έχει την ιδιότητα αφενός να ακροβατεί σαν παληάτσος σε τεντωμένο σκοινί κι αφετέρου να με περιπαίζει. Από τις γκριμάτσες δυσαρέσκειας και ειρωνικής αποδοκιμασίας του ενημερώνομαι για το αν κάποιοι ήρωές μου είναι παραμελημένοι ή αφημένοι στη μοίρα τους, ώστε να αναλάβω να φέρω εις πέρας αυτήν την κηδεμονία για την οποία δεν είμαι άξιος. Για το αν καιροφυλακτούν να επανεμφανισθούν σε επόμενο βιβλίο. Στην ουσία, ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ δεν γράφουμε όλοι μας;
Ποιος είναι ο προσφιλέστερός σας τρόπος συγγραφής; Πώς και πού παγιδεύετε τις ιδέες σας;
Δεν τίθεται
ζήτημα «παγίδευσης» ιδεών στη δουλειά του λογοτέχνη. Οι ιδέες υπάρχουν για να διατυπώνονται σε προφορικό λόγο. Αντιθέτως, η λογοτεχνία καταγράφεται χωρίς να προσφεύγει στον ήχο των λέξεων και στη ρητορική, παρά μόνο στη σιωπή. Είναι σιωπηρή η λειτουργία που την αποκαλύπτει, δηλαδή. Το μόνο θέμα που τίθεται είναι να διατηρήσεις την ψυχοσυναισθηματική σου φόρτιση χωρίς να τη μεταφέρεις στο χαρτί. Και να στραφείς στον ανθρώπινο πόνο ξεχνώντας τα δικά σου ζητήματα, τα προσωπικά.
Εργάζεστε με συγκεκριμένο τρόπο; Ακολουθείτε κάποια ειδική διαδικασία ή τελετουργία; Επιλέγετε συγκεκριμένη μουσική κατά την γραφή ή την ανάγνωση; Γενικότερες μουσικές προτιμήσεις;
Ολοκληρώνω μέχρι την τελευταία λέξη στο μυαλό μου το κείμενο και μετά κάθομαι να το γράψω. Επειδή όμως δεν το θυμάμαι, αρχίζω να το κοινοποιώ στους φίλους που εμπιστεύομαι. Στο τέλος έχει αλλάξει τόσες φορές που
δεν το αναγνωρίζω και ο ίδιος. Η δε τελετουργία είναι συνυφασμένη με ακατάσχετο κάπνισμα. Ο καρκίνος, νομίζω, θα είναι το αποτέλεσμα πολυετούς ενασχόλησης με τη γραφή. Δεν αντέχω καμια μουσική όταν γράφω ή όταν διαβάζω, γιατί με αποσπά.
Σχεδόν αποκλειστικά ακούω κλασική μουσική και έθνικ. Από τα ελληνικά σαφώς προτιμώ το παλιά λαϊκά τραγούδια. Αστεϊζόμενος, βέβαια, και προκαλώντας ισχυρίζομαι στους φίλους μου πως «εγώ μεγάλωσα με Μαρινέλα», αλλά αυτό μου προκαλεί, ταυτόχρονα, βαθύτατη θλίψη. Είχα την τύχη, παρά τη φτώχεια τους, οι γονείς μου να είναι κοσμοπολίτες και να με στείλουν στο Ωδείο να μάθω κλασική κιθάρα. Τελικά κιθαρίστας ποτέ δεν έγινα, αλλά κάτι έμεινε. Οι νέες, πειραματικές μορφές μουσικής με ενδιαφέρουν και μπροστά τους αποκαλύπτομαι. Η μουσική για μένα είναι συνυφασμένη με τον χορό, δεδομένου ότι χορεύω πολλά χρόνια συστηματικά φλαμένκο.
Ποιες είναι οι σπουδές σας και πώς βιοπορίζεστε; Διαπιστώνετε κάποια εμφανή απορρόφηση των σπουδών και της εργασίας σας στη γραφή σας (π.χ στην θεματολογία ή τον τρόπο προσέγγισης);
Έχω σπουδάσει στη Φιλοσοφική Ρεθύμνου, έκανα μεταπτυχιακά με τον Κορνήλιο Καστοριάδη στην École des Hautes Études, στο Παρίσι, και διδακτορική διατριβή στην Πολιτική Φιλοσοφία, στο Πάντειο. Κάποτε φιλοδοξούσα να διδάξω στο Πανεπιστήμιο, έτρεχα από συνέδριο σε συνέδριο και υπέβαλλα βιογραφικά, δημοσίευα άρθρα επί άρθρων και έπληττα αφόρητα. Ωστόσο οι πόρτες του ακαδημαϊκού κατεστημένου θα άνοιγαν με βαρύ τίμημα και ευτυχώς ανέκρουσα πρύμνην. Έκτοτε βιοπορίζομαι ως ευτυχής φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση.
Για καλή μου τύχη υπάρχει μια γενικότερη παραδοχή των αναγνωστών μου πως τα κείμενά μου δεν παραπέμπουν σε φιλόλογο. Και τις ελάχιστες φορές που άκουσα σχόλιο του τύπου «η μόρφωσή σου φαίνεται στα γραπτά σου» αυτομάτως θεώρησα το εν λόγω κείμενο αποτυχημένο. Ευτυχώς η δουλειά μου δεν αντανακλά στο θεματολόγιο ή στον τρόπο προσέγγισής μου της γραφής (στη δουλειά μου νοιώθω αρκετά ευτυχής, ενώ όταν γράφω υποφέρω), εκτός πια αν μιλάμε για τον ηθικό κώδικα που διέπει και τα δύο.
Γράψατε ποτέ ποίηση – κι αν όχι, για ποιο λόγο;
Τ
ο έχω επανειλημμένως επιχειρήσει. Δεν είμαι σε θέση να αξιολογήσω το αποτέλεσμα, ωστόσο νομίζω πως η ποίηση είναι ένα διαφορετικό ψυχοφυσιολογικό γεγονός από την πεζογραφία. Με ενδιαφέρει, πάντως, αν και δεν συμμερίζομαι την ιεράρχηση που θέτει την ποίηση στην κορωνίδα της αφαίρεσης, ίσως γιατί φιλοδοξώ να την αγγίξω με τον πεζό λόγο.
Με ποιο τρόπο έχετε ασχοληθεί και με το Θέατρο; Σας έχει απασχολήσει η ιδέα συγγραφής ενός θεατρικού έργου;
Έχω γράψει τρία θεατρικά έργα και δυο λιμπρέτι για παιδική όπερα. Η απόλυτη αφήγηση είναι η κύρια λογοτεχνική φιλοδοξία μου σήμερα.
Αν είχατε σήμερα την πρόταση να γράψετε μια μονογραφία – παρουσίαση κάποιου προσώπου της λογοτεχνίας ή γενικότερα ποιο θα επιλέγατε;
Θα με ενδιέφερε ο Ιούλιος Βερν. Ο Λάο Τσε. Ίσως και η Μαίρη Σέλλευ. Επίσης, θα με ενδιέφερε ένας ιδιοφυής μουσικός.
Τι γράφετε τώρα;
Ένα σπονδυλωτό μυθιστόρημα που τιτλοφορείται «Τα σπλάχνα». Πρόκειται για μιαν οδυνηρή πτήση μέσα από τα σπλάχνα της Ευρώπης, όπου πρωταγωνιστούν οι τόποι.
Περί ανάγνωσης
Αγαπημένοι σας παλαιότεροι και σύγχρονοι συγγραφείς.
Ευριπίδης, Στρίντμπεργκ, Σαίξπηρ, Τένεσυ Ουίλιαμς, Κολτές, Ιούλιος Βερν, Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, Τζόναθαν Σουίφτ, Νικολάι Γκόγκολ, Τσέχωφ, Χόρχε Λουι Μπόρχες, Κάφκα, Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, Αν-Μαρί Σελίνκο, Κρόνιν, Μαργκερίτ Ντυράς, Χ. Μέλβιλ, Τόμας Μαν, Σαρλότ Μπροντέ, Γκαίτε, Ε.Μ. Φόρστερ, Ουίλιαμ Φώκνερ, Τζων Στάινμπεκ, Ε. Αλ. Πόου, Χέρμαν Μπροχ, Ρέυ Μπράντμπερυ, Πέτερ Χάντκε, Πατρίτσια Χάισμιθ, Βιρτζίνια Γουλφ, Αλμπέρ Καμύ, Τζ. Μ. Κουτσί, Μ.Β.Λιόσα, Φίλιπ Ροθ, Ρέιμοντ Κάρβερ, Σκαρίμπας, Κουμανταρέας, Χειμωνάς, Καραπάνου, Σωτηροπούλου, Δημητρίου, Φάις, Γονατάς, Δημητριάδης, Ζατέλη και πάει λέγοντας.
Αγαπημένα σας παλαιότερα και σύγχρονα βιβλία.
Η «Παρτίδα σκακιού», ο «Μάκβεθ», «Ο Ορφέας στον Άδη», ο «Αγώνας νέγρων και σκύλων», «Ο κόμης Μοντεχρήστος», «Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ», η «Ντεζιρέ», «Το Μαγικό Βουνό», «Το χωριό Στεπαντσίκοβο», «Το υπόγειο», «Ο ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϊ», η «Τζέην Έαρ», «Τα νεανικά χρόνια του Βίλχελμ Μάιστερ», «Ο φύλακας στη Σίκαλη», το «Καθώς ψυχορραγώ», «Η θεία Χούλια κι ο γραφιάς», «Οι υπνοβάτες», το «Μεφίστο», το «Ποίος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου», το «Στον φάρο», «Ο ξένος», «Η ναυτία», «Η αρρώστεια του θανάτου», «Η αγωνία του τερματοφύλακα πριν από το πέναλτι», αλλά και «Το τέλος της μικρής μας πόλης», «Η φάρσα», το «Ντιαλιθ’ιμ Χριστάκη», το «Και με το φως του λύκου επανέρχονται», «Το δαιμόνιο», ο «Πεισίστρατος», «Τα κτερίσματα» και πολλά άλλα που σίγουρα ξεχνώ.
Αγαπημένα σας διηγήματα.
Τα διηγήματα του Τσέχωφ, του Τσβάιχ, του Ουάιλντ, του Μωπασάν και του Μπόρχες, τα παραμύθια του Άντερσεν. Τα κείμενα του Σάλιντζερ, του Κόνραντ, του Πεντζίκη, του Παπαδιαμάντη, του Βιζυηνού, του Θεοτόκη, του Δούκα, του Μηλιώνη, του Χατζή, του Βαλτινού, του Χάκκα, του Κυριακίδη και του Δημητρίου.
Σας έχει γοητεύσει κάποιος σύγχρονος νέος έλληνας λογοτέχνης;
Ναι, πολλοί. Ο Δημήτρης Σωτάκης, ο Χρήστος Αγγελάκος, ο Σπύρος Καρυδάκης, η Έλενα Μαρούτσου, η Αγγελική Μαρίνου, ο Γιώργος Μητάς, ο Νίκος-Αδάμ Βουδούρης και ο σχεδόν άγνωστος Γιάννης Χρυσούλης (Τα απομνημονεύματα ενός ανθρώπου).
Αγαπημένος ή/και ζηλευτός λογοτεχνικός χαρακτήρας.
Ο κόμης Μοντεχρήστος, φυσικά. Α, και ο Τρελαντώνης.
Αγαπημένο σας ελληνικό λογοτεχνικό περιοδικό, «ενεργό» ή μη; Κάποιες λέξεις για τον λόγο της προτίμησης;
Η «Οδός Πανός», γιατί διατηρεί σταθερά το ύφος αυτό του αιώνιου νοσταλγού της γενιάς των μπητ. To «Εντευκτήριο», τα παλιά θεματικά αφιερώματα του «Διαβάζω» και το «Δέντρο». Ο «Πόρφυρας» και ο «Φαρφουλάς» για τη γνησιότητά τους.
Τι διαβάζετε αυτόν τον καιρό;
Εφτά ή οκτώ βιβλία ταυτόχρονα. Συγκεκριμένα, τις «Εικόνες από τη ζωή στο χωριό» του Άμος Οζ, τα διηγήματα της Ελ. Χριστοφοράτου, τα υπό έκδοσιν βιβλία της Γιούλης Αναστασοπούλου και του Σοφοκλή Ρόκου και, δειλά-δειλά, το «1Q84» του Μουρακάμι. Ίσως γιατί φοβάμαι, διαρκώς αναβάλλω τους Ηλία Έρενμπουργκ, Ρόμπερτ Μούζιλ, Κάρσον Μακ Κάλερς, Ντον Ντε Λίλο και Ρομπέρτο Μπολάνιο. Είμαι βέβαιος πως θα λατρέψω καμιά δεκαριά ακόμη σύγχρονους έλληνες, όταν διαβάσω τα βιβλία τους. Επί παραδείγματι, άμεσα σκοπεύω να διαβάσω Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη, Κάλλια Παπαδάκη, Γιάννη Παλαβό, Μαρία Φακίνου, Γιάννη Μακριδάκη, Ιωάννα Μπουραζοπούλου και Χρήστο Οικονόμου.
Διαβάζετε λογοτεχνικές παρουσιάσεις και κριτικές; Έντυπες ή ηλεκτρονικές; Κάποια ιδιαίτερη προτίμηση στις μεν ή (και) στις δε;
Κάνω λογοτεχνικές παρουσιάσεις (επ’ουδενί δεν θα τις βάφτιζα «κριτικές») στην book press, που είναι ηλεκτρονική και πολύ καλαίσθητη. Περιέργως, σπάνια διαβάζω κριτικές, είτε λογοτεχνικές, είτε κινηματογραφικές, είτε θεατρικές. Αφήνομαι περισσότερο στο ένστικτό μου.
Θα μας γράψετε κάποια ανάγνωση σε αστικό ή υπεραστικό μεταφορικό μέσο που θυμάστε ιδιαίτερα; [μέσο – διαδρομή – βιβλίο – λόγος μνήμης]
Ναι, θυμάμαι πως σε δύο νύχτες συνεχούς διαδρομής με τραίνο, και με κατεύθυνση την Ανδαλουσία, διάβασα τους τρεις πρώτους τόμους του «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» του Προυστ.
Περί αδιακρισίας
Παρακολουθείτε σύγχρονο κινηματογράφο ή θέατρο; Σας γοήτευσε ή σας ενέπνευσε κάποιος σκηνοθέτης, ταινία, θεατρική σκηνή;
Είμαι μανιώδης κινηματογραφόφιλος και η συγγραφή σεναρίου είναι το όνειρό μου. Το ίδιο ισχύει για το θέατρο. Βλέπω σινεμά και θέατρο αδιαλείπτως και, όλο και περισσότερο, ταυτίζομαι με τον σεναριογράφο ή τον θεατρικό συγγραφέα. Αγαπημένοι μου σκηνοθέτες είναι ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, ο Χανς Γιούργκεν Ζύρμπεμπεργκ και ο Ακίρα Κουροσάβα από τους κλασικούς και ο Λαρς φον Τρίερ, ο Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιαρίτου και ο Μίκαελ Χάνεκε από τους σύγχρονους. Περιέργως τα σκήπτρα στις κινηματογραφικές μου προτιμήσεις κατέχουν οι κατά τα λοιπά απεχθέστατες βορειοευρωπαϊκές χώρες. Μου αρέσουν οι ταινίες του Βούλγαρη. Η θεατρική σκηνή που με συγκλόνισε ήταν από το «Μπεντ», όταν δυο φυλακισμένοι στο Άουσβιτς, σ’ ένα διάλειμμα ορθοστασίας μέσα στα καταναγκαστικά έργα, κάνουν έρωτα με τα λόγια. Αγαπημένη μου θεατρική σκηνοθέτις είναι η Αριάν Μνούσκιν, οι παραγωγές της οποίας αγγίζουν την τελειότητα.
Οι εμπειρίες σας από το διαδικτυώνεσθαι;
Θετικές. Θα προτιμούσα να μην μου ροκάνιζε τόσον χρόνο.
Αν κάποιος σας χάριζε την αιώνια νιότη με αντίτιμο την απώλεια της συγγραφικής ή αναγνωστικής σας ιδιότητας, θα δεχόσασταν τη συναλλαγή;
Δεν νομίζω ότι τίθεται καν θέμα διλήμματος. Για την αιώνια νιότη τα περιγράμματα είναι ασαφή, όμως φυσικά θα εκλιπαρούσα για την αιώνια ζωή, με οιοδήποτε τίμημα. Και μόνο η ιδέα ότι θα είχα θέματα να καταγράφω για αιώνες ολόκληρους θα με έβαζε στη διαδικασία να εξαπατήσω τον Μεφιστοφελή, περιμένοντας να ξεχάσει σε κάποιαν απώτερη στιγμή τη συμφωνία μας και να με αφήσει να τα γράψω.
Κάποια ερώτηση που θα θέλατε να σας κάνουμε μα
σας απογοητεύσαμε; Απαντήστε την!
Η ερώτηση που δεν μου κάνατε είναι: «…χωρίς βιβλία στη ζωή σου, τι να την κάνεις την αιώνια νιότη ρε φίλε;». Καλύτερα όμως γιατί, σε περίπτωση που θα μου την κάνατε, αυτόματα θα αναθεωρούσα την αμέσως προηγούμενη απόφασή μου.
Στις εικόνες: Hermann Broch, Bernard – Marie Koltès, E.M. Forster, Annemarie Selinko, Ray Bradbury, Peter Handke, Jules Verne, Gabriel Garcia Marquez, Marguerite Duras, Philip Roth, Charlotte Bronte, σκηνή από το αναφερόμενο θεατρικό έργο Bent, Ariane Mnouchkine.